Ο έρωτας που μετατράπηκε σε αιματηρή βεντέτα στο Κορωπί
08:55 - 05 Αυγούστου 2016
Όλα ξεκίνησαν στις 10 το βράδυ της περασμένης Τετάρτης όταν σήμανε συναγερμός στο Κέντρο Υγείας στο Κορωπί. Μια γυναίκα μεταφέρεται από τον άνδρα της εκεί, καθώς έχει δεχθεί πέντε μαχαιρίες οι περισσότερες εκ των οποίων στην κοιλιακή χώρα. Οι γιατροί κάνουν το παν για να κρατήσουν την αιμόφυρτη 35χρονη γυναίκα στη ζωή, ενώ ταυτόχρονα ειδοποιούν τις αστυνομικές αρχές. Η μητέρα των δύο παιδιών χάνει τη μάχη με το θάνατο λόγω ακατάσχετης αιμορραγίας, ενώ οι άνδρες της ΕΛΑΣ συλλαμβάνουν το δράστη του εγκλήματος. Το πρώτο σοκ έρχεται από την είδηση ότι δολοφόνος του στυγερού εγκλήματος είναι η ερωτική σύντροφος του άνδρα του θύματος.
Οι αστυνομικοί οδηγούν τη φόνισσα στο Αστυνομικό Τμήμα του Κορωπίου, προκειμένου να απολογηθεί, ενώ ο 41χρονος άνδρας που έχει υποστεί σοκ ρωτάει συνεχώς τον αξιωματικό υπηρεσίας. «Πείτε μου η γυναίκα μου είναι ζωντάνη;». Ο αστυνομικός που βλέπει την κατάσταση του συνομιλήτη του προσπαθεί να του αποκρύψει την αλήθεια. Μέχρι την ώρα που θα κληθεί από τους άνδρες της ασφάλειας της νοτιανατολικής Αττικής για να καταθέσει, ο 41χρονος περιφέρεται στο αστυνομικό τμήμα του Κορωπίου μονολογώντας.
Γύρω στα ξημερώματα της Πέμπτης θα ανέβει στον πρώτο όροφο του κτηρίου προκειμένου να αναφέρει τα όσα γνωρίζει γαι τη δολοφονία. Εκεί θα πει στους αστυνομικούς ότι η ερωτική του σύντροφος με την οποία έχει αποκτήσει και δύο παιδία, επισκέφτηκε το σπίτι στο οποίο μένει η πρώην σύζυγος του και μετά από έντονη λογομαχία μεταξύ των δύο γυναικών την μαχαίρωσε πέντε φορές. Αυτόπτες μάρτυρες τα άλλα δύο παιδιά που έχει αποκτήσει ο 41χρονος κατά τη διάρκεια του γάμου του με την 35χρονη γυναίκα που δολοφονήθηκε.
«Κάποιος πρέπει να πληρώσει σήμερα...»
Οι πρώτες πρωινές ώρες θα βρουν τον 41χρονο άνδρα σε κατάσταση παροξυσμού. Δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που συνέβη. Γρήγορα ο θυμός του μετατρέπεται σε όργη εναντίον της ερωτικής του συντρόφου, αλλά και των συγγενών της φόνισσας στο πρόσωπο των οποίων βλέπει τους συνεργούς στη δολοφονία της πρώην συζύγου του. Η ώρα δείχνει τέσσερις και μισή περίπου το μεσημέρι της Πέμπτης, όταν ο 41χρονος θα πάρει από το σπίτι του την κυνηγετική του καραμπίνα και με το μυαλό θολωμένο θα επιβιβαστεί στο αυτοκινήτο του. Ψάχνει να βρει τον πατέρα της συντρόφου του, σε μια προσπάθεία να «γράψει» ο ίδιος ένα ακόμα πιο τραγικό επίλογο στην υπόθεση. Τον έντοπίζει μαζί με τη φιλενάδα του στο σπίτι τους που μένουν λίγο έξω από την πόλη του Κορωπί. Αφηνιασμένος θα είσελθεί στην οικεία και με προτεταμένο το όπλο, αρχίζει να φωνάζει ότι θα τους σκοτώσει. Το ζευγάρι εκλιπαρεί τον 41χρονο, ο οποίος δεν φαίνεται να είναι σε θέση να ελέγξει τον εαυτό του. Την ώρα που βρίσκεται στο πατρικό της 26χρονης συντρόφου του μιλάει τηλεφωνικά με το protothema.gr. «Έμπλεξα με τα σκ...α. Έμπλεξα...Μου έφαγε τη γυναίκα. Δεν θα μείνει ρουθούνι απόψε. Ας έρθουν χίλια περιπολικά. Την καραμπίνα την έχω στο στόμα του. Όποιος έχει αρ...α ας έρθει.Φέρτε μου το γιο μου να μιλήσω. Κάποιος πρέπει να πληρώσει σήμερα γι' αυτό. Μου έφαγε τη γυναίκα, την καλύτερη γυναίκα...».
Τελικά ο 41χρονος θα πατήσει τη σκανδάλη του όπλου με αποτέλεσμα να τραυματίσει τους δύο «ομήρους» του. Στην συνέχεια θα τραπεί σε φυγή με τους αστυνομικούς να εξαπολύουν ανθρωποκυνηγητό για τη σύλληψη του. Μετά από δύο ώρες θα συλληφθεί σε περιοχή των Καλυβίων και θα οδηγηθεί στην αστυνομική διεύθυνση Νοτιανατολικής Αττικής. Ο πατέρας της συντρόφου του αλλά και η φίλη του θα μεταφερθούν στο ΚΑΤ με τραύματα στην κοιλιακή και θωρακική χώρα, ωστόσο δεν διατρέχουν κίνδυνο για την υγεία τους.
Είχα θολώσει και δεν ήξερα τι έκανα
Την ίδια ώρα που στο Κορωπί διαδραματίζονταν άλλη μια πράξη του δράματος καθώς η 26χρονη δολοφόνος οδηγούνταν στον Εισαγγελεά, ο οποίος της άσκησε τελικά της άσκηση ποινική διώξη για ανθρωποκτονία απο πρόθεση. Μίλωντας στο protothema.gr από τα δικαστήρια της Ευελπίδων δηλώνει μετανιωμένη για την πράξη της και περιγράφει τις στιγμές που προηγήθηκαν της δολοφονίας.
«Πέρασα από το συνεργείο του άντρα μου. Δεν τον βρήκα εκεί και πήγα στο σπίτι της. Λογομαχήσαμε άσχημα. Για το Γιάννη. Δεν ξέρω αν ο άντρας μου είχε επιστρέψει σ' αυτή. Μου είπε όμως, πάρα πολλά λόγια, για τα παιδιά μου και τους γονείς μου και θόλωσα. Δεν ήξερα τί έκανα. Ζητώ συγγνώμη απ΄ την οικογένειά μου που τους έφερα σε δύσκολη θέση, απ' τα παιδιά μου και από τα άλλα παιδιά, γιατί αυτά έχουν μεγάλο πρόβλημα. Εκείνη την ώρα δεν κατάλαβα τί έκανα. Αυτή τη στιγμή το ζω σαν όνειρο. Είχα θολώσει και δεν ήξερα τί έκανα».
Η 26χρονη που έλαβε προθεσμία θα οδηγηθεί εκ νέου σήμερα στη μια το μεσημέρι στη Σχολή Ευελπίδων προκειμένου να απολογηθεί.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται
Καμία φορά η μοίρα παίζει άσχημα και τραγικά παιχνίδια. Κάτι τέτοιο συνέβη και στο Κορωπί. Η γιαγιά της 26χρονης δολοφόνου, είναι η Ελένη Παπαϊωάννου που έκαψε ζωντανό τον σύζυγό της Παναγιώτη ο οποίος την υποπτευόταν ότι διατηρούσε εξωσυζυγικές σχέσεις με άλλον άντρα.
Το φρικτό έγκλημα που συγκλόνισε το πανελλήνιο έλαβε χώρα στις 23 Οκτωβρίου του 1963, στο σπίτι του ζευγαριού στο Κορωπί. Στην Ελένη Παπαΐωάννου δόθηκε από τα Mέσα της εποχής ο χαρακτηρισμός «Η τίγρη του Κορωπίου», όταν άρχισαν να γίνονται γνωστές οι λεπτομέρειες του φονικού. Η γιαγιά της νεαρής ήταν τότε 27 χρονών, παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών, όχι όμως ευτυχισμένη. O άνδρας της υποπτευόταν ότι είχε εραστή έναν άνδρα, ονόματι Βασιλείου. Κάτι όμως που δεν ήταν αλήθεια. Μάλιστα του είχε επιτεθεί, και ο Βασιλείου του έκανε μήνυση, όμως όταν ήρθε η κλήση για να παρουσιαστεί στο δικαστήριο, η γυναίκα του την έκρυψε και ο Παναγιώτης Παπαΐωάννου καταδικάσθηκε ερήμην σε είκοσι ημέρες φυλάκιση. Την ημέρα που το πληροφορήθηκε, η σύζυγός του αποφάσισε να τον δολοφονήσει και αγόρασε από μαγαζί της περιοχής τρία μπιτόνια βενζίνη. Ήταν δέκα η ώρα το βράδυ, 23 Οκτωβρίου του 1963, όταν το θύμα αποκοιμήθηκε τυλιγμένο με μια κουβέρτα. Η Ελένη Παπαϊωάννου πατώντας στις μύτες των ποδιών της, σφράγισε όλα τα παράθυρα του σπιτιού, κλείδωσε όλα τα δωμάτια και αφού πλησίασε αθόρυβα, τον περιέλουσε με βενζίνη. Είχε ήδη στείλει τα παιδιά τους στο σπίτι της μητέρας της για να κοιμηθούν και όταν σιγουρεύτηκε ότι η ποσότητα ήταν αρκετή, άναψε ένα σπίρτο, το πέταξε και βγήκε τρέχοντας από το δωμάτιο. Όταν βγήκε από το σπίτι και κλείδωσε ο Παναγιώτης Παπαϊωάννου είχε αρχίσει να ουρλιάζει αφού καιγόταν ζωντανός.
Ειδοποίησε τις Αρχές οι οποίες όταν ήρθαν και μπόρεσαν να μπουν στο σπίτι βρήκαν απανθρακωμένο τον Παπαϊωάννου με το χέρι του γαντζωμένο στο χερούλι ενός παραθύρου. Η γιαγιά της νεαρής παραδόθηκε στο αστυνομικό τμήμα Κορωπίου, λέγοντας «έβαλα φωτιά και έκαψα τον άνδρα μου. Ήρθα να παραδοθώ και δεν μετανοώ γι' αυτό που έκανα». Στο δικαστήριο αποκαλύφθηκε η συγκλονιστική της ιστορία, αφού ο μετέπειτα σύζυγός της την είχε βιάσει σε ηλικία 15 ετών, όταν δούλευε σαν υπηρέτρια στο σπίτι του.Τα αδέρφια της την ανάγκασαν να τον παντρευτεί επειδή ήταν πλέον μια «ατιμασμένη» και η ζωή της ήταν όπως είπε μια κόλαση δίπλα του. Παρά τα όσα της πρόσαψαν οι συγγενείς του αποθανόντος οι ένορκοι την πίστεψαν και καταδικάσθηκε με το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου σε δεκαοχτώ χρόνια φυλακή.