Ποιος θα μας φυλάξει από τους φύλακες;
10:12 - 10 Αυγούστου 2016
Το κεφάλαιο της διαφθοράς εντός του αστυνομικού σώματος άνοιξε διάπλατα μετά το τετραπλό φονικό στην Αγία Νάπα τον περασμένο Ιούνη, όχι πως δεν δόθηκαν αφορμές και προηγουμένως.
Με μια έκθεση παραμάσχαλα, Υπουργός και Αρχηγός βάδισαν στο λόφο του Προεδρικού. Ήταν μια διέξοδος στη δημόσια κατακραυγή και στα πολλαπλά ερωτήματα που εγείρονταν για τις δολοφονίες . Βέβαια προηγήθηκαν και άλλες εκθέσεις από τότε που ανέλαβαν καθήκοντα στις οποίες καταγραφόταν σειρά εισηγήσεων για νομοσχέδια τα οποία ουδέποτε κατατέθηκαν στο κοινοβούλιο.
Μετά τις αποκαλύψεις των τελευταίων ημερών, είναι προφανές ότι η κυπριακή αστυνομία είχε γνώση για τις προθέσεις αυτών που οργάνωναν τις εκτελέσεις από τις αρχές Μαρτίου. Πληροφορίες ουσιαστικές και βάσιμες προέρχονταν από την Ιντερπόλ Βελιγραδίου. Εξ’ υπαιτιότητας προσώπων εντός του αστυνομικού σώματος ενημερώθηκαν οι δράστες, τέθηκαν σε κίνδυνο οι ζωές Σέρβων αστυνομικών και τινάχτηκε στον αέρα μια αστυνομική επιχείρηση. Τα σχέδια αναβλήθηκαν προσωρινά Και όμως οι δολοφονίες έγιναν με φερόμενους πρωταγωνιστές τους ίδιους κύπριους ηθικούς αυτουργούς και διαφορετικούς εκτελεστές. Τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα ακόμα και μετά τις αποκαλύψεις και τις απανωτές δηλώσεις των τελευταίων ημερών.
Πως είναι δυνατό σε μια σοβαρή αστυνομική δύναμη να συμβαίνει ένα τέτοιο επεισόδιο που αναγκάζει την Ιντερπόλ Βελιγραδίου να απειλεί ότι θα προσφύγει στη Γενική Γραμματεία της Ιντερπόλ καταγγέλλοντας την κυπριακή αστυνομία για τις διαρροές, γεγονός που θα μπορούσε να αποκαλέσει κανείς διεθνές επεισόδιο ,και να μη γνωρίζει για το θέμα ούτε ο Υπουργός αλλά ούτε και ο Αρχηγός όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται;
Ουδείς θα μπορούσε να τους καταλογίσει ευθύνη αν από την πρώτη στιγμή που αντιλήφθηκαν το φιάσκο διόριζαν ποινικούς ανακριτές. Αυτό όμως δεν το έκαναν. Αντ’ αυτού «χάιδεψαν» εκείνον που έκανε το λάθος. Ούτε καν τον μετέθεσαν γεγονός που υποδηλοί πολλά . Μετατέθηκε μετά τα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ.
Απ’ εκεί και πέρα θα πρέπει να μας ξεκαθαρίσουν όταν αναφέρονται σε ανώτατη ηγεσία στην οποία επιρρίπτουν ευθύνες και λάθη, σε ποιους αναφέρονται και τι μέτρα έλαβαν γι αυτήν την «ανώτατη ηγεσία» που χειρίστηκε τα θέματα και δεν τους ενημέρωνε.
Θα ήταν επίσης χρήσιμο να μας πουν κατά πόσον στη διοικητική έρευνα που έκαναν έλεγξαν και μέσω της ΑΤΗΚ τη διάρκεια του τηλεφωνήματος που έγινε στο Σέρβο Εκτελεστή.
Θεωρώ επικίνδυνο το γεγονός ότι προτεραιότητα της αστυνομίας, όπως εκφράστηκε τις πρώτες ώρες μετά το πρωτοσέλιδο του «Φιλελεύθερου», ήταν η πηγή της διαρροής που τους εξέθεσε και όχι η ουσία του θέματος, δηλαδή η διαχείριση που έκαναν και έθεσαν σε κίνδυνο ανθρώπους, έρευνες χωρίς να σταματήσουν τελικά το τετραπλό φονικό. Μέχρι σήμερα δεν εξήγησαν αν είχαν ή όχι υπό παρακολούθηση τον Κύπριο που έδιωξε τους Σέρβους και έφερε τους Αλβανούς.
Ατυχέστατες είναι και οι δηλώσεις του Αρχηγού Αστυνομίας και του Υπουργού ότι κάποιοι προσπαθούν να υποσκάψουν το έργο τους. Η διαφάνεια και η αλήθεια ποτέ δεν έβλαψαν κανένα αντίθετα οδηγούν στην κάθαρση. Πέραν αυτού οι ίδιοι υποσκάπτουν τους εαυτούς τους γιατί τους ποινικούς ανακριτές έπρεπε να τους είχαν ζητήσει από τη στιγμή που ενημερώθηκαν για τα γεγονότα και όχι αφού τα γεγονότα είδαν το φως της δημοσιότητας στο πρωτοσέλιδο εφημερίδας.
Απαράδεχτη επίσης η θεωρία της συλλογικής ευθύνης την οποία επικαλούνται όποτε εκτεθούν ανεπανόρθωτα από δικούς τους κακούς χειρισμούς. Όποτε δηλαδή τα κάνουν μαντάρα! Μια ματιά σε προηγούμενες δηλώσεις θα φανερώσει πολλά. Και μετά από τρία χρόνια μεταθέσεων και αλλαγών, να ψάξουν το πρόβλημα στο δικό τους ρουσφέτι.
Είναι φανερό ότι:
1. Η Κυβέρνηση και η ηγεσία της Αστυνομίας δεν έχουν σχέδιο για την καταπολέμηση της διείσδυσης του οργανωμένου εγκλήματος και της διαφθοράς στις τάξεις τους.
2. Δυστυχώς οι ενέργειες τους μέχρι τώρα έκαναν τα πράγματα χειρότερα. Έχουν δείξει απροθυμία να κάνουν ακόμα και τα αυτονόητα.
3. Ο πολίτης νοιώθει ανασφάλεια. Ποιος θα τον προστατεύσει από τη διαφθορά και το έγκλημα όταν η Αστυνομία εμφανίζεται αλωμένη ή ανίκανη;
4. Αντί να δουν τις δικές τους ευθύνες, ψάχνουν τις διαρροές. Αν δεν υπήρχαν οι διαρροές στον Τύπο, θα συνεχιζόταν ο κατήφορος. Τουλάχιστον τώρα είναι αναγκασμένοι να δώσουν εξηγήσεις.
Μέσα σε αυτό το φιάσκο και διασυρμό του κράτους, θερμά συγχαρητήρια αξίζουν οι δημοσιογράφοι που απέδειξαν ότι τιμούν το επάγγελμά τους και την ανάγκη για διαφάνεια και ενημέρωση. Οι δημοσιογράφοι που στοχεύουν στην αλήθεια και δεν γίνονται παπαγαλάκια ενός ισχυρού κατεστημένου.
Γράφει: Ειρήνη Χαραλαμπίδου