Όχι στη φυλάκιση παράνομων μεταναστών λέει το ΕΔΑΔ
12:12 - 07 Ιουνίου 2016
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε σήμερα ότι τα κράτη μέλη δεν επιτρέπεται να φυλακίζουν υπηκόους τρίτων χωρών, όπως για παράδειγμα οικονομικούς μετανάστες, απλά και μόνο για το αδίκημα της παράνομης εισόδου, διότι αυτό θα μπορούσε να καθυστερήσει την διαδικασία επαναπροώθησής τους στην χώρα προέλευσης, στη βάση σχετικής κοινοτικής οδηγίας.
Το Δικαστήριο αποφάνθηκε μετά από συγκεκριμένη καταγγελία περιστατικού στη Γαλλία, όπου επεβλήθη φυλάκιση ενός έτους σε μετανάστη. Βεβαίως το Δικαστήριο δέχεται την αναγκαιότητα της διοικητικής κράτησης μέχρι την ενεργοποίησης της επαναπροώθησης, ή τη φυλάκιση λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων.
Συγκεκριμένα ερμηνεύοντας την οδηγία περί επιστροφής το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν επιτρέπει τη φυλάκιση υπηκόου κράτους μη μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πριν από την υπαγωγή του στη διαδικασία επιστροφής, για τον λόγο και μόνον ότι εισήλθε παρανόμως στο έδαφος κράτους μέλους από εσωτερικά σύνορα του χώρου Σένγκεν
Το ίδιο ισχύει και όταν ο υπήκοος αυτός που τελεί υπό καθεστώς απλής διελεύσεως στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους υποβάλλεται σε έλεγχο κατά την έξοδό του από τον χώρο Σένγκεν και υποβάλλεται σε διαδικασία επανεισδοχής προς το κράτος μέλος από το οποίο ήλθε
Η οδηγία σχετικά με την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (οδηγία περί επιστροφής) καθορίζει τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες που εφαρμόζονται εντός των κρατών μελών για την απομάκρυνση από το έδαφός τους των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων κρατών που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η οδηγία προβλέπει την έκδοση, έναντι κάθε παρανόμως διαμένοντος υπηκόου τρίτης χώρας, αποφάσεως περί επιστροφής.
Η απόφαση αυτή τάσσει, κατ’ αρχήν, προθεσμία για οικειοθελή επιστροφή, ακολουθούμενη, εν ανάγκη, από μέτρα αναγκαστικής απομακρύνσεως.
Σε περίπτωση μη οικειοθελούς αναχωρήσεως, η οδηγία επιβάλλει στα κράτη μέλη να προβαίνουν στην αναγκαστική απομάκρυνση χρησιμοποιώντας τα λιγότερο αναγκαστικά μέτρα. Μόνον όταν κινδυνεύει να ματαιωθεί η απομάκρυνση μπορεί το κράτος μέλος να προβεί σε κράτηση του ενδιαφερομένου προσώπου, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί σε καμία περίπτωση τους 18 μήνες.
Η φυλάκιση του παρανόμως διαμένοντος υπηκόου τρίτης χώρας θα καθυστερούσε την κίνηση της διαδικασίας αυτής και την πραγματική απομάκρυνσή του, υπονομεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας.
Το Δικαστήριο αποφάνθηκε μετά από συγκεκριμένη καταγγελία περιστατικού στη Γαλλία, όπου επεβλήθη φυλάκιση ενός έτους σε μετανάστη. Βεβαίως το Δικαστήριο δέχεται την αναγκαιότητα της διοικητικής κράτησης μέχρι την ενεργοποίησης της επαναπροώθησης, ή τη φυλάκιση λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων.
Συγκεκριμένα ερμηνεύοντας την οδηγία περί επιστροφής το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν επιτρέπει τη φυλάκιση υπηκόου κράτους μη μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πριν από την υπαγωγή του στη διαδικασία επιστροφής, για τον λόγο και μόνον ότι εισήλθε παρανόμως στο έδαφος κράτους μέλους από εσωτερικά σύνορα του χώρου Σένγκεν
Το ίδιο ισχύει και όταν ο υπήκοος αυτός που τελεί υπό καθεστώς απλής διελεύσεως στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους υποβάλλεται σε έλεγχο κατά την έξοδό του από τον χώρο Σένγκεν και υποβάλλεται σε διαδικασία επανεισδοχής προς το κράτος μέλος από το οποίο ήλθε
Η οδηγία σχετικά με την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (οδηγία περί επιστροφής) καθορίζει τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες που εφαρμόζονται εντός των κρατών μελών για την απομάκρυνση από το έδαφός τους των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων κρατών που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η οδηγία προβλέπει την έκδοση, έναντι κάθε παρανόμως διαμένοντος υπηκόου τρίτης χώρας, αποφάσεως περί επιστροφής.
Η απόφαση αυτή τάσσει, κατ’ αρχήν, προθεσμία για οικειοθελή επιστροφή, ακολουθούμενη, εν ανάγκη, από μέτρα αναγκαστικής απομακρύνσεως.
Σε περίπτωση μη οικειοθελούς αναχωρήσεως, η οδηγία επιβάλλει στα κράτη μέλη να προβαίνουν στην αναγκαστική απομάκρυνση χρησιμοποιώντας τα λιγότερο αναγκαστικά μέτρα. Μόνον όταν κινδυνεύει να ματαιωθεί η απομάκρυνση μπορεί το κράτος μέλος να προβεί σε κράτηση του ενδιαφερομένου προσώπου, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί σε καμία περίπτωση τους 18 μήνες.
Η φυλάκιση του παρανόμως διαμένοντος υπηκόου τρίτης χώρας θα καθυστερούσε την κίνηση της διαδικασίας αυτής και την πραγματική απομάκρυνσή του, υπονομεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας.