Υπαναχώρηση τ/κ πλευράς στους περιορισμούς για κατεχόμενες εκκλησίες, βλέπει η εισηγήτρια του ΟΗΕ
19:42 - 02 Ιουνίου 2016
Η Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ για τα πολιτιστικά δικαιώματα Καρίμα Μπενούν καταδίκασε την Πέμπτη τους «αδικαιολόγητους περιορισμούς» που ανακοίνωσε πρόσφατα η τ/κ πλευρά αναφορικά με την πρόσβαση Ε/κ σε εκκλησίες στα κατεχόμενα.
Πρόσθεσε όμως ότι, όπως αντιλήφθηκε μετά τη συνάντησή της με το λεγόμενο υπουργό εξωτερικών του ψευδοκράτους, οι επιπλέον περιορισμοί, με τους οποίους θα δινόταν άδειες μια φορά τον χρόνο, έχουν αποσυρθεί. Οι περιορισμοί δεν αφορούσαν τα κατεχόμενα μοναστήρια του Αποστόλου Βαρνάβα και Αποστόλου Ανδρέα και την κατεχόμενη εκκλησιά του Αγίου Μάμαντος.
«Είμαι βαθύτατα προβληματισμένη για τις πιθανές παραβιάσεις των πολιτιστικών δικαιωμάτων και των θρησκευτικών ελευθεριών που δύναται να προέλθουν από τέτοιους περιορισμούς», είπε η κ. Μπενούν, μιλώντας κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, στο Σπίτι της Συνεργασίας, στη νεκρή ζώνη, στη Λευκωσία, με αφορμή την ολοκλήρωση της δεκαήμερης διερευνητικής της αποστολής στην Κύπρο. Πρόσθεσε ότι «υπάρχει τώρα μια υπαναχώρηση στην προϋπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων, όπως το αντιλαμβάνομαι».
Η ειδική σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων παραδέχτηκε παρ` όλα αυτά ότι επικρατεί ακόμη αρκετή αβεβαιότητα σχετικά με τον τρόπο που θα ερμηνευτεί και θα εφαρμοστεί η αναδίπλωση αυτή, ενώ κάλεσε την τ/κ πλευρά «να είναι κατά το δυνατόν ξεκάθαρη αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση».
«Τα πολιτιστικά δικαιώματα δεν αποτελούν διαπραγματευτικό χαρτί», συνέχισε η κ. Μπενούν, ενώ υπογράμμισε ότι «οι απλοί άνθρωποι που επιθυμούν να λάβουν μέρος σε θρησκευτικές τελετές έχουν το ανθρώπινο δικαίωμα και το πολιτιστικό δικαίωμα να το πράξουν». Όπως ανέφερε, «το να κάνεις πολιτική με περιορισμούς στα πολιτιστικά δικαιώματα είναι τελείως απαράδεκτο».
Η Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ εξέφρασε παράλληλα την ευχή να μην υπάρξει στο μέλλον παρόμοια προσπάθεια για να τεθούν περιορισμοί, ενώ τόνισε ότι έχει ήδη προκληθεί αρκετή ζημιά, απλά και μόνο με την ανακοίνωση πιθανών περιορισμών «έστω και αν φαίνεται ότι έχουν ανακληθεί».
Η κ. Μπενούν κάλεσε, παράλληλα, της αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας να αποφύγουν να ανταποδώσουν τα μέτρα. «Τα αντίποινα στον τομέα των πολιτιστικών δικαιωμάτων δεν επιτρέπονται», είπε και πρόσθεσε ότι δεν θα πρέπει να πληρώνει ο κόσμος για πολιτικές που είναι πέρα από τον έλεγχό τους.
Σύμφωνα με την ανεξάρτητη ειδικό του ΟΗΕ, και οι αρχικοί περιορισμοί θα πρέπει να ειδωθούν υπό το πρίσμα των διεθνών προτύπων. Πρόσθεσε ότι είναι δυνατόν κατά το διεθνές δίκαιο να μπουν περιορισμοί στην απόλαυση των πολιτιστικών δικαιωμάτων, όμως αυτοί θα πρέπει να αποτελούν την ύστατη λύση και να ακολουθούν συγκεκριμένα κριτήρια.
Η κ. Μπενούν, η οποία δημοσίευσε την Πέμπτη τα προκαταρκτικά της συμπεράσματα και παρατηρήσεις για το ταξίδι της στην Κύπρο, εν αναμονή και της ολοκληρωμένης έκθεσης που θα καταθέσει στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ τον Μάρτιο του 2017, ανέφερε ότι οι εισηγήσεις θα πρέπει να ειδωθούν συνολικά.
Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε σε διοικητικά θέματα που αναφύονται και τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν προσεκτικά από την Κυπριακή Δημοκρατία, αν και όπως είπε, διαφέρουν αρκετά από τα θέματα στην κατεχόμενη Κύπρο, τόσο ως προς τη φύση όσο και ως προς την έκτασή τους.
Τέτοια θέματα, συνέχισε, δεν αφορούν απαγορεύσεις αλλά «de facto περιορισμούς» σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς. Εισηγήθηκε παράλληλα προς την κυπριακή Κυβέρνηση να καταστήσει ευρύτερα γνωστό τον τρόπο πρόσβασης σε τέτοιους χώρους, όπως είναι για παράδειγμα τα νεκροταφεία στις ελεύθερες περιοχές, όπου είναι θαμμένοι Τ/κ.
Κατά την πρώτη της αποστολή στην Κύπρο, η Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ επισκέφθηκε διάφορους θρησκευτικούς χώρους, μνημεία, αρχαιολογικούς χώρους και εγκαταλελειμμένα χωριά. Είδε από κοντά τα κατεχόμενα μοναστήρια του Αποστόλου Βαρνάβα και Αποστόλου Ανδρέα, το τζαμί της Πάφου και τον Τεκέ της Λάρνακας, ενώ επισκέφθηκε την Αμμόχωστο και το τουρκοκρατούμενο μαρωνίτικο χωρίο της Αγ. Μαρίνας.
Η κ. Μπενούν εξέφρασε την εκτίμησή της για το έργο των δικοινοτικών Τεχνικών Επιτροπών Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Πολιτισμού και Ισότητας Φύλων. Το έργο τους αποτελεί πρότυπο και για άλλες χώρες και χρειάζονται διεθνή υποστήριξη και οικονομική ενίσχυση, είπε.
Σύμφωνα με την ειδική σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι ενέργειες για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς «πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη, δεν αποτελούν προαιρετικές δραστηριότητες, αλλά είναι απολύτως κρίσιμες και ζωτικές λειτουργίες για την εγγύηση συνολικά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αποτελούν το `κλειδί` που θα ξεκλειδώσει την συνολική λύση που όλοι ελπίζουμε να δούμε».
Η κ. Μπενούν υπογράμμισε τις άσχημες συνθήκες στις οποίες βρίσκονται πολλές εκκλησίες και μνημεία στα κατεχόμενα και είπε ότι η πολιτιστική κληρονομιά δεν μπορεί να περιμένει. «Πρόκειται για ένα θέμα που πρέπει να τύχει χειρισμού τώρα», καθώς σε κάποια μνημεία, η επιδείνωση είναι ραγδαία, είπε. Προειδοποίησε, παράλληλα, ότι αν δεν αυξηθεί ο ρυθμός της αποκατάστασης των μνημείων, θα χρειαστεί εκατό χρόνια για την συνολική επιδιόρθωσή τους και κάποια εξ αυτών θα χαθούν εντελώς.
Η κ. Μπενούν αναφέρθηκε, επίσης, σε κάποιες από τις εισηγήσεις της προς την Κύπρο, μεταξύ αυτών στη δημιουργία ενός μελλοντικού Υπουργείο Πολιτισμού ή Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ή τουλάχιστον σε μια δομή που θα επιτρέπει τον συντονισμό και την επικοινωνία μεταξύ των διαφόρων τμημάτων που είναι αρμόδια για τα θέματα αυτά.
Παρατήρησε εξάλλου ότι η Κύπρος θα πρέπει να προχωρήσει με την κύρωση του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα, καθώς και της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Μεταναστών Εργαζομένων και των Οικογενειών τους.
Η ειδική σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων παρατήρησε ακόμη ότι το δικοινοτικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αξιολογούνται τα θέματα πολιτιστικών δικαιωμάτων στην Κύπρο, είναι πολύ θετικό ως προς την επαναπροσέγγιση των δύο μεγαλυτέρων ομάδων, δηλαδή των Ε/κ και Τ/κ, όμως αποδεικνύεται ανεπαρκές για να περιγράψει την πολυπλοκότητα της σημερινής κοινωνίας.
Είπε τέλος ότι είναι σημαντικό να ακούγονται περισσότερο οι ανεκτικές φωνές στην κοινωνία, απ` ότι οι μισαλλόδοξες φωνές.
Πηγή: ΚΥΠΕ