ΠτΔ: Δεν θα ανεχθούμε τους κακούς χειρισμούς των ΗΕ
19:51 - 25 Μαΐου 2016
Σε κακούς χειρισμούς των ΗΕ απέδωσε τα τεκταινόμενα στην Κωνσταντινούπολη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, ξεκαθαρίζοντας πως δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτοί και πως ο ίδιος δεν πρόκειται να δεχτεί καθ` οιονδήποτε τρόπο να υποβαθμίζεται η Κυπριακή Δημοκρατία.
Σε δηλώσεις του στο περιθώριο του συνεδρίου της ΣΕΚ και απαντώντας σε ερώτηση κατά πόσο εκτιμά, με αφορμή τα όσα διαδραματίστηκαν στην Κων/πολη, ότι τα ΗΕ έστησαν παγίδα στην Κυπριακή Δημοκρατία, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε πως δεν νομίζει να είναι θέμα παγίδας, αλλά θέμα κακών χειρισμών, οι οποίοι όμως δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτοί.
«Δεν δέχομαι με κανένα τρόπο να υποβαθμίζεται, καθ` οιονδήποτε τρόπο η ΚΔ» τόνισε, προσθέτοντας ότι “ένα είναι ο διακοινοτικός διάλογος μεταξύ των δύο κοινοτήτων και άλλο είναι το κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας που διεθνώς αναγνωρίζεται”.
Ανέφερε επίσης ότι είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει σήμερα το απόγευμα με τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, και να συζητήσουν επί μακρόν (το θέμα), διότι, όπως εξήγησε, πληροφορήθηκε τα όσα έχουν συμβεί.
Εξέφρασε παράλληλα την πεποίθηση ότι θα αναληφθεί μια δράση έτσι ώστε να αποφευχθούν ανάλογα ή παρόμοια φαινόμενα.
Ερωτηθείς αν η εμπλοκή του Ειδικού Σύμβουλου του ΓΓ του ΟΗΕ κ. Έιντε στα γεγονότα όπως έχουν εξελιχθεί ήταν άμεση, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε «δεν θέλω να προβώ σε περαιτέρω σχόλια».
Κληθείς να πει αν τίθεται θέμα η Κυπριακή Δημοκρατία να ζητήσει την αποχώρηση του κ. Έιντε, o Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε «να μου επιτρέψετε να παραμείνω σε αυτά που έχω πει».
Εξάλλου, μιλώντας από το βήμα του συνεδρίου της ΣΕΚ και αναφερόμενος στις προσπάθειες για επίλυση του Κυπριακού, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι “με ειλικρίνεια προσήλθαμε και προσερχόμαστε σ` αυτό το διάλογο. Θέλω να ελπίζω ότι η ίδια ειλικρίνεια θα διακρίνει και τους συνομιλητές μας.”
“Πίστευα και πιστεύω ότι είναι μόνο μέσα από τη συναντίληψη, ιδιαίτερα την ευαισθησία που ο καθένας των δύο ηγετών μπορεί να επιδείξει στις ανησυχίες του άλλου. Έχω αποδείξει ότι εννοώ αυτά που λέω. Θέλω και αναμένω τις ίδιες αποδείξεις και από την άλλη πλευρά”, είπε.
“Μου είναι αδιανόητο την ώρα που έχει συμφωνηθεί η αποφυγή των οποιωνδήποτε ενεργειών που μπορεί να προσβάλουν ή να θέτουν σε κίνδυνο αυτή την εμπιστοσύνη που κτιστεί, να παρατηρούνται τα φαινόμενα που βίωσα στην Κωνσταντινούπολη προ διημέρου”, πρόσθεσε.
Όπως είπε, “δεν ήταν το θέμα του δείπνου. Δεν ήταν το θέμα της συνάντησης με τον ΓΓ. Ήταν το θέμα που δεν δέχομαι και δεν πρόκειται να κάμω αποδεκτό να αμφισβητείται η Κυπριακή Δημοκρατία”.
Σημείωσε ότι “είναι μέσα από το διάλογο και τη μετεξέλιξη που θα κατοχυρώσουμε τα δικαιώματα και των Τουρκοκυπρίων και των Ελληνοκυπρίων. Άλλο είναι οι συνομιλίες που γίνονται μεταξύ των δύο κοινοτήτων και άλλη είναι η κρατική υπόσταση και γενικότερα το κύρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό δεν δέχομαι κανένας να το προσβάλει”.
“Αν θέλουν είμαστε έτοιμοι, το χέρι μας είναι τεταμένο για να βρούμε μια έντιμη λύση η οποία να μετατρέπει το κράτος μας σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος, σε ένα κράτος που να αποδέχεται, να στηρίζει και να βοηθά όλους ανεξαίρετα τους πολίτες του”, είπε.
Αλλά, πρόσθεσε, “το να επιδιώκεται, παραδείγματος χάρη, η εξίσωση της μιας κοινότητας με την κρατική υπόσταση και το κράτος τέλος τέλος τι είναι; Είναι κοινό κράτος. Θα έπρεπε να το έχουν συνειδητοποιήσει οι συμπατριώτες μου Τουρκοκύπριοι. Το 1960 και τις δύο κοινότητες αφορούσε. Δεν είναι τη μία.”
Συνεπώς, συνέχισε, “ας εργαστούμε με καλή θέληση με αναγνώριση των δικαιωμάτων, με αναγνώριση των ανησυχιών, με εφαρμογή βασικών ελευθεριών που εφαρμόζονται σε όλη γενικότερα την Ευρώπη για να κάμουμε κατορθωτό να είναι ειρηνική η συμβίωση μας. Να είναι μια διαρκής λύση. Να μην ζούμε την αγωνία εάν την επόμενη θα έχουμε ανωμαλίες στη λειτουργία του κράτους ή εάν θα μπορούμε να προκόψουμε και αυτό αφορά όλους βεβαίως τους εργαζόμενους, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους”.
“Ποτέ μα ποτέ δεν νομίζω ότι υπήρξε άλλη τόσο καλή ευκαιρία. Αρκεί να την αξιοποιήσουμε με αλληλοσεβασμό όλοι. Συνεπώς, αυτό που θέλω και είναι ένα μήνυμα που στέλλω, ιδιαίτερα και προς όσους εμπλέκονται από τα ΗΕ, είναι να συνειδητοποιήσουν πως επιτέλους απαιτείται σοβαρότητα για ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα. Ένα από τα πιο μακροχρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και είναι προς όφελος και των ΗΕ και της Τουρκίας, και της Ελλάδας και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων και της περιοχής, αν επιτέλους κατορθώσουμε να δημιουργήσουμε ένα μοντέλο ειρηνικής συμβίωσης μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων”.
“Την ώρα που στην περιοχή μας το αιματοκύλισμα ακριβώς εξαιτίας θρησκευτικών διαφορών δημιουργεί την αστάθεια και τη μεγάλη προσφυγική κρίση, στην Κύπρο μπορούμε να αποτελέσουμε το καλύτερο παράδειγμα ειρηνικής συμβίωσης. Αρκεί να υπάρξει αλληλοσεβασμός. Αρκεί να υπάρξει αναγνώριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όχι για τη μια κοινότητα εις βάρος της άλλης. Δεν επιδιώκουμε λύση που να δημιουργεί νικητές ή να αφήνει πίσω ηττημένους. Θέλουμε να μια λύση που να μπορεί να τη δεχτεί ο λαός μας στο σύνολο, όχι μόνο η μια κοινότητα, αλλά και οι δύο κοινότητες”, είπε.
Γι` αυτό, κατέληξε, “και θέλω να ελπίζω ότι στις επόμενες των ημερών ή στις επόμενες των προσπαθειών και θα υπάρξει σοβαρότητα από όλους και θα υπάρξει ανταπόκριση σ΄ αυτό που είπα: Σεβασμός στην Κυπριακή Δημοκρατία και έντονη προσπάθεια έτσι ώστε με την μετεξέλιξη σε μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία να δημιουργηθούν οι προοπτικές της ειρηνικής συμβίωσης, της δημιουργικής συμβίωσης, του μέλλοντος και για τους Ελληνοκύπριους και για τους Τουρκοκύπριους”.θέματα ασφάλειας.
Σε δηλώσεις του στο περιθώριο του συνεδρίου της ΣΕΚ και απαντώντας σε ερώτηση κατά πόσο εκτιμά, με αφορμή τα όσα διαδραματίστηκαν στην Κων/πολη, ότι τα ΗΕ έστησαν παγίδα στην Κυπριακή Δημοκρατία, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε πως δεν νομίζει να είναι θέμα παγίδας, αλλά θέμα κακών χειρισμών, οι οποίοι όμως δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτοί.
«Δεν δέχομαι με κανένα τρόπο να υποβαθμίζεται, καθ` οιονδήποτε τρόπο η ΚΔ» τόνισε, προσθέτοντας ότι “ένα είναι ο διακοινοτικός διάλογος μεταξύ των δύο κοινοτήτων και άλλο είναι το κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας που διεθνώς αναγνωρίζεται”.
Ανέφερε επίσης ότι είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει σήμερα το απόγευμα με τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, και να συζητήσουν επί μακρόν (το θέμα), διότι, όπως εξήγησε, πληροφορήθηκε τα όσα έχουν συμβεί.
Εξέφρασε παράλληλα την πεποίθηση ότι θα αναληφθεί μια δράση έτσι ώστε να αποφευχθούν ανάλογα ή παρόμοια φαινόμενα.
Ερωτηθείς αν η εμπλοκή του Ειδικού Σύμβουλου του ΓΓ του ΟΗΕ κ. Έιντε στα γεγονότα όπως έχουν εξελιχθεί ήταν άμεση, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε «δεν θέλω να προβώ σε περαιτέρω σχόλια».
Κληθείς να πει αν τίθεται θέμα η Κυπριακή Δημοκρατία να ζητήσει την αποχώρηση του κ. Έιντε, o Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε «να μου επιτρέψετε να παραμείνω σε αυτά που έχω πει».
Εξάλλου, μιλώντας από το βήμα του συνεδρίου της ΣΕΚ και αναφερόμενος στις προσπάθειες για επίλυση του Κυπριακού, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι “με ειλικρίνεια προσήλθαμε και προσερχόμαστε σ` αυτό το διάλογο. Θέλω να ελπίζω ότι η ίδια ειλικρίνεια θα διακρίνει και τους συνομιλητές μας.”
“Πίστευα και πιστεύω ότι είναι μόνο μέσα από τη συναντίληψη, ιδιαίτερα την ευαισθησία που ο καθένας των δύο ηγετών μπορεί να επιδείξει στις ανησυχίες του άλλου. Έχω αποδείξει ότι εννοώ αυτά που λέω. Θέλω και αναμένω τις ίδιες αποδείξεις και από την άλλη πλευρά”, είπε.
“Μου είναι αδιανόητο την ώρα που έχει συμφωνηθεί η αποφυγή των οποιωνδήποτε ενεργειών που μπορεί να προσβάλουν ή να θέτουν σε κίνδυνο αυτή την εμπιστοσύνη που κτιστεί, να παρατηρούνται τα φαινόμενα που βίωσα στην Κωνσταντινούπολη προ διημέρου”, πρόσθεσε.
Όπως είπε, “δεν ήταν το θέμα του δείπνου. Δεν ήταν το θέμα της συνάντησης με τον ΓΓ. Ήταν το θέμα που δεν δέχομαι και δεν πρόκειται να κάμω αποδεκτό να αμφισβητείται η Κυπριακή Δημοκρατία”.
Σημείωσε ότι “είναι μέσα από το διάλογο και τη μετεξέλιξη που θα κατοχυρώσουμε τα δικαιώματα και των Τουρκοκυπρίων και των Ελληνοκυπρίων. Άλλο είναι οι συνομιλίες που γίνονται μεταξύ των δύο κοινοτήτων και άλλη είναι η κρατική υπόσταση και γενικότερα το κύρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό δεν δέχομαι κανένας να το προσβάλει”.
“Αν θέλουν είμαστε έτοιμοι, το χέρι μας είναι τεταμένο για να βρούμε μια έντιμη λύση η οποία να μετατρέπει το κράτος μας σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος, σε ένα κράτος που να αποδέχεται, να στηρίζει και να βοηθά όλους ανεξαίρετα τους πολίτες του”, είπε.
Αλλά, πρόσθεσε, “το να επιδιώκεται, παραδείγματος χάρη, η εξίσωση της μιας κοινότητας με την κρατική υπόσταση και το κράτος τέλος τέλος τι είναι; Είναι κοινό κράτος. Θα έπρεπε να το έχουν συνειδητοποιήσει οι συμπατριώτες μου Τουρκοκύπριοι. Το 1960 και τις δύο κοινότητες αφορούσε. Δεν είναι τη μία.”
Συνεπώς, συνέχισε, “ας εργαστούμε με καλή θέληση με αναγνώριση των δικαιωμάτων, με αναγνώριση των ανησυχιών, με εφαρμογή βασικών ελευθεριών που εφαρμόζονται σε όλη γενικότερα την Ευρώπη για να κάμουμε κατορθωτό να είναι ειρηνική η συμβίωση μας. Να είναι μια διαρκής λύση. Να μην ζούμε την αγωνία εάν την επόμενη θα έχουμε ανωμαλίες στη λειτουργία του κράτους ή εάν θα μπορούμε να προκόψουμε και αυτό αφορά όλους βεβαίως τους εργαζόμενους, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους”.
“Ποτέ μα ποτέ δεν νομίζω ότι υπήρξε άλλη τόσο καλή ευκαιρία. Αρκεί να την αξιοποιήσουμε με αλληλοσεβασμό όλοι. Συνεπώς, αυτό που θέλω και είναι ένα μήνυμα που στέλλω, ιδιαίτερα και προς όσους εμπλέκονται από τα ΗΕ, είναι να συνειδητοποιήσουν πως επιτέλους απαιτείται σοβαρότητα για ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα. Ένα από τα πιο μακροχρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και είναι προς όφελος και των ΗΕ και της Τουρκίας, και της Ελλάδας και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων και της περιοχής, αν επιτέλους κατορθώσουμε να δημιουργήσουμε ένα μοντέλο ειρηνικής συμβίωσης μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων”.
“Την ώρα που στην περιοχή μας το αιματοκύλισμα ακριβώς εξαιτίας θρησκευτικών διαφορών δημιουργεί την αστάθεια και τη μεγάλη προσφυγική κρίση, στην Κύπρο μπορούμε να αποτελέσουμε το καλύτερο παράδειγμα ειρηνικής συμβίωσης. Αρκεί να υπάρξει αλληλοσεβασμός. Αρκεί να υπάρξει αναγνώριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όχι για τη μια κοινότητα εις βάρος της άλλης. Δεν επιδιώκουμε λύση που να δημιουργεί νικητές ή να αφήνει πίσω ηττημένους. Θέλουμε να μια λύση που να μπορεί να τη δεχτεί ο λαός μας στο σύνολο, όχι μόνο η μια κοινότητα, αλλά και οι δύο κοινότητες”, είπε.
Γι` αυτό, κατέληξε, “και θέλω να ελπίζω ότι στις επόμενες των ημερών ή στις επόμενες των προσπαθειών και θα υπάρξει σοβαρότητα από όλους και θα υπάρξει ανταπόκριση σ΄ αυτό που είπα: Σεβασμός στην Κυπριακή Δημοκρατία και έντονη προσπάθεια έτσι ώστε με την μετεξέλιξη σε μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία να δημιουργηθούν οι προοπτικές της ειρηνικής συμβίωσης, της δημιουργικής συμβίωσης, του μέλλοντος και για τους Ελληνοκύπριους και για τους Τουρκοκύπριους”.θέματα ασφάλειας.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ