Πάρε, κύριε, μιαν πόμπα...
18:23 - 28 Μαρτίου 2016
Το φαγητό του δρόμου μπορεί ν’ αλλάζει γεύση, αλλά παραμένει πάντα μια σταθερή... αξία στον τόπο μας, όπως, εξάλλου, και σε όλο τον κόσμο. Με αφορμή Έκθεση που παρουσιάστηκε τις τελευταίες τρεις μέρες στο Ινστιτούτο Γκαίτε με τίτλο «Φαγητό του δρόμου: Από το χθες στο σήμερα», θυμούμαστε τους μικροπωλητές της Κύπρου να διαλαλούν την πραμάτεια τους στις γειτονιές του νησιού- στ’ αυτιά των παλαιότερων αντηχούν ακόμη οι φωνές τους. Μέσα από την έρευνα του «Μουσείου Κυπριακών Τροφίμων και Διατροφής» καταγράφονται με λεπτομέρειες στοιχεία και εικόνες της εποχής. Με τη βοήθεια της ερευνήτριας Πετρούλας Χατζηττοφή, ο ΡΕΠΟΡΤΕΡ ζωντανεύει στιγμές των μικροπωλητών του δρόμου – ενός μικρόκοσμου που αλλάζει συνήθειες και τάσεις.
Πάρε, κύριε, μιαν πόμπα...
Τα φαγητά του δρόμου είναι εδέσματα τα οποία πωλούνται σε δημόσιο χώρο, συνήθως από πλανόδιους πωλητές. Κάποια από αυτά κατασκευάζονται επί τόπου, κάποια άλλα απλώς μεταφέρονται στον χώρο πώλησης τους (δρόμοι, πανηγύρια, άλλες εκδηλώσεις). Και ποια είναι αυτά τα τρόφιμα; Φρέσκα κουλούρια, άλλα είδη αρτοποιίας όπως διάφορες πίτες, γεύματα με κρέας όπως σουβλάκια και σιεφταλιές, σιροπιαστά γλυκά όπως μπακλαβάς, κανταΐφι, πόμπες, αλλά και λουκουμάδες, μαχαλεπί, σπιτικό παγωτό, πάστες, ζαχαρωτά, παστελλάκι με χαρουπόμελο, ξηροί καρποί με σουσάμι, μαλλί της γριάς. Παλαιότερα, υπήρχαν και τα ποτά του δρόμου όπως αϊράνι, σαλέπι, σερμπέτι, πριν αντικατασταθούν από τα αναψυκτικά, τις γρανίτες, το φραπέ.
Στην καλύφη
Πολλά από τα φαγητά του δρόμου παρασκευάζονταν στο σπίτι, από τη σύζυγο του μικροπωλητή (παλιά ήταν άντρες κυρίως). Τα σουβλάκια και οι σιεφταλιές, όμως, ψήνονταν στο δρόμο. Οι λουκουμάδες παρασκευάζονταν στις λεγόμενες καλύφες (πρόχειρα κιόσκια που στήνονταν συνήθως στα πανηγύρια). Σημειώνεται ότι στο δρόμο πωλούνταν ακόμα και φρούτα. Τα παπουτσόσυκα, για παράδειγμα, ήταν γνωστό φρούτο του δρόμου. Τα ξεφλούδιζε ο πωλητής επί τόπου και ο πελάτης στεκόταν δίπλα από το καροτσάκι, έτρωγε όσα ήθελε, και πλήρωνε στο τέλος ανάλογα με το πόσα κατανάλωνε. Οι δε Τουρκοκύπριοι τηγάνιζαν συκωτάκια στο δρόμο. Οι Αρμένιοι ετοίμαζαν τα λαχματζούν. Υπήρχαν αρκετά κοινά εδέσματα μεταξύ των κοινοτήτων της Κύπρου, αλλά σε κάποια εξειδικευόταν περισσότερο η μία ή η άλλη κοινότητα.
Καλό πόστο
Οι χώροι που ήταν συναθροισμένοι οι πολίτες ήταν στόχος των πλανόδιων πωλητών. Τους εντοπίζουμε πάντα σε πολυσύχναστα μέρη, κυρίως των πόλεων. Τα καλύτερα πόστα (θέσεις) ήταν οι αγορές, έξω από τα σχολεία αφού τα παιδιά ήταν πάρα πολύ καλοί πελάτες, έξω από τις εκκλησίες τις Κυριακές, στις κοινότητες, στα παντοπωλεία. Στον 20όν αιώνα βρίσκονταν έξω από κυβερνητικές υπηρεσίες - δικαστήρια, έξω από τα γραφεία είσπραξης φόρων, ταχυδρομεία κλπ, αλλά και στις παραλίες που τους συναντάμε ακόμα και σήμερα.
Τα διαλαλήματα
Τα διαλαλήματα παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ξεχώριζαν ανάλογα με το τι ήθελε να προβάλει ο κάθε πωλητής ως χαρακτηριστικό στοιχείο. Άλλοι ήθελαν να επιδείξουν το εύρος της πραμάτειας τους, άλλοι ανέφεραν συχνά την τιμή, άλλοι είχαν μικρά στιχάκια με ομοιοκαταληξία τα οποία εντυπώνονταν στη μνήμη του κοινού. Οι διαδρομές των πωλητών και το συγκεκριμένο ωράριο, τούς βοηθούσαν να διατηρούν την πελατεία τους. Οι κουλουράδες το πρωί είχαν σταθερή ώρα έξω από τις οικοδομές. Πρόσφεραν το κουλούρι ως πρόγευμα στους εργάτες μαζί με τυρί και ελιές.
Δεύτερο εισόδημα
Το φαγητό του δρόμου συντηρούσε και συντηρεί ολόκληρες οικογένειες. Για κάποιους ήταν/είναι ένα συμπληρωματικό εισόδημα, για τους περισσότερους μικροπωλητές το κύριό τους επάγγελμα. Υπάρχουν και πλανόδιοι που εξέλιξαν τη μικρή τους επιχείρηση σε μικρό κατάστημα. Σε πολλές περιπτώσεις, η δουλειά αυτή περνούσε/περνά στην επόμενη γενιά, γι’ αυτό και συναντούμε ακόμα και σήμερα πλανοδιοπώλες παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα πλανοδιοπωλών.
Διαδικτυακό μουσείο
Το «Μουσείο Κυπριακών Τροφίμων και Διατροφής» διεξήγαγε έρευνα – μελέτη για το φαγητό του δρόμου, αρχίζοντας από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα. Σε συνεργασία με τον Φωτογραφικό και Κινηματογραφικό Όμιλο Έγκωμης διοργάνωσαν σχετική εκδήλωση, όπου βραβεύτηκαν οι τρεις καλύτερες φωτογραφίες με θέμα «Φαγητό του Δρόμου». Σύμφωνα με την Πετρούλα Χατζηττοφή, το κοινό παραχώρησε 460 φωτογραφίες στο αρχείο του Μουσείου, που απεικονίζουν φαγητά του δρόμου και πωλητές, ενώ τη συλλογή εμπλουτίζουν πολλές φωτογραφίες που προήλθαν από ιστορικά αρχεία.