Σε δημοπρασία η Mercedes και τα έπιπλα του Αλέξανδρου Ωνάση!
09:22 - 17 Οκτωβρίου 2016
Σαράντα τρία χρόνια μετά το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα που του κόστισε τη ζωή, ο «Αεροπλανάκιας» οδεύει προς έναν δεύτερο «θάνατο» ακολουθούμενος πάντα από θεωρίες οικονομικοπολιτικών συνωμοσιών που κανείς δεν μπόρεσε να λύσει...
Ιούλιος του 1956. Ο μεγιστάνας Αριστοστέλης Ωνάσης αποβιβάζεται από το αυτοκίνητό του και κάθεται γεμάτος αυτοπεποίθηση στο πολυτελές γραφείο του. Η επιθυμία του να πετά όχι απλώς στα ουράνια αλλά και πάνω από τα σύννεφα έχει μόλις πραγματοποιηθεί. Στα χέρια του κρατά τη συμφωνία του ελληνικού κράτους που του παραδίδει την αποκλειστική εκμετάλλευση των αεροπορικών συγκοινωνιών της Ελλάδας, στο μυαλό του τη σκέψη ότι μέσα σε έναν χρόνο η εταιρεία του θα πετά τόσο ψηλά όσο κανείς δεν μπορεί να φανταστεί. Πράγματι. Στις 6 Απριλίου του 1957 η Ολυμπιακή Αεροπορία πραγματοποιεί το παρθενικό δρομολόγιό της. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν θα συμπεριληφεί στις καλύτερες και ασφαλέστερες αεροπορικές εταιρείες της υφηλίου.
Σήμερα, 60 χρόνια μετά, η υπό εκκαθάριση Ολυμπιακή Αεροπορία μετρά αμέτρητες ανώμαλες προσγειώσεις κι ένα προβληματικό ταμείο το οποίο η εκκαθαρίστρια προσπαθεί να περισώσει βγάζοντας στο σφυρί τη μαύρη Mercedes και κάποια έπιπλα του γιου του ιδρυτή της Ο.Α., Αλέξανδρου Ωνάση. Το ταξίδι πάνω από τα σύννεφα κράτησε για τον Αρίστο μόλις 17 χρόνια για να θαφτεί στα έγκατα της γης μαζί με τη μεγαλύτερη αδυναμία της ζωής του: τον μοναχογιό του Αλέξανδρο...
Την εποχή όπου ο Ωνάσης αποκτά την Ολυμπιακή, ο Αλέξανδρος είναι μόλις 8 ετών. Ενα γλυκό και συνεσταλμένο αγόρι που διψά για μια αγάπη την οποία δεν θα πάρει ποτέ έτσι όπως θέλει κι έτσι όπως περιμένει. Η απόσταση που χωρίζει τους γονείς του, την Τίνα Λιβανού και τον Αριστοτέλη Ωνάση, οι εντάσεις, οι τσακωμοί, το επικείμενο διαζύγιο, ο γάμος της μητέρας του με τον Σταύρο Νιάρχο, το προγαμιαίο συμβόλαιο του πατέρα του με την Τζάκι Κένεντι τον ωθούν για μια ολόκληρη ζωή να φεύγει μακριά και να πετά ψηλά. Κάπως έτσι, στα χρόνια της εφηβείας του ο σοφέρ του Ωνάση, Γιακίντο Ρόζα, αναλαμβάνει να μάθει στον Αλέξανδρο να οδηγεί τα σπορ αυτοκίνητα που λατρεύει και έμπειροι πιλότοι τού διδάσκουν τα μυστικά των αιθέρων. Ο Αλέξανδρος λατρεύει να τρέχει και να πετά και όλα συναινούν στο ότι κάποια μέρα θα είναι ο αποκλειστικός κύριος της Ολυμπιακής. Της εταιρείας που κάθε ταξίδι της ισοδυναμεί, χωρίς την παραμικρή υπερβολή, με όνειρο.
Η χρυσή εποχή της Ολυμπιακής
Ο Ωνάσης, ο δεύτερος άνδρας στον κόσμο μετά τον Χάουαρντ Χιουζ της TWA που έχει τη δική του αεροπορική εταιρεία, καταφέρνει μόλις σε λίγα χρόνια να προσδώσει στη δική του Ολυμπιακή εταιρεία παγκόσμιο κύρος. Επενδύει στον στόλο και στο ανθρώπινο δυναμικό, δεν φείδεται εξόδων σε ζητήματα τεχνολογίας και ασφάλειας, οι στολές των αεροσυνοδών φέρουν την υπογραφή του Pierre Cardin, ενώ οι ταξιδιώτες της πρώτης θέσης απολαμβάνουν χαβιάρι και σαμπάνια, γεύονται φιλέ μινιόν και φασιανό, τα μαχαιροπίρουνα είναι χρυσά, τα κηροπήγια χρυσοποίκιλτα, η χλιδή χωρίς όρια.
Το τελευταίο έτος της συμμετοχής του Ωνάση στην εταιρεία, η Ολυμπιακή Αεροπορία μεταφέρει 2,5 εκατομμύρια επιβάτες και έχει εργατικό δυναμικό 7.356 ατόμων. Στις αρχές του 1972 ο Ωνάσης οργανώνει την Ολυμπιακή Αεροπλοΐα με σκοπό την εξυπηρέτηση των μικρών νησιών της Ελλάδας, μια κίνηση που πέρα από τον επιχειρηματικό χαρακτήρα της είναι και δώρο του κροίσου πατέρα για τον 24χρονο τότε γιο του Αλέξανδρο, τον «Αεροπλανάκια», όπως τον αποκαλεί χαρακτηριστικά. Είναι μία ακόμη προσπάθεια από την πλευρά του Αρίστου να έρθει πιο κοντά στον γιο του, καθώς η σχέση του Αλέξανδρου με την κατά 16 χρόνια μεγαλύτερή του και μοντέλο της «Vogue» Φιόνα φον Τίσεν είναι ένα ζήτημα συνεχούς τριβής ανάμεσα σε πατέρα και γιο.
Η μοιραία πτήση
Εναν χρόνο αργότερα και συγκεκριμένα στις 22 Ιανουαρίου του 1973, ο Αλέξανδρος επιβιβάζεται μαζί με δύο Αμερικανούς πιλότους σε ένα αμφίβιο «Piaggio 136», προκειμένου να πάρει μέρος σε δοκιμαστική πτήση. Το αεροσκάφος απογειώνεται, φτάνει 6-7 μέτρα πάνω από τη γη, και αμέσως κλείνει προς τα δεξιά, σκάει στον διάδρομο και αρχίζει να περιστρέφεται χτυπώντας συνεχώς στο τσιμέντο. Λίγα δευτερόλεπτα μετά δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο από μία άμορφη μάζα από σίδερα και ένα δυσάρεστο γεγονός που θα συγκλονίσει ολόκληρη την υφήλιο. Ο Αλέξανδρος είναι πλέον ένας ζωντανός νεκρός.
Με καρφωμένο το δεξί πηδάλιο στο κρανίο και βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, ο νεαρός Ωνάσης μεταφέρεται στο ΚΑΤ τη στιγμή που ο Αρίστος επιστρέφει από τη Νέα Υόρκη στην Ελλάδα, συντετριμμένος. Μαζί του φέρνει τρεις Αμερικανούς νευροχειρουργούς, υπό τον Πόκιν, τον καλύτερο νευροχειρουργό στον κόσμο. Μάταια. Το απόγευμα της επόμενης ημέρας, ο 25χρονος τότε Αλέξανδρος αφήνει στο ΚΑΤ την τελευταία του πνοή ύστερα από εντολή του Αρίστου: «Βγάλτε του τα σωληνάκια. Το παιδί μου είναι πεθαμένο». Μαζί του, λίγους μήνες αργότερα θα ξεκινήσει και ο αργός και συνάμα βασανιστικός θάνατος της μεγάλης ερωμένης της ζωής του: της Ολυμπιακής Αεροπορίας.
Η αρχή του τέλους μιας αυτοκρατορίας
Ο Ωνάσης δεν μπορεί και δεν θέλει να συνειδητοποιήσει ότι ο γιος του είναι νεκρός. Η σορός του Αλέξανδρου μεταφέρεται στον Σκορπιό με τα γεγονότα που διαδραματίζονται στο μικρό νησί του Ιονίου να παραπέμπουν σε σκηνές αρχαίας τραγωδίας. Σκηνές που μετέφερε πριν από έναν χρόνο σε συνέντευξή της η οικονόμος του Αρίστου: «Είχε θολώσει το μυαλό του Αριστοτέλη. Δεν πίστευε ότι ο Αλέξανδρος είχε πεθάνει. Για εκείνον ζούσε. Για 20 μέρες βρισκόμασταν στον Σκορπιό. Κάθε βράδυ κατηφόριζε στο εκκλησάκι που τον είχε μέσα στο φέρετρο και του μίλαγε σαν να ζούσε. Του έλεγε ακόμα και τα σχέδιά του για την επόμενη μέρα. Γι’ αυτό και δεν έδινε εντολή να τον θάψουν. Είχε μεγάλο καημό που χάθηκε τόσο απρόοπτα. Ξεκίνησαν τα βλέφαρά του να σκεπάζουν τα μάτια του. Τότε λοιπόν αγρίεψε ο μητροπολίτης Λευκάδος και του είπε: “Κύριε Ωνάση, ή τον θάβετε ή θα τον πάτε σε μαυσωλείο στη Γαλλία”. Και ο Αρίστος, προκειμένου να μην τον χάσει από τον Σκορπιό, αποφάσισε να τον κηδέψει». Δεν θα πάει όμως στην κηδεία του παιδιού του. Για εκείνον ο Αλέξανδρος παραμένει ζωντανός...
Από την πρώτη στιγμή, ο Ελληνας μεγιστάνας υποστηρίζει ότι το δυστύχημα δεν είναι τυχαίο και ότι ο γιος του έπεσε θύμα εγκληματικής ενέργειας. Οι φόβοι του επιβεβαιώνονται αργότερα όταν και τα τρία πορίσματα που εκδίδονται για το δυστύχημα συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι προκλήθηκε από την ανάποδη τοποθέτηση των πηδαλίων κλίσεως, με αποτέλεσμα το αεροπλάνο να μην υπακούει στις εντολές του πιλότου. Ο Ωνάσης επικηρύσσει τους δολοφόνους του Αλέξανδρου με ένα 1 εκατ. δολάρια -επικήρυξη που ισχύει μέχρι και σήμερα- ενώ οι θεωρίες συνωμοσίας για την ταυτότητά τους διαδέχονται η μία την άλλη.
Κάποιες γλώσσες λένε ότι δολοφόνος του Αλέξανδρου είναι η CIA, άλλοι χαρακτηρίζουν υπεύθυνο το καθεστώς των Συνταγματαρχών και άλλοι είτε τους ανταγωνιστές του είτε εργαζομένους της Ολυμπιακής. Ωστόσο, τα σύνορα μεταξύ φαντασίωσης και πραγματικότητας, ψέματος και αλήθειας, εικασίας και βεβαιότητας δεν θα τα περάσει ποτέ κανείς. Τον Νοέμβριο του 1974 ο τότε υπουργός Συντονισμού Παναγής Παπαληγούρας βρίσκεται αντιμέτωπος με την πρώτη σοβαρή κρίση στην Ολυμπιακή. Παραμονές εορτών, τα αεροπλάνα είναι καθηλωμένα στο έδαφος λόγω απεργίας των πιλότων στην οποία ο Ωνάσης απαντά με ένα οργισμένο λοκ άουτ.
Οι δημοσιογράφοι στέκουν για ώρες έξω από το γραφείο του Παπαληγούρα κι όταν ένας από αυτούς του απευθύνει την προβοκατόρικη ερώτηση: «Θα κρατικοποιήσετε την Ολυμπιακή, κύριε υπουργέ;», εκείνος του απαντά: «Εγώ να την κρατικοποιήσω; Ανόητος είμαι; Αυτός (σ.σ. ο Ωνάσης) ήρθε και μου την πέταξε κατάμουτρα λες και είναι σκουπίδι!». Πράγματι. Ο Ωνάσης έτσι βλέπει την Ολυμπιακή. Οχι μόνο επειδή την κρίνει πλέον οικονομικά ασύμφορη -τα έξοδα του προσωπικού είναι τεράστια ενώ η πρώτη ενεργειακή κρίση του 1973 επιφέρει υπέρογκες αυξήσεις στα καύσιμα- αλλά και γιατί ένα αεροπλάνο στάθηκε η καταστροφική αιτία της ίδιας του της ζωής. Για τον Αρίστο δεν είναι πλέον μόνο η Ολυμπιακή στερημένη από μέλλον αλλά και η ίδια του η ύπαρξη.
Εναν χρόνο αργότερα, και συγκεκριμένα στις 15 Μαρτίου 1975, ο θρύλος Αρίστος σβήνει στο αμερικανικό νοσοκομείο του Νεϊγί λίγο έξω από το Παρίσι χτυπημένος από τη μυασθένεια Γκράβις. Ή μάλλον από τη βαριά δυστυχία που χάραξε μέσα του η απώλεια του μοναδικού πλάσματος που αγάπησε τόσο βαθιά, του μοναχογιού του Αλέξανδρου. Μαζί του σβήνει χρόνο με τον χρόνο και το μεγαλείο της Ολυμπιακής που έχει πλέον περάσει στα χέρια του Ελληνικού Δημοσίου. Στα χρόνια που ακολουθούν και παρά τις διάφορες προσπάθειες εξυγίανσής της, η Ολυμπιακή δεν καταφέρνει ποτέ να ανακτήσει τη χαμένη της αίγλη. Απεργίες, απολύσεις, ρεμούλες και ψίχουλα ενδιαφέροντος για τη διάσωσή της τής στερούν κάθε πιθανότητα δυνατής ανάκαμψης και τη θέτουν σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης. Σήμερα, 60 χρόνια μετά το ένδοξο ξεκίνημά της, η Εθνική Τράπεζα, εκκαθαρίστρια της Ολυμπιακής Αεροπορίας, βγάζει στο σφυρί ακόμη και τα έπιπλα του Αλέξανδρου.
Τα χρήματα από τους δημόσιους πλειοδοτικούς διαγωνισμούς στους οποίους έχουν εκποιηθεί κατά καιρούς ακίνητα και κινητά που υπήρχαν στην κατοχή της Ολυμπιακής Αεροπορίας συγκεντρώνονται σε ειδικό λογαριασμό της εταιρείας υπέρ των απαιτήσεων των πιστωτών της (Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, εργαζόμενοι). Και κάπως έτσι, το καμάρι του Αρίστου σκάει ξανά με ιλιγγιώδη ταχύτητα επάνω στα βράχια της κρατικής αδυναμίας, ενίοτε και ανικανότητας. Μοναδικός επιζών, ο πόθος πατέρα και γιου για πολλά ταξίδια πάνω από τα σύννεφα...