Ο αποπροσανατολισμός της σεξουαλικής βίας
17:13 - 18 Ιανουαρίου 2016
Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, και όπως έχουν καταγράψει τα πλείστα ΜΜΕ, οι επιθέσεις στην Κολωνία έγιναν από άνδρες αραβικής ή βορειοαφρικανικής καταγωγής. Στις 8 Ιανουαρίου, 3 Σύριοι συλλαμβάνονται στη Νότια Γερμανία με τη κατηγορία του βιασμού κατά δυο κοριτσιών ηλικίας, 14 και 15. Οι απανταχού εξτρεμιστές νιώθουν προσωρινή δικαίωση και προσμένουν σε πολιτική άνοδο μιας και η ρητορική τους βασίζεται στο κλείσιμο των συνόρων, στη διατήρηση της εθνικής ομοιογένειας και στην προάσπιση της χριστιανικής πίστης.
Το μόνιμο πρόβλημα του αναγνώστη όμως είναι ότι δεν έχει μάθει να διαβάζει κρυμμένα νοήματα ή όπως οι Άγγλοι συνηθίζουν να λένε «reading between the lines». Οι τρεις προαναφερθέντες Σύριοι δεν είναι αιτητές ασύλου ούτε πολιτικοί πρόσφυγες. Οι δύο ύποπτοι είναι Γερμανοί πολίτες με καταγωγή από τη Συρία ενώ άλλα δύο αγόρια ηλικίας 14 ετών που επίσης καταζητούνται σε σχέση με τη συγκεκριμένη επίθεση είναι κάτοικοι Ελβετίας και Ολλανδίας, επίσης με καταγωγή από τη Συρία.
Ο συνειρμός μεταξύ μιας πολιτικής που ανοίγει τα σύνορα και προστατεύει τον ανθρώπινο παράγοντα, και τους κινδύνους που εγκυμονεί η ανεξέλεγκτη προσέλευση εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών είναι αναπόφευκτος. Οι λαϊκισμοί, σχεδόν αδύνατο να αποφευχθούν. Φράσεις όπως «Εμείς τα λέγαμε», «βιάζουν τα κορίτσια μας», «σκοπός τους να γεμίσουν την Ευρώπη απογόνους», «απεσταλμένοι του Ισλαμικού Κράτους», άρχισαν να τροφοδοτούν τις προεκλογικές μηχανές και τα εκλογικά επιτελεία. Επομένως, και ίσως κατανοητό με την πρώτη ματιά, το συγκεκριμένο θέμα έχει συζητηθεί ως ξεκάθαρη συνέπεια του προβλήματος που έχει δημιουργηθεί από την απουσία μιας ολοκληρωμένης μεταναστευτικής πολιτικής.
Περαιτέρω όμως, και παράμετρος η οποία έχει αγνοηθεί παντελώς, είναι η ανάγκη για υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και δη των γυναικών, οπτική γωνία η οποία φαίνεται να έχει συζητηθεί ελάχιστα. Για ακόμη μια φορά, η συζήτηση μεταφέρθηκε στην ανάγκη για επίλυση πιο καίριων και πολιτικά ελκυστικών θεμάτων, τα οποία αν και έμμεσα αλληλένδετα με τις επιθέσεις, επισκιάζουν, θελημένα ή άθελα, το βασικό γεγονός πως οι γυναίκες διαχρονικά πέφτουν θύματα σεξουαλικής βίας, δημόσιου χλευασμού και άνισης μεταχείρισης. Οι σεξουαλικές επιθέσεις στην Κολωνία δεν είναι απλά παράπλευρες απώλειες μιας αποτυχημένης μεταναστευτικής πολιτικής. Δεν είναι αυτονόητο ούτε αναμενόμενο πως για κάθε κοινωνική, πολιτική ή οικονομική κρίση, οι γυναίκες θα πέφτουν θύματα ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας. Η βία κατά των γυναικών, είτε σε περιόδους κοινωνικής αναταραχής, είτε σε περιόδους απόλυτης ειρηνικής συνύπαρξης δεν είναι αποτέλεσμα πολιτιστικών, θρησκευτικών ή φυλετικών διαφορών. Η βία, οποιασδήποτε μορφής αποτελεί ποινικό αδίκημα και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται. Κανένα άλλο ανθρώπινο δικαίωμα δεν έχει αντιμετωπιστεί με τέτοιο άνισο τρόπο αυτό, γι’ αυτό εν έτει 2016 βλέπουμε τα ίδια ανατριχιαστικά σενάρια να επαναλαμβάνονται. Αντί να επικεντρωθούμε στο φύλο των ενόχων, επικεντρωνόμαστε στη φυλή τους.
Τα ΜΜΕ, οι πολιτικοί καθώς και οι πλείστες αναλύσεις επικεντρώνονται στο θέμα της φυλής, ενώ ουσιαστικά οι επιθέσεις αποτελούν κατά βάση θέμα φύλου. Σε πρόσφατη έκθεσή του, ο συγγραφέας και ποιητής Musa Okwonga, ο οποίος ζει στη Γερμανία, είναι ίσως και ο μόνος που άγγιξε το θέμα από τη συγκεκριμένη πλευρά. Ο Οkwonga υποστηρίζει πως αντί να επικεντρωνόμαστε στους θύτες θα πρέπει να μεταφέρουμε τη συζήτηση στα θύματα και να αναγνωρίσουμε το έγκλημα ως έχει παρά να χρησιμοποιούμε τη σεξουαλική βία ως φυσικό αποτέλεσμα της μεταναστευτικής πολιτικής της Γερμανίας. Επί της ουσίας, κανένα αντιμεταναστευτικό κίνημα δεν πρόκειται να αγγίξει το θέμα της σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών ή να υποστηρίξει την ανάγκη για σεξουαλική και κοινωνική διαπαιδαγώγηση η οποία θα πρέπει να λύσει το πρόβλημα της ανισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και την εξάλειψη των φαινομένων του βιασμού και της σεξουαλικής επίθεσης. Θα ασχοληθεί κυρίως με το κλείσιμο των συνόρων, της έξαρσης ακροδεξιών εκφάνσεων και τη διάσπαση μιας κοινωνίας που περισσότερο τώρα από ποτέ άλλοτε, έχει ανάγκη την ενότητα.
Κύπρος 1974
Με τις πρόσφατες συγκλονιστικές μαρτυρίες από γυναίκες θύματα βιασμών του 1974, η μεταφορά της συζήτησης περί βίας κατά των γυναικών πάλι φαίνεται να χρησιμοποιείται από ακραία στοιχεία για τη δαιμονοποίηση της άλλης πλευράς, όχι του πρόσφυγα ή μετανάστη μουσουλμάνου όπως στην περίπτωση της Κολωνίας αλλά του Τούρκου ή, ακόμη πιο τραγικά, του Τουρκοκύπριου. Κανείς δεν αρνείται πως ο Αττίλας βάναυσα και βάρβαρα βασάνισε, βίασε και σκότωσε. Το πραγματικό πρόβλημα όμως δημιουργείται όταν κάθε περιστατικό βίας χρησιμοποιείται για την εξάσκηση πολιτικής και προπαγάνδας. Η ανακοίνωση επιδόματος της υπουργού Εργασίας προς τις βιασθείσες αποσυντονίζει το πρόβλημα ακόμη περισσότερο, μιας και στην απουσία τιμωρίας, τα θύματα καλούνται να συμβιβαστούν με ελάχιστη οικονομική και σίγουρα μηδαμινή ηθική αποζημίωση. Η αντιπολίτευση φωνάζει λες και τόσα χρόνια ήταν στο περιθώριο. Και τα δικαιώματα των γυναικών για ακόμη μια φορά χρησιμοποιούνται στον βωμό των εκλογών του Μαΐου.
Κυρίως, για ακόμη μια φορά κανείς δε βλέπει τον ελέφαντα στη μέση του δωματίου. Καμία συζήτηση δεν έχει αναπτυχθεί για την ανάγκη μιας συγκροτημένης και συστημικής πολιτικής για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων των γυναικών, σε μια χώρα η οποία έχει αποδείξει πως υποφέρει από τα στερεότυπα και τις κατηγοριοποιήσεις. Το σωματικό και ψυχολογικό δράμα των βιασθέντων πρέπει άμεσα να θεωρηθεί από την πολιτεία ως μείζον θέμα, όχι γιατί το διέπραξε ο Αττίλας αλλά επειδή η διάπραξή του αποτελεί ποινικό αδίκημα και η απενοχοποίησή του ως επακόλουθο της βαρβαρότητας του εισβολέα είναι κατάρα σε οποιανδήποτε κοινωνία θέλει να λέγεται πολιτισμένη. Η λογική αυτή αγγίζει ευαίσθητες χορδές, ειδικά σε χώρες όπως η Κύπρος και ειδικότερα σε κοινωνίες όπως η κυπριακή, όπου οι αντιδράσεις για φωτογραφίσεις εσωρούχων, η ελάχιστη εκπροσώπηση γυναικών στην πολιτική και σε πολιτικά αξιώματα και τα ποσοστά συζυγικής βίας σκιαγραφούν ντροπιαστικές εικόνες μιας κοινωνίας που έμαθε να πλήττει τις γυναίκες της σε κάθε ευκαιρία.
Κύπρος 1974
Με τις πρόσφατες συγκλονιστικές μαρτυρίες από γυναίκες θύματα βιασμών του 1974, η μεταφορά της συζήτησης περί βίας κατά των γυναικών πάλι φαίνεται να χρησιμοποιείται από ακραία στοιχεία για τη δαιμονοποίηση της άλλης πλευράς, όχι του πρόσφυγα ή μετανάστη μουσουλμάνου όπως στην περίπτωση της Κολωνίας αλλά του Τούρκου ή, ακόμη πιο τραγικά, του Τουρκοκύπριου. Κανείς δεν αρνείται πως ο Αττίλας βάναυσα και βάρβαρα βασάνισε, βίασε και σκότωσε. Το πραγματικό πρόβλημα όμως δημιουργείται όταν κάθε περιστατικό βίας χρησιμοποιείται για την εξάσκηση πολιτικής και προπαγάνδας. Η ανακοίνωση επιδόματος της υπουργού Εργασίας προς τις βιασθείσες αποσυντονίζει το πρόβλημα ακόμη περισσότερο, μιας και στην απουσία τιμωρίας, τα θύματα καλούνται να συμβιβαστούν με ελάχιστη οικονομική και σίγουρα μηδαμινή ηθική αποζημίωση. Η αντιπολίτευση φωνάζει λες και τόσα χρόνια ήταν στο περιθώριο. Και τα δικαιώματα των γυναικών για ακόμη μια φορά χρησιμοποιούνται στον βωμό των εκλογών του Μαΐου.
Κυρίως, για ακόμη μια φορά κανείς δε βλέπει τον ελέφαντα στη μέση του δωματίου. Καμία συζήτηση δεν έχει αναπτυχθεί για την ανάγκη μιας συγκροτημένης και συστημικής πολιτικής για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων των γυναικών, σε μια χώρα η οποία έχει αποδείξει πως υποφέρει από τα στερεότυπα και τις κατηγοριοποιήσεις. Το σωματικό και ψυχολογικό δράμα των βιασθέντων πρέπει άμεσα να θεωρηθεί από την πολιτεία ως μείζον θέμα, όχι γιατί το διέπραξε ο Αττίλας αλλά επειδή η διάπραξή του αποτελεί ποινικό αδίκημα και η απενοχοποίησή του ως επακόλουθο της βαρβαρότητας του εισβολέα είναι κατάρα σε οποιανδήποτε κοινωνία θέλει να λέγεται πολιτισμένη. Η λογική αυτή αγγίζει ευαίσθητες χορδές, ειδικά σε χώρες όπως η Κύπρος και ειδικότερα σε κοινωνίες όπως η κυπριακή, όπου οι αντιδράσεις για φωτογραφίσεις εσωρούχων, η ελάχιστη εκπροσώπηση γυναικών στην πολιτική και σε πολιτικά αξιώματα και τα ποσοστά συζυγικής βίας σκιαγραφούν ντροπιαστικές εικόνες μιας κοινωνίας που έμαθε να πλήττει τις γυναίκες της σε κάθε ευκαιρία.
Προστασία και κοινωνική ενότητα
Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών έχει προβεί σε σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια για να θέσει τέρμα στη σεξουαλική βία κατά τη διάρκεια ένοπλων διαμαχών. Η ανάγκη ένταξης γυναικών στις διαδικασίες επίλυσης διαμαχών και στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις [Security Council Resolution 2122 (2013)] θεωρείται πλέον ως αναγκαία για την αποφυγή παρόμοιων περιστατικών στο μέλλον. Επιπλέον, τα Διεθνή Κείμενα Ανθρωπιστικού Δικαίου όπως οι Συμβάσεις της Γενεύης της 12ης Αυγούστου 1949 περαιτέρω διαχωρίζουν τα εγκλήματα κατά αμάχων πληθυσμών ως ξεχωριστά και ανεξάρτητα εγκλήματα και όχι ως φυσικά αποτελέσματα οποιασδήποτε ένοπλης ή άοπλης διαμάχης.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών έχει προβεί σε σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια για να θέσει τέρμα στη σεξουαλική βία κατά τη διάρκεια ένοπλων διαμαχών. Η ανάγκη ένταξης γυναικών στις διαδικασίες επίλυσης διαμαχών και στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις [Security Council Resolution 2122 (2013)] θεωρείται πλέον ως αναγκαία για την αποφυγή παρόμοιων περιστατικών στο μέλλον. Επιπλέον, τα Διεθνή Κείμενα Ανθρωπιστικού Δικαίου όπως οι Συμβάσεις της Γενεύης της 12ης Αυγούστου 1949 περαιτέρω διαχωρίζουν τα εγκλήματα κατά αμάχων πληθυσμών ως ξεχωριστά και ανεξάρτητα εγκλήματα και όχι ως φυσικά αποτελέσματα οποιασδήποτε ένοπλης ή άοπλης διαμάχης.
Στην περίπτωση της Γερμανίας και γενικότερα όσο αφορά στη μεταναστευτική πολιτική, η ενσωμάτωση αποτελεί μονόδρομο, κάτι που παρατήρησε και η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ σε πρόσφατη συνέντευξή της. Ποια η απάντηση στο γεγονός πως στις πλείστες εκρήξεις βίας, οι θύτες αποτελούν σχεδόν πάντα άνδρες και τα θύματα είναι σχεδόν πάντα κορίτσια και γυναίκες; Η λύση έγκειται στην ενσωμάτωση, η οποία θα πρέπει ν’ αποτελεί στόχο κάθε αρχής μεταναστευτικής πολιτικής. Η απουσία συγκροτημένων πολιτικών ενσωμάτωσης εντείνει τη λάθος εικόνα της «άλλης πλευράς», είτε αυτή πρόκειται για τον «κακό και βίαιο μετανάστη ή πρόσφυγα» ή «τη γεμάτη υπεροψία και υποκρισία Δύση». Όπως συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις προσπάθειες κατανόησης, μια ομάδα ανεγκέφαλων σχεδόν πάντα καταρρίπτει την όποια καλή εικόνα έχει η μια πλευρά για την άλλη, καταστρέφοντας έτσι όλα τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης που έχουν επιτευχθεί.
Η ενσωμάτωση πρέπει καταρχήν να είναι οικονομική, με άμεση εργοδότηση των νεοαφιχθέντων προσφύγων σε τομείς στους οποίους έχουν ιδιαίτερες ικανότητες ή σε βιομηχανίες οι οποίες χρειάζονται εργατικά χέρια. Από την άλλη, σε καιρούς λιτότητας και μαζικής ανεργίας, η εργασιακή ενσωμάτωση των προσφύγων, σχεδόν σίγουρα, θα χρησιμοποιηθεί ως προπαγάνδα για την αύξηση της ντόπιας ανεργίας. Αυτό αποτελεί καθαρά συμπερασματικό επιχείρημα μιας και καμία απόδειξη δεν υπάρχει η οποία να υποστηρίζει πως η εργασιακή ενσωμάτωση των προσφύγων θα αυξήσει την ανεργία ανάμεσα στους πολίτες της χώρας. Στη Γερμανία συγκεκριμένα, υπάρχει έλλειψη σε εργατικά χέρια στο 40% των γερμανικών βιοτεχνιών. Προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης και διά βίου μάθησης είναι εξαιρετικά σημαντικά για την ενσωμάτωση των προσφύγων και μεταναστών στην εγχώρια οικονομική και, κατ’ επέκταση, κοινωνική ζωή.
Τόσο στην περίπτωση της Κολωνίας όσο και στην περίπτωση της Κύπρου και για την καλύτερη αντιμετώπιση και εξάλειψη τέτοιων φαινομένων βίας, πρέπει να κατανοήσουμε πως η σεξουαλική βία δεν είναι πολιτισμικό ή θρησκευτικό φαινόμενο. Η σεξουαλική βία δεν αποτελεί πολεμικό όπλο αλλά η αντιμετώπιση του ως έτσι έχει διευκολύνει τους ενόχους στην εξάσκησή της και ταυτόχρονα προωθεί επικίνδυνες συσχετίσεις και κατηγοριοποιήσεις, οδηγώντας στον ρατσισμό, στην ανεπαρκή αποζημίωση των θυμάτων και σε ακραία φαινόμενα κοινωνικής ξενοφοβίας. Περαιτέρω, και όπως αποδείχτηκε με τα πρόσφατα γεγονότα στην Κολωνία, αν παραμείνει η πόρτα της Ευρώπης ανοιχτή, η Ευρώπη πρέπει να υιοθετήσει εκτενή μέτρα εκπαίδευσης και ενσωμάτωσης.
Η Κολωνία πρέπει να ανοίξει τα μάτια σε εμάς τους Κύπριους που σύντομα ίσως κληθούμε να ζήσουμε αρμονικά σε ένα νησί το οποίο έδειξε πως μπορεί και θέλει, να προσφέρει χώρο σε όλους. Αλλιώς σύντομα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με ανυπόστατες αλλά άκρως επικίνδυνες επιχειρηματολογίες τύπου, «καλά να πάθουμε, θέλαμε λύση», «έτσι είναι ο Τούρκος», και άλλες άκυρες γενικεύσεις, παρόμοιες με αυτές που ακούσαμε τελευταίως για το μεταναστευτικό κύμα που έχει πλήξει την Ευρώπη.
Η Κολωνία πρέπει να ανοίξει τα μάτια σε εμάς τους Κύπριους που σύντομα ίσως κληθούμε να ζήσουμε αρμονικά σε ένα νησί το οποίο έδειξε πως μπορεί και θέλει, να προσφέρει χώρο σε όλους. Αλλιώς σύντομα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με ανυπόστατες αλλά άκρως επικίνδυνες επιχειρηματολογίες τύπου, «καλά να πάθουμε, θέλαμε λύση», «έτσι είναι ο Τούρκος», και άλλες άκυρες γενικεύσεις, παρόμοιες με αυτές που ακούσαμε τελευταίως για το μεταναστευτικό κύμα που έχει πλήξει την Ευρώπη.
Η ρητορική πως η μουσουλμανική θρησκεία είναι δογματική, καθιστώντας την ενσωμάτωση ως όνειρο απατηλό, είναι τουλάχιστον αφελής. Οι θρησκείες δεν είναι δογματικές: οι εκπρόσωποι τους τις μεταφράζουν ως έτσι και ταυτόχρονα αποσυντονίζουν την κοινή γνώμη. Επιπλέον, και πιο σημαντικό, όσοι δεν ασχολήθηκαν ποτέ με τα δικαιώματα των γυναικών, θα τα χρησιμοποιήσουν βίαια για ακόμη μια φορά, έστω και μεταφορικά, για να προάγουν τα δικά τους συμφέροντα και πολιτικές ατζέντες, θα χρησιμοποιήσουν ξανά το τραύμα και τον πόνο των γυναικών αυτών για να κλείσουν σύνορα, για να εναντιωθούν της λύσης του Κυπριακού, για να φανατίσουν τις κοινωνίες που ζούνε, χαράζοντας ακόμη πιο βαθιά το μαχαίρι στο κόκκαλο. Και σαν παράξενη σύμπτωση της μοίρας, φαντάσου, λέει, οι Κύπριες γυναίκες που υπέφεραν στα χέρια του Αττίλα, να έφευγαν άρον-άρον από το νησί για να αποφύγουν τη δημόσια ντροπή μιας κοινωνίας που σαν Κρόνος τρώει τα παιδιά της, και να έβρισκαν κλειστά τα σύνορα στις νέες αυτές χώρες της «ελπίδας». Έτσι γίνεται, λοιπόν, όταν η λογική μάς εγκαταλείπει. Όταν χαρακτηρίζουμε τη σεξουαλική βία ως πολιτισμικό, θρησκευτικό ή φυλετικό φαινόμενο, τότε σίγουρα υπάρχει έλλειψη πολιτισμού. Του δικού μας. Sexual violence is not collateral damage. Τόσο απλά.
BA European Studies | Ma Conflict, Security and Development, King’s College London
Η Ειρήνη Δημητρίου είναι ειδική επί θεμάτων Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η Ειρήνη Δημητρίου είναι ειδική επί θεμάτων Ευρωπαϊκής Ένωσης