Δικοινοτικό πρόγραμμα στοχεύει να μετατρέψει την Αμμόχωστο σε Ecocity
17:53 - 14 Ιανουαρίου 2016
Δύο νεαρές γυναίκες από διαφορετικούς κόσμους με την κατεχόμενη πόλη της Αμμοχώστου να αποτελεί τον κοινό σύνδεσμό τους, εργάζονται μαζί με μία φωνή για να προβάλουν ένα μήνυμα ειρήνης, ελπίδας και μέλλον για την κατεχόμενη πόλη μέσω του δικοινοτικού προγράμματος “Famagusta Ecocity”.
Η Βάσια Μαρκίδης και η Ceren Bohac υποστηρίζουν μια ενωμένη Αμμόχωστο, η οποία θα είναι κάτω από την ομπρέλα μιας οικολογικής πόλης, μετατρέποντας την κατεχόμενη πόλη σε μια ακμάζουσα πολιτιστική, οικονομική και περιβαλλοντική πόλη η οποία θα αποτελέσει παράδειγμα όλη την περιοχή.
Αναγνωρίζουν ότι τέτοιο εγχείρημα απαιτεί τεράστιο σχεδιασμό πριν ανοίξει και η περιφραγμένη περιοχή των Βαρωσίων, κλειστή από την δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής τον Αύγουστο του 1974, για κατοίκηση.
Η ανοικοδόμηση των Βαρωσίων, στο πλαίσιο ενός μοντέλου οικολογικής πόλης, σημειώνουν, προωθεί την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ όλων των κατοίκων της Αμμοχώστου, ενσωματώνοντας τις πλέον σύγχρονες τεχνολογίες μιας οικολογικής πόλης που μπορούν να καταστήσουν την Αμμόχωστο κέντρο για την ειρήνη και παράδειγμα για τη βιωσιμότητα για όλη την Ευρώπη.
Σε συνέντευξή τους στο ΚΥΠΕ, οι δύο μοιράζονται τις ανησυχίες, το όραμα και τις προσδοκίες τους για το μέλλον της πόλης που ήταν το στολίδι της ανατολικής Μεσογείου.
Η Βάσια Μαρκίδης, που γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και είναι διευθύντρια και ιδρυτής του Famagusta Ecocity Project, σκηνοθέτης, καλλιτέχνης και κινηματογραφίστρια, ρωτήθηκε πώς βλέπει την Αμμόχωστο μέσα από την προοπτική μιας οικολογικής πόλης.
Αν και δεν υπάρχει ακριβές μοντέλο, έδωσε παράδειγμα μερικές από τις αρχές πάνω στις οποίες εστιάζεται το πρόγραμμα ώστε να μπορεί να γίνει κατανοητό.
Οι αρχές μιας οικολογικής πόλης, εξήγησε, ξεκινούν από την πιο μικρή κλίμακα και επεκτείνονται στον έλεγχο της κατανάλωσης ενέργειας σε ένα δωμάτιο ή ένα σπίτι με μια ισορροπία των ενεργών μεθόδων. Για παράδειγμα: ένας τρόπος διατήρησης της ενέργειας είναι να φυτευθούν δέντρα γύρω από ένα σπίτι για να προσφέρουν σκιά από τον ήλιο αποκομίζοντας ενέργεια από τον ήλιο με ηλιακούς συλλέκτες. Επίσης, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η σωστή σχέση μεταξύ σπιτιών και γειτόνων, ώστε οι πόροι μπορούν να συγκεντρώνονται και να διανέμονται, καθώς και ο επιμερισμός του κόστους των ηλιακών συλλεκτών μεταξύ των γειτόνων, ή η δημιουργία κοινού κήπου.
Οταν αρκετά σπίτια ενεργούν από κοινού στη λογική της οικολογικής συνείδησης, είπε η κ. Μαρκίδης, το επόμενο επίπεδο είναι εκείνο της γειτονιάς. Εύκολη πρόσβαση στα τρόφιμα ή άλλες ανέσεις χωρίς την ανάγκη κάποιος να χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητό του, είναι ζωτικής σημασίας, είπε. "Όταν αριθμός γειτονιών ακολουθούν τις αρχές αυτές, τότε μιλάμε για ένα οικολογικό επίπεδο της πόλης”, είπε, και έδωσε και άλλα παραδείγματα όπως:
-Η δημιουργία μιας πόλης όπου οι κάτοικοι δεν θα χρειάζονται μεταφορικά μέσα
-Η παραγωγή ενέργειας και η αποτελεσματική χρήση της ενέργειας αυτής με αποτέλεσμα να ελαχιστοποιείται η κατανάλωση
Η καλλιέργεια της αρχής της γειτονίας πρώτα και μετά της κοινότητας, με τη δημιουργία κοινοτικών πάρκων, αποκατάσταση αξιοθέατων της περιοχής, των μνημείων και τον σεβασμό των παραδόσεων η οποία μπορεί να ενθαρρύνει την πολιτιστική πολυμορφία, ο σεβασμός στις ` αναμνήσεις των Αμμοχωστιανών και η σχέση τους με τη γη. Να δοθεί επίσης έμφαση στην ιστορική, συναισθηματική και οικονομική σχέση της πόλης με τη θάλασσα.
Μακροπρόθεσμα σχέδια για μια οικοπόλη περιλαμβάνουν τη δημιουργία μιας συμπαγούς, ανθεκτικής πόλης με τοπικές ευκαιρίες εργασίας και προώθηση της τοπικής οικονομικής δραστηριότητας.
Η κ. Μαρκίδης είπε ότι η ανάπτυξη είναι μια διαδικασία που προωθείται από την τοπική κοινότητα η οποία πρέπει να είναι αναμεμιγμένη στη διοίκηση και διαχείριση μιας βιώσιμης πόλης. “Ο τελικός στόχος είναι η δημιουργία μιας ενωμένης πόλης η οποία θα παρέχει οικονομικά προσιτή στέγαση, δημόσια χρήση του δημόσιου χώρου, καθώς και καθολικό δικαίωμα στα ίσα δικαιώματα, πρόσβασης σε υπηρεσίες και διευκολύνσεις και πληροφορίες για όλους», συμπλήρωσε.
Παράλληλα ανάμεσα στα πλεονεκτήματα μιας οικολογικής πόλης είναι και η δημιουργία των πιο κατάλληλων συνθηκών για Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους να συνεργαστούν μέσα από ένα κοινό στόχο, για το κοινό όφελος. Με λίγα λόγια, είπε, η βιωσιμότητα λειτουργεί ως μια ενωτική γέφυρα μεταξύ των δύο κοινοτήτων, οι οποίες έχουν να κερδίσουν επίσης από την εφαρμογή αυτών των αρχών.
Ερωτηθείσα πώς το έργο προχωρεί, η κ. Μαρκίδου είπε ότι συνεχίζεται η επεξεργασία πάνω στο ντοκιμαντέρ που ετοιμάζει το FEP αλλά για να προχωρήσει η όλη διαδικασία και η προώθηση του προγράμματος, απαιτείται οικονομική ενίσχυση, κάτι το οποίο το FEP χρειάζεται επειγόντως. Η ελπίδα είναι ότι οι αρχές μιας οικοπόλης θα μπορέσουν να υιοθετηθούν από τις ομάδες που σχεδιάζουν την ανοικοδόμηση της Αμμοχώστου, σημείωσε.
Αναφορικά με την υποστήριξη του προγράμματος από την πολιτική ηγεσία, η κ. Μαρκίδης είπε ότι υπάρχει μεγάλος ενθουσιασμός και υποστήριξη τόσο από Ε/κ όσο και από Τ/κ. “Η νεότερη γενιά, ιδιαίτερα, είναι πολύ ενθουσιασμένη να συμμετέχει και να βοηθά. Νομίζω ότι αυτό οφείλεται στο ότι βλέπουν τον κόσμο που κληρονομούν και ανησυχούν γι `αυτό. Βλέπουν το έργο μας ως μια ελπιδοφόρα διέξοδος από την τρέχουσα περιβαλλοντική, οικονομική και πολιτική κατάσταση μας", είπε.
Ωστόσο, παρατήρησε, η παλαιότερη γενιά των Ε/κ Αμμοχωστιανών έχουν ανάμεικτα αισθήματα για το έργο. "Πολλοί έχουν αγκαλιάσει την ιδέα, αλλά άλλοι νιώθουν να απειλούνται από αυτήν. Το πρόβλημα είναι ότι δεν γνωρίζουν τί υποστηρίζουμε. Όταν κάποιος δεν καταλαβαίνει κάτι νέο και διαφορετικό, το φοβάται, ειδικά όταν πρόκειται για την Αμμόχωστο και για εκείνους που περιμένουν σχεδόν 42 χρόνια για επιστρέψουν στην πόλη που άφησαν πίσω. Υπάρχουν τόσα πολλά συναισθήματα γύρω απ` αυτό, και αυτό είναι που αντιμετωπίζουμε”, εξήγησε.
Πολλοί φοβούνται ότι υποστηρίζουμε την κατεδάφιση όλων των παλιών κτιρίων και την οικοδόμηση μιας νέας πόλης, κάτι το οποίο δεν είναι αλήθεια. “Είμαστε εδώ για να προσφέρουμε ιδέες τόσο στους ιδιοκτήτες όσο και σ` αυτούς που σχεδιάζουν την πόλη για το πώς μπορούν να επωφεληθούν από την ευκαιρία που έχουμε στην Αμμόχωστο για να δώσουμε ζωή στην πόλη ώστε να είναι παράδειγμα στην περιοχή. Μια πόλη για την οποία πράγματι όλοι οι Κύπριοι θα είναι περήφανοι και που θα βοηθήσει τις κοινότητες στην Κύπρο και πέρα από το νησί να αντιμετωπίσουν και να ξεπεράσουν τις προκλήσεις του 21ου αιώνα που απειλούν την ανθρωπότητα”.
Το πιο βιώσιμο κτίριο, είπε, είναι αυτό που έχει ήδη κατασκευαστεί, έτσι επικροτούμε την διατήρηση οποιουδήποτε κτιρίου που μπορεί να σωθεί, ειδικά τα ιστορικά και πολιτιστικά αξιοθέατα που έχουν σημαντικό ρόλο στο παρελθόν της Αμμοχώστου,”, ανέφερε στο ΚΥΠΕ.
Η κ. Μαρκίδης είπε επίσης ότι οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους FEP.
Συγκεκριμένα, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Νίκος Χριστοδουλίδης τους ανέφερε προσωπικά ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης και η κυβέρνησή του αναγνωρίζουν ότι το Ecocity στην Αμμόχωστο είναι ο πιο έξυπνος τρόπος “για να προχωρήσουμε με την αναβίωση της πόλης”.
Επιπλέον, είπε, ο Τ/κ ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί, είπε, υποστήριξε το έργο από την αρχή και μας ενθαρρύνει να συνεχίσουμε το έργο μας μέχρις ότου οι δύο κοινότητες να βρεθούν στη θέση να το εφαρμόσουν, ευελπιστούμε σύντομα”. Επίσης, “οι δήμαρχοι της Αμμοχώστου συμμετείχαν στην έναρξη του προγράμματος τον Ιανουάριο του 2014”.
Η Τουρκοκύπρια Ceren Bohac, που προέρχεται από την Αμμόχωστο και διαμένει στην πόλη, αρχιτέκτονας στο επάγγελμα ρωτήθηκε από το ΚΥΠΕ γιατί αποφάσισε να λάβει μέρος σε αυτήν την πρωτοβουλία. “Μεγάλωσα μέσα σε ένα σπίτι το οποίο κοίταζε προς την πόλη φάντασμα, τα Βαρώσια. Στην ηλικία των έξι, έμαθα ότι το σπίτι στο οποίο διέμενα άνηκε σε Ελληνοκύπριους οι οποίοι το εγκατέλειψαν. Αυτό ήταν σοκ για μένα. Είμαι αρχιτέκτονας. Αυτή η τραυματική εμπειρία με οδήγησε στο να συνεχίσω τις μεταπτυχιακές σπουδές μου στον τομέα της Περιβαλλοντικής Ψυχολογίας”.
Στις σπουδές της, διερωτήθηκε για το νόημα της αρχιτεκτονικής μέσω αυτού του αποσπασματικού περιβάλλοντος στο οποίο ζούσε.
Μια μέρα, τυχαία, γνώρισα τη Βάσια Μαρκίδης η οικογένεια της οποίας ήταν πρόσφυγες από τα Βαρώσια. Γεννήθηκε τον ίδιο χρόνο με μένα, αλλά στις ΗΠΑ. Αν δεν υπήρχαν οι “διενέξεις”, θα είχε γεννηθεί στο Βαρώσι και εγώ, μάλλον, στη Λάρνακα, απ` όπου κατάγεται ο πατέρας μου. Ανακαλύψαμε ότι είχαμε διαφορετικές αλλά και παρόμοιες ιστορίες σχετικά με την αγαπημένη μας πόλη της Αμμοχώστου. Εκτοτε, εργαζόμαστε μαζί με άλλους σπουδαίους ανθρώπους και συμμεριζόμαστε τις ιστορίες μας και το όραμά μας για την Αμμόχωστο” ανέφερε.
Σε ερώτηση γιατί υποστηρίζει το FEP, και αν πιστεύει ότι το έργο είναι βιώσιμο καθώς οι εξελίξεις κινούνται αργά και τα κονδύλια είναι περιορισμένα, η κ. Bohac εξήγησε ότι FEP αποτελεί παράδειγμα για το τρόπο με τον οποίο μπορούμε να αρχίσουμε ένα διάλογο για να δημιουργήσουμε μια γέφυρα συνεννόησης ώστε να μπορούμε να συζητούμε για το μέλλον της πόλης.
«Πρέπει να κατανοήσουμε ότι οι αντικρουόμενοι δεσμοί με την πόλη αποτελούν πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί μέσω διαλόγου. Επιπλέον, μια «οικολογική πόλη» είναι μια ειρηνική ενέργεια και για την οποία κανείς δεν μπορεί να φέρει αντίρρηση. Η ίδια η ιδέα είναι βιώσιμη, δεδομένου ότι απαιτεί ένα ισχυρό όραμα, μακροπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο σχεδιασμό με μια καλή διαχείριση. Γι `αυτό πραγματικά εξαρτάται από τη θέληση », σημείωσε.
Ερωτηθείσα πως βλέπει το κεφάλαιο `υλοποίηση”, η κ. Bohac είπε ότι πάντοτε είναι αισιόδοξη. Ωστόσο, είπε, η Αμμόχωστος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Κυπριακού. Πιστεύω η Αμμόχωστος θα μπορούσε εύκολα να αποτελέσει πιλοτική περιοχή και να μετατραπεί σε ένα μοντέλο για να λύσει όλα τα προβλήματά μας. Πολλά μέτρα έχουν ήδη ληφθεί. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο με τη συνεργασία μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Θα πρέπει να κατανοήσουμε τις ανησυχίες του άλλου και να εργαστούμε από κοινού. Οι άνθρωποι πρέπει να ακούσουν ο ένας τον άλλο. Νομίζω ότι όλα μπορούν να προχωρήσουν μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Ωστόσο, η εφαρμογή του προγράμματος, μπορεί να απαιτήσει μέχρι και 10 χρόνια", εκτίμησε.
Σε ερώτηση πώς μπορεί το έργο να φέρει κοντά τις δύο κοινότητες, η κ. Bohac είπε “με ενσυναίσθηση. Πρέπει να ακούσουμε τον πόνο, τις ιστορίες, τους φόβους και τις προσδοκίες του άλλου και να δημιουργήσουμε ένα ειρηνικό διάλογο μεταξύ μας. Για πολύ καιρό ακούμε μονόπλευρες αλήθειες, παραποιήσεις, μύθους και προπαγάνδα που μας έσυραν σε αυτό το πρόβλημα. Τώρα είναι καιρός να ακούσουμε τις αλήθειες και να αναπτύξουμε ενσυναίσθηση”, είπε.
Για το όραμά της για την μελλοντική Αμμόχωστο, είπε ότι η πόλη κατοικείται τώρα από οικογένειες Τουρκοκυπρίων που εκτοπίστηκαν κατά τη διάρκεια της εισβολής όπως η οικογένειά της η οποία είναι από τη Λάρνακα αλλά κατοικεί σε σπίτι Ελληνοκυπρίου, από Τούρκους έποικους και μεγάλο αριθμός φοιτητών από διάφορες χώρες.
“Ενώ οι εκτοπισμένοι Ελληνοκύπριοι αγωνιούν για τα σπίτια τους στην Αμμόχωστο, εντούτοις και οι εκτοπισμένοι Τουρκοκύπριοι αγωνιούν για το μέλλον τους. Επιπλέον, η Αμμόχωστος έχει διαφορετική έννοια για τους Ελληνοκύπριους της τρίτης γενιάς ή ενός 20χρονου Τουρκοκύπριου.
Εκτός από αυτά τα σοβαρά κοινωνικο-ψυχολογικά προβλήματα, η πόλη έχει μια σκόρπια και αποσπασματική ανάπτυξη, φτωχή υποδομή, έλλειψη σχεδιασμού και δημόσιων συγκοινωνιών. Έχουμε προσπαθήσει να χαρτογραφήσουμε τα προβλήματα αυτά μέσω του Famagusta Ecocity Project, είπε.
Για το μέλλον, πρόσθεσε, «οραματίζομαι μια ανεξάρτητη πόλη που εκμεταλλεύεται όλο της το δυναμικό σε κάθε πτυχή. Οπως είπε και η Έμιλυ Μαρκίδης, η οικοπόλη “έχει γίνει μια έννοια για την ενοποίηση της Αμμοχώστου. Πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό αυτό θα γίνει πραγματικότητα», κατέληξε.
Η Βάσια Μαρκίδης και η Ceren Bohac υποστηρίζουν μια ενωμένη Αμμόχωστο, η οποία θα είναι κάτω από την ομπρέλα μιας οικολογικής πόλης, μετατρέποντας την κατεχόμενη πόλη σε μια ακμάζουσα πολιτιστική, οικονομική και περιβαλλοντική πόλη η οποία θα αποτελέσει παράδειγμα όλη την περιοχή.
Αναγνωρίζουν ότι τέτοιο εγχείρημα απαιτεί τεράστιο σχεδιασμό πριν ανοίξει και η περιφραγμένη περιοχή των Βαρωσίων, κλειστή από την δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής τον Αύγουστο του 1974, για κατοίκηση.
Η ανοικοδόμηση των Βαρωσίων, στο πλαίσιο ενός μοντέλου οικολογικής πόλης, σημειώνουν, προωθεί την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ όλων των κατοίκων της Αμμοχώστου, ενσωματώνοντας τις πλέον σύγχρονες τεχνολογίες μιας οικολογικής πόλης που μπορούν να καταστήσουν την Αμμόχωστο κέντρο για την ειρήνη και παράδειγμα για τη βιωσιμότητα για όλη την Ευρώπη.
Σε συνέντευξή τους στο ΚΥΠΕ, οι δύο μοιράζονται τις ανησυχίες, το όραμα και τις προσδοκίες τους για το μέλλον της πόλης που ήταν το στολίδι της ανατολικής Μεσογείου.
Η Βάσια Μαρκίδης, που γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και είναι διευθύντρια και ιδρυτής του Famagusta Ecocity Project, σκηνοθέτης, καλλιτέχνης και κινηματογραφίστρια, ρωτήθηκε πώς βλέπει την Αμμόχωστο μέσα από την προοπτική μιας οικολογικής πόλης.
Αν και δεν υπάρχει ακριβές μοντέλο, έδωσε παράδειγμα μερικές από τις αρχές πάνω στις οποίες εστιάζεται το πρόγραμμα ώστε να μπορεί να γίνει κατανοητό.
Οι αρχές μιας οικολογικής πόλης, εξήγησε, ξεκινούν από την πιο μικρή κλίμακα και επεκτείνονται στον έλεγχο της κατανάλωσης ενέργειας σε ένα δωμάτιο ή ένα σπίτι με μια ισορροπία των ενεργών μεθόδων. Για παράδειγμα: ένας τρόπος διατήρησης της ενέργειας είναι να φυτευθούν δέντρα γύρω από ένα σπίτι για να προσφέρουν σκιά από τον ήλιο αποκομίζοντας ενέργεια από τον ήλιο με ηλιακούς συλλέκτες. Επίσης, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η σωστή σχέση μεταξύ σπιτιών και γειτόνων, ώστε οι πόροι μπορούν να συγκεντρώνονται και να διανέμονται, καθώς και ο επιμερισμός του κόστους των ηλιακών συλλεκτών μεταξύ των γειτόνων, ή η δημιουργία κοινού κήπου.
Οταν αρκετά σπίτια ενεργούν από κοινού στη λογική της οικολογικής συνείδησης, είπε η κ. Μαρκίδης, το επόμενο επίπεδο είναι εκείνο της γειτονιάς. Εύκολη πρόσβαση στα τρόφιμα ή άλλες ανέσεις χωρίς την ανάγκη κάποιος να χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητό του, είναι ζωτικής σημασίας, είπε. "Όταν αριθμός γειτονιών ακολουθούν τις αρχές αυτές, τότε μιλάμε για ένα οικολογικό επίπεδο της πόλης”, είπε, και έδωσε και άλλα παραδείγματα όπως:
-Η δημιουργία μιας πόλης όπου οι κάτοικοι δεν θα χρειάζονται μεταφορικά μέσα
-Η παραγωγή ενέργειας και η αποτελεσματική χρήση της ενέργειας αυτής με αποτέλεσμα να ελαχιστοποιείται η κατανάλωση
Η καλλιέργεια της αρχής της γειτονίας πρώτα και μετά της κοινότητας, με τη δημιουργία κοινοτικών πάρκων, αποκατάσταση αξιοθέατων της περιοχής, των μνημείων και τον σεβασμό των παραδόσεων η οποία μπορεί να ενθαρρύνει την πολιτιστική πολυμορφία, ο σεβασμός στις ` αναμνήσεις των Αμμοχωστιανών και η σχέση τους με τη γη. Να δοθεί επίσης έμφαση στην ιστορική, συναισθηματική και οικονομική σχέση της πόλης με τη θάλασσα.
Μακροπρόθεσμα σχέδια για μια οικοπόλη περιλαμβάνουν τη δημιουργία μιας συμπαγούς, ανθεκτικής πόλης με τοπικές ευκαιρίες εργασίας και προώθηση της τοπικής οικονομικής δραστηριότητας.
Η κ. Μαρκίδης είπε ότι η ανάπτυξη είναι μια διαδικασία που προωθείται από την τοπική κοινότητα η οποία πρέπει να είναι αναμεμιγμένη στη διοίκηση και διαχείριση μιας βιώσιμης πόλης. “Ο τελικός στόχος είναι η δημιουργία μιας ενωμένης πόλης η οποία θα παρέχει οικονομικά προσιτή στέγαση, δημόσια χρήση του δημόσιου χώρου, καθώς και καθολικό δικαίωμα στα ίσα δικαιώματα, πρόσβασης σε υπηρεσίες και διευκολύνσεις και πληροφορίες για όλους», συμπλήρωσε.
Παράλληλα ανάμεσα στα πλεονεκτήματα μιας οικολογικής πόλης είναι και η δημιουργία των πιο κατάλληλων συνθηκών για Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους να συνεργαστούν μέσα από ένα κοινό στόχο, για το κοινό όφελος. Με λίγα λόγια, είπε, η βιωσιμότητα λειτουργεί ως μια ενωτική γέφυρα μεταξύ των δύο κοινοτήτων, οι οποίες έχουν να κερδίσουν επίσης από την εφαρμογή αυτών των αρχών.
Ερωτηθείσα πώς το έργο προχωρεί, η κ. Μαρκίδου είπε ότι συνεχίζεται η επεξεργασία πάνω στο ντοκιμαντέρ που ετοιμάζει το FEP αλλά για να προχωρήσει η όλη διαδικασία και η προώθηση του προγράμματος, απαιτείται οικονομική ενίσχυση, κάτι το οποίο το FEP χρειάζεται επειγόντως. Η ελπίδα είναι ότι οι αρχές μιας οικοπόλης θα μπορέσουν να υιοθετηθούν από τις ομάδες που σχεδιάζουν την ανοικοδόμηση της Αμμοχώστου, σημείωσε.
Αναφορικά με την υποστήριξη του προγράμματος από την πολιτική ηγεσία, η κ. Μαρκίδης είπε ότι υπάρχει μεγάλος ενθουσιασμός και υποστήριξη τόσο από Ε/κ όσο και από Τ/κ. “Η νεότερη γενιά, ιδιαίτερα, είναι πολύ ενθουσιασμένη να συμμετέχει και να βοηθά. Νομίζω ότι αυτό οφείλεται στο ότι βλέπουν τον κόσμο που κληρονομούν και ανησυχούν γι `αυτό. Βλέπουν το έργο μας ως μια ελπιδοφόρα διέξοδος από την τρέχουσα περιβαλλοντική, οικονομική και πολιτική κατάσταση μας", είπε.
Ωστόσο, παρατήρησε, η παλαιότερη γενιά των Ε/κ Αμμοχωστιανών έχουν ανάμεικτα αισθήματα για το έργο. "Πολλοί έχουν αγκαλιάσει την ιδέα, αλλά άλλοι νιώθουν να απειλούνται από αυτήν. Το πρόβλημα είναι ότι δεν γνωρίζουν τί υποστηρίζουμε. Όταν κάποιος δεν καταλαβαίνει κάτι νέο και διαφορετικό, το φοβάται, ειδικά όταν πρόκειται για την Αμμόχωστο και για εκείνους που περιμένουν σχεδόν 42 χρόνια για επιστρέψουν στην πόλη που άφησαν πίσω. Υπάρχουν τόσα πολλά συναισθήματα γύρω απ` αυτό, και αυτό είναι που αντιμετωπίζουμε”, εξήγησε.
Πολλοί φοβούνται ότι υποστηρίζουμε την κατεδάφιση όλων των παλιών κτιρίων και την οικοδόμηση μιας νέας πόλης, κάτι το οποίο δεν είναι αλήθεια. “Είμαστε εδώ για να προσφέρουμε ιδέες τόσο στους ιδιοκτήτες όσο και σ` αυτούς που σχεδιάζουν την πόλη για το πώς μπορούν να επωφεληθούν από την ευκαιρία που έχουμε στην Αμμόχωστο για να δώσουμε ζωή στην πόλη ώστε να είναι παράδειγμα στην περιοχή. Μια πόλη για την οποία πράγματι όλοι οι Κύπριοι θα είναι περήφανοι και που θα βοηθήσει τις κοινότητες στην Κύπρο και πέρα από το νησί να αντιμετωπίσουν και να ξεπεράσουν τις προκλήσεις του 21ου αιώνα που απειλούν την ανθρωπότητα”.
Το πιο βιώσιμο κτίριο, είπε, είναι αυτό που έχει ήδη κατασκευαστεί, έτσι επικροτούμε την διατήρηση οποιουδήποτε κτιρίου που μπορεί να σωθεί, ειδικά τα ιστορικά και πολιτιστικά αξιοθέατα που έχουν σημαντικό ρόλο στο παρελθόν της Αμμοχώστου,”, ανέφερε στο ΚΥΠΕ.
Η κ. Μαρκίδης είπε επίσης ότι οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους FEP.
Συγκεκριμένα, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Νίκος Χριστοδουλίδης τους ανέφερε προσωπικά ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης και η κυβέρνησή του αναγνωρίζουν ότι το Ecocity στην Αμμόχωστο είναι ο πιο έξυπνος τρόπος “για να προχωρήσουμε με την αναβίωση της πόλης”.
Επιπλέον, είπε, ο Τ/κ ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί, είπε, υποστήριξε το έργο από την αρχή και μας ενθαρρύνει να συνεχίσουμε το έργο μας μέχρις ότου οι δύο κοινότητες να βρεθούν στη θέση να το εφαρμόσουν, ευελπιστούμε σύντομα”. Επίσης, “οι δήμαρχοι της Αμμοχώστου συμμετείχαν στην έναρξη του προγράμματος τον Ιανουάριο του 2014”.
Η Τουρκοκύπρια Ceren Bohac, που προέρχεται από την Αμμόχωστο και διαμένει στην πόλη, αρχιτέκτονας στο επάγγελμα ρωτήθηκε από το ΚΥΠΕ γιατί αποφάσισε να λάβει μέρος σε αυτήν την πρωτοβουλία. “Μεγάλωσα μέσα σε ένα σπίτι το οποίο κοίταζε προς την πόλη φάντασμα, τα Βαρώσια. Στην ηλικία των έξι, έμαθα ότι το σπίτι στο οποίο διέμενα άνηκε σε Ελληνοκύπριους οι οποίοι το εγκατέλειψαν. Αυτό ήταν σοκ για μένα. Είμαι αρχιτέκτονας. Αυτή η τραυματική εμπειρία με οδήγησε στο να συνεχίσω τις μεταπτυχιακές σπουδές μου στον τομέα της Περιβαλλοντικής Ψυχολογίας”.
Στις σπουδές της, διερωτήθηκε για το νόημα της αρχιτεκτονικής μέσω αυτού του αποσπασματικού περιβάλλοντος στο οποίο ζούσε.
Μια μέρα, τυχαία, γνώρισα τη Βάσια Μαρκίδης η οικογένεια της οποίας ήταν πρόσφυγες από τα Βαρώσια. Γεννήθηκε τον ίδιο χρόνο με μένα, αλλά στις ΗΠΑ. Αν δεν υπήρχαν οι “διενέξεις”, θα είχε γεννηθεί στο Βαρώσι και εγώ, μάλλον, στη Λάρνακα, απ` όπου κατάγεται ο πατέρας μου. Ανακαλύψαμε ότι είχαμε διαφορετικές αλλά και παρόμοιες ιστορίες σχετικά με την αγαπημένη μας πόλη της Αμμοχώστου. Εκτοτε, εργαζόμαστε μαζί με άλλους σπουδαίους ανθρώπους και συμμεριζόμαστε τις ιστορίες μας και το όραμά μας για την Αμμόχωστο” ανέφερε.
Σε ερώτηση γιατί υποστηρίζει το FEP, και αν πιστεύει ότι το έργο είναι βιώσιμο καθώς οι εξελίξεις κινούνται αργά και τα κονδύλια είναι περιορισμένα, η κ. Bohac εξήγησε ότι FEP αποτελεί παράδειγμα για το τρόπο με τον οποίο μπορούμε να αρχίσουμε ένα διάλογο για να δημιουργήσουμε μια γέφυρα συνεννόησης ώστε να μπορούμε να συζητούμε για το μέλλον της πόλης.
«Πρέπει να κατανοήσουμε ότι οι αντικρουόμενοι δεσμοί με την πόλη αποτελούν πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί μέσω διαλόγου. Επιπλέον, μια «οικολογική πόλη» είναι μια ειρηνική ενέργεια και για την οποία κανείς δεν μπορεί να φέρει αντίρρηση. Η ίδια η ιδέα είναι βιώσιμη, δεδομένου ότι απαιτεί ένα ισχυρό όραμα, μακροπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο σχεδιασμό με μια καλή διαχείριση. Γι `αυτό πραγματικά εξαρτάται από τη θέληση », σημείωσε.
Ερωτηθείσα πως βλέπει το κεφάλαιο `υλοποίηση”, η κ. Bohac είπε ότι πάντοτε είναι αισιόδοξη. Ωστόσο, είπε, η Αμμόχωστος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Κυπριακού. Πιστεύω η Αμμόχωστος θα μπορούσε εύκολα να αποτελέσει πιλοτική περιοχή και να μετατραπεί σε ένα μοντέλο για να λύσει όλα τα προβλήματά μας. Πολλά μέτρα έχουν ήδη ληφθεί. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο με τη συνεργασία μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Θα πρέπει να κατανοήσουμε τις ανησυχίες του άλλου και να εργαστούμε από κοινού. Οι άνθρωποι πρέπει να ακούσουν ο ένας τον άλλο. Νομίζω ότι όλα μπορούν να προχωρήσουν μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Ωστόσο, η εφαρμογή του προγράμματος, μπορεί να απαιτήσει μέχρι και 10 χρόνια", εκτίμησε.
Σε ερώτηση πώς μπορεί το έργο να φέρει κοντά τις δύο κοινότητες, η κ. Bohac είπε “με ενσυναίσθηση. Πρέπει να ακούσουμε τον πόνο, τις ιστορίες, τους φόβους και τις προσδοκίες του άλλου και να δημιουργήσουμε ένα ειρηνικό διάλογο μεταξύ μας. Για πολύ καιρό ακούμε μονόπλευρες αλήθειες, παραποιήσεις, μύθους και προπαγάνδα που μας έσυραν σε αυτό το πρόβλημα. Τώρα είναι καιρός να ακούσουμε τις αλήθειες και να αναπτύξουμε ενσυναίσθηση”, είπε.
Για το όραμά της για την μελλοντική Αμμόχωστο, είπε ότι η πόλη κατοικείται τώρα από οικογένειες Τουρκοκυπρίων που εκτοπίστηκαν κατά τη διάρκεια της εισβολής όπως η οικογένειά της η οποία είναι από τη Λάρνακα αλλά κατοικεί σε σπίτι Ελληνοκυπρίου, από Τούρκους έποικους και μεγάλο αριθμός φοιτητών από διάφορες χώρες.
“Ενώ οι εκτοπισμένοι Ελληνοκύπριοι αγωνιούν για τα σπίτια τους στην Αμμόχωστο, εντούτοις και οι εκτοπισμένοι Τουρκοκύπριοι αγωνιούν για το μέλλον τους. Επιπλέον, η Αμμόχωστος έχει διαφορετική έννοια για τους Ελληνοκύπριους της τρίτης γενιάς ή ενός 20χρονου Τουρκοκύπριου.
Εκτός από αυτά τα σοβαρά κοινωνικο-ψυχολογικά προβλήματα, η πόλη έχει μια σκόρπια και αποσπασματική ανάπτυξη, φτωχή υποδομή, έλλειψη σχεδιασμού και δημόσιων συγκοινωνιών. Έχουμε προσπαθήσει να χαρτογραφήσουμε τα προβλήματα αυτά μέσω του Famagusta Ecocity Project, είπε.
Για το μέλλον, πρόσθεσε, «οραματίζομαι μια ανεξάρτητη πόλη που εκμεταλλεύεται όλο της το δυναμικό σε κάθε πτυχή. Οπως είπε και η Έμιλυ Μαρκίδης, η οικοπόλη “έχει γίνει μια έννοια για την ενοποίηση της Αμμοχώστου. Πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό αυτό θα γίνει πραγματικότητα», κατέληξε.