Αυτή είναι η αγόρευση του δικηγόρου του Ρίκκου
20:09 - 12 Ιανουαρίου 2016
Τη θέση ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε να αποδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του πελάτη του και τέως Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως Ρίκκου Ερωτοκρίτου, διατυπώνει ο δικηγόρος του κ. Ερωτοκρίτου Χρήστος Πουργουρίδης στην πολυσέλιδη αγόρευσή του την οποία κατέθεσε σήμερα ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας.
Στη γραπτή του αγόρευση του, την οποία εξασφάλισε το ΚΥΠΕ, ο κ. Πουργουρίδης υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι η μαρτυρία που κατατέθηκε στο Δικαστήριο καταδεικνύει ότι η απόφαση του κ. Ερωτοκρίτου να προωθήσει την ποινική δίωξη για την υπόθεση της Providencia «ήταν η επιβαλλόμενη και η ενδεδειγμένη για ένα λογικό Εισαγγελέα, στην βάση του αποδεικτικού υλικού που είχε μπροστά του, στον Αστυνομικό φάκελο για την Providencia».
«Αυτή η προώθηση της ποινικής δίωξης που ήταν απόλυτα δικαιολογημένη με βάση τον συλλεγέν ανακριτικό υλικό έγινε κατόπιν μελέτης για ικανό χρόνο, μέσα σε ένα αναντίρρητο πλαίσιο δημόσιας συζήτησης και Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, που αφορούσαν, κλοπές στην Κύπρο μετοχών αρκετών Ρωσικών Εταιρειών, γεγονός που εξέθετε την χώρα ως κέντρο παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών» προσθέτει.
Αναφέρει ότι «ο συγκεκριμένος λόγος της εμπλοκής του κ. Ερωτοκρίτου, στην μελέτη της υπόθεσης Providencia, ξεκίνησε από το απόλυτα θεμιτό παράπονο του δικηγόρου Αντωνάκη Ανδρέου από την Λάρνακα και που αφορούσε πελάτισσα του, ο οποίος όπως πολλοί άλλοι δικηγόροι σε παρόμοιες περιπτώσεις, απευθύνονταν και απευθύνονται στην Νομική Υπηρεσία για να αποκατασταθεί και ικανοποιηθεί δικαιολογημένο νόμιμο αίτημα. Στη λήψη της τελικής απόφασης, για την προώθηση της ποινικής δίωξης συνέδραμαν και οι 2 πιο πάνω λόγοι νοουμένου πάντα ότι το αίτημα ήταν δικαιολογημένο και νόμιμο», συμπληρώνει.
Σύμφωνα με την αγόρευση του κ. Πουργουρίδη, «ο κ. Ερωτοκρίτου μίλησε ανοιχτά σε ανύποπτο χρόνο και ζήτησε εξηγήσεις για την μη προώθηση της ποινικής δίωξης στην εν λόγω υπόθεση. Όταν του εξηγήθηκαν οι λόγοι, και πάλι σε ανύποπτο χρόνο εξέφρασε την αντίθεση του για την μη ποινική δίωξη. Ο ισχυρισμός ότι ο ίδιος προσπάθησε να αποκρύψει την απόφαση του για προώθηση της ποινικής δίωξης πιο πάνω, είναι ατεκμηρίωτος και ανεδαφικός».
«Η πιο πάνω αθώα, νόμιμη και δικαιολογημένη συμπεριφορά από τον κ. Ερωτοκρίτου δεν κατέστη δυνατόν να αντικατασταθεί με την μαρτυρία που προσήχθη, σε ποινικά επίμεμπτη συμπεριφορά, με οποιουδήποτε άλλου είδους μαρτυρία που κατατέθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή. Το πιο πάνω είναι το μόνο λογικό συμπέρασμα, το οποίο εξάγεται με βάση το μαρτυρικό υλικό της Κατηγορούσας Αρχής και είναι απόλυτα συνεπές με τα όσα αθώα έπραξε ο κ. Ερωτοκρίτου», σημειώνει.
Ο ισχυρισμός, συνεχίζει ο κ. Πουργουρίδης, «ότι υπήρξε παράνομη συμφωνία μεταξύ των κατηγορούμενων για την διάπραξη των αδικημάτων που τους αποδίδονται είναι παντελώς παράλογος (unreasonable). Και αυτό γιατί ένας ικανός αριθμός άλλων προσώπων θα έπρεπε αναγκαία να ήταν μέρος αυτής της συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένου του Δικαστή ο οποίος επιλήφθηκε της αγωγής 3987/2013, του διοικητικού προσωπικού του Πρωτοκολλητείου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, της Διαχειρίστριας της Κεντρικής Τράπεζας, της Μαρίας Κυριακού».
Όπως αναφέρει, «δεν υπήρξε με βάση το μαρτυρικό υλικό προώθηση κανενός ισχυρισμού ότι αυτά τα επιπλέον πρόσωπα ήταν μέρη στην παράνομη συμφωνία, αλλά ούτε και προσήχθη οποιαδήποτε ικανή περιστατική μαρτυρία για οποιονδήποτε από αυτούς. Επομένως, οποιοσδήποτε ισχυρισμός εκ μέρος της κατηγορούσας αρχής ότι υπήρξε τέτοια συμφωνία με την απουσία των πιο πάνω αναφερομένων αδυνατίζει τόσο έντονα μέχρι του σημείου που να θεωρείται παράλογος (unreasonable)».
Υποστηρίζει επίσης ότι «η απόφαση του τέως Γενικού Εισαγγελέα Πέτρου Κληρίδη για την μη προώθηση της ποινικής δίωξης, και την επίλυση των επίδικων ζητημάτων στα αστικά δικαστήρια δεν δέσμευε τον κ. Ερωτοκρίτου… Η συμπεριφορά του κ. Ερωτοκρίτου σε σχέση με την Providencia ήταν απόλυτα συνεπής με την φύση τον χαρακτήρα αλλά και την πρακτική που ακολουθούσε ως Β.Γ.Ε, σύμφωνα με το μαρτυρικό υλικό, και κανένα παράπονο ή ισχυρισμός για παράνομη ή μη ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του ή της συμπεριφοράς του, υπήρξε προηγουμένως με βάση την μαρτυρία του τέως Γενικού Εισαγγελέα Πέτρου Κληρίδη».
«Σε κάθε περίπτωση είναι και εξωπραγματικό νομικά αυτό που αποδίδεται στον κ. Ερωτοκρίτου. Γιατί ο τελευταίος ως έμπειρος νομικός, ένα γεγονός που αναγνωρίστηκε και από τον νυν Γενικό Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη, γνώριζε και γνωρίζει πως είναι Συνταγματικά προνοούμενο ότι οποιαδήποτε απόφαση του υπόκειται σε αναθεώρηση και ανατροπή από τον κ. Κληρίδη οποτεδήποτε. Συνεπώς, δεν θα υπήρχε οποιοσδήποτε αποτελεσματικός σκοπός να επιδιώξει να λάβει απόφαση ενάντια στην θέληση ή την άποψη του νυν Γενικού Εισαγγελέα», προσθέτει.
Εν κατακλείδι, ο κ. Πουργουρίδης αναφέρει ότι «η εισήγηση μου είναι ότι όποια γεγονότα, προσήχθηκαν από την Κατηγορούσα Αρχή ως μαρτυρία εναντίον του κ. Ερωτοκρίτου, από μόνο του το κάθε ένα γεγονός αλλά και συνολικά συνεκτιμούμενα μαζί με την υπόλοιπη μαρτυρία, αυτή, η εναντίον του μαρτυρία ως κατ’ ισχυρισμό της Κατηγορούσας Αρχής περιστατική μαρτυρία, είναι αδύνατη, ανεπαρκής και μη συμπαγής».
Επίσης, αναφέρει «η εν λόγω μαρτυρία δεν μπορεί να οδηγήσει σε καταδίκη καθότι υπάρχουν και άλλες λογικές και/ή πιθανά λογικές εξηγήσεις και/ή ερμηνείες υπέρ του κ. Ερωτοκρίτου που δόθηκαν στο Δικαστήριο, και που εξηγήθηκαν, αναλύθηκαν, και ερμηνεύθηκαν σε έκταση, στην παρούσα γραπτή αγόρευση».
«Το Δικαστήριο συνεκτιμώντας τις ορθά, και με βάση τους νομολογιακούς κανόνες, που και αυτοί αναφέρθηκαν σε έκταση πιο πάνω, δεν πρέπει να καταλήξει ότι αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση, εναντίον του κ. Ερωτοκρίτου, για όλες τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει (κατηγορίες 1,2,3,4,8,9,10) και ως εκ τούτου δεν μπορεί να κληθεί σε απολογία», καταλήγει ο κ. Πουργουρίδης στην αγόρευσή του.
Στη δική του γραπτή και πολυσέλιδη αγόρευση, την οποία επίσης κατέθεσε σήμερα στο Κακουργιοδικείου και την οποία εξασφάλισε το ΚΥΠΕ, ο δικηγόρος της κατηγορούμενης εταιρείας ANDREAS NEOCLEOUS & Co LLC, Γεώργιος Γεωργίου αναφέρει ,μεταξύ άλλων, ότι «δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση για καμμιά από τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη εταιρεία και ζητώ την αθώωση της από αυτό το στάδιο της διαδικασίας».
Ο κ. Γεωργίου σημειώνει ότι η Κατηγορούσα Αρχή προσκόμισε περιστατική μαρτυρία από την οποία θεωρεί ότι μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα που δείχνουν ενοχή των κατηγορουμένων, σημειώνοντας ωστόσο ότι αυτό δεν είναι αρκετό για το Δικαστήριο προκειμένου να καλέσει την κατηγορούμενη εταιρεία σε απολογία.
«Θα πρέπει αυτά τα συμπεράσματα να είναι τα μόνα εύλογα συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν. Δηλαδή, θα πρέπει να αποκλείσετε από αυτό το στάδιο ως μη εύλογη, κάθε άλλη εκδοχή ή πιθανότητα ή συμπέρασμα που προκύπτει από τη μαρτυρία και τα οποία καταδεικνύουν αθωότητα των κατηγορουμένων. Κι αυτό διότι πρόκειται για συμπεράσματα που προκύπτουν από τη μαρτυρία χωρίς να αξιολογηθεί, δηλαδή χωρίς να χρειάζεται να κριθεί η αξιοπιστία των μαρτύρων. Αν τα συμπεράσματα που καταδεικνύουν αθωότητα αποτελούν μια εύλογη εξήγηση ή πιθανότητα και δεν μπορούν να αποκλειστούν, τότε δεν πρέπει να καλέσετε σε απολογία», αναφέρει ο κ. Γεωργίου απευθυνόμενος προς τα μέλη του Δικαστηρίου.
Αναφέρει επίσης ότι «στην υπόθεση μας δεν έχει παρουσιαστεί μαρτυρία και δεν έχετε ξεκάθαρη εικόνα για όλα όσα σχετίζονται με την κατηγορούμενη εταιρεία και τα οποία είναι αναγκαία για να την καλέσετε σε απολογία».
Είναι η εισήγηση μου, προσθέτει, «ότι με την ορθή εφαρμογή των αρχών που θέτει η νομολογία μας για την ερμηνεία του αρθ.74(1)(β) της Ποινικής Δικονομίας, με αναφορά κυρίως στις αρχές που τέθηκαν στις υποθέσεις Azinas και Galbaith το Δ/ριο πρέπει να αποδεχθεί την εισήγηση μου ότι δεν έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση σε καμιά κατηγορία για την εταιρεία».
Παραπέμποντας στις υποθέσεις Whittaker και Goring για τις περιπτώσεις περιστατικής μαρτυρίας και στις υποθέσεις Παναγιώτου και Shaaban Bin Husien, ο κ. Γεωργίου αναφέρει ότι «όταν η μαρτυρία είναι ελλιπής και αδύναμη, ο κατηγορούμενος δεν καλείται σε απολογία και ότι οι εύλογες υποψίες δεν αρκούν για να δημιουργήσουν εκ πρώτης όψεως υπόθεση».
«Για όλους τους λόγους που έχω παραθέσει καλώ το Δ/ριο να απορρίψει το σύνολο των κατηγοριών που αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη εταιρεία και να την αθωώσει από αυτό το στάδιο».
Υπενθυμίζεται ότι τη γραπτή αγόρευσή του κατέθεσε σήμερα στο δικαστήριο και ο δικηγόρος του Ανδρέα Κυπρίζογλου, Ευάγγελος Πουργουρίδης, ενώ ο δικηγόρος του Παναγιώτη Νεοκλέους, Αλέκος Μαρκίδης θα καταθέσει τη δική του αγόρευση στις 27 Ιανουαρίου μετά από σχετικό αίτημα που υπέβαλε σήμερα προς το δικαστήριο και το οποίο έγινε αποδεκτό.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ
Στη γραπτή του αγόρευση του, την οποία εξασφάλισε το ΚΥΠΕ, ο κ. Πουργουρίδης υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι η μαρτυρία που κατατέθηκε στο Δικαστήριο καταδεικνύει ότι η απόφαση του κ. Ερωτοκρίτου να προωθήσει την ποινική δίωξη για την υπόθεση της Providencia «ήταν η επιβαλλόμενη και η ενδεδειγμένη για ένα λογικό Εισαγγελέα, στην βάση του αποδεικτικού υλικού που είχε μπροστά του, στον Αστυνομικό φάκελο για την Providencia».
«Αυτή η προώθηση της ποινικής δίωξης που ήταν απόλυτα δικαιολογημένη με βάση τον συλλεγέν ανακριτικό υλικό έγινε κατόπιν μελέτης για ικανό χρόνο, μέσα σε ένα αναντίρρητο πλαίσιο δημόσιας συζήτησης και Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, που αφορούσαν, κλοπές στην Κύπρο μετοχών αρκετών Ρωσικών Εταιρειών, γεγονός που εξέθετε την χώρα ως κέντρο παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών» προσθέτει.
Αναφέρει ότι «ο συγκεκριμένος λόγος της εμπλοκής του κ. Ερωτοκρίτου, στην μελέτη της υπόθεσης Providencia, ξεκίνησε από το απόλυτα θεμιτό παράπονο του δικηγόρου Αντωνάκη Ανδρέου από την Λάρνακα και που αφορούσε πελάτισσα του, ο οποίος όπως πολλοί άλλοι δικηγόροι σε παρόμοιες περιπτώσεις, απευθύνονταν και απευθύνονται στην Νομική Υπηρεσία για να αποκατασταθεί και ικανοποιηθεί δικαιολογημένο νόμιμο αίτημα. Στη λήψη της τελικής απόφασης, για την προώθηση της ποινικής δίωξης συνέδραμαν και οι 2 πιο πάνω λόγοι νοουμένου πάντα ότι το αίτημα ήταν δικαιολογημένο και νόμιμο», συμπληρώνει.
Σύμφωνα με την αγόρευση του κ. Πουργουρίδη, «ο κ. Ερωτοκρίτου μίλησε ανοιχτά σε ανύποπτο χρόνο και ζήτησε εξηγήσεις για την μη προώθηση της ποινικής δίωξης στην εν λόγω υπόθεση. Όταν του εξηγήθηκαν οι λόγοι, και πάλι σε ανύποπτο χρόνο εξέφρασε την αντίθεση του για την μη ποινική δίωξη. Ο ισχυρισμός ότι ο ίδιος προσπάθησε να αποκρύψει την απόφαση του για προώθηση της ποινικής δίωξης πιο πάνω, είναι ατεκμηρίωτος και ανεδαφικός».
«Η πιο πάνω αθώα, νόμιμη και δικαιολογημένη συμπεριφορά από τον κ. Ερωτοκρίτου δεν κατέστη δυνατόν να αντικατασταθεί με την μαρτυρία που προσήχθη, σε ποινικά επίμεμπτη συμπεριφορά, με οποιουδήποτε άλλου είδους μαρτυρία που κατατέθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή. Το πιο πάνω είναι το μόνο λογικό συμπέρασμα, το οποίο εξάγεται με βάση το μαρτυρικό υλικό της Κατηγορούσας Αρχής και είναι απόλυτα συνεπές με τα όσα αθώα έπραξε ο κ. Ερωτοκρίτου», σημειώνει.
Ο ισχυρισμός, συνεχίζει ο κ. Πουργουρίδης, «ότι υπήρξε παράνομη συμφωνία μεταξύ των κατηγορούμενων για την διάπραξη των αδικημάτων που τους αποδίδονται είναι παντελώς παράλογος (unreasonable). Και αυτό γιατί ένας ικανός αριθμός άλλων προσώπων θα έπρεπε αναγκαία να ήταν μέρος αυτής της συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένου του Δικαστή ο οποίος επιλήφθηκε της αγωγής 3987/2013, του διοικητικού προσωπικού του Πρωτοκολλητείου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, της Διαχειρίστριας της Κεντρικής Τράπεζας, της Μαρίας Κυριακού».
Όπως αναφέρει, «δεν υπήρξε με βάση το μαρτυρικό υλικό προώθηση κανενός ισχυρισμού ότι αυτά τα επιπλέον πρόσωπα ήταν μέρη στην παράνομη συμφωνία, αλλά ούτε και προσήχθη οποιαδήποτε ικανή περιστατική μαρτυρία για οποιονδήποτε από αυτούς. Επομένως, οποιοσδήποτε ισχυρισμός εκ μέρος της κατηγορούσας αρχής ότι υπήρξε τέτοια συμφωνία με την απουσία των πιο πάνω αναφερομένων αδυνατίζει τόσο έντονα μέχρι του σημείου που να θεωρείται παράλογος (unreasonable)».
Υποστηρίζει επίσης ότι «η απόφαση του τέως Γενικού Εισαγγελέα Πέτρου Κληρίδη για την μη προώθηση της ποινικής δίωξης, και την επίλυση των επίδικων ζητημάτων στα αστικά δικαστήρια δεν δέσμευε τον κ. Ερωτοκρίτου… Η συμπεριφορά του κ. Ερωτοκρίτου σε σχέση με την Providencia ήταν απόλυτα συνεπής με την φύση τον χαρακτήρα αλλά και την πρακτική που ακολουθούσε ως Β.Γ.Ε, σύμφωνα με το μαρτυρικό υλικό, και κανένα παράπονο ή ισχυρισμός για παράνομη ή μη ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του ή της συμπεριφοράς του, υπήρξε προηγουμένως με βάση την μαρτυρία του τέως Γενικού Εισαγγελέα Πέτρου Κληρίδη».
«Σε κάθε περίπτωση είναι και εξωπραγματικό νομικά αυτό που αποδίδεται στον κ. Ερωτοκρίτου. Γιατί ο τελευταίος ως έμπειρος νομικός, ένα γεγονός που αναγνωρίστηκε και από τον νυν Γενικό Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη, γνώριζε και γνωρίζει πως είναι Συνταγματικά προνοούμενο ότι οποιαδήποτε απόφαση του υπόκειται σε αναθεώρηση και ανατροπή από τον κ. Κληρίδη οποτεδήποτε. Συνεπώς, δεν θα υπήρχε οποιοσδήποτε αποτελεσματικός σκοπός να επιδιώξει να λάβει απόφαση ενάντια στην θέληση ή την άποψη του νυν Γενικού Εισαγγελέα», προσθέτει.
Εν κατακλείδι, ο κ. Πουργουρίδης αναφέρει ότι «η εισήγηση μου είναι ότι όποια γεγονότα, προσήχθηκαν από την Κατηγορούσα Αρχή ως μαρτυρία εναντίον του κ. Ερωτοκρίτου, από μόνο του το κάθε ένα γεγονός αλλά και συνολικά συνεκτιμούμενα μαζί με την υπόλοιπη μαρτυρία, αυτή, η εναντίον του μαρτυρία ως κατ’ ισχυρισμό της Κατηγορούσας Αρχής περιστατική μαρτυρία, είναι αδύνατη, ανεπαρκής και μη συμπαγής».
Επίσης, αναφέρει «η εν λόγω μαρτυρία δεν μπορεί να οδηγήσει σε καταδίκη καθότι υπάρχουν και άλλες λογικές και/ή πιθανά λογικές εξηγήσεις και/ή ερμηνείες υπέρ του κ. Ερωτοκρίτου που δόθηκαν στο Δικαστήριο, και που εξηγήθηκαν, αναλύθηκαν, και ερμηνεύθηκαν σε έκταση, στην παρούσα γραπτή αγόρευση».
«Το Δικαστήριο συνεκτιμώντας τις ορθά, και με βάση τους νομολογιακούς κανόνες, που και αυτοί αναφέρθηκαν σε έκταση πιο πάνω, δεν πρέπει να καταλήξει ότι αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση, εναντίον του κ. Ερωτοκρίτου, για όλες τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει (κατηγορίες 1,2,3,4,8,9,10) και ως εκ τούτου δεν μπορεί να κληθεί σε απολογία», καταλήγει ο κ. Πουργουρίδης στην αγόρευσή του.
Στη δική του γραπτή και πολυσέλιδη αγόρευση, την οποία επίσης κατέθεσε σήμερα στο Κακουργιοδικείου και την οποία εξασφάλισε το ΚΥΠΕ, ο δικηγόρος της κατηγορούμενης εταιρείας ANDREAS NEOCLEOUS & Co LLC, Γεώργιος Γεωργίου αναφέρει ,μεταξύ άλλων, ότι «δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση για καμμιά από τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη εταιρεία και ζητώ την αθώωση της από αυτό το στάδιο της διαδικασίας».
Ο κ. Γεωργίου σημειώνει ότι η Κατηγορούσα Αρχή προσκόμισε περιστατική μαρτυρία από την οποία θεωρεί ότι μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα που δείχνουν ενοχή των κατηγορουμένων, σημειώνοντας ωστόσο ότι αυτό δεν είναι αρκετό για το Δικαστήριο προκειμένου να καλέσει την κατηγορούμενη εταιρεία σε απολογία.
«Θα πρέπει αυτά τα συμπεράσματα να είναι τα μόνα εύλογα συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν. Δηλαδή, θα πρέπει να αποκλείσετε από αυτό το στάδιο ως μη εύλογη, κάθε άλλη εκδοχή ή πιθανότητα ή συμπέρασμα που προκύπτει από τη μαρτυρία και τα οποία καταδεικνύουν αθωότητα των κατηγορουμένων. Κι αυτό διότι πρόκειται για συμπεράσματα που προκύπτουν από τη μαρτυρία χωρίς να αξιολογηθεί, δηλαδή χωρίς να χρειάζεται να κριθεί η αξιοπιστία των μαρτύρων. Αν τα συμπεράσματα που καταδεικνύουν αθωότητα αποτελούν μια εύλογη εξήγηση ή πιθανότητα και δεν μπορούν να αποκλειστούν, τότε δεν πρέπει να καλέσετε σε απολογία», αναφέρει ο κ. Γεωργίου απευθυνόμενος προς τα μέλη του Δικαστηρίου.
Αναφέρει επίσης ότι «στην υπόθεση μας δεν έχει παρουσιαστεί μαρτυρία και δεν έχετε ξεκάθαρη εικόνα για όλα όσα σχετίζονται με την κατηγορούμενη εταιρεία και τα οποία είναι αναγκαία για να την καλέσετε σε απολογία».
Είναι η εισήγηση μου, προσθέτει, «ότι με την ορθή εφαρμογή των αρχών που θέτει η νομολογία μας για την ερμηνεία του αρθ.74(1)(β) της Ποινικής Δικονομίας, με αναφορά κυρίως στις αρχές που τέθηκαν στις υποθέσεις Azinas και Galbaith το Δ/ριο πρέπει να αποδεχθεί την εισήγηση μου ότι δεν έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση σε καμιά κατηγορία για την εταιρεία».
Παραπέμποντας στις υποθέσεις Whittaker και Goring για τις περιπτώσεις περιστατικής μαρτυρίας και στις υποθέσεις Παναγιώτου και Shaaban Bin Husien, ο κ. Γεωργίου αναφέρει ότι «όταν η μαρτυρία είναι ελλιπής και αδύναμη, ο κατηγορούμενος δεν καλείται σε απολογία και ότι οι εύλογες υποψίες δεν αρκούν για να δημιουργήσουν εκ πρώτης όψεως υπόθεση».
«Για όλους τους λόγους που έχω παραθέσει καλώ το Δ/ριο να απορρίψει το σύνολο των κατηγοριών που αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη εταιρεία και να την αθωώσει από αυτό το στάδιο».
Υπενθυμίζεται ότι τη γραπτή αγόρευσή του κατέθεσε σήμερα στο δικαστήριο και ο δικηγόρος του Ανδρέα Κυπρίζογλου, Ευάγγελος Πουργουρίδης, ενώ ο δικηγόρος του Παναγιώτη Νεοκλέους, Αλέκος Μαρκίδης θα καταθέσει τη δική του αγόρευση στις 27 Ιανουαρίου μετά από σχετικό αίτημα που υπέβαλε σήμερα προς το δικαστήριο και το οποίο έγινε αποδεκτό.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ