powered by inbusiness-news-logo cbn omada-logo celebrity-logo LOGO-PNG-108

Έφυγαν με τα ρούχα που φορούσαν, αφήνοντας πίσω τους κόπους μίας ζωής… Οι ιστορίες πίσω από τις στάχτες

Έφυγαν για να γλιτώσουν από την πύρινη λαίλαπα, παίρνοντας μαζί τους μόνο τα ρούχα που φορούσαν… Άφησαν πίσω τους κόπους μίας ζωής για να γλιτώσουν από τις φλόγες… Μαζί τους έπαιρναν μόνο την ελπίδα, ότι θα επιστρέψουν και θα βρουν όσα άφησαν αλώβητα… Ωστόσο, οι αδηφάγες φλόγες είχαν άλλα σχέδια, αφού στο πέρασμά τους πήραν μαζί τους δύο ανθρώπινες ζωές, έκαψαν ζωντανά ζώα, σπίτια και περιουσίες. Περιουσίες ανθρώπων που πόνεσαν όταν αντίκρισαν το μαύρο στη θέση του πράσινου, τις στάχτες στη θέση των σπιτιών τους, τα καμένα στη θέση των χωραφιών τους.

Οι ιστορίες των ανθρώπων από την φονική πυρκαγιά της Λεμεσού, την περασμένη εβδομάδα προκαλούν ρίγη συγκίνησης, αφού πρόκειται για όλους εκείνους τους ανθρώπους που εδώ και μέρες προσπαθούν με κάθε τρόπο να σταθούν και πάλι στα πόδια τους. Είναι όλα εκείνα τα άτομα, που στο πρόσωπό τους γράφτηκε ο πόνος της καταστροφής…

Νίκος, πατέρας δύο παιδιών στη Λόφου

«Τι δεν βίωσα. Ήμουν δουλειά, μου τηλεφώνησαν ότι έχει φωτιά, ήρθα απευθείας η ώρα 6:30 να πάρω τα παιδιά. Μέχρι να τους πάρω και να επιστρέψω, βρήκα αυτά τα πράγματα (σ.σ. εννοεί τα καμένα). Δεν ανταποκρινόταν κανένας, κανένας. Ήρθαν φίλοι μου να βοηθήσουν, παγιδευτήκαμε εδώ και τηλεφωνούσαμε σε ελικόπτερο και μας ρωτούσαν “για ποιο λόγο παγιδευτήκατε; Γιατί δεν φύγατε;”.

Μείναμε για να σώσουμε όσα μπορούσαμε. Δεν πιάσαμε ούτε και ένα ρούχο για να σωθούμε. Τα ρούχα που φορώ είναι δανεικά. Μας είπαν ότι δεν υπήρχε ελικόπτερο να μας στείλουν. ‘Βρείτε τρόπο να φύγετε’ μας είπαν. Βγήκαμε στις φωτιές, δεν πιάσαμε τίποτα, μόνο τους σκύλους για να μην καούν, κάτι ζώα που είχα κάτω κάηκαν ζωντανά.

Ήρθαμε την επόμενη μέρα, το πρωί και έσβηνα με τις μπουκάλες τις δεκάλιτρες. Βρήκα ένα όχημα από το Λιμνάτη και σβήσαμε τη φάρμα κάτω. Ήρθαν για την καταγραφή και μου είπαν ότι θα είναι δύσκολο να αποζημιωθώ, επειδή δεν ήταν καταγραμμένο το σπίτι. Τους είχα πιάσει αρκετές φορές τηλέφωνο για να γράψω το δρόμο. Δεν είχα πού αλλού να χτίσω, ήταν η μόνη μου περιουσία. Έχω δύο μωρά. Πολύς απλός κόσμος βοήθησε αρκετά».

Δύο νεαροί στη Μαλιά λίγη ώρα μετά το ξέσπασμα της πυρκαγιάς

«Το χωριό έχει εκκενωθεί, όμως εμείς εν μπορούμε να φύγουμε να αφήσουμε το σπίτι της γιαγιάς μας μόνο του. Η Πυροσβεστική τώρα ήρθε. Έκρουσαν τα χωράφια μας, έκρουσαν τα ζώα μας, τα πράγματά μας όλα. Μας έμεινε ένα σκύλος μόνο. Περίπου στις 12:30 ξεκίνησε η πυρκαγιά και όταν ξεκίνησε εμείς ήρθαμε πάνω να σώσουμε ό,τι σώζεται».

Λούσι Άρμστρονγκ και Μπεν, οικογένεια Βρετανών που κάηκε η οικία τους στο Σούνι

«Δεν υπάρχει τίποτα, απολύτως τίποτα. Η κουζίνα που ήταν εκεί, οι τοίχοι όλα έχουν χαθεί. Δεν υπάρχει τίποτα που να τα θυμίζει. Είχαμε ενυδρεία με ψάρια στο σπίτι και τώρα δεν μπορείς να καταλάβεις ότι ήταν εκεί. Είναι απλά απίστευτο.

Ήταν λες και ζήσαμε την αποκάλυψη όταν οδηγούσαμε μακριά από τις φωτιές. Η μυρωδιά ήταν απαίσια και ακόμη και όταν ο ήλιος έκαιγε, ο καπνός ήταν πολύ πυκνός. Είχε μία περίεργη πορτοκαλί λάμψη. Ήταν πολύ περίεργο. Η πυρκαγιά ήταν σχετικά μικρή και είχαμε δει κάποιες πυρκαγιές στη γειτονιά τα προηγούμενα χρόνια και δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο. Η πυρκαγιά επεκτάθηκε και πήρε διάφορες κατευθύνσεις όταν σήκωσε αέρα.

Στην αρχή μείναμε στο σπίτι, όμως ο καπνός άρχισε να μεγαλώνει. Μπήκαμε στο όχημα και πήγαμε σε ένα σημείο που μπορούσαμε να δούμε καθαρά. Είδαμε ότι η φωτιά επεκτάθηκε στο βουνό και είδαμε ότι άρχισε να φτάνει και στο Σούνι. Τότε αποφασίσαμε να μαζέψουμε κάποια πράγματα και να φύγουμε. Δεν υπήρχαν προειδοποιήσεις, μηνύματα, εντολές εκκένωσης, ήταν δική μας πρωτοβουλία. Το είπαμε στους γείτονες που αρχικά δεν το πίστευαν, αλλά μετά τα πράγματα άρχισαν να σοβαρεύουν.

Ένας από τους φίλους μας δεν το πίστευε. Όλοι άρχισαν να πανικοβάλλονται, κανένας δεν ήταν προετοιμασμένος, δεν υπήρχε καμία προειδοποίηση. Δεν είχαμε ρεύμα, μαζεύαμε τα πράγματά μας στα σκοτεινά, είπαμε στο γιο μας να πάρει όσα περισσότερα παιχνίδια χωρούσε σε ένα σακίδιο διαφυγής. Του είπαμε να μείνει ήρεμος, αλλά ήξερε ότι η μαμά και ο μπαμπάς θα τρέχουν στο σπίτι. Προσπαθούσε να παραμείνει ψύχραιμος και να προσποιείται ότι όλα ήταν εντάξει. Ήταν φοβισμένος.

Έχουμε και τρεις σκύλους και προσπαθήσαμε να τα βάλουμε όλα στο αυτοκίνητο. Μέχρι την ώρα που ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε, οι φλόγες είχαν πλησιάσει. Η πυρκαγιά ερχόταν προς εμάς από την πίσω και τη δεξιά πλευρά. Στο τέλος η φωτιά από το πλάι είχε περικυκλώσει το σπίτι μας. Φύγαμε από το σπίτι μας γύρω στις 8:00 το βράδυ και ήταν σκοτεινά. Ήταν ένα από τα πιο τρομακτικά πράγματα που βιώσαμε. Δεν είδαμε ούτε και ένα πυροσβεστικό όχημα. Ήταν όλα στην αρχή του βουνού για να μην φτάσει η πυρκαγιά στην πόλη. Δεν υπήρχε βοήθεια, κανένας δεν ήταν έτοιμος, κανένας δεν μας ενημέρωσε. Αν δεν κάναμε αυτά που κάναμε με δική μας πρωτοβουλία, δεν θα καταφέρναμε να φύγουμε.

Δεν κοιμηθήκαμε το βράδυ. Νιώθαμε μουδιασμένοι και ήταν αρκετά λυπηρό όλες αυτές οι αναμνήσεις που είχαμε να μην υπάρχουν πια. Προσπαθήσαμε να εξηγήσουμε στο γιο μας τι συμβαίνει. Μας είπε ότι δεν του αρέσουν οι πυρκαγιές, επειδή κάηκε το σπίτι μας. Πρέπει να δούμε τι επιλογές έχουμε. Δεν ήρθαμε ξανά αντιμέτωποι με τέτοιες καταστάσεις. Πρέπει να δούμε πως θα λάβουμε βοήθεια από το κράτος ή αν υπάρχει βοήθεια. Δεν έχουμε σπίτι πλέον. Πρέπει να σκεφτούμε τις επιλογές μας ή αν θα το ξαναχτίσουμε. Το σπίτι μας είναι το μοναδικό στο δρόμο μας που έχει καεί εντελώς. Νομίζω ότι σχετίζεται με το γεγονός ότι δίπλα μας υπήρχε χωράφι που δεν είχε καθαριστεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αρπάξει πιο εύκολα φωτιά. Εμείς έχουμε ένα μέρος να μείνουμε, δεν ήταν όλοι το ίδιο τυχεροί.

Δεν κάηκε μόνο το σπίτι μας. Κάηκαν και τα σπίτια φίλων μας, κάποιοι ήταν τυχεροί και γλίτωσαν τα σπίτια τους από τη φωτιά, αλλά αν κάποιος πετάει σπίθες λόγω μίσους ή κάτι, αυτό αλλάζει τις ανθρώπινες ζωές. Είμαστε τυχεροί, έχουμε οικογένεια, όμως κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν κανένα. Είναι πραγματικά τραγικό αυτό που συνέβη σε κάποιους ανθρώπους».

Η έκκληση της οικογένειας Γερολέμου

«Μέναμε στον Άγιο Θεράποντα, ήταν η κύρια μας κατοικία, δεν είχαμε κάτι άλλο. Σε εκείνο το σπίτι ζούσαμε τρεις οικογένειες, τα εγγόνια μου που μεγάλωσα εγώ, τα παιδιά μας μαζί με τις γυναίκες τους και τα παιδάκια τους. Η ζωή μας όλη ήταν τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, μία ζωή προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε τα παιδιά και τα εγγόνια μας.

Τώρα δυστυχώς, δεν έχουμε τίποτε, ήταν η μόνη μας περιουσία για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας. Τώρα δεν έχουμε δυστυχώς κάτι άλλο, ούτε έχουμε τη δύναμη πλέον για να δουλέψουμε και να κάνουμε κάτι άλλο. Φιλοξενούμαστε σε ένα σπίτι το οποίο είναι της αδελφότεκνής μου.

Την ώρα της φωτιάς ήμασταν στη Λεμεσό. Σε κάποια στιγμή, πήραμε ένα μήνυμα ότι θα εκκενωθεί το χωριό. Πήρα στο σπίτι και είπαμε στα παιδιά μας να πάρουν κάποια ρούχα, τα διαβατήρια, τις ταυτότητες και να φύγουν επειδή είχε πυρκαγιά. Δέκα λεπτά μετά, μας παίρνουν πίσω τηλέφωνο ότι η πυρκαγιά ήταν στο δρόμο.

Πήγαμε με την ελπίδα να δούμε αν έχει σωθεί κάτι. Δυστυχώς, δεν έχει σωθεί τίποτα. Έμεινε μόνο στάχτη. Μιλούμε για τους κόπους μίας ολόκληρης ζωής. Δουλεύαμε και δεν έμεινε τίποτε. Μόνο τρεις οικογένειες στο δρόμο.

Για ένα πράγμα που μπορεί να είναι περήφανη η Κύπρος είναι πως ο κόσμος της, στην ανάγκη, είναι εκεί. Δεν σκέφτονται ούτε κόπο, ούτε έξοδα. Εμείς χρειαζόμαστε μία οικονομική βοήθεια για να χτίσουμε ξανά το σπίτι μας».


Ηλίας Μενελάου, η πενταμελής του οικογένεια έμεινε στο δρόμο

«Από εκείνο το βράδυ έχουμε έρθει στο σπίτι του αδελφού της γυναίκας μου στη Ερήμη. Τα παιδιά πιστεύω ότι είναι δυνατά και καταλαβαίνουν. Είναι απίστευτα δυνατά. Είναι δύσκολες μέρες, υπάρχει πολλή κούραση σωματική και ψυχική.

Ήμουν δουλειά στη Λεμεσό και σχόλανα η ώρα 5:00. Από νωρίς άκουσα για τη φωτιά, η γυναίκα μου δούλευε στο Βουνί. Ο γιος μου ο μεγάλος ήταν για πρώτη φορά μόνος στο σπίτι και τα άλλα δύο παιδιά ήταν στη γιαγιά τους στον Άγιο Θεράποντα. Τα παιδιά μου είναι 14, 12 και 5 ετών. Είδαμε ότι υπήρχε φωτιά στη Μαλιά και από νωρίς το Βουνί σκοτείνιασε λες και είχε φωτιά και έπεφταν στάχτες στο χωριό.

Η γυναίκα μου σχόλασε, πήγε σπίτι και μετά από λίγο πληροφορήθηκε ότι στο Βουνί καίγονταν σπίτια. Εμείς ναι μεν θεωρούμαστε ότι μένουμε στο Κοιλάνι, αλλά είμαστε στα μέσα της απόστασης από το Βουνί προς Κοιλάνι. Δέχθηκε τηλεφώνημα από τον κοινοτάρχη και της είπε να φύγει. Με κάλεσε και της είπα το ίδιο, να φύγει. Ήταν σε πανικό. Μετά από λίγο με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι ήταν στην Τρυμίκλινη και ξαλάφρωσα. Όταν έφτασα στην Άλασσα, μου έδειξε ο γιος μου που ήταν η φωτιά με μία φωτογραφία και επειδή ξέρω την περιοχή είπα ότι θα βρεθώ με τη γυναίκα με το γιο μου στο γήπεδο, όπου είχε προγραμματισμένες εξετάσεις ποδοσφαίρου ο γιος μου, θα πάρω τη γυναίκα μου, να πάμε στο σπίτι μας, να πάρουμε το αυτοκίνητό μας και τα σκυλιά. Νόμιζα ότι θα προλάβαινα να επιστρέψω να πάρω μερικά πράγματα, αλλά η πυρκαγιά είχε μπει στο σπίτι. Νιώθαμε ότι τα άλλα παιδιά ήταν ασφαλή στη γιαγιά τους. Δεν πέρασαν πέντε λεπτά και πήραν τηλέφωνο την πεθερά μου και της είπαν να πάρει τα παιδιά και να φύγει.

Εκείνη την μέρα το πρωί κάναμε μία ανάρτηση για τα σκυλιά μας και μας πήρε τηλέφωνο ένας φίλος μου ότι βρήκε δύο σκυλιά σε ένα αμπέλι, πήγαμε με το γιο μου και τα βρήκαμε. Ήταν σαν όαση στην κόλαση. Χαμογέλασαν τα παιδιά. Ο γιος μου, μου είπε ότι μόλις τον είδαν πήδηξαν πιο ψηλά και από τον ίδιο.

Η ανταπόκριση του κόσμου είναι απίστευτη. Μας έδωσε τόση πολλή ελπίδα. Είναι δεν ξέρω αν θα καταφέρω να ανταποκριθώ σε όλους. Έγινε μία έκκληση, όχι από εμάς, ήταν μέσω φίλων μας. Από τον καιρό που πήγαμε στο σπίτι, δεν είχαμε λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά ήμασταν ενήμεροι από τους φίλους. Από τη δεύτερη μέρα είχαμε πει στον κόσμο να σταματήσει να μας στέλνει βοήθεια, επειδή έχουν αγοραστεί αρκετά προϊόντα. Εμείς οι ίδιοι είχαμε πάρει δύο ημιφορτηγά σε άλλους. Είναι καλύτερα να γίνονται συντονισμένα. Από κάποια στιγμή και μετά σταματήσαμε να ζητάμε και ζητήσαμε να μην στέλνουν τρόφιμα και ρούχα. Ο κόσμος θέλει να βοηθήσει, το νιώσαμε».

Άνδρη Θεμιστοκλέους, πυρόπληκτη

«Από τις 11:00 τη νύχτα, κινδύνευε ένας γείτονας να σώσει το σπίτι μου. Τα σπίτια των γειτώνων μου ήταν εντάξει, τους τα γλίτωσα. Αυτός ο άνθρωπος προσπαθούσε να μου σώσει το σπίτι μου. Μου έλεγε ότι το σπίτι σου γίνεται λαμπάδα, πιάσε την Πυροσβεστική. Πήρα στην Πυροσβεστική και όταν πλέον δεν άντεξα και φώναζα ''γιατί δεν μας βοηθάτε';', μου είπε ένας αξιωματικός υπηρεσίας ότι έχουν εντολή από τον Πρόεδρο να μην στέλνουν πυροσβεστικά να σώσουν περιουσίες. Εστείλαν ένα χωρίς νερό για να με κάνουν να σιωπήσω.

Επήαν οι κόποι μιας ζωής, Μόλις το εξόφλησα το σπίτι μου, δοεύλυεα πάρα πολλά χρόνια πολλές ώρες. Και Σαββατοκυρίακα και γιορτές. Ε το τι έμεινε που το σπίτι μου. Αυτό έμεινε από το σπίτι μου. Δεν εστέλναν πυροσβεστικά, μας αφήσαν και γίναμε παρανάλωμα. Το τελευταίο λεπτό με εβγάλαν από το σπίτι από το σπίτι, καήκαν τα ζώα μου. Εκρούσαν τα ρούχα μου, έμεινα με ένα ζευγάρι καμένες παντόφλες».

Σύλβια Κωνσταντινίδου, η οικογένεια έχασε το σπίτι της στο Σουνί-Ζανατζιά

«Χάσαμε το σπίτι μας σε μια καταστροφική πυρκαγιά πριν από λίγες μόνο μέρες. Ακόμη δύσκολα το πιστεύω. Όλα χάθηκαν.

Όλα τα πράγματα που η οικογένειά μας αγαπούσε. Τα έργα τέχνης των παιδιών μας που φυλάγαμε με τόση αγάπη. Τα βιβλία μας, τα παιχνίδια, τα ρούχα, τον αθλητικό εξοπλισμό, τα εργαλεία και τα ηλεκτρονικά είδη. Τις αγαπημένες κιθάρες του συζύγου μου. Τα αναμνηστικά που συλλέγαμε με περηφάνια και φέρναμε σπίτι από τα ταξίδια και τις περιπέτειές μας. Αναμνήσεις και σχέδια του παρελθόντος μας, του παρόντος και των ελπίδων μας για το μέλλον. Όλα τα αφήσαμε πίσω, για να τα καταστρέψει η φωτιά σε λίγα λεπτά, αυτά που χρειάστηκαν χρόνια για να δημιουργηθούν.

Περιμέναμε μια ειδοποίηση εκκένωσης που δεν ήρθε ποτέ. Καμία σειρήνα, καμία αστυνομία, κανένα πυροσβεστικό όχημα ή ελικόπτερο να φανεί ή να ακουστεί. Το Σούνι ουσιαστικά ξεχάστηκε, αφέθηκε στη μοίρα του, σαν οι ζωές μας να ήταν ασήμαντες. Περίπου 1.250 κάτοικοι αφέθηκαν να αντιμετωπίσουν τη φωτιά, που είχε ήδη κάψει 120 χιλιόμετρα γης, καταστρέφοντας 9 άλλα χωριά πριν από εμάς.

Βλέπαμε τον καπνό να γίνεται πιο σκούρος και πυκνός με κάθε λεπτό που περνούσε. Βλέπαμε τις φλόγες να καίνε πιο δυνατά και να πλησιάζουν. Και ακόμη κανένα πυροσβεστικό ή ελικόπτερο στον ορίζοντα.

Χωρίς ειδοποίηση εκκένωσης, αναγκαστήκαμε να κάνουμε μια επιλογή. Να μείνουμε και να αντιμετωπίσουμε την καταστροφική πυρκαγιά ή να τρέξουμε για να σώσουμε τις ζωές μας. Κάποιοι αποφάσισαν να μείνουν και να παλέψουν, αλλά οι περισσότεροι πήδηξαν στα αυτοκίνητά τους και έφυγαν. Απλώς δεν υπήρχε λύση που να συμφέρει όλους. Να φύγεις και να ρισκάρεις το σπίτι σου να καεί. Ή να μείνεις και να ρισκάρεις τη ζωή σου.

Επιλέξαμε να φύγουμε για να σώσουμε τη ζωή μας, και χάσαμε το σπίτι μας. Δύο από τις τέσσερις αγαπημένες μας γάτες έμειναν πίσω. Παλεύοντας να βάλουμε τις άλλες δύο σε κουτί μεταφοράς και αναγκάζοντας τα δύο πανικόβλητα σκυλιά μας μέσα στο αυτοκίνητο.

Τα παιδιά μας ευτυχώς είχαν φύγει πριν από εμάς με τη γιαγιά γύρω στις 8 το βράδυ. Μια απόφαση που υπαγορεύτηκε από το ένστικτο και τον πυκνό καπνό που γέμιζε τον αέρα. Τους ακολουθήσαμε μια ώρα αργότερα στις 9 το βράδυ, όταν η φωτιά ήταν ήδη στο κατώφλι μας.

Περίπου την ίδια ώρα ένας γείτονας μοιράστηκε μια ανάρτηση στο Facebook γραμμένη στα ελληνικά, στις 8.44 το βράδυ, ότι πρέπει να εκκενώσουμε. Μια ανάρτηση στο Facebook. Στα ελληνικά. Στις 8.44 το βράδυ. Αυτή ήταν όλη η προειδοποίηση που πήρε ποτέ το Σούνι.

Φυσικά οι περισσότεροι κάτοικοι δεν κατάφεραν να την δουν, ή ακόμη και να την καταλάβουν, καθώς ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού του Σουνίου – Ζανατζιάς αποτελείται από κατοίκους που δεν μιλούν ελληνικά. Δεν υπήρχε μήνυμα SMS (παρόλο που μας στέλνουν μηνύματα για όλα τα άλλα, συμπεριλαμβανομένων μικρών αλλαγών στο πρόγραμμα συλλογής σκουπιδιών). Καμία σειρήνα, κανένα πυροσβεστικό, καμία βοήθεια και καμία ελπίδα.

Η ανάρτηση ήρθε λιγότερο από μια ώρα πριν καούν τα σπίτια μας, ενώ πολλά άλλα σπίτια στο Σούνι είχαν ήδη καταστραφεί. Μας πήρε πάνω από 40 λεπτά να κατεβούμε τον λόφο που οδηγεί από το Σούνι στο Καντού! Μια διαδρομή που κανονικά θα έπαιρνε πέντε λεπτά.

Πηγαίναμε σημειωτό για να διαφύγουμε πανικόβλητοι από τη φωτιά, αφήνοντας τα πάντα πίσω. Η καταστροφική πυρκαγιά σε κοντινή καταδίωξη, καίγοντας τα σπίτια μας και καταστρέφοντας τα όμορφα δάση μας. Αναρωτιόμασταν αν θα τα καταφέρναμε να βγούμε ζωντανοί και γιατί δεν είχε δοθεί επίσημη ειδοποίηση εκκένωσης. Μήπως αυτό θα ήταν μια άλλη επανάληψη των πυρκαγιών στο Μάτι στην Ελλάδα όπου περίπου 100 άνθρωποι κάηκαν ζωντανοί αδυνατώντας να ξεφύγουν από τη φωτιά. Δόξα τω Θεώ που είχα στείλει τα παιδιά μου πριν.

Αυτές ήταν κάποιες από τις σκέψεις μου καθώς ήμουν παγιδευμένη στην 40λεπτη κίνηση διαφεύγοντας από τις φωτιές ακριβώς πίσω μου. Και που ήταν τα πυροσβεστικά οχήματα; Η αστυνομία; Κανείς;

Οι συζητήσεις έχουν ήδη ξεκινήσει και υπόσχεται πλήρη αποζημίωση στους ανθρώπους που έχασαν τα σπίτια, τις φάρμες και τα μέσα βιοπορισμού τους. Οι συζητήσεις είναι φθηνές και ακόμη δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία ή συγκεκριμένη βοήθεια. Ωστόσο το Σούνι-Ζανατζιά δέχτηκε το χειρότερο χτύπημα. Πάνω από 40 σπίτια έχουν καταστραφεί μόνο στο Σούνι Ζανατζιά, περισσότερα από οποιοδήποτε άλλο χωριό. Πάνω από 45% ζημιά και καταστροφή συμπεριλαμβανομένης της ολικής απώλειας σπιτιών έχει συμβεί στο Σούνι. Υπήρχαν 13 χωριά που επηρεάστηκαν. Από τα 13 χωριά το Σούνι πήρε τις μισές απώλειες και ζημιές. Τις μισές!

Ο λόγος; Ήταν η πλήρης και απόλυτη έλλειψη προειδοποίησης; Ήταν η πλήρης έλλειψη παρουσίας από την πυροσβεστική υπηρεσία και την εναέρια υποστήριξη που είχε ήδη τεντωθεί πέρα από το λεπτό και ήταν εντελώς υποχρηματοδοτημένη; Ήταν το γεγονός ότι η κυβέρνηση ήταν εντελώς απροετοίμαστη και ασυντόνιστη;

Αυτές οι πυρκαγιές συμβαίνουν κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής σεζόν. Πολλές φορές, κάθε χρόνο. Κάθε χρόνο η κυβέρνηση δίνει υποσχέσεις που δεν προτίθεται ποτέ να κρατήσει. Πηγαίνουν σε ειδησεογραφικά κανάλια και ισχυρίζονται ότι είναι προετοιμασμένοι. Δέχονται χρήματα από την ΕΕ και άλλες πηγές, για να βελτιώσουν την ετοιμότητα και την ασφάλειά μας έναντι πυρκαγιών, για ελικόπτερα και πυροσβεστικά οχήματα που δεν αγοράζονται ποτέ. Τώρα κάποιος πρέπει να πληρώσει το τίμημα αλλά θα είναι οι θλιμμένοι κάτοικοι ή η αποτυχημένη κυβέρνηση;

Στην περίπτωση του Σουνίου- Ζανατζιάς μια πλήρης αποζημίωση μόνη της δεν θα επαρκέσει. Εγκαταλειφθήκαμε με την πλήρη έννοια της λέξης. Δεν προειδοποιηθήκαμε, δεν προστατευτήκαμε. Οι ζωές μας και οι ζωές των παιδιών μας τέθηκαν σε μεγάλο κίνδυνο. Αυτό δεν είναι κάτι που θα ξεχάσουμε ή θα συγχωρέσουμε απλώς. Η κοινότητα θρηνεί.

Παραμένουμε στο πλευρό των καμένων χωριών της Κύπρου και όλων των κατοίκων τους. Παραμένουμε στο πλευρό του Σουνίου- Ζανατζιάς».

Πυρόπληκτος επιστρέφει στο σπίτι του

«Επήε το σπίτι μας. Κρούζει το σπίτι μας. Εν έμεινε τίποτε. Εν έμεινε τίποτε. Έγινε στάχτη, έγινε στάχτη. Πέφτουν κομμάθκια, εν μπορώ να πάω πιο κάτω. Έχει τζιαι φωθκιές. Τούτα εν τα χαΐρκα μας τζιαι που να έβρεις το δίκαιό σου;».

@aelimassol @Cyprus @Limassol Cyprus #firefirecyprusfwtia #fwtia #lemesos #katastrofi #limassol #cy #cyprustiktok #cyprusgovernment @Cyprus Government Official #vouni #village #ant1news ♬ Sad Music - Max-Music

;