«Παρά δε τα επιφωνήματα πόνου που έβγαζε το θύμα, οι κατηγορούμενοι με πλήρη αδιαφορία, συνέχισαν την ανελέητη επίθεση»

«Υπό τα περιστατικά της παρούσας, αυτό που έντονα προβάλει είναι πως για ασήμαντο λόγο, ήτοι την είσοδο του θύματος στο διαμέρισμα των Κατηγορουμένων 1 και 2, και μίας αγνώστου περιεχομένου στιχομυθίας, η οποία αναμφίβολα δεν θα μπορούσε να αφορούσε οποιοδήποτε ζήτημα που είχε να κάνει μεταξύ των Κατηγορουμένων 1, 2 και του θύματος, αφού τους ήταν άγνωστος, είχε ως τραγική κατάληξη οι Κατηγορούμενοι 1, 2, 3, 4 και 5 να αφαιρέσουν τη ζωή του θύματος με απάνθρωπο τρόπο, ως κατωτέρω εξηγούμε. Οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 ήταν τα πρόσωπα που αποφάσισαν την τιμωρία του θύματος, γιατί είχε εισέλθει στο διαμέρισμα τους και αυτός ήταν ο κοινός σκοπός που δημιούργησαν εξ αρχής με την κοινή επίθεση τους προς το θύμα, αφού αυτό εισήλθε στο διαμέρισμα τους. Οι Κατηγορούμενοι 3, 4 και 5 αφού μετέβηκαν στο μέρος, ταυτίστηκαν με τον κοινό σκοπό των Κατηγορουμένων 1 και 2, ήτοι της τιμωρίας του θύματος, καθώς και της κοινής τους πρόθεσης να επιφέρουν στο θύμα σωματική βλάβη, με πλήρη αδιαφορία για τις ενδεχόμενες σοβαρές συνέπειες. Οι Κατηγορούμενοι 3 και 4 πρώτοι εντάχθηκαν στον κοινό σκοπό τιμωρίας του θύματος και ακολούθησε στη συνέχεια και ο Κατηγορούμενος 5. Η σοβαρότητα και η ένταση της βίας που ασκήθηκε στα πλαίσια του κοινού σκοπού των Κατηγορουμένων 1, 2, 3, 4 και 5 είναι πρόδηλη, αφού πέραν του θανάτου του θύματος, οι σωματικές βλάβες που επέφεραν στο θύμα αναδεικνύουν το μέγεθος και την έκταση του συμβάντος».

Αυτά ανέφερε μεταξύ άλλων στην κατάληξη του το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας,(Χριστιάνα Παρπόττα Π.Ε.Δ., Χρίστος Ρασπόπουλος Α.Ε.Δ., Παναγιώτης Σαββίδης Ε.Δ), το οποίο επέβαλε ποινές φυλάκισης εννέα ετών σε όλους τους κατηγορούμενους, πλην του κατηγορούμενου τρία που του επιβλήθηκε ποινή επτά ετών, αφού λήφθηκε σοβαρά υπόψη η παραδοχή του, με την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας. Σημειώνεται πως οι κατηγορούμενοι εκπροσωπήθηκαν από τους δικηγόρους Αλέξανδρο Κληρίδη, Στέλιο Χριστοδούλου, Δημήτρη Τσολακίδη, Άντρο Αναστασίου και Λία Δήμου, ενώ την υπόθεση εκ μέρους της Κατηγορούσας Αρχής, χειρίστηκε η Άννα Ματθαίου.

Στην πολυσέλιδη απόφαση του το Ανώτατο, υπέδειξε μεταξύ άλλων πως η ιερότητα της ζωής και η προστασία της αποτελούν την πρώτη, σε ιεράρχηση, μέριμνα κάθε πολιτισμένης κοινωνίας, προσθέτοντας πως τα Δικαστήρια δεσμεύονται με ανάλογο καθήκον προστασίας της ανθρώπινης ζωής και περιφρούρησής της, απόρροια του οποίου είναι η πρόσδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην τιμωρία κάθε φονικής πράξης.

Δυστυχώς, η πλούσια νομολογία για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, καταδεικνύει και την αντίστοιχη συχνότητα διάπραξης τέτοιας φύσης αδικημάτων, καθιστώντας την ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών αυταπόδεικτη και επιβεβλημένη. Η ανάγκη αυτή ενισχύεται από την αυξητική τάση διάπραξης αυτού του αδικήματος, γεγονός για το οποίο αντλούμε δικαστική γνώση από τον αριθμό υποθέσεων που τίθενται ενώπιον μας, αλλά και από τον αριθμό υποθέσεων που βρίσκονται ενώπιον των Δικαστηρίων γενικότερα.

Σε συνέχεια των πιο πάνω, το Δικαστήριο υπέδειξε πως, όπως προκύπτει μέσα από τη νομολογία, η σοβαρότητα του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας, δεν αποτιμάται μόνο μέσα από τις συνέπειες της απώλειας ζωής, αλλά συνυπολογίζονται η τυχόν βαναυσότητα που επιδεικνύεται από τον κατηγορούμενο, η αδιαφορία για τη ζωή του θύματος, καθώς και το μέσο που χρησιμοποιείται για τη διάπραξη του εγκλήματος.

Επί της ουσίας της υπόθεσης, που αφορούσε το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, το Κακουργιοδικείο ανέφερε πως η απαξία της πράξης των κατηγορουμένων, δεν περιορίζεται μόνο στο αποτέλεσμα, το οποίο ήταν η αφαίρεση της ζωής του θύματος, αλλά σαφέστατα επεκτείνεται και στον τρόπο με τον οποίο έδρασαν.

Όπως υπέδειξε, οι πρώτοι δύο κατηγορούμενοι, που ήταν το ζεύγος που διέμενε απέναντι από το φιλικό πρόσωπο του θύματος και με την οποία υπήρχαν προστριβές, εξού και μετέβη στον χώρο για να την βοηθήσει, παρά το γεγονός ότι το θύμα βρισκόταν ακινητοποιημένο στο έδαφος, τόσο εντός του διαμερίσματος, όσο και στην είσοδο αυτού, τον κτυπούσαν πρόσωπο και στο κεφάλι.

Αυτό όμως που επιτείνει τη σοβαρότητα στην παρούσα και συνιστά επιβαρυντικό στοιχείο, είναι η αναλγησία που επέδειξαν όλοι οι κατηγορούμενοι. Τούτο γιατί οι Κατηγορούμενοι 3, 4 και 5 παρά την κατάσταση που επικρατούσε στο μέρος, με το θύμα να βρίσκεται στο έδαφος και από πάνω του να βρίσκεται ο Κατηγορούμενος 2 και παρά το ότι τόσο η Κατηγορούμενη 1, όσο και ο Κατηγορούμενος 2 συνέχισαν να κτυπούν το θύμα με τα χέρια τους αλλά και με κλωτσιές, με το θύμα, εμφανώς να είναι «έρμαιο» των Κατηγορουμένων 1 και 2, τόσο ο Κατηγορούμενος 4, αρχικά, όσο και ο Κατηγορούμενος 3 στη συνέχεια, επέφεραν στο θύμα δυνατά κτυπήματα. Ο μεν Κατηγορούμενος 4 κλωτσώντας το θύμα δυνατά, δύο φορές στο πάνω μέρος του σώματος του θύματος, στην περιοχή της κοιλιάς. Ο δε Κατηγορούμενος 3 επιφέροντας μια ισχυρή γροθιά στην κοιλιά του θύματος. Ο πόνος που αισθανόταν το θύμα από το σύνολο της όλης επίθεσης που δέχθηκε από τους Κατηγορούμενους 1, 2, 3 και 4, εβρισκόμενος στον δεύτερο όροφο της πολυκατοικίας, επιβεβαιώνεται από τα επιφωνήματα πόνου που έβγαζε.

Απάνθρωπη μεταχείριση

Το Δικαστήριο στην απόφαση του, έκανε λόγο για απάνθρωπη μεταχείριση του θύματος από τους κατηγορούμενους, τονίζοντας πως αφού το θύμα έπεσε με δύναμη στο πάτωμα και στο πλατύσκαλο μεταξύ πρώτου και δεύτερου ορόφου, τον τράβηξαν από τα πόδια και τον κατέβαζαν σκαλί με σκαλί, ενώ το κεφάλι του χτυπούσε πάνω σε κάθε σκαλί, μέχρι το ισόγειο της πολυκατοικίας, με πλήρη αδιαφορία στον πόνο που αισθανόταν και τους κινδύνους που ελλόχευαν από την πράξη αυτή.

Παρά δε τα επιφωνήματα πόνου που έβγαζε το θύμα καθ’ όν χρόνο συρόταν στις σκάλες, οι Κατηγορούμενοι 3, 4 και 5 με πλήρη αδιαφορία για το θύμα, συνέχισαν την ανελέητη επίθεση σε αυτό στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου άφησαν το θύμα, στο έδαφος με κατεβασμένο το παντελόνι του, κάτω από τα γόνατα.

Το θύμα, σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, «βρήκε φρικτό και επώδυνο θάνατο», γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται τόσο από τα ιατροδικαστικά ευρήματα της Διευθύντριας της Ιατροδικαστικής Αγγελικής Παπέττας και του ιατροδικαστή Ορθόδοξου Ορθοδόξου, σε όλο το σώμα του θύματος εξωτερικά, ήτοι στο πρόσωπο και στο κεφάλι και εσωτερικά, ήτοι τα κατάγματα πλευρών, και στα αγγεία και όργανα στην κοιλιά του, ευρήματα τα οποία συνηγορούν στο ότι το θύμα δέχτηκε πολλαπλά χτυπήματα, όσο και από την αιτία θανάτου του θύματος, η οποία ήταν αιμορραγικό σοκ, συνεπεία αιμορραγίας από τραυματικές κακώσεις κοιλιακών αγγείων και οργάνων, ήτοι στο ήπαρ και στον δεξιό νεφρό.

Ό,τι άλλο οφείλουμε βεβαίως να τονίσουμε, είναι πως οι κατηγορούμενοι ουδέποτε βρέθηκαν σε κατάσταση αδυναμίας έναντι του θύματος. Αντίθετα, ευρισκόμενοι σε θέση ισχύος έναντι του, αφού είχαν απέναντι τους ένα ανυπεράσπιστο άντρα, κατά πολύ μεγαλύτερο τους, με θράσος και χωρίς αναστολές, του επέφεραν πολλαπλά και επαναλαμβανόμενα δυνατά και βίαια κτυπήματα. Αναδύεται, από τα περιστατικά της κρινόμενης περίπτωσης, έντονο το στοιχείο της αδιαφορίας εκ μέρους των Κατηγορούμενων, για τη ζωή του θύματος.

Δημιουργοί της τιμωρίας οι πρώτοι δύο

Σε ό,τι αφορά την εισήγηση της συνηγόρου της κατηγορούμενης ένας, ότι θα πρέπει να προσμετρήσει υπέρ της ότι τα κτυπήματα που επέφερε αυτή στο θύμα ήταν στην περιοχή της κεφαλής, ενώ η αιτία θανάτου ήταν από κτυπήματα που το θύματα δέχθηκε στην περιοχή της κοιλιάς, δεν βρήκε σύμφωνους τους Δικαστές του Κακουργιοδικείου. Και αυτό διότι, όπως υποδείχθηκε, η κατηγορούμενη με τον σύζυγο της, «ήταν οι δημιουργοί του κοινού σκοπού της τιμωρίας του θύματος» και πρώτοι ξεκίνησαν την υλοποίηση του, με τελικό αποτέλεσμα τον θάνατο του θύματος.

Επίσης, ανέφερε πως με τη συμπεριφορά της κατηγορούμενης, κατά τη μετάβαση στην πολυκατοικία των άλλων κατηγορουμένων και κατά τον χρόνο που αυτοί επιτίθονταν στο θύμα, είτε φωνάζοντας προς το θύμα και εκτοπίζοντας ύβρεις, είτε κλωτσώντας και χτυπώντας τον στο πρόσωπο, ενθάρρυνε και στην ουσία επικροτούσε τη συνέχιση της τιμωρίας του θύματος, αποδεχόμενη και τα οποιαδήποτε αποτελέσματα θα επέφερε η παράνομη πράξη τους.

Θα λέγαμε δε ότι η παρουσία των Κατηγορούμενων 3, 4 και 5 επιδρούσα ως στοιχείο αλληλοενίσχυσης, βοήθησε στην προαγωγή και πραγμάτωση του παράνομου σκοπού των Κατηγορούμενων 1 και 2.

Επίσης απορρίφθηκε και η θέση ότι οι ενέργειες του θύματος συνιστούσαν πρόκληση, ωστόσο λήφθηκε υπόψη στο βαθμό που έπρεπε, το γεγονός ότι το ένας άγνωστος σε αυτούς άντρας, εισήλθε στην οικία τους, καθώς και ότι είχαν μια στιχομυθία η οποία προφανώς σχετιζόταν με την γειτόνισσα τους, με την οποία δεν είχαν γενικά καλές σχέσεις και είχαν επίσης προηγηθεί τα γεγονότα. Επίσης λήφθηκε υπόψη και το στοιχείο της συναισθηματικής φόρτισης και οι περιστάσεις υπό τις οποίες το θύμα εισήλθε στο διαμέρισμα του ζεύγους, ωστόσο όπως υπέδειξε το Κακουργιοδικείο, δεν μπορεί να δικαιολογηθούν οι απεχθείς πράξεις που ακολούθησαν.

Θέση της Υπεράσπισης των Κατηγορούμενων 3 και 5 την οποία αποδεχόμαστε, ήταν πως η αρχική παρουσία των Κατηγορουμένων 3 και 5 αποσκοπούσε στην παροχή βοήθειας. Τούτο μαρτυρείται από το γεγονός, ότι οι Κατηγορούμενοι 3 έως 5 μετέβηκαν στην πολυκατοικία μόνον όταν άκουσαν τον μικρό γιο των Κατηγορουμένων 1 και 2 να φωνάζει «Δέρνουν την μάνα μου, δέρνουν την μάνα μου» και όχι από την αρχή που άκουσαν τις φωνές που προέρχονταν από την πολυκατοικία. Κατά συνέπεια, μας επιτρέπεται να λάβουμε υπόψη μετριαστικά ότι όταν μετέβαιναν στην πολυκατοικία, δεν υπήρξε από μέρους τους οποιαδήποτε προσυνεννόηση ή προσχεδιασμός για τη μετέπειτα αξιόποινη συμπεριφορά τους. Όμως, το γεγονός αυτό, δεν δύναται να διαφοροποιήσει το ουσιώδες του πράγματος που είναι ότι από τη στιγμή που ανέβηκαν στον δεύτερο όροφο μέχρι και το σύρσιμο του θύματος από τις σκάλες, η όλη συμπεριφορά και ενέργειες τους, κατά τα χρονικά σημεία που επεξηγούμε ανωτέρω για κάθε ένα εκ των Κατηγορουμένων 3, 4 και 5, δείχνουν ότι ταυτίστηκαν με τον κοινό σκοπό που μόρφωσαν οι Κατηγορούμενοι 1 και 2, της τιμωρίας του θύματος και την κοινή πρόθεση τους να επιφέρουν στο θύμα σωματική βλάβη.

Επίσης, το Κακουργιοδικείο αξιολογώντας την όλη συμπεριφορά των κατηγορούμενων, δέχθηκε την εισήγηση της υπεράσπισης ότι επρόκειτο για αθέλητη ανθρωποκτονία, υπό την έννοια ότι δεν συνδευόταν από πρόθεση πρόκλησης θανάτου, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα όμως πως οι κατηγορούμενοι αναμφίβολα είχαν υπόψη την πιθανότητα πρόκλησης απρόβλεπτου βαθμού συνεπειών, ίσως μέχρι και θανάτου, με τα κτυπήματα που επέφεραν στο θύμα.

Δειτε Επισης

Τεχνικό πρόβλημα στο οδόφραγμα Αγίου Δομετίου προκάλεσε κυκλοφοριακό κομφούζιο-Στο σημείο η Αστυνομία
Στην 8η θέση πανευρωπαϊκά η Κύπρος στη μείωση αιτήσεων ασύλου το 2024
Απορρίφθηκε η έφεση του ΥΠΑΝ για διαδοχικές ετήσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών
Πάνω από 500 οι αδειοδοτημένες δομές προσχολικής ηλικίας στους καταλόγους ΥΚΕ
Εξέλιξη στην υπόθεση βιασμού της Ν.Τ μετά την ανταλλαγή επιστολών-Εξαιρείται ο Αγγελίδης από τον χειρισμό κατόπιν αιτήματός της
Συνεχίζονται οι απάτες με δήθεν πληρωμή εξωδίκων-Απέσπασαν 14 χιλιάδες από 32χρονη
Εξετάζουν το παρελθόν του 49χρονου και κλειστά κυκλώματα οι Αρχές για την απόπειρα φόνου στην Πύλα
Έκκληση ΥΚΕ στους γονείς να ελέγχουν τους παιδικούς σταθμούς που αφήνουν τα παιδιά τους-Πού εστιάζονται οι έρευνες
Αναβλήθηκε για τις 28 Ιουλίου η δίκη Γιαννάκη
Πρεμιέρα ενώπιον Συνταγματικού για την απόλυση Βαρωσιώτου-Ζήτησε διάταγμα αναστολής ο Δημητριάδης, θα δημοσιεύονται τα πρακτικά