Απόφαση Ανωτάτου: Άκυρο το ένταλμα έρευνας για σημειώσεις στην οικία δεσμοφύλακα, «ουδεμία μαρτυρία, καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας»
12:00 - 24 Ιουνίου 2025

Σημαντική εξέλιξη καταγράφεται στην υπόθεση με την κατάσχεση σημειώσεων από την οικία δεσμοφύλακα τον περασμένο Απρίλιο, αφού το Ανώτατο Δικαστήριο προχώρησε στην ακύρωση του σχετικού εντάλματος έρευνας, σε ό,τι αφορά αυτό το ζήτημα, αφού στην βάση των όσων τέθηκαν ενώπιον του, έκρινε πως δεν υπήρχε μαρτυρία, λέγοντας μεταξύ άλλων, πως από τον όρκο του ανακριτή του ΤΑΕ Αρχηγείου, Μ. Νικολάου, «αφήνεται η εντύπωση ότι παρέχεται στο πρόσωπο που εξουσιοδοτείται για τη διεξαγωγή της έρευνας ανεπίτρεπτα ευρεία διακριτική εξουσία ως προς το τι αυτός θα μπορούσε να αναζητήσει και να παραλάβει».
Σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση που εκδόθηκε πριν από λίγο, κατόπιν αιτήματος της Αστυνομίας υποστηριζόμενου από Ένορκη Δήλωση του Λοχία 3515 Μ. Νικολάου του ΤΑΕ (Ε) Αρχηγείου Αστυνομίας, Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου, εξέδωσε στις 9/4/2025 Ένταλμα Έρευνας, επί τη βάσει εύλογης υποψίας ότι στην οικία και υποστατικά του δεσμοφύλακα βρίσκονται τεκμήρια, ήτοι «χρηματικά ποσά, σημειώσεις, κινητά τηλέφωνα ή άλλες ηλεκτρονικές συσκευές» μέσω των οποίων αποστέλλονται χρήματα. Αφορμή αποτέλεσαν οι ισχυρισμοί κατάδικου, σε σχέση με τις μεταπωλήσεις προϊόντων στις Κεντρικές Φυλακές, στους οποίους ενέπλεξε τρία πρόσωπα.
Ο δεσμοφύλακας, μέσω των δικηγόρων του Αλέξανδρου Κληρίδη και Χλόη Κωνσταντίνου, προσέφυγε στο Ανώτατο, το οποίο έδωσε άδεια, αφού βρήκε πως «υπήρχε συζητήσιμο θέμα σε σχέση με το κατά πόσο στη βάση του συγκεκριμένου μαρτυρικού υλικού που είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δικαιολογείτο η αναζήτηση, γενικά και αόριστα και χωρίς τα εν λόγω αντικείμενα να προσδιοριστούν με την απαιτούμενη επάρκεια και με συγκεκριμένη περιγραφή, σημειώσεων, υπό την έννοια ότι αυτό θα μπορούσε να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι τέτοια αντικείμενα συνδέονται με τα υπό διερεύνηση αδικήματα».
Η πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα, καταχώρισε ένσταση για δέκα λόγους, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων, ότι η έκδοση του υπό εξέταση Εντάλματος Έρευνας είναι καθόλα νομότυπη, έγκυρη και δεόντως αιτιολογημένη.
Το Ανώτατο εξετάζοντας τα όσα είχαν τεθεί ενώπιον του, κατέληξε πως «πέραν του ότι με τον τρόπο που είναι διατυπωμένο το Ένταλμα Έρευνας σε σχέση με τα αντικείμενα με την περιγραφή «σημειώσεις», αφήνεται η εντύπωση ότι παρέχεται στο πρόσωπο που εξουσιοδοτείται για τη διεξαγωγή της έρευνας «ανεπίτρεπτα ευρεία διακριτική εξουσία ως προς το τι αυτός θα μπορούσε να αναζητήσει και να παραλάβει» (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση της Εταιρείας ERA Cyprus Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1051), στον Όρκο ουδεμία αναφορά γίνεται σε σημειώσεις που εύλογα πιστεύεται ότι συνδέονται με αδικήματα, ως ο Νόμος ορίζει».
Επιπρόσθετα, ήταν η κατάληξη του Ανωτάτου πως «στον Όρκο ουδεμία μαρτυρία περιέχεται αναφορικά με την ύπαρξη σημειώσεων οι οποίες σχετίζονται με την υπό διερεύνηση υπόθεση και τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Στον Όρκο δεν αναφέρεται κάτι σε σχέση με αυτές».
Το Ανώτατο υπέδειξε καταγράφει επίσης στην απόφαση του πως «Ως γνωστό, ένα ένταλμα έρευνας στοχεύει στην ανεύρεση και κατάσχεση πραγμάτων που εύλογα πιστεύεται ότι συνδέονται, κατά τον τρόπο που ο Νόμος ορίζει, με αδίκημα που διεπράχθη ή που υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι διεπράχθη ή ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη αδικήματος και όχι η γενικότερη διερεύνηση του αδικήματος μέσω της συλλογής μαρτυρίας που θα οδηγήσει σε περαιτέρω έρευνες. Ή, για να το θέσω διαφορετικά, μοναδικός σκοπός ενός εντάλματος έρευνας είναι η είσοδος σε οικία ή υποστατικό με σκοπό την παραλαβή αντικειμένων τα οποία ήδη συνδέονται με ποινικά αδικήματα, με τους διάφορους τρόπους που καταγράφονται στο Νόμο».
Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων, το Ανώτατο Δικαστήριο κατέληξε πως «ουδεμία μαρτυρία είχε προσκομιστεί μέσω του Όρκου που να δημιουργεί σχετικότητα των αναζητούμενων σημειώσεων με τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Κατά συνέπεια, το επίδικο Ένταλμα Έρευνας, στο βαθμό που είχε εκδοθεί σε σχέση με τις υπό αναζήτηση σημειώσεις που σχετίζονται με την υπόθεση, εκδόθηκε καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του Κατώτερου Δικαστηρίου».
Ως εκ τούτου, το Ανώτατο εξέδωσε Προνομιακό Ένταλμα Certiorari, με το οποίο το Ένταλμα Έρευνας ημερ. 9/4/2025, το οποίο εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ακυρώνεται στην έκταση που αυτό αφορά τις σημειώσεις, κρίνοντας στην ουσία πως τα νόμιμα τεκμήρια που θα έπρεπε να συλλεχθούν με βάση την μαρτυρία, ήταν χρηματικά ποσά, κινητά τηλέφωνα ή άλλες ηλεκτρονικές συσκευές. Επίσης, στην ίδια βάση, ακυρώθηκε και το ένταλμα έρευνας που είχε διενεργηθεί στην οικία δεύτερης ύποπτης.
Σημειώνεται από πλευράς δικηγόρων πως όλες οι σχετικές σημειώσεις, παραλήφθηκαν χωρίς να γίνει καταγραφή στην παρουσία του δεσμοφύλακα όπως προνοεί η διαδικασία ώστε να υπάρχει σχετική υπογραφή του, κάτι που επιβεβαιώθηκε και από τον ανακριτική της υπόθεσης ενώπιον Δικαστηρίου, ο οποίος ανέφερε πως όλα όσα είχαν κατασχεθεί μεταφέρθηκαν στο Αρχηγείο. Τονίζουν δε, πως μετά την μεταφορά τους, δεν έγινε καταγραφή ούτε στην παρουσία του, ούτε και του υποδείχθηκαν για αναγνώριση, ενώ ο κατάλογος δεν φέρει την υπογραφή.
Εκκρεμεί δεύτερη απόφαση
Την ίδια ώρα, το Ανώτατο έδωσε άδεια και καταχωρήθηκε αίτηση αναφορικά με το διάταγμα κατακράτησης τεκμηρίων, αφού φαίνεται να προκύπτει συζητήσιμο θέμα, που αφορά λάθος της Αστυνομίας, η οποία αποτάθηκε σε διαφορετικό δικαστή από αυτόν που είχε εκδώσει το ένταλμα έρευνας.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση «με δεδομένο ότι το υπό έλεγχο Διάταγμα εκδόθηκε από διαφορετικό Δικαστή από το Δικαστή που εξέδωσε το Ένταλμα Έρευνας, εγείρεται συζητήσιμο θέμα σε σχέση με το κατά πόσο το Κατώτερο Δικαστήριο είχε εξουσία, με βάση τα όσα διαλαμβάνονται στο Άρθρο 33 του Κεφ. 155, να το εκδώσει, στο βαθμό που αυτό αφορούσε και αντικείμενα που εντοπίστηκαν από την Αστυνομία στο πλαίσιο εκτέλεσης Εντάλματος Έρευνας, τα οποία (αντικείμενα), όμως, δεν αναφέρονταν στο εν λόγω Ένταλμα».
Σε τοποθέτηση του ο δικηγόρος Αλέξανδρος Κληρίδης, ανέφερε πως η απόφαση που αφορά το ένταλμα έρευνας επί των σημειώσεων, «επηρεάζει αναπόφευκτα και το θέμα με το διάταγμα κατακράτησης σε σχέση με το Άρθρο 33, δεδομένου πως η θέση της Εισαγγελίας ήταν πως νόμιμα κατασχέθηκαν οι σημειώσεις από την οικία του δεσμοφύλακα, με το Ανώτατο να καταλήγει ακριβώς στο αντίθετο».
Οι νομικές εξελίξεις, όπως ανέφερε ο κ. Κληρίδης, «ασφαλώς και επηρεάζουν τις έρευνες της Αστυνομίας που είναι σε εξέλιξη αλλά και της υπόθεσης που καταχωρήθηκε στο Δικαστήριο».