Από κατηγορούμενος στην υπόθεση Μεταξά… ανεξάρτητος ποινικός ανακριτής-Προκλητικοί διορισμοί ΑΑΔΙΠΑ, αποκαλυπτική έρευνα
Ντίνα Κλεάνθους 06:00 - 17 Μαΐου 2025

Όπως πολλές φορές έχει λεχθεί, η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, πρέπει να φαίνεται και τίμια. Ειδικότερα, σε μια εποχή όπου η κοινή γνώμη, για μια σειρά από λόγους, αμφισβητεί την αξιοπιστία και την αμεροληψία των θεσμών, οι οποίοι σε διάφορες περιπτώσεις έδειξαν διστακτικότητα στο να αποδώσουν ευθύνες και να λάβουν αποφάσεις, ώστε να περιορίσουν στο ελάχιστο τα φαινόμενα διαφθοράς, καθώς η πάταξη της σε όλα τα επίπεδα θεωρείται ουτοπία.
Αντιθέτως, αποφάσεις και χειρισμοί σοβαρών υποθέσεων, στις οποίες εμπλέκονταν «βαρυσήμαντα πρόσωπα» που κατέχουν θέσεις, καλλιέργησαν την εντύπωση ότι το σύστημα, πέραν του ότι είναι ανίκητο, βρίσκει τρόπους και παραθυράκια, ώστε να προστατεύει τους «δικούς του», ακόμα και αν αποδεδειγμένα έχουν διαπράξει ποινικά αδικήματα. Αφήνει απροστάτευτους τους καταγγέλλοντες και προστατεύει τους καταγγελλόμενους, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων του κάθε νομοθεσία για προστασία πληροφοριοδοτών και ενεργοποιώντας κάθε μηχανισμό, στέλνοντας ξεκάθαρα μηνύματα στους επόμενους που προτίθενται να προβούν σε καταγγελία ή να διαβιβάσουν οποιεσδήποτε πληροφορίες. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο που πολλές καταγγελίες στην Αρχή κατά της Διαφθοράς, υποβάλλονται ανώνυμα, αφού κρατικοί αξιωματούχοι που αποτελούν γρανάζια του συστήματος, φρόντισαν να σπείρουν τον φόβο των αντιποίνων, διαλέγοντας αφενός λάθος στρατόπεδο και αφετέρου έστησαν τοίχο προστασίας σε όσους θα έπρεπε να διερευνήσουν ή ακόμα και να κατηγορήσουν για διάπραξη ποινικών αδικημάτων.
Στο επίκεντρο ξανά η ΑΑΔΙΠΑ
Στην προκειμένη περίπτωση, στο επίκεντρο τίθεται η Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας (ΑΑΔΙΠΑ), η οποία καταρχάς, όπως λέει και ο τίτλος της, θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη, χωρίς να συνδέεται με οποιοδήποτε τρόπο με τα πρόσωπα που καλείται να διερευνήσει, δηλαδή τα μέλη της Αστυνομίας. Αντί αυτού, στη λίστα των ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών που διορίζει η Αρχή για διερεύνηση καταγγελιών, βρίσκονται πρώην αστυνομικοί, με αποτέλεσμα η γυναίκα του Καίσαρα να μην φαίνεται τίμια. Και αυτό διότι, πέραν του ότι αστυνομικοί καλούνται να διερευνήσουν πρώην συναδέλφους τους στην Αστυνομία που υπηρέτησαν για δεκαετίες, ακόμα και να μην προκύπτει οτιδήποτε μεμπτό σε βάρος ενός αστυνομικού, από τη σχέση και μόνο που υπήρχε, θα υπάρχουν μαύρα σύννεφα πάνω από την έρευνα που διενεργήθηκε, η οποία ενδεχομένως να είναι και εκ των προτέρων καταδικασμένη σε αμφισβήτηση.
Από την άλλη, θεωρείται τουλάχιστον σκανδαλώδες, στην λίστα των ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών της Ανεξάρτητης Αρχής Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας, να βρίσκονται πρώην αστυνομικοί που κατηγορούνταν για ποινικά αδικήματα ή για παραπτώματα που τους υποδείχθηκαν σε δικαστικές αποφάσεις. Πόσω μάλλον, όταν κάποιος κατηγορήθηκε από την ίδια την Αρχή για διάπραξη ποινικών και πειθαρχικών αδικημάτων, ωστόσο στη συνέχεια οι διώξεις αναστάλθηκαν και η ίδια η Αρχή τον διορίζει ως ανεξάρτητο ποινικό ανακριτή για να διερευνήσει άλλα πρόσωπα!
Η ΑΑΔΙΠΑ δεν είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται στο επίκεντρο, αφού και στο πρόσφατο παρελθόν, βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα από τις συντεχνίες των αστυνομικών που κατήγγειλαν σχέσεις ανακριτών με τον υπόκοσμο, ενώ το 2022 είχε γίνει σάλος με βίντεο, όπου ο πρόεδρος της Αρχής συνομιλούσε στο τηλέφωνο με τον τότε Αρχηγό Αστυνομίας, με αφορμή την υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου, όπου διαπιστώθηκε η οικειότητα μεταξύ των δύο... ανεξάρτητων θεσμών, καθώς μεταξύ άλλων ο πρόεδρος ακούγεται να λέει «όπως μου είπες», «ό,τι θέλεις πιάννε με», «με την πρώτη ευκαιρία να κόψω τούτο τον βήχα», κτλ.
Εννέα χρόνια πρόεδρος, 19 αντιπρόεδρος
Η Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας συστάθηκε το 2006 με αντικειμενικό σκοπό να αποτελέσει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό ελέγχου της Αστυνομίας, για ελαχιστοποίηση των κρουσμάτων αυθαιρεσίας και κατάχρησης εξουσίας. Η Αρχή υπάγεται απευθείας στο Υπουργικό Συμβούλιο και δημιουργήθηκε ως ένας ανεξάρτητος μηχανισμός ελέγχου της Αστυνομίας
Από τον Μάιο του 2016 μέχρι σήμερα, δηλαδή εδώ και εννέα χρόνια, πρόεδρος της ΑΑΔΙΠΑ, είναι ο Ανδρέας Πασχαλίδη, πρώην δικαστής του Ανωτάτου. Χωρίς να αμφισβητείται η αμεροληψία του κ. Πασχαλίδη, το γεγονός ότι ανανεώθηκε η θητεία του στα πέντε χρόνια μετά τον διορισμό του και ως εκ τούτου παραμένει στην ίδια θέση για τόσα πολλά χρόνια, αυτό ως γνωστόν ελλοχεύει κινδύνους, λόγω των σχέσεων και τους δεσμούς που μπορεί να αναπτύξει κάποιος, εξού και σε όλες υπηρεσίες και Τμήματα εφαρμόζεται το μέτρο της εναλλαξιμότητας, ώστε να μην προκύπτουν επιρροές.
Σημειώνεται πως ο πρώτος πρόεδρος της Αρχής που διορίστηκε από το Υπουργικό το 2006, ήταν ο νομικός Γιαννάκης Αγαπίου. Μετά τον αδόκητο θάνατο του, τον Ιούλιο του 2010, στη θέση του προέδρου διορίστηκε ο νομικός Ανδρέας Σπυριδάκης, Τον Απρίλιο του 2011, όταν έληξε η θητεία του προέδρου και των μελών της Αρχής, το Υπουργικό προχώρησε στην ανανέωση της θητείας τους.
Από το 2016 και μετά, την θέση κατέχει ο κ. Πασχαλίδης, ενώ στην θέση του αντιπροέδρου της Αρχής βρίσκεται η Δέσποινα Κυπριανού. Θέση την οποία κατέχει από το 2006 μέχρι σήμερα, δηλαδή εδώ και 19 χρόνια, γεγονός που επίσης είναι αξιοσημείωτο. Η κ. Κυπριανού εργάζεται στη Νομική Υπηρεσία από το 2007, ενώ το 2023, σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην σελίδα της Αρχής, έχει προαχθεί σε Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
Από κατηγορούμενος στην υπόθεση «Ορέστη», ανεξάρτητος ποινικός ανακριτής
Όπως έχει προαναφερθεί, στην πλειοψηφία τους οι ανεξάρτητοι ποινικοί ανακριτές που διορίζονται από την Αρχή για διερεύνηση καταγγελιών, προέρχονται από τις τάξεις της Αστυνομίας, γεγονός που δημιουργεί ρωγμές στην εμπιστοσύνη των πολιτών αλλά και των ίδιων των μελών της Δύναμης, που σε διάφορες περιπτώσεις, μέσω των συντεχνιών τους, εξέφρασαν την άποψη πως υπάρχει επιλεκτικότητα ανάμεσα στα υψηλά και χαμηλά δώματα.
Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτό το θέμα που βρίσκεται στο κάδρο αλλά και το γεγονός ότι κάποιοι εκ των ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών έχουν προηγούμενα, τα οποία δεν μπορούν να διαγραφούν και ως εκ τούτου θα έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη από την Αρχή και κατ΄ επέκταση από την Νομική Υπηρεσία, προκειμένου να διαφυλαχθεί το κύρος της ΑΑΔΙΠΑ.
Ενδεικτική είναι η τελευταία περίπτωση που ήρθε εις γνώση μας, η οποία αφορά πρώην κατηγορούμενο στις διώξεις που αποφασίστηκαν για την πολύκροτη υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου που είχε συγκλονίσει την Κύπρο και εξέθεσε ανεπανόρθωτα την Αστυνομία.
Για την υπόθεση, είχε πραγματοποιηθεί έρευνα από την ΑΑΔΙΠΑ, που διόρισε ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές, σε σχέση με τους χειρισμούς των αστυνομικών, σε βάρος των οποίων προέκυψαν σοβαρά λάθη και παραλείψεις. Μετά από αυτά τα ευρήματα, ο τέως Γενικός Εισαγγελέας, Κώστας Κληρίδης, είχε δώσει οδηγίες για ποινική δίωξη δεκαπέντε αστυνομικών. Μία απόφαση που ανέτρεψε το 2021 ο νυν Γενικός Εισαγγελέας, Γιώργος Σαββίδης, ο οποίος είχε αναφέρει πως μετά από νέα μελέτη του μαρτυρικού υλικού, η Νομική Υπηρεσία αποφάσισε πως δεν μπορούν να στοιχειοθετηθούν και ως εκ τούτου ακολούθησαν οι πειθαρχικές διώξεις.
Ανάμεσα στα πρόσωπα που σε βάρος τους υπήρξε εισήγηση για ποινική δίωξη και στη συνέχεια βρισκόταν στην λίστα των κατηγορουμένων στις πειθαρχικές διαδικασίες, είναι πρόσωπο που σήμερα η Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας διόρισε ως ανεξάρτητο ποινικό ανακριτή για διερεύνηση καταγγελιών. Πρόκειται για πρώην στέλεχος της Αστυνομίας, εναντίον του οποίου αποσύρθηκε και η πειθαρχική δίωξη για την υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου (σ.σ η διαδικασία δεν είχε ξεκινήσει), λόγω του ότι είχε αφυπηρετήσει.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειωθεί πως η απόσυρση ή αναστολή μιας ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης, δεν συνεπάγεται με αθώωση. Επίσης, εάν οποιαδήποτε πρόσωπο κατηγορείται ποινικά ή πειθαρχικά, δεν συνεπάγεται με ενοχή.
Επανερχόμενοι στην ουσία του ζητήματος, μπορεί από νομικής πλευράς να μην προκύπτει θέμα, αφού όλοι αθώοι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, εντούτοις είναι τουλάχιστον παράδοξη η απόφαση της ΑΑΔΙΠΑ να συμπεριλάβει στη λίστα της με τους ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές, πρώην αστυνομικό που η ίδια η Αρχή, πριν μερικά χρόνια, εισηγήθηκε την ποινική του δίωξη, καταλογίζοντας του ευθύνες σε σχέση τους χειρισμούς στην πιο πολύκροτη υπόθεση στα χρονικά. Αναίρεσε δηλαδή τον εαυτό της και εξέδωσε από μόνη της «αθωωτική ετυμηγορία», δεδομένου πως δεν δικάστηκε για να αποδείξει το αντίθετο από αυτό που του καταλογιζόταν, κρίνοντας πως δεν προκύπτει οποιοδήποτε θέμα - έστω ηθικό ή δεοντολογικό - στο να διοριστεί ως ανεξάρτητος ποινικός ανακριτής και να διερευνά πρώην συναδέλφους του. Και με πιο απλά λόγια, η ΑΑΔΙΠΑ διόρισε πρόσωπο που κατηγορούσε για λανθασμένους χειρισμούς, να διερευνήσει άλλα πρόσωπα για λανθασμένους χειρισμούς.
Στην εξίσωση δικαστική απόφαση κόλαφος του 2023
Πέραν όμως των πιο πάνω, στην εξίσωση προστίθεται και μια δικαστική απόφαση του 2023, από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας με αριθμό 1445/13, η οποία αφορούσε αγωγή που καταχώρησε δεσμοφύλακας εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, που εν τέλει καταδικάστηκε σε αποζημιώσεις 100 χιλιάδων ευρώ.
Πρόκειται για την υπόθεση αρχιδεσμοφύλακα των Κεντρικών Φυλακών, Κωνσταντίνου Μούζουρα, ο οποίος επί Διεύθυνσης Τρυφωνίδη, που ήταν ανώτερος αξιωματικός της Αστυνομίας, παρουσιάστηκε ως εγκέφαλος εισαγωγής κινητών στις Φυλακές, σε συνεργασία με άλλα μέλη των Κεντρικών και αστυνομικούς. Ο δεσμοφύλακας είχε συλληφθεί και τεθεί υπό κράτηση, ενώ το 2011 καταχωρήθηκε εναντίον του ποινική υπόθεση, η οποία εν τέλει, το 2013, δεν αποδείχθηκε και στην διαδικασία εκ πρώτης όψεως, ο κατηγορούμενος απαλλάχθηκε από όλες τις κατηγορίες.
Μετά την αθώωση του δεσμοφύλακα, ο τότε Γενικός Εισαγγελέας διόρισε δύο ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές ώστε να διερευνηθούν ποινικά αδικήματα, εναντίον του τότε αναπληρωτή των Κεντρικών Φυλακών, Γιώργου Τρυφωνίδη, λειτουργού των Φυλακών και δύο αστυνομικών, εκ των οποίων ο ένας είναι ο νυν ανεξάρτητος ποινικός ανακριτής της ΑΑΔΙΠΑ που γίνεται αναφορά πιο πάνω. Εν τέλει οι ανακριτές εντόπισαν σε βάρος και των τεσσάρων ποινικά αδικήματα και εισηγήθηκαν ποινικές διώξεις, ωστόσο ο τότε Γενικός Εισαγγελέας ανέτρεψε τις εισηγήσεις και δεν προχώρησε σε διώξεις.
Σημειώνεται πως προέκυψε κακόβουλη δίωξη του δεσμοφύλακα, με τον οποίο είχε κόντρα ο Τρυφωνίδης, ενώ αυτή κορυφώθηκε με αφορμή ένα δημοσίευμα που αφορούσε σεξουαλική παρενόχληση, για το οποίο ο Τρυφωνίδης του καταλόγισε ευθύνες για τη διαρροή. Όπως προκύπτει από την εν λόγω απόφαση, με αφορμή την ανεύρεση μεγάλου αριθμού τηλεφώνων μέσα σε ντουλάπι/θυρίδα/locker στα γραφεία του προσωπικού της πτέρυγας 1Α των Φυλακών, ο Τρυφωνίδης και ο λειτουργός των Φυλακών, στοχοποίησαν τον δεσμοφύλακα Μούζουρα και του επέρριψαν αδίκως και κακόβουλα την ευθύνη.
Στην εν λόγω απόφαση, καταγράφεται και το πόρισμα των ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών της ΑΑΔΙΠΑ, όπου μεταξύ άλλων καταλήγει:
--> «Οι Ποινικοί Ανακριτές εισηγήθηκαν ότι υπήρχε επαρκής μαρτυρία για να διωχθεί ο Τρυφωνίδης, για τα αδικήματα κατάχρησης εξουσίας και συνωμοσίας για ανατροπή της Δικαιοσύνης, όταν λάμβανε την απόφαση για να μεταφέρουν τους κατάδικους χχχ και χχχ (οι δύο βασικοί μάρτυρες κατηγορίας) στις Φυλακές Λακατάμιας για λόγους δημόσιου συμφέροντος. {....} Επιπλέον υπήρχε μαρτυρία ότι ο Τρυφωνίδης στα αρχικά στάδια της υπόθεσης άσκησε πίεση στον κατάδικο χχχ να καταθέσει ψευδώς ότι ο δεσμοφύλακας χχχ εμπλέκετο στην μεταφορά των κινητών τηλεφώνων στις Φυλακές».
--> «Εναντίον του αστυνομικού (σ.σ νυν ανεξάρητος ποινικός ανακριτής) οι Ποινικοί Ανακριτές βρήκαν ότι υπήρχε επαρκής μαρτυρία για να διωχθεί για τα αδικήματα της κατάχρησης εξουσίας, της συνωμοσίας για ανατροπή της πορείας της Δικαιοσύνης και επηρεασμό μαρτύρων, παρεμπόδιση σε δικαστική διαδικασία ή αστυνομική έρευνα, δόλο και κατάχρηση εμπιστοσύνης από δημόσιο λειτουργό και παραμέληση υπηρεσιακού καθήκοντος. Ότι δηλαδή κατέθεσε ενόρκως στο Δικαστήριο ψευδή στοιχεία εναντίον του δεσμοφύλακα με σκοπό την παράνομη εξασφάλιση της προσωποκράτησης του. Επιπλέον υπήρχε η μαρτυρία του δεσμοφύλακα χχχ ότι ο εν λόγω αστυνομικός τον απείλησε κατά την ανακριτική του κατάθεση να πει την αλήθεια διαφορετικά θα τον έβαζε φυλακή».
--> Εναντίον του αστυνομικού χχ (σ.σ άλλο εμπλεκόμενο μέλος) οι Ποινικοί Ανακριτές βρήκαν ότι υπήρχε επαρκής μαρτυρία για να διωχθεί για όλα τα διερευνόμενα από τους Ποινικοί Ανακριτές αδικήματα. Υπήρχε μαρτυρία του χχχ ότι τον πίεσε να πει ψέματα και τον απείλησε με διαθεσιμότητα και πράγματι είπε ψέματα. {...} Υπήρχε, δε, μαρτυρία του κατάδικου χχχ ότι ο αστυνομικός του πρότεινε να πιέσει τον χχχ να καταθέσει ότι εμπλέκονταν στην υπόθεση ο δεσμοφύλακας Μούζουρας και ο δεσμοφύλακας χχχ. Επιπλέον υπήρξε μαρτυρία του κατάδικου χχχ ότι οι αστυνομικοί ανακριτές τον πιέζαν να κατονομάσει τους κατηγορούμενους ότι αυτοί έβαζαν τα κινητά στις Φυλακές».
Πέραν των πιο πάνω, στην βάση των όσων τέθηκαν ενώπιον του, το Δικαστήριο κατέληξε πως:
--> «Ο Τρυφωνίδης, παρόλη την απόσπασή του ως Αναπληρωτής Διευθυντής των Φυλακών, συνέχιζε να διατηρεί τη θέση του, ως ανώτερος αξιωματικός της Αστυνομίας. Τούτο είναι σημαντικό, όχι θεωρητικά, αλλά πρακτικά στην παρούσα υπόθεση, λόγω του ότι ο Τρυφωνίδης ήταν ιεραρχικά ανώτερος, ακόμα και από τον επικεφαλής της Ανακριτικής Ομάδας (σ.σ νυν ανεξάρτητο ποινικό ανακριτή της ΑΑΔΙΠΑ). Συμμετείχε, δε, στο Πειθαρχικό Συμβούλιο Αστυνομικών, με ό,τι τούτο σήμαινε για το πως οι υφιστάμενοί του, μέλη της Ανακριτικής Ομάδας, τον αντίκριζαν. Έχοντας πτυχίο νομικής και εμπειρία διερεύνησης αστυνομικών υποθέσεων, είναι πιο πιθανόν παρά όχι, στη βάση της μαρτυρίας που άκουσα, να επηρέασε τον τρόπο διεξαγωγής της αστυνομικής ανάκρισης τόσο, ώστε να καταστήσει αυτήν εγγενώς πλημμελή».
--> «Δεν επέτρεψε στους ποινικούς ανακριτές κατά τον πρώτο τους διορισμό το 2011 και πριν την αθώωση του δεσμοφύλακα, να έχουν πρόσβαση στις Φυλακές, με ό,τι τούτο συνεπάγετο, ιδιαίτερα σε σχέση με την πρόσβαση στους βασικούς μάρτυρες κατηγορίας στην υπόθεση. Σήμαινε, επίσης, μη πρόσβαση των ποινικών ανακριτών στη σκηνή των αδικημάτων».
--> «Καταλήγω, λοιπόν, ότι το κίνητρο ή ελατήριο του Τρυφωνίδη σε σχέση με τον δεσμοφύλακα, ήταν άλλο από την προσαγωγή των πραγματικών υπόπτων και ενόχων ενώπιον της δικαιοσύνης. Ήταν, δηλαδή, να τον στοχοποιήσει και ή να τον φιμώσει και ή να τον καταστήσει παράδειγμα προς αποφυγήν»
--> «Η διερεύνηση της υπόθεσης από την Ανακριτική Ομάδα (σ.σ επικεφαλής της οποίας ήταν ο νυν ανεξάρτητος ποινικός ανακριτής της ΑΑΔΙΠΑ) ήταν τόσο πλημμελής που κατέληξε ελλιπής και δεν θα μπορούσε να στηρίξει συμπέρασμα εύλογης και πιθανής αιτίας».
--> «Κάθε πολίτης σε ένα κράτος δικαίου πρέπει να κοιμάται ήσυχος ότι η υπόθεσή του θα διερευνηθεί από την Αστυνομία δίκαια και αμερόληπτα και ότι οι θεσμοί της Δημοκρατίας θα λειτουργήσουν- όχι για να τον πλήξουν- αλλά για να λάμψει η αλήθεια και να υπερισχύσει το δίκαιο».
Και οι δύο ανεξάρτητοι ποινικοί ανακριτές
Παρά την υπόδειξη ποινικών αδικημάτων και τα όσα καταγράφονται στην απόφαση, σε συνδυασμό με την υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου, η Ανεξάρτητη Αρχή Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας, έκρινε πως δεν προκύπτει ζήτημα σε ό,τι αφορά το πρώην μέλος της Αστυνομίας, ενώ στη λίστα βρισκόταν και ενδεχομένως ακόμη να βρίσκεται και ο πρώην αναπληρωτής Διευθυντής των Κεντρικών Φυλακών, Γιώργος Τρυφωνίδης.
Πέραν όμως των πιο πάνω, σε διάφορες περιπτώσεις υπήρξαν καταγγελίες και αναφορές για το παρελθόν και άλλων πρώην αστυνομικών, που χρησιμοποιούνται πλέον ως ανεξάρτητοι ποινικοί ανακριτές. Ανάμεσα σε αυτές ήταν:
-Πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της Αστυνομίας που σε βάρος του υποδεικνύονται ποινικά αδικήματα για την πολύκροτη υπόθεση του Θανάση Νικολάου, ήταν στην λίστα ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών.
-Γιος ανεξάρτητου ποινικού ανακριτή συνελήφθη για μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών, εντούτοις δεν ενημερώθηκε ο Εισαγγελέας για εξαίρεση του πρώην αξιωματικού αφού τίθετο θέμα σύγκρουσης συμφέροντος.
-Ποινικός ανακριτής στο παρελθόν συνελήφθη και διερευνάτο για κλοπή από τυφλό λαχειοπώλη για 1000 ευρώ.
Επιστράτευσε ψευδομάρτυρα
Επιπρόσθετα, στην λίστα των ποινικών ανακριτών ήταν και το όνομα πρώην ανώτερου υπαστυνόμου, ο οποίος εμμέσως πλην σαφώς, κρίθηκε από το Δικαστήριο πως «έστησε» μάρτυρα ώστε να υποστηρίξει την εκδοχή του σε υπόθεση τροχαίου, στην οποία ήταν παραπονούμενος και κατηγορούμενη μια γυναίκα.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση, στα πλαίσια της δίκης, εμφανίστηκε πρόσωπο που αποφάσισε να δώσει κατάθεση, που έγραψε μόνος του, δύο χρόνια μετά το τροχαίο και μετά από τυχαία συνάντηση που είχε με τον αστυνομικό σε υπεραγορά. Όπως ισχυρίστηκε, ο μόνος λόγος που ήρθε στο Δικαστήριο είναι από ηθική υποχρέωση για να φανεί η αλήθεια, ενώ ερωτηθείς γιατί δεν πήγε να καταθέσει σχετικά με αυτά που είδε, ανέφερε ότι δεν ήθελε προβλήματα ούτε καθυστερήσεις με τα Δικαστήρια.
Εντούτοις η μαρτυρία του απορρίφθηκε από το Δικαστήριο, με τα πυρά να αγγίζουν το πρώην μέλος της Αστυνομίας, αφού όπως καταγράφεται στην απόφαση: «Ο ΜΚ6 ολοφάνερα ήρθε στο Δικαστήριο προετοιμασμένος από τον παραπονούμενο τον οποίο και ήθελε έντονα να βοηθήσει. {...} Παρά το ότι ήταν μάρτυρας στο δυστύχημα ως ισχυρίζεται, δεν ήθελε να δώσει μαρτυρία ούτε κατάθεση για να μην καθυστερεί και να μπλέκει με τα Δικαστήρια, χωρίς να νοιώθει καμιά τύψη συνείδησης. {...} Προκύπτει δε από την μαρτυρία του ότι από την θέση που βρισκόταν σταθμευμένος, κατά τον ισχυρισμό του, δεν είχε οπτική επαφή με την σκηνή του δυστυχήματος. {...} Ο εν λόγω μάρτυρας κρίνεται ως πλήρως αναξιόπιστος και ότι ήρθε στο Δικαστήριο εξυπηρετώντας τον παραπονούμενο ο οποίος ήταν και το πρόσωπο που τον έπεισε τελικά να καταθέσει».
Εν τέλει, το Δικαστήριο αθώωσε την κατηγορούμενη και κατέληξε πως ο παραπονούμενος, πρώην ανώτερος υπαστυνόμος, ευθύνεται για το τροχαίο. «Κρίνω ότι γενεσιουργός αιτία του επίδικου δυστυχήματος ήταν η απόφαση του παραπονουμένου να διασταυρώσει τον δρόμο διά μέσου των σταθμευμένων αυτοκινήτων που αναμέναν στο κόκκινο φανάρι, με τον τρόπο που αυτός επιχείρησε την διασταύρωση, δηλαδή χωρίς να ελέγξει αν ήταν ασφαλές να πράξει τούτο».
«Τίθεται θέμα ασυμβίβαστου»
Κληθείς να τοποθετηθεί επί των ζητημάτων που προκύπτουν, από νομικής άποψης, ο δικηγόρος Δημήτρης Απαισιώτης, θέλησε αρχικά να αναφέρει πως σε σχέση με τον αξιωματικό που κατηγορείτο για την υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου, αυτός «αφυπηρέτησε πρόσφατα, με αποτέλεσμα να μην αντιμετωπίσει τις πειθαρχικές κατηγορίες που του είχε προσάψει η Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων ως υπεύθυνος ΤΑΕ Λευκωσίας».
Όπως εξήγησε, «αρχικά ήταν ύποπτος διάπραξης ποινικών αδικημάτων, με υπογραφή του τότε Γενικού Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη. Στην συνέχεια απαλλάχτηκαν όλα τα μέλη της Αστυνομίας από το ποινικό κατηγορητήριο με οδηγίες του νέου Γενικού Εισαγγελέα κ. Γιώργου Σαββίδη και παραπέμφθηκε ένας αριθμός (όχι όλα τα μέλη της Αστυνομίας) για πειθαρχική δίωξη με οδηγίες του προέδρου της ΑΑΔΙΠΑ. Όταν η ΑΑΔΙΠΑ παραπέμψει τον φάκελο διερεύνησης στον Αρχηγό Αστυνομία με την απόφαση της για πειθαρχική δίωξη συγκεκριμένου μέλους της Αστυνομίας, ο Αρχηγός Αστυνομίας υποχρεούται να προχωρήσει σε πειθαρχική δίκη εναντίον του».
Θέση του δικηγόρου, όσον αφορά το ασυμβίβαστο του να ήταν αξιωματικός της Αστυνομίας, πειθαρχικά διωκόμενος με απόφαση της ΑΑΔΙΠΑ και στην συνταξιοδότηση του να διοριστεί ως ανακριτής στην ΑΑΔΙΠΑ και να διερευνά καταγγελίες εναντίον μελών της Αστυνομίας, είναι πως:
«Σύμφωνα με τον περί Αστυνομίας (Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων) Νόμος του 2006 (Ν.9(I)/2006) ως έχει τροποποιηθεί, και συγκεκριμένα με βάσει το άρθρο 3(1)(γ): ''Ως ανακριτές διορίζονται από την Αρχή πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και ήθους, ανωτάτου επαγγελματικού και ηθικού επιπέδου με γνώσεις και εμπειρίες σε θέματα ανακρίσεων και τα οποία επιλέγονται από κατάλογο που καταρτίζεται από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας''. Διαπιστώνεται ότι η εν λόγω νομοθεσία προβλέπει συγκεκριμένα προσόντα, τα οποία θα πρέπει να κατέχει πρόσωπο κατά τον χρόνο τον οποίο θα διοριστεί ως ανακριτής στην ΑΑΔΙΠΑ και προσθέτω και κατά την διάρκεια της εργοδότησης του. Στρεφόμενος στην συγκεκριμένη περίπτωση. Αξιωματικός της Αστυνομίας που αντιμετώπιζε πειθαρχικές κατηγορίες για την υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου, αλλά η συγκεκριμένη πειθαρχική δίκη εναντίον του δεν άρχισε, τότε ο εν λόγω αξιωματικός τεκμαίρεται αθώος. Ως μέλη της Αρχής διορίζονται άτομα εγνωσμένου κύρους και ήθους, από τα οποία δύο τουλάχιστον πρέπει να είναι νομομαθείς ανώτατου επαγγελματικού και ηθικού επιπέδου. Ένα από τα μέλη δυνατόν να είναι πρώην Ανώτερος Αξιωματικός της Αστυνομίας, το οποίο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου στο εξής θα καλείται «μέλος της Αρχής που προέρχεται από την Αστυνομία».