Ατέρμονη αναζήτηση ευθυνών για την νεανική παραβατικότητα-Έξαρση λόγω αποτυχίας στην πρόληψη
06:00 - 18 Μαΐου 2025

Θυμός, αντίδραση, νεανική τρέλα, αδιαφορία για τις επιπτώσεις ή μήπως κάτι πιο βαθύ, που αφορά μια παταγώδη αποτυχία των Αρχών και ευρύτερα της κοινωνίας; Επεισόδια με συμμετοχή νέων και ανήλικων παιδιών, μαθητές που καίνε το γραφείο διευθύντριας σχολείου και νεαροί που επιτίθονται σε ντελιβεράδες, ίσως και για πλάκα. Όλα αυτά και ακόμη περισσότερα συνθέτουν το παζλ αυτού που χαρακτηρίζεται ως νεανική παραβατικότητα και επιχειρείται να παταχθεί μέσω νομοσχεδίων και συζητήσεων επί συζητήσεων.
Το τελευταίο περιστατικό με μαθητές να καίνε το γραφείο της διευθύντριας, έρχεται να προστεθεί σε άλλα που φανερώνουν μια άκρως ανησυχητική κατάσταση. Πέρα από τις συναντήσεις και τις συζητήσεις, υπάρχουν τα ίδια τα παιδιά, ο ρόλος της οικογένειας, του σχολείου, των διωκτικών αρχών, αλλά και του ίδιου του Κράτους.
Μετά από κάθε σοβαρό περιστατικό, όπως τα επεισόδια το βράδυ της Ανάστασης, αλλά και άλλων παρόμοιας φύσης, διαπιστώνεται ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη συνεννόησης μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών. Αρμόδιες υπηρεσίες υπάρχουν, άλλες έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα, άλλες τιμωρητικό και κατασταλτικό. Ωστόσο, παρατηρείται κενό στη μεταξύ τους επικοινωνία. Το ίδιο κενό – καθώς και η μη ταύτιση απόψεων – αποτυπώνεται μετά από κάθε σοβαρό επεισόδιο με εμπλοκή νεαρών ή ανήλικων, όταν αναζητούνται ευθύνες. Και τότε, η εύκολη απάντηση είναι ότι φταίνε οι ίδιοι οι νέοι, χωρίς όμως κανείς να αναλαμβάνει ευθύνη, ούτε για όσα έγιναν, ούτε για όσα δεν έγιναν, ώστε να αποτραπεί το επόμενο περιστατικό. Στην Κύπρο, σχεδόν πάντα τρέχουμε πίσω από τα γεγονότα, αντί να τα προλαβαίνουμε.
Την ίδια ώρα, στο επίκεντρο της συζήτησης τίθενται οι τιμωρίες, οι οποίες - όταν πρόκειται για νέα και κυρίως ανήλικα παιδιά – θα έπρεπε να αποτελούν έσχατη λύση και όχι αυτοσκοπό. Παρά ταύτα, όλες οι ενέργειες και συζητήσεις αποσκοπούν στην αυστηροποίηση των ποινών. Το ερώτημα, όμως, που τίθεται είναι, με τις υπάρχουσες συνθήκες, με την έλλειψη κατάλληλων υποδομών για κράτηση ανηλίκων και με τις συνθήκες που επικρατούν πλέον στις Φυλακές, οι οποίες δεν φαίνεται εκ των αποτελεσμάτων να έχουν σωφρονιστική πολιτική αλλά υπάρχει μόνο η αστυνόμευση, μπορεί η τιμωρία να φέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα; Ίσως το καλύτερο «φάρμακο» να είναι η εστίαση στην πρόληψη, μέσα από την εκπαίδευση των παιδιών και τις ουσιαστικές συζητήσεις τόσο με τα ίδια όσο και με τους γονείς τους. Για να πετύχει αυτό βέβαια, θα πρέπει οι αρμόδιοι να είναι σε θέση να δουν το πρόβλημα πίσω από οποιαδήποτε παραβατική συμπεριφορά και με ανθρωποκεντρική προσέγγιση, να δουλέψουν πάνω σε αυτό, ώστε να υπάρξει η σωστή καθοδήγηση στους ανθρώπους που χτίζουν το μέλλον του αύριο. Εξάλλου, όπως είπε κάποτε ο σπουδαίος συγγραφέας, Βίκτωρ Ουγκώ, «εκεί που ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μια φυλακή».
Είναι για αυτό το λόγο εξάλλου, που σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως η επιστολή του υπουργού Δικαιοσύνης, Μάριου Χαρτσιώτη, προς το Ανώτατο Δικαστήριο, ώστε να εκδικάζονται σε σύντομο χρονικό διάστημα οι υποθέσεις που σχετίζονται με την παραβατική συμπεριφορά από νέους. Πέραν του ότι μια διαδικασία στο Δικαστήριο δεν ακολουθείται με βάση τις οδηγίες του υπουργού Δικαιοσύνης, αφενός γιατί πρόκειται για ανεξάρτητο θεσμό που βασίζεται στο γράμμα του νόμου και αφετέρου ο οποιοσδήποτε κατηγορούμενος έχει συνταγματικά δικαιώματα που μπορεί να διεκδικήσει, ανεξαρτήτως εάν θα υπάρξει καθυστέρηση στη δίκη, θα μπορούσε να λεχθεί πως η τοποθέτηση του υπουργού Δικαιοσύνης, δείχνει πόσο μακριά είναι ορισμένοι αρμόδιοι από την εξεύρεση τρόπων για μείωση του προβλήματος. Και αυτό διότι, ο υπουργός Δικαιοσύνης, παρά το γεγονός πως είναι πολιτικός προϊστάμενος του Σωφρονιστικού Ιδρύματος της χώρας (!), επικεντρώνεται στην τιμωρία των παραβατών και θεωρεί πως το μοναδικό πρόβλημα είναι η αργή απονομή της Δικαιοσύνης.
Με αυτό το σκεπτικό, που θα έλεγε κανείς πως δεν συνάδει με την πολιτική της Κυβέρνησης που με κάθε ευκαιρία τονίζει πως ακολουθείται ανθρωποκεντρική προσέγγιση σε όλα τα ζητήματα, ο Μάριος Χαρτσιώτης δεν θα έπρεπε να αποστείλει επιστολή στο Ανώτατο για σύντομη εκδίκαση των υποθέσεων, αλλά να προκηρύξει διαγωνισμό, ώστε να χτιστούν άλλες δέκα πτέρυγες στις Φυλακές ή ακόμη και νέες Φυλακές σε κάθε επαρχία. Διαφαίνεται πως μόνο από αυτή την τοποθέτηση, το αρμόδιο Υπουργείο επικεντρώνεται στο μετά και όχι στο πριν, δηλαδή την πρόληψη. Και όσο δεν υπάρχει πρόληψη, τόσο μεγαλύτερη είναι και θα είναι η έξαρση, όχι μόνο σε αυτά τα φαινόμενα, αλλά και σε άλλα αδικήματα. Εάν στόχος είναι απλά η τιμωρία των ανηλίκων ή των νέων με παραβατική συμπεριφορά, τότε αυτόματα η πολιτεία θα πρέπει να αποδεχθεί την αποτυχία της.
Η αδυναμία όμως των αρμόδιων αρχών, δεν αποτυπώνεται μόνο στη διαχείριση της νεανικής παραβατικότητας, αλλά και σε περιπτώσεις όπου τα παιδιά είναι θύματα – και όχι θύτες. Θύματα, πολλές φορές, των ίδιων των ανθρώπων που έχουν καθήκον να τα προστατεύουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόσφατο περιστατικό στη Λάρνακα, όπου πέντε παιδιά υπέστησαν κάθε είδους κακοποίηση και ζούσαν κυριολεκτικά σε συνθήκες «κολαστηρίου». Κανείς δεν επενέβη εγκαίρως για να τα σώσει και όταν το θέμα αποκαλύφθηκε στα τέλη Μαρτίου, άρχισε πάλι το γαϊτανάκι των ευθυνών και των ερευνών. Παρά τη σοβαρότητα της υπόθεσης, μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία ουσιαστική ενημέρωση από την έρευνα που διέταξε το Υφυπουργείο Πρόνοιας, η οποία και πάλι στοχεύει στο να διαπιστώσει αν υπήρξαν κενά και παραλείψεις.
Αναμφίβολα, οι λειτουργοί των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας δεν φέρουν κατ’ ανάγκη την αποκλειστική ευθύνη. Όμως, εάν δεν υπήρχαν κενά, παραλείψεις και αμέλειες, ίσως αυτά τα παιδιά να είχαν γλιτώσει πολλά από όσα βίωσαν.
Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για τα παιδιά που εμπλέκονται σε περιστατικά νεανικής παραβατικότητας. Μπορεί να μη βιώνουν κακοποίηση ή άσχημες συμπεριφορές, όμως και αυτά είναι θύματα. Θύματα ενός συστήματος που αποτυγχάνει να τους προσφέρει ασφάλεια και στήριξη, ώστε να αποτρέπονται παραβατικές συμπεριφορές.