Η αναφορά του Προέδρου, η κοινωνική ανάγκη για διαφάνεια και οι υπερεξουσίες
06:00 - 21 Νοεμβρίου 2024
Σε δύσκολη πολιτικά θέση έφερε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας η απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου να απορρίψει την αναφορά του για τον νόμο του Πόθεν Έσχες, επειδή συμπεριλάμβανε τον Γενικό και τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα. Ο Πρόεδρος προχώρησε με κατάθεση της αναφοράς, κατόπιν εισήγησης των νομικών του συμβούλων, οι οποίοι όμως ήταν οι άμεσα επηρεαζόμενοι και είχαν εκδηλώσει από τα πρώτα στάδια της νομοθετικής διαδικασίας στη Βουλή τη διαφωνία τους με την συμπερίληψη των δικών τους αξιωμάτων, με την στάση τους να εξοργίζει, μάλιστα, κάποιους βουλευτές.
Η πολιτική ερμηνεία της απόφασής του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου κινείται σε δύο επίπεδα, όπως φάνηκε και από τις πρώτες κομματικές αντιδράσεις. Το πρώτο είναι πως ο Γενικός και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας δεν δικαιούνται την ειδική μεταχείριση που ζητούσαν μέσα από την αυτορρύθμιση που πρότειναν προς την Επιτροπή Θεσμών της Βουλής, επειδή δεν είναι δικαστές, και το δεύτερο ότι η περισσότερη διαφάνεια και η περισσότερη λογοδοσία δεν είναι αντίθετες με το Σύνταγμα του κράτους, αλλά αντιθέτως ενισχυτικές στον ρόλο των ανεξάρτητων θεσμών.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Άλλο οι δικαστές, άλλο οι Εισαγγελείς-Με βούλα Ανωτάτου υποχρεούνται να υποβάλουν Πόθεν Έσχες Γενικός και Βοηθός Εισαγγελέας
Δεν έγινε γνωστό κατά πόσον ο Νίκος Χριστοδουλίδης συμφωνούσε όντως με την πεποίθηση των Εισαγγελέων ότι η συμπερίληψη δικής τους υποχρέωσης για υποβολή δήλωσης Πόθεν Έσχες ήταν προβληματική ή αν, ως θεματοφύλακας του κράτους, θεώρησε ότι έπρεπε να θωρακίσει συνταγματικά την νομοθεσία, από την στιγμή που του παρουσίασαν ζήτημα συνταγματικότητας. Τα σκάγια, όμως, τον πιάνουν έτσι κι αλλιώς, αφενός επειδή υιοθέτησε -για να μπορεί να καταθέσει την αναφορά- την επιχειρηματολογία τους και αφετέρου επειδή ήρθε σε αχρείαστη ρήξη με την Βουλή για ένα ζήτημα αρχής.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Δικαιωμένη η πλευρά της Βουλής για το Πόθεν Έσχες των Εισαγγελέων-«Προάγεται η διαφάνεια και η λογοδοσία»
Δεν πέρασε, άλλωστε, και πολύς καιρός από την απόφαση παύσης του τέως Γενικού Ελεγκτή, η οποία λήφθηκε ως πολιτική συμμόρφωση στην δικαστική απόφαση, κατόπιν αίτησης του Γιώργου Σαββίδη και του Σάββα Αγγελίδη κατά του Οδυσσέα Μιχαηλίδη και όχι του Νίκου Χριστοδουλίδη, ώστε να ξεχαστεί από τα κόμματα και την κοινή γνώμη. Και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας βρέθηκε και πάλι ευθυγραμμισμένος με τους δύο λιγότερο δημοφιλείς ανεξάρτητους αξιωματούχους του κράτους, απέναντι σε μία απόφαση της Βουλής που φαίνεται να είχε την συγκατάθεση της κοινωνίας, η οποία αποζητά περισσότερη διαφάνεια, ασφυκτιώντας από τα σκάνδαλα που ταλανίζουν αυτό το κράτος εδώ και χρόνια.
Οι επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, στην ανακοίνωσή τους, σημείωσαν ότι «η αναφορά που καταχωρίσθηκε εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, μετά από γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα και των δύο εξωτερικών δικηγόρων, έγινε στη βάση ισχυριζόμενης παραβίασης συνταγματικών αρχών και με γνώμονα τη διασαφήνιση της θεσμικής διάστασης του θέματος», υπενθυμίζοντας εμμέσως, ότι η ερμηνεία περί αντισυνταγματικότητας του νόμου ήταν δική τους και όχι του Νίκου Χριστοδουλίδη, όμως αναπόφευκτα τα βλέμματα στράφηκαν και πάλι στον Πρόεδρο, καθώς οι απλοί πολίτες δεν προσπαθούν να ερμηνεύσουν άρθρα του Συντάγματος (όπως άφησε να νοηθεί το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο πρόσφατα στη Βουλή) αλλά αντιδρούν σε ενέργειες που θεωρούν ότι δεν πρεσβεύουν τη δική τους αντίληψη περί διαφάνειας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Το παίρνουν πάνω τους οι Εισαγγελείς μετά την απόφαση για Πόθεν Έσχες-Σβήνουν τις σκιές από τον Πρόεδρο
Η περίπτωση του Γενικού Εισαγγελέα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη για πολλούς, επειδή είναι κοινή η πεποίθηση πως, όπως σχεδιάστηκε τότε το Σύνταγμα, ο εκάστοτε κάτοχος του αξιώματος έχει και υπερεξουσίες και ανέλεγκτο. Συνεπώς, κατά τις πολλές συζητήσεις που είχαν γίνει στη Βουλή, επισημάνθηκε πολλές φορές, από βουλευτές διαφόρων κομμάτων, ότι δεν μπορεί να εξαιρούνται από την υποχρέωση για Πόθεν Έσχες πρόσωπα που διαθέτουν τέτοιο όγκο εξουσιών και αποφασίζουν για εξαιρετικά σημαντικά ζητήματα, είτε μέσω γνωματεύσεων ως νομικοί σύμβουλοι του κράτους, είτε μέσω αποφάσεων για καταχωρίσεις και αναστολές διώξεων, ως δημόσιοι κατήγοροι. Δεδομένου ότι αρκετές από τις αποφάσεις τους είναι αμφιλεγόμενες (όπως για παράδειγμα ότι δεν θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον να διωχθεί ο Μιχάλης Κατσουνωτός για πιθανή διάπραξη ποινικών αδικημάτων) είναι προφανείς οι λόγοι που η νομοθετική εξουσία αισθανόταν την ανάγκη να δημιουργήσει έναν μηχανισμό ελέγχου, έστω και σε προσωπικό επίπεδο.
Σε αυτή την γραμμή κινήθηκαν και οι δικηγόροι της Βουλής, οι οποίοι υπέδειξαν ότι είναι σημαντική η διαφάνεια, από την στιγμή που ένας πρώην Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας καταδικάστηκε για αδικήματα διαφθοράς, ενώ υπάρχουν ενώπιον της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς καταγγελίες και για τους νυν Εισαγγελείς, ασχέτως της ορθότητάς τους. Και, επί της ουσίας, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο συμφώνησε, απορρίπτοντας το επιχείρημα της πλευράς των Εισαγγελέων ότι πλήττεται η ανεξαρτησία του θεσμού. Μάλιστα, το Δικαστήριο κρίνει ότι ενισχύεται από τέτοιου είδους ενέργειες. «Αντιθέτως, κατά αναλογία των λεχθέντων στην Γνωμάτευση επί της Αναφοράς Αρ. 4/2022 (ανωτέρω), προάγεται η διαφάνεια και η λογοδοσία και θεσμοθετείται ένα πρόσθετο εχέγγυο προς την περαιτέρω διασφάλιση της ακεραιότητας του θεσμού του Γενικού Εισαγγελέα και της ενίσχυσης της, αναγκαίας, εμπιστοσύνης του κοινού προς τον κεφαλαιώδη αυτό πολιτειακό θεσμό», ανέφερε στην απόφασή του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Αυτό είναι το σκεπτικό της απόφασης για το Πόθεν Έσχες των Εισαγγελέων-«Εχέγγυο στην ακεραιότητα του θεσμού»
Παρά τις νέες επικρίσεις που διατυπώθηκαν, αυτό με το οποίο μπορεί να πιστωθεί ο Νίκος Χριστοδουλίδης, είναι τη βούλησή του να περιορίσει, σε κάποιο βαθμό, αυτές τις κοινώς αποδεκτές υπηρεξουσίες, μέσα από τον διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων του Γενικού Εισαγγελέα. Από τα νομοσχέδια που προωθεί η Κυβέρνηση, αλλά δεν έχουν ακόμη καταλήξει στην Βουλή, καθώς διορίστηκε ειδική επιτροπή από τον Γιώργο Σαββίδη για να μελετήσει την συνταγματική διάσταση, ικανοποιείται τουλάχιστον το πάγιο αίτημα να διαχωριστούν οι ρόλοι του νομικού σύμβουλου του κράτους από τον δημόσιο κατήγορο και, ως εκ τούτου, να μειωθούν σε κάποιο βαθμό οι εξουσίες που συγκεντρώνει ένα πρόσωπο και να εξαλειφθούν οι συνθήκες σύγκρουσης που κατά καιρούς δημιουργούνται, όπως στην κραυγαλέα περίπτωση της υπόθεσης Θανάση Νικολάου, στην οποία η Νομική Υπηρεσία είχε πολλαπλούς και αντικρουόμενους ρόλους. Αυτό, βεβαίως, δεν απαντά στις ανησυχίες για το ανέλεγκτο από μόνο του, αλλά θεωρείται αποφασιστικό βήμα, ιδιαίτερα σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση πραγμάτων.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
Βολές σε ΠτΔ από ΑΚΕΛ μετά την απόφαση για Πόθεν Έσχες Εισαγγελέων, απαντά με το γάντι ο ΔΗΣΥ