«Μία σκυταλοδρομία θανάτου»-Το Τραχώνι πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος στην εισβολή
10:59 - 20 Οκτωβρίου 2024
Τους ήρωες και αγνοούμενους του Τραχωνίου Κυθρέας, που έπεσαν κατά την βάρβαρη τουρκική εισβολή, τίμησε η Πολιτεία, με αισθήματα συγκίνησης και υπερηφάνειας. στον Ιερός Ναός Αποστόλου Ανδρέα, Πλατύ Αγλαντζιάς, Λευκωσία.
Σε επιμνημόσυνο λόγο που εκφώνησε η Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων, Άννα Αριστοτέλους, αναφέρεθηκε στη βαθιά αίσθηση του καθήκοντος να βρίσκεται στο χώρο, ώστε να αποτίσει φόρο τιμής στους ήρωες και αγνοουμένους του Τραχωνίου Κυθρέας που διοργανώνει το Κοινοτικό Συμβούλιο για την τέλεση Μνημοσύνου των ηρώων και δέησης, για ανεύρεση των αγνοουμένων της κοινότητας.
Στην ομιλία της, η κ. Αριστοτέλους ανέφερε πως «ξεφυλλίζοντας τις ένδοξες σελίδες της ιστορίας της πατρίδας μας, μια από τις πιο τραγικές ιστορίες, που ποτίστηκαν με αίμα το μαύρο καλοκαίρι του 1974 γράφτηκε στην περιοχή του Τραχωνίου Κυθρέας και στα γειτονικά χωριά. Οι Τούρκοι εισβολείς, αναίτια και ύπουλα, επέλεξαν να δείξουν την βαρβαρότητα που τους διακατέχει πάνω σε ανυπεράσπιστες οικογένειες, σε γυναίκες, παιδιά, αρρώστους και ηλικιωμένους. Η ιστορία των πεσόντων και των αγνοουμένων της κοινότητας του Τραχωνίου προκαλεί σφίξιμο στην καρδιά για όποιον την ακούει και ξύνει πληγές που ποτέ δεν επουλώθηκαν, για όσους τη βίωσαν από κοντά».
Σημείωσε ότι «αποτελεί καθήκον μας, ωστόσο, ειδικά μια τέτοια μέρα, που είναι αφιερωμένη στους ηρωικώς πεσόντες και εν ψυχρώ δολοφονηθέντες Τραχωνίτες, να θυμηθούμε τις συνθήκες της θυσίας τους και να εμπνευστούμε μέσα από αυτές».
Ο Αύγουστος του 1974, συνέχισε, βρήκε το φιλήσυχο χωριό του Τραχωνίου σε αναβρασμό. Η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής, μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων σε πολιτικό επίπεδο, ήταν κάτι που πολλοί περίμεναν και ταυτόχρονα γνώριζαν πως το βάρος των δυνάμεων του Αττίλα θα έπεφτε στης στρατηγικής σημασίας ενέργεια να σπάσει η γραμμή άμυνας της Μιας Μηλιάς. Αυτό θα ξεκλείδωνε για τους Τούρκους την πορεία προς τον νότο και συγκεκριμένα προς τη Λευκωσία αλλά και την Αμμόχωστο. Παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των ανδρών της Εθνικής Φρουράς με όσα μέσα διέθεταν, έχοντας απέναντι τους πολεμικά αεροπλάνα και υπεράριθμες δυνάμεις, εξοπλισμένες με σύγχρονα όπλα και άρματα μάχης, η γραμμή έσπασε.
Σημείωσε ότι «μέχρι το μεσημέρι, ο δρόμος των τουρκικών στρατευμάτων προς τα επόμενα χωριά, μεταξύ των οποίων και το Τραχώνι, ήταν σχεδόν ελεύθερος. Πλέον μπορούσαν να προχωρήσουν και τελικά να προβούν στις ωμότητες και τις βιαιότητες, που λίγες ώρες αργότερα έλαβαν χώρα μέσα και γύρω από το χωριό. Την ίδια ώρα μέσα στο Τραχώνι, αφού έφτασαν τα άσχημα νέα, αρχίζει επιχείρηση μετακίνησης των κατοίκων, κυρίως παιδιών, γυναικών και ηλικιωμένων, σε ασφαλείς περιοχές. Πολλοί όμως ήταν αυτοί που δεν πρόλαβαν. Άλλοι μέσα στα σπίτια τους, άλλοι στους δρόμους του χωριού κι άλλοι στον δρόμο για την προσφυγιά, πέφτουν πάνω στους Τούρκους στρατιώτες, που φροντίζουν να εξαντλήσουν κάθε ικμάδα βιαιότητας που διαθέτουν ενάντια σε άμαχους πολίτες».
Υπολογίζεται πως οι νεκροί και οι αγνοούμενοι στην ευρύτερη περιοχή της Κυθρέας, άγγιξαν τους 400. Ένας τεράστιος αριθμός, αν υπολογίσει κανείς το μέγεθος της περιοχής. Το Τραχώνι Κυθρέας μνημονεύει σήμερα τους ήρωες του.
Οκτώ πεσόντες και είκοσι οκτώ αγνοούμενοι, από τους οποίους οι 17 ταυτοποιήθηκαν και για 11 παραμένει ανεξακρίβωτη η τύχη τους για μισό αιώνα.
Η τραγική ιστορία της οικογένειας Θεμιστοκλέους
Από τις τραγικές ιστορίες των Τραχωνιτών ξεχωρίζει η φοβερή ιστορία της οικογένειας Θεμιστοκλέους, που θρηνεί τον χαμό των έξι εκ των οκτώ μελών της, που ανήμερα της 14ης Αυγούστου, επιχείρησαν να εγκαταλείψουν το χωριό για να βρουν καταφύγιο σε ασφαλή περιοχή. Από κοντά και η οικογένεια του Νικόλα Γιακούμα που και αυτή μετρά τρεις απώλειες.
Την οικογένεια Θεμιστοκλέους αποτελούν ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους και η σύζυγός του Ελένη, τα παιδιά τους, Πανίκος, Θεμιστούλλα, Μάρω, Σούλα και Αγγελική και το εγγονάκι τους, γιος της Αγγελικής, ο μόλις έξι μηνών Ανδρέας. Την οικογένεια Γιακούμα αποτελούν ο Νικόλας με τη σύζυγο του Παντελίτσα και τον δεκαπεντάχρονο γιο τους Μάριο.
Όταν τα τουρκικά αεροπλάνα άρχισαν να βομβαρδίζουν το Τραχώνι Κυθρέας όλη η οικογένεια Θεμιστοκλέους και η οικογένεια Γιακούμα εγκατέλειψαν την οικία τους και καλύφθηκαν κάτω από δέντρα στην αυλή της οικίας του ιερέα του χωριού, για να προφυλαχθούν από τους βομβαρδισμούς.
Το μεσημέρι πληροφορούνται από συγχωριανούς τους πως τα τουρκικά στρατεύματα πλησιάζουν το χωριό. Τότε ενστικτωδώς αποφασίζουν να εγκαταλείψουν το σπίτι και μέσω των αγρών να κατευθυνθούν προς το Παλαίκυθρο.
Ενώ έτρεχαν για να προλάβουν να διαφύγουν τα τουρκικά στρατεύματα έβαλλαν εναντίον τους με διάφορα όπλα. Τότε ήταν που τραυματίστηκε ο Νικόλας Γιακούμα. Κοντά του τρέχουν η Αγγελική κρατώντας τον μικρό Ανδρέα, η Ελένη, η Θεμιστούλλα, η Μάρω και η Σούλα, καθώς και ο γιος και η σύζυγος του τραυματία Νικόλα, ο Μάριος και η Παντελίτσα.
Ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους με τον γιο του Πανίκο βρίσκονταν πιο μπροστά. Τότε ένα τρακτέρ με καρότσα περνά από δίπλα τους και ανεβαίνουν σε αυτό. Μέσα στον πανικό που επικρατούσε, εν μέσω βλημάτων όλμων και βολών από άρματα μάχης, ο οδηγός του τρακτέρ όπως και οι υπόλοιποι που ήδη βρίσκονταν στην καρότσα δεν μπορούσαν να γυρίσουν για να παραλάβουν τον τραυματία Νικόλα. Έτσι εγκαταλείπουν την περιοχή.
Η περιοχή εντός ολίγου καταλαμβάνεται από τα τουρκικά στρατεύματα και από τότε τα ίχνη των οικογενειών Θεμιστοκλέους και Γιακούμα χάνονται, πλην του Ανδρέα και του Πανίκου Θεμιστοκλέους.
Τα οστά τους εντοπίστηκαν εκεί, στο Τραχώνι, όπου θεάθηκαν για τελευταία φορά και ταυτοποιήθηκαν στις 18.6.2015. Μεταξύ αυτών και τα οστά του μόλις έξι μηνών Ανδρέα, του μικρότερου αγνοούμενου της τουρκικής εισβολής. Η οικογένεια Θεμιστοκλέους τάφηκε στο κοιμητήριο Στροβόλου στις 10.10.2015 και η οικογένεια Γιακούμα τάφηκε στο κοιμητήριο Σφαλαγγιώτισσας στη Λεμεσό στις 26.9.2015. Αν θα έπρεπε κάποιος να εξηγήσει τι συνέβη στο Τραχώνι Κυθρέας εκείνη τη μαύρη ημέρα της 14ης Αυγούστου, θα μπορούσε να παρομοιάσει την κατάσταση με μια σκυταλοδρομία θανάτου.
Η δολοφονία του Κώστα Κάπρου
Από τις οικογένειες Θεμιστοκλέους και Γιακούμα στον Κώστα Κάπρου, που δεν εγκατέλειψε το χωριό του και συνελήφθη ενώ βοσκούσε το κοπάδι του έξω από το Τραχώνι, και την οικογένεια Τζύρκα, με την μητέρα Χρυσταλλού, 95 χρονών και την κόρη της Μαρίτσα, που ήρθε λίγες ημέρες πριν το πραξικόπημα από την Αυστραλία για να βοηθήσει την υπερήλικη μητέρα της.
Ο Κώστας Κάπρου ήταν πατέρας πέντε παιδιών, γεννημένος το 1900. Τελευταία φορά που ο Κάπρος θεάθηκε οδηγούσε το κοπάδι του προς την περιοχή του χωριού Έξω Μετόχι. Έκτοτε δεν έδωσε σημεία ζωής. Τα οστά του εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο στην περιοχή του Τ/Κ χωριού Μόρα και ταυτοποιήθηκε στις 2.5.2018. Τάφηκε στις 27.10.2018 στο κοιμητήριο Λακατάμιας.
Η Χρυσταλλού και η Μαρίτσα Τζύρκα
Η Χρυσταλλού και η Μαρίτσα Τζύρκα παρέμειναν στο σπίτι τους, αφού η υπερήλικη μητέρα ήταν σχεδόν παράλυτη και τυφλή. Σύμφωνα με μαρτυρίες, όταν οι Τούρκοι μπήκαν στο χωριό και άρχισαν να πυροβολούν όποιον έβρισκαν η Μαρίτσα προσπάθησε να διαφύγει. Στην άκρη του χωριού την πρόλαβαν οι Τούρκοι στρατιώτες και την πυροβόλησαν εν ψυχρώ. Η μητέρα της έμεινε αβοήθητη στο σπίτι. Παρά το γεγονός ότι ήταν μια γυναίκα τυφλή και παράλυτη, 95 χρονών, δεν γλίτωσε από το μένος των Τούρκων στρατιωτών. Τα οστά της εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο στο Τραχώνι Κυθρέας. Ταυτοποιήθηκε στις 21.3.2013 και τάφηκε στο Κοιμητήριο Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στις 3.4.2013.
Ο θάνατος του Θεοδόση Χριστοδούλου
Τραγικό τέλος και μάλιστα μπροστά στα έντρομα μάτια της συζύγου του είχε και ο Θεοδόσης Χριστοδούλου. Τον άτυχο Χριστοδούλου, λόγω του ότι έπασχε από κόλπο, τον κρατούσε η σύζυγος του καθότι δεν μπορούσε να περπατήσει μόνος του. Οι τούρκοι στρατιώτες την υποχρέωσαν να τον αφήσει μόνο του να περπατά, μέχρι που τον πυροβόλησαν μπροστά στα μάτια της και έπεσε μέσα σε αυλάκι.
Και η σκυτάλη του θανάτου δεν έχει τέλος. Ηρωικό θάνατο βρήκε και ο Πέτρος Θεοχάρους, ο οποίος διέμενε στο Τραχώνι Κυθρέας. Κατά την πρώτη μέρα της δεύτερης φάσης της τουρκικής εισβολής ο Θεοχάρους εντόπισε και περιέθαλψε στρατιώτη που τραυματίστηκε σε μάχες στη γύρω περιοχή. Του έδωσε να φορέσει πολιτικά ρούχα και όταν έφθασαν οι εισβολείς τον δήλωσε ως γιο του.
«Φαίνεται όμως ότι τα αίματα από την πληγή πρόδωσαν τον τραυματισμό του στρατιώτη και οι εισβολείς οδήγησαν και τους δύο κοντά στο παλιό σταθμό του τρένου στο Τραχώνι και τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ μπροστά στα μάτια κατοίκων του Τραχωνίου», ανέφερε η κ. Αριστοτέλους.
Μακρύς ο κατάλογος των νεκρών
Ανάλογο ήταν το τραγικό τέλος και του Παναή και της συζύγου του Ελεγκούς Κουζούρπασιη. Παρέμειναν στο σπίτι τους και δολοφονήθηκαν άνανδρα από τα τουρκικά στρατεύματα που εισέβαλαν στο Τραχώνι, ενώ σύμφωνα με τις μαρτυρίες, θεάθηκαν νεκροί δίπλα ο ένας στον άλλο μέσα στο σπίτι τους. Τα οστά τους εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο σε περιοχή του χωριού Τραχώνι Κυθρέας, ταυτοποιήθηκαν τον Απρίλιο του 2019 και τάφηκαν στο κοιμητήριο Λατσιών τον Σεπτέμβριο του 2019.
Εντός του Τραχωνίου, αποφάσισε να παραμείνει και ο Μιχάλης Μαϊμάρης, την ώρα που η σύζυγος του και τα πέντε παιδιά του βρήκαν καταφύγιο στο Παλαίκυθρο. Την επομένη ημέρα, η οικογένεια του επέστρεψε για να τον βρει. Τον βρήκε δολοφονημένο έξω από το σπίτι τους, κάτω από τις ελιές.
Μπροστά στα έντρομα μάτια των συγχωριανών του δολοφονήθηκε και ο Νικόλας Τσιακού, πατέρας τεσσάρων παιδιών. Το άψυχο σώμα του Τσιακού τάφηκε από τους συγχωριανούς του λίγο έξω από το χωριό. Ταυτοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2012 και τάφηκε στο κοιμητήριο Στροβόλου το 2013.
Για μισό αιώνα αγνοείται η τύχη του Ηλία Ηλία που αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας, του Δημήτρη Πίσση, καθώς και του Χριστόδουλου Ττοούλα, ο οποίος αποφάσισε με τη σύζυγο του να μην εγκαταλείψουν το σπίτι τους. Ανήμερα της Παναγίας, ο Χριστόδουλος αναχώρησε από το σπίτι του, λέγοντας στη σύζυγό του ότι θα πήγαινε να δει τι γίνεται. Από τότε όμως δεν επέστρεψε ποτέ. Η σύζυγος του συνελήφθη από τους Τούρκους στρατιώτες και αργότερα μεταφέρθηκε στις ελεύθερες περιοχές.
Μόνη και αβοήθητη εντός του χωριού έμεινε και η Ρόζα Πακκαλιάν, αρμενικής καταγωγής, η οποία διέμενε στο χωριό. Από τη στιγμή της κατάληψης του χωριού από τα τουρκικά στρατεύματα η Πακκαλιάν δεν έδωσε σημεία ζωής.
Δεν ήταν λίγοι οι Τραχωνίτες που κατάφεραν να διαφύγουν πριν τα τουρκικά στρατεύματα εισβάλουν στο χωριό, όμως κι εκεί που βρήκαν καταφύγιο λίγο αργότερα είτε δολοφονήθηκαν, ή έκτοτε η τύχη τους αγνοείται.
Ο Παναγιώτης Κυριάκου Ξάνθου, πατέρας τριών ανήλικων παιδιών, εγκατέλειψε το Τραχώνι στις 14 Αυγούστου και βρήκε καταφύγιο με την οικογένειά του στην Αγκαστίνα. Τις πρώτες ημέρες κρύφτηκαν σε σπηλιές έξω από το χωριό, ενώ όταν εξαντλήθηκαν οι προμήθειες επέστρεψαν στα σπίτια τους.
Στις 21 Αυγούστου 1974, ένοπλοι Τουρκοκύπριοι και Τούρκοι στρατιώτες τους συνέλαβαν κι αφού χώρισαν τις γυναίκες και τα παιδιά, μετέφεραν τους άνδρες στο κέντρο Αντιγόνειο. Την ίδια μέρα ένοπλοι τουρκοκύπριοι συνοδευόμενοι από τούρκους στρατιώτες διέταξαν επτά από τους άνδρες, μεταξύ των οποίων και τον Ξάνθου, να επιβιβαστούν εντός οχήματος και στη συνέχεια τους οδήγησαν σε άγνωστο μέρος. Έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη του. Τα λείψανα του εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο στην περιοχή του χωριού Αγκαστίνα. Τάφηκε στο κοιμητήριο του Δήμου Δερύνειας το 2019. Την ίδια περίπου πορεία ακολούθησε και ο Παύλος Σαββίδης, ο οποίος διέμενε με τους γονείς του στην Κυθρέα, η τύχη του οποίου ωστόσο δεν έχει διακριβωθεί.
Πατέρας επτά παιδιών ήταν και ο Βαρνάβας Μέλιου, ο οποίος βρήκε καταφύγιο στην Αγκαστίνα μαζί με την οικογένεια του. Στις 15 Αυγούστου, επέστρεψε στο Τραχώνι για να δει αν θα μπορούσε να επιστρέψει με την οικογένειά του. Τελικά κατέληξε στο Παλαίκυθρο μαζί με άλλα συγγενικά του πρόσωπα. Το όχημα ωστόσο στο οποίο επέβαινε έγινε στόχος τουρκικών αρμάτων μάχης, με αποτέλεσμα να αλλάξουν πορεία. Τελικά όταν έφτασε κοντά στο Έξω Μετόχι προσπάθησε να κινηθεί προς την Αγκαστίνα μαζί με άλλα δύο πρόσωπα και έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη του, μέχρι τον εντοπισμό των λειψάνων του το 2018 στο τουρκοκυπριακό χωριό Μόρα. Τάφηκε στις 10.6.2018 στο Κοιμητήριο Λατσιών.
Πατέρας πέντε παιδιών και ο Αντρέας Σταύρου ο οποίος βρήκε με την οικογένεια του καταφύγιο στην οικία του αδελφού της συζύγου του στο Παλαίκυθρο. Εκεί συνελήφθη από τους Τούρκους στις 21 Αυγούστου και με φορτηγά τον μετέφεραν μαζί με άλλους άνδρες προς τη Βώνη. Την ίδια μέρα γύρω στα μεσάνυχτα τούρκοι στρατιώτες συνοδευόμενοι από Τ/Κ συνέλαβαν επτά πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και τον Σταύρου και τους οδήγησαν έξω από την εκκλησία. Έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη τους.
Πατέρας δέκα παιδιών ήταν ο βοσκός Γεώργιος Τουρουρού, ο οποίος γεννήθηκε στο Τραχώνι και διέμενε στο Παλαίκυθρο. Ο Τουρουρού ήταν κι αυτός στην ομάδα των επτά που συνέλαβαν οι Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι και τους μετέφεραν προς άγνωστη κατεύθυνση. Η οικογένεια Τουρουρού δεν βίωσε μόνο την απώλεια του Γεώργιου, αλλά και ενός εκ των δέκα παιδιών του, που εκείνο το μαύρο καλοκαίρι εκτελούσε τη θητεία του στην Εθνική Φρουρά.
Στον μακρύ κατάλογο των αγνοουμένων παραμένει και ο Αντρέας Αντωνιάδης από το Τραχώνι, πατέρας πέντε παιδιών, ο οποίος διέμενε στην Κυθρέα. Όταν τα τουρκικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Κυθρέα, τον συνέλαβαν. Μαζί με ένα άλλο συγχωριανό του, τον οδήγησαν στην εκκλησία του Νέου Χωριού και αργότερα τον άφησαν ελεύθερο. Τον συνέλαβαν εκ νέου την επομένη και τον μετέφεραν στην Αγύρτα. Στις 17 Αυγούστου τον μετέφεραν στο Γκαράζ Παυλίδη, ενώ την επομένη τον άφησαν και πάλι ελεύθερο. Στις 23 Αυγούστου, και πάλι οι Τούρκοι στρατιώτες τον συνέλαβαν οδηγώντας τον προς άγνωστο μέρος. Στις 30 Αυγούστου θεάθηκε εντός φορτηγού με άλλους 15 αιχμαλώτους. Έκτοτε, τα ίχνη του χάθηκαν.
Μαρτυρικές ώρες στα χέρια των Τούρκων βίωσε και ο Χρίστος Χριστούδιας που γεννήθηκε στο Τραχώνι και διέμενε στο Νέο Χωριό Κυθρέας μαζί με τη σύζυγο του και τα δύο του παιδιά. Στις 15 Αυγούστου συνελήφθη από Τούρκους στρατιώτες και θεάθηκε από συγχωριανούς του να τον σέρνουν πίσω από τον σταθμό του τρένου. Έκτοτε η τύχη του αγνοείται.
Στο Νέο Χωριό διέμενε και ο επίσης Τραχωνίτης Θεοφάνης Αντώνη. Γεννημένος το 1903, ο Θεοφάνης έβγαζε τα προς το ζην ως εργάτης. Μετά την είσοδο των Τούρκων στο Νέο Χωριό αυτός παρέμεινε στην οικία του μαζί με τη σύζυγό του. Τα οστά του εντοπίστηκαν στην περιοχή του Νέου Χωριού Κυθρέας και ταυτοποιήθηκαν στις 17.11.17. Τάφηκε στο Νέο Κοιμητήριο Αγλαντζιάς στις 14.1.2018.
Ο Κώστας Λοίζου (Πακλαβάς) παρέμεινε εγκλωβισμένος στο Τραχώνι Κυθρέας όταν αυτό καταλήφθηκε από τους τούρκους εισβολείς στις 14 Αυγούστου, 1974. Τα τουρκικά στρατεύματα, με την είσοδο τους στο χωριό, πέραν των άλλων βιαιοπραγιών, προέβησαν και σε δολοφονίες πολιτών. Ο Κώστας Λοϊζου έθαψε αριθμό από τους δολοφονηθέντες σε μικρή χαράδρα, η οποία ήταν γνωστή με το όνομα «Τζιαμούα» Κατά τον εγκλωβισμό του στο Τραχώνι Κυθρέας ο Κώστας κακοποιήθηκε από τους τούρκους εισβολείς, με αποτέλεσμα, όταν στη συνέχεια του επιτράπηκε να μεταβεί στις ελεύθερες περιοχές, να αποβιώσει.
Και η σκυταλοδρομία συνεχίζεται, είπε. «Τελευταία, αλλά όχι έσχατη και εξόχως εκλεκτή, είναι και η ηρωική ομάδα των Τραχωνιτών νέων, οι οποίοι στο κάλεσμα της πατρίδας για να την υπερασπιστούν δήλωσαν παρόντες. Το Τραχώνι πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος, όχι μόνο μέσα από τις εν ψυχρώ δολοφονίες στα σπίτια και στους δρόμους αμάχων χωρικών, αλλά και στα πεδία των μαχών».
Σε αυτή την ομάδα ανήκει ο Θεμιστοκλής Βαρνάβα Θεοδοσίου, ο οποίος υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία στο ηρωικό 361 Τάγμα Πεζικού στο Συγχαρί. Εκεί τον βρήκε η πρώτη φάση της εισβολής. Στις 13 Αυγούστου μετακινήθηκε στην περιοχή Παχυάμμου Κερύνειας, όπου επάνδρωνε πολυβολεία της Εθνικής Φρουράς.
Στις 14.8.1974, με την έναρξη της δεύτερης φάσης της εισβολής το 361 Τ.Π. δέχθηκε μεγάλη και συντονισμένη επίθεση από τα τουρκικά στρατεύματα. Μετά από σκληρές μάχες διατάχτηκε απαγκίστρωση σε ύψωμα σε περιοχή της Κλεπίνης. Οι άνδρες του 361 Τ.Π. έφθασαν στην περιοχή Χαλεύκα, η οποία βρίσκεται βόρεια της περιοχής Κυθρέας - Κορνόκηπου. Η τελευταία φορά που θεάθηκε ο Βαρνάβα ήταν κατά το χρόνο που εγκατέλειψε το ύψωμα στην περιοχή Κλεπίνης και οπισθοχώρησε.
Το 2008 εντοπίστηκε μέρος των οστών του σε ομαδικό τάφο σε περιοχή του τουρκοκυπριακού χωριού Κορνόκηπος και ταυτοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2013, ενώ τάφηκε τον επόμενο μήνα στο κοιμητήριο Ακακίου.
Παρών στο κάλεσμα της πατρίδας δήλωσε και ο Ευάγγελος Τσιανάκκα, ο οποίος μετά τη γενική επιστράτευση κατετάγη ως έφεδρος στο 398 Τάγμα Πεζικού με έδρα την Κυθρέα. Το 398 Τ.Π., μετά από διάφορες επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων, μετακινήθηκε στην περιοχή του χωριού Τζιάος και επάνδρωσαν φυλάκια της Εθνικής Φρουράς. Ανήμερα της δεύτερης φάσης της εισβολής τουρκικά στρατεύματα, ενισχυμένα με άρματα μάχης, εξαπέλυσαν σφοδρή επίθεση εναντίον των θέσεων της Εθνικής Φρουράς με απώτερο σκοπό να καταλάβουν την περιοχή.
Τα οστά του εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο στο τουρκοκυπριακό χωριό Τζιάος και ταυτοποιήθηκαν τον Φεβρουάριο του 2009. Η ταφή του έγινε τον ίδιο μήνα στο κοιμητήριο Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Στον ίδιο ομαδικό τάφο βρέθηκε και ο Νίκος Αγαπίου, που διέμενε στο Τραχώνι, πατέρας τριών παιδιών. Ο Αγαπίου έσπευσε να καταταγεί έφεδρος στο 398 Τάγμα Πεζικού. Ο Αγαπίου, παρά τη διαταγή του ανθυπολοχαγού που ήταν υπεύθυνος στην περιοχή για οπισθοχώρηση, παρέμεινε μαζί με άλλους δύο ήρωες στρατιώτες και συνέχισαν να υπερασπίζονται τις θέσεις της Εθνικής Φρουράς.
Τα οστά του εντοπίστηκαν στο Τζιάος και ταυτοποιήθηκαν το 2009, ενώ τάφηκε στο κοιμητήριο Καιμακλίου τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.
Στο ηρωικό 398 Τ.Π. κατετάγη έφεδρος και ο Τραχωνίτης Σωτήρης Σαββίδης, αδελφός του Παύλου Σαββίδη, ο οποίος επίσης είναι αγνοούμενος. Ο Σωτήρης, μετά τις σκληρές μάχες στο Τζιάος κι αφού κατάφερε να επιβιώσει, μεταφέρθηκε μαζί με άλλους άνδρες του 398 στην περιοχή της Μιας Μηλιάς και τέθηκε υπό τις διαταγές του Ταγματάρχη Τάσου Μάρκου. Μετά τη σφοδρή τουρκική επίθεση οι δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν, ενώ ο Σαββίδης εγκλωβίστηκε στην περιοχή, με αποτέλεσμα να χαθούν τα ίχνη του και η τύχη του να αγνοείται μέχρι σήμερα.
Ο κύκλος της τραγικής σκυταλοδρομίας θανάτου κλείνει με τον Αργύρη Αδαμίδη. Ο Αργύρης, πατέρας δύο παιδιών, εργαζόταν ως υπεύθυνος υποκαταστήματος της Τράπεζας Κύπρου. Ανήμερα της πρώτης φάσης της εισβολής σπεύδει να καταταγεί έφεδρος στο τάγμα του στη Μόρφου. Μετά τις πρώτες ημέρες της εισβολής, στις 29 Ιουλίου, απαλλάσσεται από τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, καθότι η Τράπεζα Κύπρου εξασφάλισε απαλλαγή στους υπαλλήλους της.
Ο Αδαμίδης επιστρέφει στο Τραχώνι. Στις 14 Αυγούστου ωστόσο, μπροστά στον κίνδυνο που προκαλεί η δεύτερη εισβολή, ο Αργύρης Αδαμίδης δεν μπορεί να μείνει άπραγος. Σπεύδει και κατατάσσεται ως εθελοντής στο 226 Τάγμα Πεζικού. Παράδειγμα αυτοθυσίας και αλτρουισμού, συμμετέχει σε επιχειρήσεις του Τάγματος. Η διμοιρία του πέφτει πάνω σε τουρκικά άρματα μάχης, τα οποία βάλλουν εναντίον τους. Ακολουθούν σκηνές χάους και οι άνδρες της διμοιρίας διασκορπίζονται. Έκτοτε ο Αδαμίδης δεν έδωσε σημεία ζωής και η τύχη του αγνοείται μέχρι σήμερα.
Σημείωσε ότι «αυτές είναι οι ιστορίες των ανθρώπων που μνημονεύουμε σήμερα. Οι πολεμιστές που έδωσαν την ζωή τους υπερασπιζόμενοι τα πάτρια εδάφη μας από τον τούρκο εισβολέα. Οι τραγικές ιστορίες ενός ολόκληρου χωριού που ο Αττίλας επιχείρησε να ξεκληρίσει, μη δειλιάζοντας να γυρίσει τις κάννες του και να δείξει το μένος του πάνω σε γυναίκες, ηλικιωμένους και μικρά παιδιά. Αυτοί είναι οι ήρωες του Τραχωνίου Κυθρέας. Αυτοί αποτελούν το σημείο συνάντησης των νέων γενιών με την κατεχόμενη κοινότητα».
Τόνισε ακόμα πως «καθήκον όλων μας να μη λησμονήσουμε τη θυσία τους, να παραδειγματιστούμε και να εμπνευστούμε. Να μεταλαμπαδεύσουμε στους νέους το ιστορικό μας χρέος. Να μείνουμε προσηλωμένοι στον αγώνα μέχρι τη δικαίωση. Και να αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις μέχρι την ημέρα της επιστροφής, αλλά και μέχρι την ημέρα που θα διακριβωθεί η τύχη όλων των αγνοουμένων μας. Το σημερινό κάλεσμα είναι μια πράξη ευθύνης, για την οποία θα ήθελα να ευχαριστήσω, εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, τον Κοινοτάρχη Τραχωνίου Κυθρέας και το Κοινοτικό Συμβούλιο, που συνεχίζουν να διατηρούν άσβεστη τη φλόγα της επιστροφής, στέλνοντας μηνύματα μνήμης και τιμής, διατηρώντας την επαφή με τον τόπο καταγωγής τους».
Καταληκτικά, επισήμανε «ας είναι αιωνία η μνήμη των ηρωικώς πεσόντων και εν ψυχρώ δολοφονηθέντων Τραχωνιτών. Ο αγώνας για τη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων μας και τον εντοπισμό των πεσόντων μας θα συνεχιστεί ακατάπαυστα, με συνέπεια και με την ίδια ένταση. Αυτό είναι το χρέος μας απέναντι στους ήρωες μας που μνημονεύουμε σήμερα, σε όλους αυτούς τους ήρωες και ηρωίδες που θυσίασαν ό,τι πιο πολύτιμο, την ίδια τους τη ζωή, για την ελευθερία της πατρίδας μας».
Της Θείας Λειτουργίας και του μνημοσύνου προέστη ο Επίσκοπος Μεσαορίας κ. Γρηγόριος
Μετά τη Θεία Λειτουργία τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση στο μνημείο που αναγέρθηκε στην Αγλαντζιά, όπου έγινε κατάθεση στεφάνων από Πολιτεία και εκκλησία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Η ιστορία πίσω από το ξεχασμένο παρεκκλήσι του Τιμίου Σταυρού-Κάποτε αποτελούσε το κέντρο της Κύπρου (pics)