Έχουν δικαίωμα στην εργασία άτομα με ψυχικές διαταραχές-Στιγματισμένα και στην Κύπρο
14:12 - 13 Οκτωβρίου 2024
Στιγματισμένοι στο χώρο εργασία τους είναι τα άτομα με ψυχικές διαταραχές στην Κύπρο, οι οποίοι μπορεί να υποστούν ακόμη και κοινωνικό αποκλεισμό. Η ευαισθητοποίηση και ενημέρωση της κοινής γνώμης για τα ψυχικά νοσήματα και την ψυχική υγεία γενικότερα, αποτέλεσε το φετινό μήνυμα για την Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας.
Μιλώντας στον REPORTER η κλινική ψυχολόγος, Αριστονίκη Θεοδοσίου, επισήμανε πως τόσο οι κυβερνήσεις όσο και οι εργοδότες θα πρέπει να υποστηρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με ψυχικές διαταραχές στην εργασία µέσω προσωπο-κεντρικών και στοχευµένων στην αποκατάσταση προσεγγίσεων που βοηθούν τα άτομα που βιώνουν προβλήματα ψυχικής υγείας ώστε να επανέλθουν, να διατηρήσουν την εργασία τους και να ευδοκιμήσουν σ’ αυτήν.
Όπως είπε, «τα άτομα µε προβλήματα ψυχικής υγείας έχουν δικαίωμα στην εργασία», ενώ την ίδια ώρα επισήμανε πως οι κατευθυντήριες οδηγίες του ΠΟΥ συνιστούν τρεις τεκμηριωμένες παρεμβάσεις για την υποστήριξη ατόμων µε προβλήματα ψυχικής υγείας στην εργασία.
«Είναι οι εύλογες προσαρμογές στην εργασία, το πρόγραμμα επιστροφής και η υποστήριξη σε πρωτοβουλίες πάνω σε αυτή. Και τα τρία μπορούν να αυξήσουν τη συμπερίληψη των ατόμων αυτών στην εργασία και να βοηθήσουν όσους έχουν προβλήματα ψυχικής υγείας να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους», ανέφερε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Τέσσερις στους δέκα εργαζόμενους στην Ευρώπη κινδυνεύουν από κακή ψυχική υγεία
Η Δρ. Θεοδοσίου, εξήγησε παράλληλα, πως «η εργασία και η ψυχική υγεία είναι αλληλένδετες. Ένα ασφαλές και υγιές εργασιακό περιβάλλον υποστηρίζει την ψυχική υγεία, η οποία επιτρέπει στους ανθρώπους να εργάζονται παραγωγικά. Ένα επικίνδυνο ή ανθυγιεινό εργασιακό περιβάλλον μπορεί να την υπονομεύσει και η κακή ψυχική υγεία μπορεί να επηρεάσει την εργασιακή ικανότητα ενός ατόμου, εάν το άτομο δεν λάβει υποστήριξη. Παγκοσμίως, το 15% των ενηλίκων σε ηλικία εργασίας ζει µε µία ψυχική διαταραχή».
Πρέπει να υπάρξουν υποστηρικτικές δομές
Η Δρ. Θεοδοσίου τόνισε πως οι ψυχικές διαταραχές και άλλες καταστάσεις ψυχικής υγείας βιώνονται µε διαφορετικό τρόπο από άτομο σε άτομο, προκαλώντας ποικίλους βαθμούς δυσκολίας σε αυτά. Χωρίς την ύπαρξη υποστηρικτικών δομών και διαδικασιών, τόνισε, ο αντίκτυπος των µη υποστηριζόμενων καταστάσεων ψυχικής υγείας στην εργασία, διαφαίνεται από τη μείωση της αυτοπεποίθησης, της ικανότητας απόκτησης και διατήρησης της εργασίας, της χαμηλής εργασιακής ικανοποίησης και την αύξηση της απουσίας, ακόμη και αν υπάρχει ισχυρή επιθυμία για αυτή.
«Σε κυβερνήσεις, χώρους εργασίας και κοινότητες σε όλο τον κόσμο, η ψυχική υγεία είναι μία έννοια δυσνόητη και παρεξηγημένη, υπολειπόμενη σε πόρους και υποβαθμισμένη σε σύγκριση µε τη σωματική υγεία» σημείωσε.
Επίσης μίλησε για στιγματισμό, διακρίσεις και κοινωνικό αποκλεισμό των ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας. «Το διαδεδομένο στίγμα αποτελεί σημαντικό εμπόδιο. Και σε αυτό η Κύπρος δεν αποτελεί εξαίρεση. Κάποιοι εργοδότες μπορεί να είναι απρόθυμοι να προσλάβουν άτομα µε προβλήματα ψυχικής υγείας και ορισμένοι εργαζόμενοι μπορεί να διστάσουν να τα αποκαλύψουν ή να αναζητήσουν βοήθεια, φοβούμενοι τις αρνητικές συνέπειες στην σταδιοδρομία τους».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Ζητά στήριξη των νοσηλευτών ανήμερα της παγκόσμιας ημέρας ψυχικής υγείας η ΠΑΣΥΝΟ
Εξήγησε πως οι συνεχείς απώλειες εργασίας και οι χαμένες ευκαιρίες έχουν συνέπειες σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο. «Συμβάλλουν επίσης στο ευρύτερο κοινωνικό κόστος µέσω της αυξημένης ανεργίας, της απώλειας παραγωγικότητας και του εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού και μειωμένων φορολογικών εσόδων. Για τους εργοδότες, ο μετριασμός των ψυχοκοινωνικών κινδύνων μπορεί να επιτευχθεί µε την ενσωμάτωση της ψυχικής υγείας στο υπάρχον σύστημα όχι ως προαιρετικό αλλά ως βασικό στοιχείο».
Σύστημα ενσωμάτωσής τους
Σε ό,τι αφορά την ενσωμάτωση των ατόμων αυτών, η Δρ. Θεοδοσίου τόνισε πως πρέπει να εκτείνεται σε κάθε στοιχείο του συστήματος διαχείρισης όπως η πολιτική, η οργάνωση, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση, η αξιολόγηση και η δράση για βελτίωση. «Οι δράσεις για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας στην εργασία πρέπει να δίνουν προτεραιότητα σε συλλογικά μέτρα και να βασίζονται στην ορθή αξιολόγηση και διαδικασία διαχείρισης κινδύνου, κάτι το οποίο γίνεται µε την ουσιαστική συμμετοχή των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους. Οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποι αυτών, θα πρέπει να συμμετέχουν στον εντοπισμό των ψυχοκοινωνικών κινδύνων στην εργασία και πρέπει να είναι ενήμεροι και εκπαιδευμένοι για τα μέτρα που υιοθετήθηκαν για την πρόληψη των σχετικών κινδύνων», σημείωσε.
Τόνισε την ίδια ώρα πως περιστάσεις που μπορεί να προκαλέσουν κινδύνους, όπως η αναδιάρθρωση ή οι αλλαγές στο προσωπικό, στις διαδικασίες και στις μεθόδους εργασίας ή σε άλλα ουσιαστικά θέματα στην εργασία, θα πρέπει να διαχειρίζονται µε έναν τρόπο που να προλαμβάνει ή να ελαχιστοποιεί τους ψυχοκοινωνικούς κινδύνους.
«Η ύπαρξη ισχυρού νομικού πλαισίου που στοχεύει στην πρόληψη των ψυχοκοινωνικών κινδύνων και στην προστασία της ψυχικής υγείας στην εργασία δεν αρκεί, αν δεν υποστηρίζεται από επαρκείς μηχανισμούς συμμόρφωσης, που περιλαμβάνουν την συμβουλευτική, την έρευνα και τη επιβολή μέτρων από ένα ικανό και εκπαιδευμένο σώμα επιθεωρητών εργασίας», κατέληξε.