Φυσιολογική η σεισμική συχνότητα στην Κύπρο-«Πρέπει όμως να είμαστε πάντα έτοιμοι για μέτρα προφύλαξης»
Άντρια Δημητρίου 06:00 - 02 Οκτωβρίου 2024
Εντονότερη σεισμική συχνότητα παρατηρείται το τελευταίο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα αρκετοί από τους σεισμούς που γίνονται στην περιοχή - αν και μικροί - να είναι αισθητοί σε αρκετές περιοχές της Κύπρου. Τελευταίο παράδειγμα, ήταν ο σεισμός 3,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, ο οποίος έγινε αισθητός τα ξημερώματα της περασμένης Κυριακής, παρόλο που είχε επίκεντρο στο χερσαίο χώρο, στην περιοχή Κουκλιών-Πισσουρίου, 20 χιλιόμετρα νότιο-ανατολικά της Πάφου και εστιακό βάθος 40 χιλιόμετρα.
«Η χρονική διακύμανση της σεισμικής δραστηριότητας είναι ένα απόλυτα φυσιολογικό φαινόμενο που δεν πρέπει να μας φοβίζει», ανέφερε στον REPORTER η Σεισμολόγος και ανώτερη λειτουργός στο Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης, Συλβάνα Πηλείδου, η οποία διευκρίνισε παράλληλα ότι τα γεωλογικά φαινόμενα δεν εκδηλώνονται με σταθερή συχνότητα, καθώς οι λειτουργίες της Γης δεν έχουν σταθερούς ρυθμούς.
Σε ό,τι αφορά την Κύπρο, σημείωσε πως συχνά παρατηρείται έξαρση της σεισμικότητας της περιοχής, όπως για παράδειγμα κατά την περίοδο 2021-2022, ή 1995-1999.
«Ιστορικά η Κύπρος ταλαιπωρήθηκε στο παρελθόν από πολλά κύματα έξαρσης σεισμικότητας», σημείωσε η κ. Πηλείδου, ενώ υπέδειξε πως «πρέπει όμως να είμαστε πάντα έτοιμοι να πάρουμε μέτρα προφύλαξης και αυτοπροστασίας από τους σεισμούς και να προνοούμε για ελαχιστοποίηση των συνεπειών τους, μέσω αντισεισμικών κτιρίων και κατασκευών».
Ένα χρόνο μετά τους ισχυρούς σεισμούς στην Τουρκία
Περίπου ένα χρόνο μετά τους τρεις ισχυρούς σεισμούς που έπληξαν την Τουρκία, αρκετοί αναλυτές προβάλουν τον ισχυρισμό ότι οι συγκεκριμένοι τρεις ισχυροί σεισμοί, είναι προάγγελος ενός μεγαλύτερου, ο οποίος δεν έχει χτυπήσει ακόμα.
Επί τούτου, η κ. Πηλείδου διευκρίνισε πως το τεκτονικό περιβάλλον Ελλάδας – Κύπρου – Τουρκίας, είναι αλληλένδετο, όπως συμβαίνει ευρύτερα στο χώρο της Μεσογείου, ως τμήμα της Ευρωμεσογειακής ζώνης διάρρηξης (2η πιο σεισμογενής ζώνη του πλανήτη μας). Για το λόγο αυτό, όπως είπε, μια πολύ έντονη σεισμική έξαρση σε μια περιοχή, μπορεί αλυσιδωτά να επισπεύσει χρονικά την εκδήλωση μεγάλων σε μια άλλη κοντινή περιοχή.
Ερωτηθείσα εάν οι σεισμοί που παρατηρούνται από τότε αποτελούν μία σειρά μετασεισμών, απάντησε αρνητικά, λέγοντας πως «οι μετασεισμοί εξ’ ορισμού σημειώνονται στην ευρύτερη περιοχή των ρηγμάτων που έδωσαν τους κύριους σεισμούς».
Όπως εξήγησε, «οι μετασεισμοί στην Τουρκία μετά από τους τρεις μεγάλους σεισμούς του 2023 συνεχίζονται, ενώ στην Κύπρο από τότε (δηλ. εδώ και 18 μήνες) μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την σεισμικότητα ως φυσιολογική. Είχαμε μεν αρκετούς αισθητούς σεισμούς κατά τους τελευταίους μήνες, αλλά παραμένουμε στον μέσο όρο της συνηθισμένης ετήσιας σεισμικότητας με ~1,000 τοπικούς σεισμούς και με ένα ποσοστό αισθητών σεισμών της τάξης του 1%».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Κάθε δύο χρόνια σεισμός 5 Ρίχτερ στην Κύπρο-Οι τρεις «κόκκινες» περιοχές και οι μεγαλύτερες δονήσεις
Συνεχίζοντας, σημείωσε πως «είναι αδύνατο να προβλέψουμε εάν θα παρατηρήσουμε στο σύντομο μέλλον μια νέα έξαρση της σεισμικότητας στην περιοχή της Κύπρου, αλλά οι αυξομειώσεις της σεισμικότητας είναι αναμενόμενο φαινόμενο».
Σε σχέση με τις προβλέψεις αναλυτών ότι αναμένεται ένας ακόμα μεγαλύτερος σεισμός στην περιοχή, πολύ πιο δυνατός από τους περσινούς, επισήμανε πως μελετώντας το σεισμικό ιστορικό μιας περιοχής, μπορεί να γίνει πρόβλεψη για τη δυναμικότητα των ρηγμάτων (μέγιστο μέγεθος σεισμού) και τον μέσο όρο της περιόδου επανάληψης κάθε μεγέθους σεισμού (κάθε πόσα χρόνια επαναλαμβάνεται). Αυτή η πληροφορία, μέσω των χαρτών σεισμικής επικινδυνότητας, αποτελούν τη βάση του αντισεισμικού σχεδιασμού των κτιρίων/κατασκευών κάθε περιοχής.
«Δηλαδή, προβλέπουμε μέχρι ενός σημείου τα σενάρια σεισμού που μπορεί να έχουμε σε μια περιοχή, και πόσο συχνά θα τα έχουμε, κατά μέσο όρο, αλλά δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια το πότε θα συμβεί αυτό. Η Τουρκία είναι αναμενόμενο να πληγεί στο μέλλον με μεγαλύτερους σεισμούς από αυτούς του 2023, αλλά είναι αδύνατο να προβλεφθεί με ακρίβεια το πότε και πού θα συμβεί αυτό, έτσι ώστε να προειδοποιηθεί ο κόσμος και να εκκενωθούν περιοχές», σημείωσε η κ. Πηλείδου.
Δεν προβλέπονται οι σεισμοί
Σε ερώτηση εάν υπάρχουν σήμερα εργαλεία που μπορούν με ακρίβεια να προβλέψουν ένα σεισμό, επισήμανε ότι οι σεισμοί είναι γενικά φαινόμενα που δεν προβλέπονται. «Είναι μέχρι στιγμής αδύνατο να μελετηθούν οι διεργασίες βαθιά στο εσωτερικό της Γης με τρόπο που να μπορούμε να προβλέψουμε πότε και πόσο θα ενεργοποιηθεί το κάθε ρήγμα. Είναι άγνωστο πότε θα έχουμε τον επόμενο καταστροφικό σεισμό στην Κύπρο - μπορεί σήμερα, μπορεί σε 50 χρόνια – το δεδομένο είναι όμως ότι θα τον έχουμε. Η καταστροφικότητα του ίσως να μην είναι του ίδιου χαρακτήρα με αυτήν των παλαιότερων μας ισχυρών σεισμών, οι οποίοι ισοπέδωναν ολόκληρες πόλεις και χωριά, γιατί τα κτίρια και οι κατασκευές μας συνεχώς βελτιώνονται από αντισεισμικής άποψης. Από την άλλη, το δομημένο μας περιβάλλον γίνεται όλο και πιο πολύπλοκο και εκτεταμένο, έτσι χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή».
Στελεχωμένο μεν, εκτός ωραρίου δε
Παρόλο που ο Κλάδος Σεισμολογίας και Γεωφυσικής του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης είναι στελεχωμένος με λίγους αλλά άρτια καταρτισμένους γεω-επιστήμονες, οι οποίοι, όπως ανέφερε η κ. Πηλείδου «ανταποκρίνονται πλήρως στον σχεδιασμό, λειτουργία, συντήρηση, διατήρηση, αναβάθμιση και διαχείριση ενός σύγχρονου σεισμολογικού κέντρου και των σχετικών υποδομών, με ζήλο και επαγγελματισμό». Ωστόσο το Σεισμολογικό Κέντρο είναι δυστυχώς στελεχωμένο μόνο κατά το δημόσιο ωράριο, χωρίς να λειτουργεί οποιοδήποτε σύστημα βάρδιας ή επιφυλακής εκτός του ωραρίου αυτού, γι’ αυτό και παρατηρούνται καθυστερήσεις στην ενημέρωση της κοινωνίας όταν οι σεισμοί σημειώνονται εκτός δημόσιου ωραρίου.
«Μετά από κάθε σεισμό ανακοινώνουμε στοιχεία, τα οποία έχουν προκύψει από επεξεργασία των σεισμολογικών δεδομένων από το καταρτισμένο προσωπικό του Σεισμολογικού Κέντρου και έχουν ελεγχθεί διεξοδικά για διασφάλιση πλήρους εγκυρότητας. Το σεισμολογικό δίκτυο αμέσως μετά από την εκδήλωση ενός τοπικού σεισμού, παρέχει κάποιες πρώτες εκτιμήσεις μετά από αυτόματους υπολογισμούς, αλλά η παρούσα πολιτική του Τμήματος είναι να μην δημοσιοποιούνται, λόγω αμφίβολης εγκυρότητας. Στην περίπτωση αισθητών σεισμών (~1% των τοπικών σεισμών που καταγράφουμε) η πληροφόρηση είναι πιο λεπτομερής και προσαρμόζεται ανάλογα για την ενημέρωση των πολιτών», κατέληξε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: