Στις «Σειρήνες» της δημόσιας σφαίρας κρίθηκε η παύση Οδυσσέα-Μαρτυρικό υλικό αναρτήσεις, δηλώσεις και απόψεις
06:00 - 19 Σεπτεμβρίου 2024
Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου να κάνει αποδεκτή την προσφυγή του Γενικού Εισαγγελέα για ανάρμοστη συμπεριφορά του Γενικού Ελεγκτή, ανέδειξε μία άβολη διάσταση της κυπριακής πραγματικότητας: Πως αυτό που θεωρήθηκε νομικά ανάρμοστο, για πάρα πολύ καιρό θεωρείτο από τους πολίτες ως θωράκιση του κράτους, της διαφάνειας και της λογοδοσίας.
Επίκεντρο της απόφασης του Δικαστηρίου ήταν, ουσιαστικά, οι δημόσιες παρεμβάσεις του Οδυσσέα Μιχαηλίδη, οι οποίες λειτούργησαν ως μαρτυρικό υλικό εναντίον του. Οι ίδιες παρεμβάσεις που εκτόξευαν την δημοφιλία του ανάμεσα στον απλό κόσμο, που έβλεπε στο πρόσωπό του κάποιον που έκανε κάτι, σε μια χώρα που συχνά αισθάνονται πως δεν γίνεται τίποτα σε ό,τι αφορά τα σκάνδαλα, την απουσία χρηστής διοίκησης, τη λογοδοσία για αποφάσεις και το βόλεμα ημετέρων. Πρόκειται για ένα γεγονός, που καταγράφηκε πολλές φορές από τις έρευνες της κοινής γνώμης αλλά και από τις αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ασχέτως αν πρόκειται για ορθή ή λανθασμένη αντίληψη, σε μεγάλο βαθμό αναπαραγόταν και από κάποιες πολιτικές δυνάμεις, εντός και εκτός Βουλής, γεγονός που ενδεχομένως να καθοδηγούσε περαιτέρω τους πολίτες προς αυτή την πεποίθηση.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Σκληρή και χειρότερη από Ρίκκου η απόφαση για Οδυσσέα-«Παρασυρόμενος από τις Σειρήνες της δημοφιλίας, σύγχυσε τα όρια»
Το Συμβούλιο όχι απλώς κάκισε αυτές τις παρεμβάσεις του Οδυσσέα Μιχαηλίδη, αλλά ουσιαστικά κάκισε και το γεγονός πως τύγχαναν τόσο ευρείας αποδοχής, αφού θεωρεί πως αυτό λειτούργησε ως κίνητρο για να συνεχίσει να επιδεικνύει συμπεριφορά που κρίνεται ως ανάρμοστη. «Παρασυρόμενος από τις Σειρήνες της δημοφιλίας και των δημοσκοπήσεων, σύγχυσε τα όρια του θεσμικού του ρόλου και εξέθεσε τη θεσμοθετημένη λειτουργία των επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, παραβλέποντας ότι η όποια προσωπική αντίληψη και τυχόν διαφορά του με τα εν λόγω πρόσωπα, δεν αφορούσε τους Θεσμούς του Κράτους, απρόσωπους εκ της φύσεώς τους και την αποστολή τους», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στο πλαίσιο της απόφασης, μάλιστα, ο Γενικός Ελεγκτής παρουσιάστηκε εμμέσως ως «υποκινητής» της θεσμικής κρίσης στην οποία έχει βυθιστεί ο τόπος αλλά και της αρνητικής διάθεσης που αναπτύχθηκε γύρω από τα πρόσωπα του Γιώργου Σαββίδη και του Σάββα Αγγελίδη. Επιπλέον του καταλογίστηκε η παραπομπή σε λαϊκά δικαστήρια, κάτι που ερμηνεύτηκε ως ενδεικτικό προσώπου «με επικίνδυνες αντιλήψεις ως προς τις βασικές αρχές που διέπουν το κράτος δικαίου και τον τρόπο λειτουργίας των Θεσμών».
Σε ό,τι αφορά το πρώτο σημείο, το Δικαστήριο αποφάνθηκε πως «απέτυχε να αντιληφθεί ότι οι μεταξύ των Θεσμών διαφορές δεν επιλύονται με φραστικές, δημόσιες, αντιπαραθέσεις, αλλά ούτε και η απόδοση οποιασδήποτε τυχόν μεμπτής συμπεριφοράς εναντίον άλλου αξιωματούχου αποτελεί αντικείμενο δημοσίων συζητήσεων. Ακολουθούνται οι εκ του Συντάγματος επιβαλλόμενες διαδικασίες. Έτσι λειτουργούν οι Θεσμοί και έτσι θωρακίζεται το κράτος δικαίου. Αυτή την οδό όφειλε να ακολουθήσει ο Γενικός Ελεγκτής, εάν έκρινε ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία προς απόδοση ευθυνών σε άλλο κρατικό αξιωματούχο, είτε αυτό αφορούσε τον Γενικό Εισαγγελέα για αντιθεσμικές, έκνομες ενέργειές του ή τον Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα για διαφθορά ή συμπεριφορά πέραν του συνταγματικού πλαισίου. Άλλως, διαβρώνονται οι Θεσμοί, απαξιώνονται στα μάτια των πολιτών και επακολουθεί χάος».
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ανέφερε πως ο κ. Μιχαηλίδης, «μεθοδευμένα ενεργούσε, αποδομώντας τους επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας και επιφυλάσσοντας για τον εαυτό του τον ρόλο του μοναδικού, αδέκαστου, προασπιστή των συμφερόντων των πολιτών. Καταλογίστηκε προσπάθεια αποδόμησης της Εισαγγελίας μέσω του δημόσιου λόγου, «παρασύροντας και εμπλέκοντας, σε αυτή την απαράδεκτη και επικίνδυνη για το κράτος δικαίου συμπεριφορά, πολίτες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην αρένα των οποίων σύρθηκαν ανηλεώς τα πιο πάνω πρόσωπα».
Στα πλαίσια αυτά, ανέφερε, δεν ήταν χωρίς σημασία, αντιθέτως διαδραμάτιζαν το δικό τους ρόλο, οι αμετροεπείς δηλώσεις και ανακοινώσεις, πολλές φορές παραπλανητικού χαρακτήρα. Δηλαδή θεωρήθηκε ότι όχι απλώς ο κ. Μιχαηλίδης κατηύθυνε τον κόσμο, αλλά και τον παραπλανούσε. «Οι επανειλημμένες διαμάχες του, δημόσια, με ελεγχόμενα από την υπηρεσία του πρόσωπα, αλλά και με άλλους πολίτες, μέσω μιας αλόγιστης και επικίνδυνης, για την αντικειμενικότητα που πρέπει να χαρακτηρίζει, χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, φανερώνει έλλειψη μέτρου και ευθυκρισίας», αναφέρθηκε συναφώς.
Στην απόφαση αποδίδεται στον Γενικό Ελεγκτή και προσπάθεια υπόσκαψης του κύρους και της υπόστασης του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα μέσα από τις δημόσιες τοποθετήσεις του: «Πέραν της, αυτόδηλα, ανεπίτρεπτης συμπεριφοράς του ως προς το αθωωτικό πόρισμα σε σχέση με τον Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα, ο τρόπος, το ύφος, οι χαρακτηρισμοί, τα υπονοούμενα, αλλά και η απόδοση, ευθέως, ευτελών και αλλότριων κινήτρων στους επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, κατά την επιτέλεση των συνταγματικών τους εξουσιών, συνιστούν όχι μόνο υπέρτατη προσβολή, εκ της θέσεώς τους, για τον θεσμό του Γενικού και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, αλλά, πλέον σημαντικό, υπόσκαψη του κύρους και της συνταγματικής τους υπόστασης και αποστολής». Περαιτέρω, του αποδόθηκε από το Δικαστήριο εμπάθεια και έγινε λόγος για εμμονή του κ. Μιχαηλίδη να παρουσιάζει τον Σάββα Αγγελίδη ως ένοχο.
Με βάση τα πιο πάνω, το Συμβούλιο κατέληξε πως έχει καταδειχθεί πως η συμπεριφορά του Γενικού Ελεγκτή «όπως αυτή εκδηλώθηκε με παραπλανητικές και απρεπείς δημόσιες δηλώσεις και ανακοινώσεις -με δημόσιες, αβάσιμες, καταγγελίες και υπονοούμενα, παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας αλλά και έλλειψη σεβασμού προς τις συνταγματικές αρμοδιότητες και εξουσίες του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα- είναι μεμπτή και κατώτερη των περιστάσεων και του επιπέδου του αξιώματος που υπηρετεί».
Σημασία δόθηκε και σε ένα γκρουπ στο facebook, την «Ομάδα Στήριξης Γενικού Ελεγκτή», στο οποίο υπήρχαν αναρτήσεις και σχόλια που θεωρούνταν υβριστικού ή ψευδούς χαρακτήρα, και στο γεγονός πως ο κ. Μιχαηλίδης αρνήθηκε να παρέμβει, όπως του είχε ζητήσει ο Σάββας Αγγελίδης, επειδή πίστευε ότι θα μπορούσε να εκληφθεί ως παρέμβασή του στο δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης των πολιτών. Θέση του Δικαστηρίου είναι πως δεν είναι αυτό που του ζητήθηκε και ούτε η εξύβριση εμπίπτει στο πεδίο της ελευθερίας της έκφρασης και ο Ελεγκτής δεν έδειξε συναίσθηση του βάρους της θέσης του και της ευθύνης του έναντι των άλλων θεσμών και των αξιών που υπηρετούν. Στην ουσία κρίθηκε ότι με την στάση του ενθάρρυνε ένα διαδικτυακό καφενέ, στον οποίο επιδεικνυόταν απρεπής και ανάρμοστη συμπεριφορά κατ’ επανάληψη από τρίτους.
Η απόφαση του Δικαστηρίου απομακρύνει τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη από τη δημόσια σφαίρα, τουλάχιστον με τη θεσμική του ιδιότητα. Όμως δεν περιορίζει τη δημόσια ανάγκη για πρόσωπα σε υψηλόβαθμα αξιώματα, που κάνουν τους πολίτες να αισθάνονται πως βρίσκονται στο πλευρό τους. Και αυτό είναι που πρέπει να φροντίσουν να κάνουν όσοι έχουν εξουσία στα χέρια τους, με τρόπο που αρμόζει στους νόμους αλλά και που να στέλνει τα μηνύματα που δεν συνηθίζει να στέλνει το κράτος αυτό στην κοινή γνώμη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Κατά μέτωπο επίθεση Οδυσσέα μετά την παύση του-«Σήμερα νίκησε το σύστημα»