Καταγγελία σε CPT για έρευνες χωρίς εντάλματα στις Κεντρικές και για σύγκρουση συμφέροντος από Διεύθυνση
06:00 - 04 Σεπτεμβρίου 2024
Την ώρα που ο Σύνδεσμος Φυλακισμένων ζητά και αναμένει έκθεση από την Επίτροπο Διοικήσεως και Προσωπικών Δεδομένων, με την οποία θα καταδικάζει την στάση της Διεύθυνσης των Κεντρικών Φυλακών, αναφορικά με τις έρευνες από πλευράς Αστυνομίας χωρίς την έκδοση σχετικών ενταλμάτων σύλληψης, προχώρησε στο επόμενο βήμα, καταγγέλλοντας τα τεκταινόμενα στο Σωφρονιστικό Ίδρυμα στην Επιτροπή Πρόληψης Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης (CPT).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Εμμένει ο Κληρίδης στην Επίτροπο για τις έρευνες χωρίς εντάλματα στις Κεντρικές-«Ανεξέλεγκτη εξουσία που δεν προνοείται»
Σε σχετική επιστολή που απέστειλε ο πρόεδρος του Συνδέσμου και δικηγόρος, Αλέξανδρος Κληρίδης, ενημερώνει την CPT για την συνεργασία της Διεύθυνσης των Φυλακών και της Αστυνομίας, αναφορικά με τις έρευνες χωρίς εντάλματα, δείχνοντας πως προκύπτει παραβίαση συνταγματικών δικαιωμάτων, ενώ παραθέτει της θέσεις της Διεύθυνσης, όπως αυτές παρατάθηκαν στην Επίτροπο Διοικήσεως, στην οποία είχε προβεί σε καταγγελία.
Ο κ. Κληρίδης, αναφέρει στην CPT πως η Διεύθυνση των Φυλακών, επιβεβαίωσε πως για την σχετική έρευνα που καταγγέλθηκε δεν υπήρχε σχετικό διάταγμα Δικαστηρίου, ωστόσο ισχυρίζεται πως αυτή δεν διενεργήθηκε σε όλες τις πτέρυγες, ενώ απέρριψε τη θέση πως δόθηκαν οδηγίες όπως όλοι ανεξαιρέτως οι κρατούμενοι παρέμεναν στα κελιά τους μέχρι την ολοκλήρωση της έρευνας.
Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του Συνδέσμου, υποδεικνύει στην Επιτροπή Πρόληψης Βασανιστηρίων, πως η Διεύθυνση των Φυλακών απάντησε ότι:
- «Όντως πραγματοποιήθηκε έρευνα στις συγκεκριμένες ημερομηνίες, αλλά δεν ήταν σε όλα τα κελιά, σε όλες τις πτέρυγες, όπως είχαμε αναφέρει. Ήταν μία ευρεία έρευνα, σε διάφορα κελιά σε διάφορες πτέρυγες, αλλά όχι σε όλες.
- Η έρευνα είχε διαταχθεί από τις Φυλακές και όχι από την Αστυνομία και δεν χρειάστηκε να υπάρχει ένταλμα έρευνας.
- Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τόσο από μέλη των Φυλακών, όσο και της Αστυνομίας, λόγω της «έλλειψης προσωπικού».
- Ο αναπληρωτής Διευθυντής των Φυλακών έχει «δικαίωμα να προβεί σε έρευνα κελιών κατά την κρίση του για το εάν, πότε, πώς και σε ποια έκταση και πόσο μεγάλη μπορεί να είναι μια έρευνα».
Δεδομένου πως η έρευνα διενεργήθηκε λίγες ημέρες μετά την βομβιστική επίθεση στο όχημα αξιωματικού των Φυλακών, οι κρατούμενοι μέσω του Συνδέσμου τους, κατήγγειλαν ομαδική τιμωρία, αφού είχε ακυρωθεί η τελική γιορτή των μαθημάτων. Μάλιστα, οι κρατούμενοι είχαν ενημερώσει σχετικά τον Σύνδεσμο, πως ο λόγος της ακύρωσης, όπως τους λέχθηκε από την ανώτερη λειτουργό αλλά και άλλους αξιωματικούς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, ήταν λόγω της εγκληματικής ενέργειας σε βάρος δεσμοφύλακα, ενώ είχαν μεταφερθεί στους κρατούμενους και άλλα «μηνύματα».
Επί του συγκεκριμένου ζητήματος, ο αναπληρωτής Διευθυντής των Φυλακών, ισχυρίστηκε στην απαντητική του επιστολή στην Επίτροπο, πως η τελική γιορτή δεν ακυρώθηκε αλλά αναβλήθηκε, ανεξαρτήτως πως δεν ανακοινώθηκε νέα ημερομηνία, κάτι το οποίο υπέδειξε στην δική του απάντηση ο κ. Κληρίδης.
Είναι για αυτό το λόγο, που στην καταγγελία του στην CPT, υποδεικνύει πως «το είδος της έρευνας και ο τρόπος που διεξήχθη, εκτός από την αναβολή της αποφοίτησης, δεν έπρεπε να θεωρηθεί ως τιμωρία αλλά ως κάτι που είχαν το δικαίωμα να κάνουν».
Δείχνει σύγκρουση συμφέροντος
Ο Αλέξανδρος Κληρίδης, με την καταγγελία στην Επιτροπή Πρόληψης Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης, επαναλαμβάνει τις διαχρονικές θέσεις της CPT, πως η Αστυνομία δεν μπορεί και δεν πρέπει να έχει οποιαδήποτε εμπλοκή στην διοίκηση των Κεντρικών Φυλακών, δεδομένου πως πρόκειται για δύο διαφορετικά τμήματα, η φιλοσοφία των οποίων είναι συγκρουόμενοι. Και αυτό διότι, η Αστυνομία έχει ρόλο διώκτη, σε αντίθεση με τις φυλακές, που έχουν ρόλο σωφρονισμού και ως εκ τούτου, η προσέγγιση των κρατουμένων αντιμετωπίζεται με εντελώς διαφορετικό τρόπο.
Είναι για αυτό το λόγο, που ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φυλακισμένων, ενημερώνει την CPT, πως μετά την Άννα Αριστοτέλους, στη θέση του αναπληρωτή Διευθυντή διορίστηκαν πρόσωπα που προέρχονται από τις αστυνομικές Αρχές, κάτι που αφενός έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις οδηγίες του Συμβουλίου της Ευρώπης, για τα θέματα των Φυλακών και αφετέρου, όπως είναι η θέση του, προκύπτει σύγκρουση συμφέροντος.
Όπως αναφέρει ο κ. Κληρίδης, «στην Κύπρο, η προηγούμενη Διεύθυνση ήταν αστυνομικός και μετά την παραίτησή του, επέστρεψε στην καριέρα του στην αστυνομική δύναμη και ο νυν αναπληρωτής διευθυντής των Φυλακών είναι επίσης αστυνομικός. Τα γεγονότα αυτού του παραπόνου, δείχνουν ότι η παρούσα διεύθυνση των Φυλακών έχει σύγκρουση συμφέροντος, αφού προέχεται από την Αστυνομία και επιτρέπει στα μέλη της την είσοδο στις φυλακές, χωρίς ένταλμα και ερευνούν τα κελιά μετά από εντολές του, με δικαιολογία ότι η υποστελέχωση των Φυλακών, του επιτρέπει να παρουσιάζει αστυνομικές δυνάμεις εντός της φυλακής για κάθε είδους σωφρονιστικής εργασίας».
Κάτι το οποίο, όπως υποδεικνύει ο κ. Κληρίδης στην καταγγελία του στην CPT, συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας, ενώ τονίζει πως είναι ένας εξαιρετικά επικίνδυνος τρόπος να δοθεί ανεξέλεγκτη εξουσία στην Αστυνομία εναντίον των κρατουμένων.
«Ο ίδιος ο αναπληρωτής διευθυντής πιστεύει ότι οι κανονισμοί των Κεντρικών Φυλακών του επιτρέπουν να διατάξει έρευνα που υπερβαίνει τα μεμονωμένα κελιά και υπό πολύ αυστηρές συνθήκες, που πρέπει να παρακολουθούνται και να αναφέρονται στους φακέλους των κρατουμένων. Καμία τέτοια εξουσία δεν παρέχεται στην εθνική νομοθεσία ή κανονισμό».
Περαιτέρω τονίζει πως οι φυλακισμένοι, οι οποίοι υπόκεινται σε έρευνα χωρίς σχετικό διάταγμα Δικαστηρίου, δεν έχουν καμία δίοδο για νομική προσφυγή, για να αντιταχθούν ή να αμφισβητήσουν τη νομιμότητα της έρευνας που έγινε και τους λόγους που έγινε ή τον τρόπο που έγινε, αφού δεν εκδόθηκε ένταλμα έρευνας από Δικαστήριο και δεν υπάρχει διορισμένο Συμβούλιο Φυλακών για να παραπονεθούν.
«Αυτού του είδους έρευνες δεν καταγράφονται και παραβιάσουν βασικά δικαιώματα των φυλακισμένων για ιδιωτικότητα και αξιοπρέπεια, αφού οι έρευνες γίνονται από την Αστυνομία χωρίς ένταλμα, σε διάφορες ώρες και με τη χρήση βίας. Αυτές οι έρευνες τρομοκρατούν τους κρατούμενους και τους αφήνουν με την εντύπωση ότι δεν έχουν κανένα σεβασμό στα δικαιώματά τους και δεν έχουν κανένα νομικό τρόπο για να παραπονεθούν για οτιδήποτε γίνεται στις Φυλακές εναντίον τους και ότι το σύστημα των Φυλακών δεν έχει όρια στο να εμπλέκονται στα δικαιώματά τους».
Καταληκτικά, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φυλακισμένων, αναφέρει στην Επιτροπή Πρόληψης των Βασανιστηρίων της Ευρώπης, «στρέφεται κατά του αναπληρωτή Διευθυντή των Φυλακών, του Αρχηγού της Αστυνομίας και του Γενικού Εισαγγελέα ως αρμόδιων για όλους τους δημόσιους φορείς στην Κύπρο».