Βαρύ κατηγορητήριο για Δημητριάδη και άλλα εννέα πρόσωπα-Όσα είχε καταγράψει απόφαση του Ανωτάτου
06:00 - 03 Σεπτεμβρίου 2024
Αντιμέτωποι με περίπου πενήντα κατηγορίες, που σχετίζονται με 19 πολιτογραφήσεις επενδυτών, θα βρεθούν στο εδώλιο του κατηγορουμένου δύο νομικά και οκτώ φυσικά πρόσωπα, ανάμεσα τους και ο πρώην υπουργός Μεταφορών, επί Κυβέρνησης Αναστασιάδη, Μάριος Δημητριάδης, καθώς και συγγενικά του πρόσωπα, οι οποίοι αναμένεται να παραπεμφθούν σε δίκη ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας.
Η υπόθεση σε βάρος τους, αν και είχε προαναγγελθεί εδώ και περίπου ένα χρόνο, καταχωρήθηκε την περασμένη Παρασκευή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας και έχει οριστεί ημερομηνία κατά την οποία όλοι οι κατηγορούμενοι θα πρέπει να παρουσιαστούν ενώπιον Κακουργιοδικείου, όπου θα τους απαγγελθούν κατηγορίες. Μεταξύ άλλων, η λίστα των κατηγοριών περιλαμβάνει αδικήματα που αφορούν συνομωσία προς καταδολίευση, κατάχρηση εξουσίας, δεκασμού δημόσιου λειτουργού, εξασφάλιση εγγραφής με ψευδείς παραστάσεις, πλαστογραφία, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς και διαφθοράς που ορίζονται από τον Νόμο που κυρώνει τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποινικοποίηση της Διαφθοράς, Ν.23(ΙΙΙ)/2000, Άρθρα 2, 3, 7 και 8.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Η πρώτη αντίδραση Δημητριάδη στο κατηγορητήριο-«Η στοχοποίησή μου ήταν προαποφασισμένη»
Λεπτομέρειες της υπόθεσης ήρθαν στο φως με απόφαση του Ανωτάτου, ημερομηνίας 26 Οκτωβρίου 2023, το οποίο εξέτασε αίτηση για ακύρωση εντάλματος σύλληψης που είχε εκδοθεί σε βάρος επενδυτή, τον Απρίλιο του 2023, για την συγκεκριμένη υπόθεση.
Στην απόφαση επισυνάπτεται ο όρκος του ανακριτή, που απαριθμούσε 30 σελίδες, ο οποίος παρέπεμπε μεταξύ άλλων στην έκθεση της τριμελούς Επιτροπής που είχε συσταθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο, τον Νοέμβριο του 2019, για τον έλεγχο πολιτογραφήσεων επενδυτών, όπου προέκυψε πως είχαν πολιτογραφηθεί τρία πρόσωπα από την Καμπότζη, ζεύγος και υιός, με ψευδείς παραστάσεις και με απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων, όπως για παράδειγμα ότι λόγω των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων στη χώρα τους, ανεστάλη η χρηματοδότηση της χώρας τους από τη Διεθνή Τράπεζα.
Σημειώνεται πως η σχετική έκθεση της τριμελούς Επιτροπής, ήταν η αφορμή για έναρξη ποινικής υπόθεσης, η οποία εν τέλει οδηγείται ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Από τον έλεγχο των φακέλων των εν λόγω προσώπων, διαπιστώθηκε ότι τα τρία αυτά πρόσωπα αιτήθηκαν μέσω του δικηγορικού γραφείου Δημητριάδη την παραχώρηση της κυπριακής υπηκοότητας, βάσει των κριτηρίων για κατ' εξαίρεση πολιτογράφηση αλλοδαπών επενδυτών-επιχειρηματιών.
Η επένδυση της συζύγου του Καμποτζιανού, αφορούσε την αγορά μετοχών εταιρείας εγγεγραμμένης στην Κύπρο και δύο διαμερισμάτων από εταιρείες ομίλου, επίσης εγγεγραμμένων στην Κύπρο. Η επένδυση είχε συνολική αξία περί τα τρία εκατομμύρια, ενώ τα χρήματα εμβάστηκαν σε λογαριασμό ο οποίος ανοίχθηκε από το δικηγορικό γραφείο, με δικαίωμα υπογραφής μόνο από τον δικηγόρο και κατέληξαν στον λογαριασμό της εταιρείας που αγόρασε μετοχές η σύζυγος του επενδυτή. Αυτή η εταιρεία ήταν εγγεγραμμένη στο Χονγκ Κονγκ και διευθυντής ήταν ο ίδιος. Επίσης, ο Καμποτζιανού ήταν διευθυντής και σε άλλες εταιρείες εγγεγραμμένες σε άλλες αλλοδαπές δικαιοδοσίες, όλες συνδεδεμένες μεταξύ τους.
Προμήθεια 25%
Περαιτέρω, σύμφωνα πάντα με τον όρκο του ανακριτή, αναφέρεται πως η εταιρεία του Καμποτζιανού προχώρησε στη δημιουργία ενός επενδυτικού πλάνου για να προσελκύει Κινέζους επενδυτές στην Κύπρο για αγορά μετοχών. Από τους 21 επενδυτές, υπήρχαν τέσσερις οικογένειες επενδυτές, οι οποίες συνδέονταν μεταξύ τους και κατά τον χρόνο της πολιτογράφησης τους, διευθυντής της εταιρείας, που ήταν εγγεγραμμένη στην Κύπρο, ήταν πρόσωπο που η σύζυγος εργαζόταν στην Πρεσβεία της Κίνας στην Κύπρο.
Όπως αναφέρεται επίσης στην απόφαση, οι πλείστοι επενδυτές πλήρωναν συνολικά €2-€2,5εκ. με πιστωτικές κινέζικες κάρτες, με εμβάσματα μικρών ποσών σε λογαριασμούς μια εταιρείας και ακολούθως μεταφέρονταν σε λογαριασμούς άλλης ή σε λογαριασμός πελατών που δημιουργούσε το δικηγορικό γραφείο. Σύμφωνα με κατάθεση υπαλλήλου της Κεντρικής Τράπεζας, αυτές οι πράξεις συνιστούν ύποπτες συναλλαγές και η εταιρεία είχε υποχρέωση, βάσει του άρθρου 27 του Νόμου, να ενημερώσει περί τούτων τη ΜΟΚΑΣ.
Από μελέτη των φακέλων και με βάση ανακριτικές καταθέσεις που λήφθηκαν από Πρωτοκολλητές, διαπιστώθηκε ότι οι αιτήσεις 19 επενδυτών και μελών των οικογενειών τους, πιστοποιήθηκαν κατόπιν παρουσίας των αιτήσεων από το δικηγορικό γραφείο και στην απουσία των αιτητών.
Περαιτέρω, από εξετάσεις υλικού που παραλήφθηκε από την ΚΕΔΙΠΕΣ, διαπιστώθηκε ότι ένα μεγάλο ποσό μεταφέρθηκε από την εταιρεία της Κύπρου σε άλλη, ενώ τα χρήματα των επενδυτών που κατατίθεντο, ποσοστό της επένδυσης ύψους 25%, κατέληγε σε σύντομο χρονικό διάστημα σε λογαριασμούς στην Κίνα, με οδηγίες των διευθυντών της εταιρείας που είναι εγγεγραμμένη στην Κύπρο, δυνάμει συμφωνίας μεταξύ των εταιρειών.
Επίσης, όπως αναφέρεται, λήφθηκε μαρτυρία από το Υπουργείο Οικονομικών ότι κατά την αξιολόγηση των οικονομικών κριτηρίων, δεν είχαν ενημερωθεί ότι προϋπόθεση για τις πολιτογραφήσεις ήταν προμήθειες 25%, καθότι αν το γνώριζαν δεν θα ενέκριναν τις αιτήσεις.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα πάντα με τα όσα καταγράφει η απόφαση, κατόπιν διατάγματος αποκάλυψης τραπεζικών λογαριασμών, διαφάνηκε πως το υπό αναφορά δικηγορικό γραφείο συνεργαζόταν με τον ένα εκ των Διευθυντών των εμπλεκόμενων εταιρειών, κάτι το οποίο επιβεβαιώθηκε από ηλεκτρονική αλληλογραφία που παραδόθηκε στην Αστυνομία.
Σημειώνεται επίσης, πως εναντίον του Διευθυντή της εταιρείας εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης, ενώ ανακρινόμενος ανέφερε πως η εταιρεία συνεργαζόταν με το υπό αναφορά δικηγορικό γραφείο για την πολιτογράφηση των επενδυτών, εξού και εντοπίστηκαν ιδιωτικές επικοινωνίες και ηλεκτρονική αλληλογραφία. Ωστόσο, από τις εξετάσεις στα έγγραφα, διαφάνηκε πως απουσίαζαν σημαντικά έγγραφα των επενδυτών από την Καμπότζη, ενώ από ηλεκτρονική επικοινωνία φαίνεται ότι «υπήρχε συνεννόηση, όπως οι αιτήσεις πολιτογραφήσεων υπηκόων της Καμπότζης γίνουν δεκτές με λιγότερα έγγραφα, καθότι αδυνατούσαν να παρουσιάσουν όλα τα απαιτούμενα έγγραφα».
Επιπλέον, σύμφωνα πάντα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση, από τις εξετάσεις ο ανακριτής ανέφερε πως φαίνεται να υπήρχε συνεργασία και αλληλοενημέρωση μεταξύ του δικηγόρου και του διευθυντή της εταιρείας από την αρχή των σχεδιασμών για τις πολιτογραφήσεις των επενδυτών, ενώ «καταγράφεται ενημέρωση του δικηγορικού γραφείου για πιέσεις προς το Υπουργείο Εσωτερικών για να πολιτογραφηθούν συγκεκριμένοι επενδυτές».
Tι έδειξε ο δικανικός έλεγχος
Πέραν των πιο πάνω, στην απόφαση καταγράφονται τα ακόλουθα:
-Στην ηλεκτρονική επικοινωνία επιβεβαιώνεται ότι το γραφείο ΑΔ γνώριζε για τη διαδικασία πληρωμής προμηθειών στην Κίνα, κάτι το οποίο αντιβαίνει και τις πρόνοιες του καταστατικού της εταιρείας JWPegasus.
-Κατόπιν διατάγματος κατακράτησης των τεκμηρίων, αυτά ανοίχθηκαν και διεφάνη ότι συνήφθησαν έγγραφα για την αγορά μετοχών της χχ με αιτήσεις για διεκδίκηση μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ, καθώς και ενοικιαστήρια και άλλα έγγραφα. Ο μειωμένος συντελεστής απαγορεύεται από τον Νόμο του ΦΠΑ του 2000 και επειδή τέτοιες αιτήσεις είχαν εγκριθεί, αυτό προκάλεσε απώλεια εσόδων ύψους €70.000 για κάθε περίπτωση στο Κράτος.
-Από την ανάλυση των ηλεκτρονικών δεδομένων που κατασχέθηκαν ως τεκμήρια, προκύπτει ότι οι εκπρόσωποι των εταιρειών του χχ πίεζαν τον χχ ο οποίος πίεζε το γραφείο ΑΔ, το οποίο με τη σειρά του ασκούσε, μέσω δημόσιου λειτουργού, πιέσεις για να προωθούνται οι αιτήσεις των πελατών τους στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση.
-Στις 25.5.21 δικηγόρος του γραφείου ΑΔ κατέθεσε ενόρκως ενώπιον της Επιτροπής ότι μεταξύ των ετών 2014-2020 το γραφείο ΑΔ καταχώρισε 303 αιτήσεις. Σε ηλεκτρονική αλληλογραφία, διαφαίνεται ότι το γραφείο ΑΔ χρησιμοποιούσε και διαφήμιζε τη σχέση τους με τον ΜΔ (τότε Υπουργό Μεταφορών), συγγενικό πρόσωπο με τους δικηγόρους του γραφείου, ο οποίος βοηθούσε το γραφείο με απώτερο σκοπό το οικονομικό όφελος της οικογένειας του.
-Στους φακέλους των Υπουργείων Εσωτερικών και Οικονομικών υπάρχουν αγοραπωλητήρια έγγραφα και αποδείξεις πληρωμής σε άλλες εταιρείες με τις οποίες συνδέεται ο χχ και εισήγηση προς τον διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών για την έγκριση της αίτησης του χχ με βάση την αγορά από τον τελευταίο γης εντός του οποίου θα ανεγείρετο ξενοδοχείο και άλλου διαμερίσματος έναντι πληρωμής με χρήματα που ήρθαν από το εξωτερικό. Οι πληρωμές φαίνεται να ήταν εικονικές και με την ανάμειξη των εταιρειών, το ένα αγοραπωλητήριο έγγραφο εμφανίζεται να φέρει ημερομηνία υπογραφής του προγενέστερη της ημερομηνίας δημιουργίας του και τα χρήματα να προήλθαν από εταιρεία του χχ στην Πορτογαλία.
-Μέσω δικανικού ελέγχου των εγγράφων και με βάση άλλη μαρτυρία, προκύπτει ότι η χχ έλαβε χρήματα από την χχ, με τη συμβολή δικηγόρου του γραφείου ΑΔ, παρουσιάζοντας συμφωνία δανείου, τιμολόγια και άλλα έγγραφα. Σύμφωνα με τα στοιχεία, φαίνεται ότι με την καθοδήγηση του δικηγόρου ετοιμάστηκαν εικονικά τιμολόγια και συμφωνία δανείου για να δικαιολογηθεί η μεταφορά των χρημάτων. Το ποσό της μεταφοράς παρουσιάζεται ως δάνειο, αλλά ταυτόχρονα χρησιμοποιήθηκε και ως δικαιολογητικό για την κατ' εξαίρεση πολιτογράφηση του χχ χωρίς να αποκαλυφθεί σε οποιοδήποτε Υπουργείο ο δανεισμός. Παρόλο που τα χρήματα έπρεπε να βρίσκονταν στην Κυπριακή Δημοκρατία για τρία έτη, εντούτοις επιστράφηκαν στον επενδυτή με την αποπληρωμή του δανείου εντός ενός έτους.
«Οργανωμένο σχέδιο»
Στην ίδια απόφαση, στην βάση της μαρτυρίας που παρουσιάστηκε, το Ανώτατο ανέφερε μεταξύ άλλων πως αυτή «υποστηρίζει τις υπόνοιες ότι υπήρχε ένα σχέδιο οργανωμένο και συντονισμένο, με την ανάμειξη δικηγορικού γραφείου στην Κύπρο και ενός μεγάλου πλέγματος εταιρειών εγγεγραμμένων τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό, οι οποίες ασχολούνταν με την προσέλκυση επενδυτών με απώτερο σκοπό την εξασφάλιση κατ' εξαίρεση πολιτογράφησης αυτών και των οικογενειών τους».
Σε αυτό το πλαίσιο, όπως υπέδειξε, «οι υπόνοιες ενισχύονται από μαρτυρία περί του ότι οι αιτήσεις πιστοποιούνταν από Πρωτοκολλητές στην απουσία των αιτητών, αποκρύπτονταν στοιχεία από τα αρμόδια Υπουργεία για σκοπούς έγκρισης των αιτήσεων, υπήρχαν πιέσεις για την έγκριση των αιτήσεων με ανεπαρκή στοιχεία, έγιναν συμβάσεις με αιτήματα για μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας, χρησιμοποιήθηκαν εικονικές συναλλαγές και συμφωνίες και εικονικά ή πλαστά έγγραφα, και μαρτυρία περί του ότι τελικώς ενώ τα χρήματα των επενδυτών έπρεπε να παρέμεναν στην Κύπρο για συγκεκριμένο απαιτούμενο χρονικό διάστημα, αυτά πολύ πιο σύντομα κατέληγαν πίσω στο εξωτερικό στις εταιρείες».
Επιπρόσθετα, στην απόφαση αναφαίρετο πως «μέσα από το περιεχόμενο του όρκου, τόσο από την περιγραφή όσο και από την αναφορά σε συγκεκριμένες επικοινωνίες και έγγραφα, διαφαίνεται ότι το όλο πλαίσιο γεγονότων ήταν ένα προσχεδιασμένο και συνεννοημένο σχέδιο μεταξύ των εμπλεκομένων. Προκύπτει επίσης πως η καταδολίευση αφορά στις κατ' ισχυρισμό δόλιες ενέργειες οι οποίες είχαν απώτερο στόχο την έγκριση των αιτήσεων πολιτογράφησης».