Τα πολιτικά κίνητρα, η σχέση δυσπιστίας και ένα κράτος που μένει χωρίς νομοθεσίες

Σε μία αναπομπή και τρεις αναφορές νόμων που ψηφίστηκαν τον Ιούλιο προχώρησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, γεγονός που προκαλεί πολλά ερωτήματα. Όχι γιατί είναι σπάνιο το φαινόμενο -άλλωστε αυτές οι διαδικασίες υπάρχουν ακριβώς επειδή κατά καιρούς χρειάζονται- αλλά για το γεγονός πως κρίθηκαν προβληματικά τόσα πολλά νομοθετήματα μαζεμένα.

Ο νόμος που αναπέμφθηκε είναι ο περί της Συλλογικής Διαχείρισης Δικαιωμάτων Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων καθώς και για τη Χορήγηση Πολυεδαφικών Αδειών για Επιγραμμικές Χρήσεις Μουσικών Έργων Νόμος». Ως λόγοι της αναπομπής του αναφέρθηκε η ασυμβατότητα με το Δίκαιο της ΕΕ, με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών και με άρθρα του Συντάγματος.

Η πρώτη αναφορά αφορά τον «ο περί Ορισμένων Αξιωματούχων και Ορισμένων Δημόσια Εκτεθειμένων Προσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας (Υποβολή και Έλεγχος Δήλωσης Περιουσιακών Στοιχείων και Καταστάσεων Προσωπικής και Επαγγελματικής Περιουσίας) Νόμο», ο οποίος προνοεί διαδικασίες υποβολής Πόθεν Έσχες για σειρά κρατικών αξιωματούχων και Δημόσια Εκτεθειμένων Προσώπων, συμπεριλαμβανομένου του Γενικού και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα. Η γνωμάτευση επί της ουσίας ζητείται για αυτούς τους δύο αξιωματούχους και αφορά τη συμβατότητα με το Σύνταγμα, την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, την αρχή της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και την ανεξαρτησία του θεσμού του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα.

Ο δεύτερος νόμος που αναφέρθηκε είναι ο «περί Επιβολής Ειδικού Φόρου Πιστωτικού Ιδρύματος Νόμος» και αφορά τροποποίηση του ειδικού φόρου που διοχετεύεται στο Εθνικό Ταμείο Αλληλεγγύης. Θεωρείται ότι η τροποποίηση αυτή επεμβαίνει στα έσοδα του κράτους. Η τελευταία αναφορά αφορά τον «περί εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από ορισμένα έργα τροποποιητικού Νόμο», ο οποίος θεωρείται πως συγκρούεται με την αρχή τις διάκρισης των εξουσιών, με σχετικές ευρωπαϊκές οδηγίες και με την εκτίμηση των επιπτώσεων έργων στο περιβάλλον.

Ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναπέμπει ή αναφέρει νόμους στη βάση της συνταγματικότητάς τους. Οι πιο συχνοί λόγοι που στέλνει τους νόμους πίσω στη Βουλή ή ζητείται η θέση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου είναι επειδή κρίνεται πως παραβιάστηκε η διάκριση των εξουσιών ή επειδή με τις ενέργειές της η Βουλή αύξησε τα έξοδα ή μείωσε τα έσοδα του κράτους.

Αν και δεν γνωρίζουμε ακόμη την τελική έκβαση που θα έχουν αυτές οι διαδικασίες στο Δικαστήριο και κατά πόσον όντως θα επιβεβαιωθεί πως είναι αντισυνταγματικοί, εκ των πραγμάτων δημιουργείται προβληματισμός που τέσσερις εντελώς διαφορετικοί νόμοι, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, ενδέχεται να ενέχουν στοιχεία αντισυνταγματικότητας. Εκ του αποτελέσματος θα διαφανεί ποια είναι η πηγή του προβλήματος. Εάν, δηλαδή, η Βουλή αγνοεί ή δεν κατανοεί τις προειδοποιήσεις ότι συγκεκριμένοι νόμοι μπορεί να είναι αντισυνταγματικοί και προχωρά στην ψήφισή τους ή αν γίνεται λανθασμένη ανάγνωση από τη Νομική Υπηρεσία που συμβουλεύει σχετικά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και κινεί τις διαδικασίες εκ μέρους του.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν περιπτώσεις που οι βουλευτές ψηφίζουν μια νομοθεσία, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι είναι αντισυνταγματική, για να στείλουν πολιτικό μήνυμα στην Κυβέρνηση. Επιδιώκουν, δηλαδή, να ξεκαθαρίσουν τη βούληση του νομοθετικού σώματος και να ασκήσουν πιέσεις στην εκτελεστική εξουσία, μέσω της κοινωνικής αντίδρασης. Με αυτό τον τρόπο θεωρούν ότι εξαναγκάζουν την Κυβέρνηση, ακόμη και αν ο νόμος δεν τεθεί ποτέ σε εφαρμογή, να προσαρμόσει την προσέγγισή της, υπό το βάρος της πίεσης.

Συχνά, όμως, το κίνητρο δεν είναι πολιτικό. Σε πολλές περιπτώσεις η Βουλή απλώς επιλέγει να μην δώσει σημασία στις προειδοποιήσεις που διατυπώνονται για την συνταγματικότητα κάποιας πρόνοιας. Αυτό μπορεί να συμβεί είτε επειδή οι βουλευτές δεν έχουν πειστεί για το βάσιμο των ανησυχιών που διατυπώνονται, θεωρώντας τις έκδηλα υπερβολικές, είτε λόγω προχειρότητας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, ωστόσο, ενδέχεται να διαδραματίζει ρόλο και η δυσπιστία που υπάρχει από μερίδα βουλευτών έναντι της Νομικής Υπηρεσίας τα τελευταία χρόνια και της έλλειψης εμπιστοσύνης που φαίνεται να υποβόσκει, τουλάχιστον από κάποιους βουλευτές, όπως επίσης και το γεγονός ότι κάποιες φορές δεν επισημαίνει έγκαιρα ή με επαρκή πειστικότητα ζητήματα αντισυνταγματικότητας που μπορεί να προκύπτουν.

Ενδεικτική ήταν η αναφορά του προέδρου της Επιτροπής Εμπορίου, Κυριάκος Χατζηγιάννης, κατά τη συζήτηση της αναπομπής την Πέμπτη, ο οποίος έκανε λόγο για «ατελείωτη απογοήτευση» για την στάση της Νομικής Υπηρεσίας, επειδή, όπως είπε, ενώ είχαν γραπτώς τη σύμφωνη της γνώμη, οι παρεμβάσεις προς την πλευρά της Κυβέρνησης οδήγησαν στο να γίνει αναπομπή της νομοθεσίας. Παράλληλα, ο βουλευτής του ΑΚΕΛ, Κώστας Κώστα, κατήγγειλε διαχρονικές καθυστερήσεις για το θέμα από τη Νομική Υπηρεσία. «Στην τελευταία συνεδρία είχαμε τη θέση και του Υπουργείου και της Νομικής Υπηρεσίας ότι το κείμενο είναι συμφωνημένο. Έρχεται αναπομπή με έξι-επτά σημεία και με σοβαρά ζητήματα που συζητήθηκαν κατά κόρο και είχαμε εντύπωση ότι ήταν συμφωνημένα», σημείωσε.

Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Ανδρέας Πασιουρτίδης είπε πως στο υπόμνημα της Νομικής Υπηρεσίας δεν υπήρχε παρατήρηση για ζητήματα συνταγματικότητας, προσθέτοντας ότι αυτά που αναφέρονται στην αναπομπή δεν αναφέρθηκαν προ της ψήφισης. «Η έκπληξη και πρώτη ερώτηση είναι τι άλλαξε από το υπόμνημα και την ψήφιση του νόμου μέχρι την αναπομπή. Δεν θέλω να πιστέψω ότι πήραν τηλέφωνα οι εταιρείες», τόνισε. Παρόντες βουλευτές αντέδρασαν επίσης στο γεγονός πως η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας ανέφερε πως δέχθηκαν πολλά emails από εταιρείες, λέγοντας ότι είναι απαράδεκτο να λέει η Νομική Υπηρεσία ότι δέχτηκε emails για να μην περάσει η πρόταση νόμου.

Αυτή η κατάσταση είναι ενδεικτική της ασυνεννοησίας που συχνά υπάρχει και που οδηγεί στο τέλος σε αναπομπές ή αναφορές νομοθετημάτων. Και δεν μπορεί εκ των προτέρων να προβλεφθεί πώς θα λειτουργήσει το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και κατά πόσον θα υιοθετήσει τα σημεία που θέτει η Γενική Εισαγγελία ή θα γνωματεύσει διαφορετικά, άρα προς το παρόν τρεις νόμοι βρίσκονται στον αέρα.

Στην πράξη αυτό που συμβαίνει είναι πως εξ υπαιτιότητας είτε της μίας είτε της άλλης πλευράς, οι πολίτες και το κράτος μένουν νομικά ακάλυπτοι. Δεν φτάνει που μια νομοθεσία μπορεί να κάνει χρόνια να φτάσει μέχρι την αίθουσα της Ολομέλειας και να ψηφιστεί, μετά μπορεί να χρειαστούν και χρόνια για να εφαρμοστεί, ιδιαίτερα αν πρέπει να γίνει η διαδικασία από την αρχή. Για αυτό και χρειάζεται να γίνουν όλοι πιο προσεκτικοί και πιο υπεύθυνοι.

Δειτε Επισης

Μηνύματα Ε.Ε στην Τουρκία-Όποιοι βαυκαλίζονται λύση δύο κρατών, μάλλον δεν έχουν μιλήσει με κανέναν στην Ευρώπη
Επιστολή ΑΗΙ στον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπάιντεν για την καθιέρωση της Κύπρου σε βασικό εταίρο του ΝΑΤΟ
Αναλύει το Κυπριακό, αποφασίζει για το συνέδριο η Κεντρική Επιτροπή του ΔΗΚΟ
Άρχισε να στήνεται το παζλ υποψηφίων για την αντιπροεδρία του ΔΗΣΥ-Ποιοι βρίσκονται στο κάδρο
Εμβαθύνεται η συνεργασία με την Ελλάδα, διευρύνεται η τριμερής με Ιορδανία
Κάθετος ο Πρόεδρος και μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση -«Το κράτος δεν πρόκειται να υποκύψει σε πιέσεις»
Η συζήτηση για το Κυπριακό υπενθυμίζει την ανάγκη λύσης-Παρούσα και η ΕΕ
Μηδενικές οι ροές μεταναστών διά θαλάσσης-Στις 9,000 οι αναχωρήσεις μέσα σε δέκα μήνες
Με δέσμη δέκα δράσεων ο προϋπολογισμός ΥΠΕΣ-Έμφαση στη στεγαστική και προσφυγική πολιτική
Συνάντηση Κύπρου-Ελλάδας-Ιορδανίας με τριμερείς μηχανισμούς και περιφερειακές εξελίξεις στο επίκεντρο