Γύρισε η κλεψύδρα για την απόφαση που θα κρίνει την επόμενη μέρα στους θεσμούς-Εκ διαμέτρου αντίθετο αφήγημα
06:00 - 20 Ιουλίου 2024
Η μεγάλη και πρωτοφανής δικαστική μάχη, ανάμεσα σε Γενικό και Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα με τον Γενικό Ελεγκτή, ανεξαρτήτως εάν η αίτηση παύσης του Οδυσσέα Μιχαηλίδη κατατέθηκε από τον Γιώργο Σαββίδη, έφθασε χθες στο τέλος της. Ωστόσο δεν ήταν το τέλος, αφού αυτό θα έρθει με την απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, η οποία όμως θα φέρει μια νέα αρχή σε ένα από τους δύο θεσμούς. Και αυτό διότι, η επόμενη ημέρα, που θα αναδείξει ένα νικητή και ένα ηττημένο σε αυτή την κόντρα που φθάνει στο τέλος της, δεν θα μπορεί να βρει τα ίδια πρόσωπα στις ίδιες θέσεις, δεδομένης της κατάστασης.
Εάν τα πράγματα ήταν διαφορετικά, ενδεχομένως διαφορετική να ήταν και η επόμενη ημέρα. Από την στιγμή όμως που πλέον εξετάζεται αίτηση παύσης του Γενικού Ελεγκτή για κατ΄ ισχυρισμό ανάρμοστη συμπεριφορά και δεν πρόκειται για προσφυγή με την οποία θα ξεκαθάριζαν οι εξουσίες των δύο θεσμών, δεδομένων των διαφωνιών που ξεκίνησαν από το 2020 με αφορμή την υπόθεση για τα χρυσά διαβατήρια, τότε οι συνέπειες αναπόφευκτα είναι διαφορετικές.
Από την μία, εάν το Συμβούλιο βρει δικαιολογημένο το αίτημα του Γενικού Εισαγγελέα και κρίνει πως ο Γενικός Ελεγκτή επέδειξε ανάρμοστη συμπεριφορά, τότε ο δρόμος είναι μονόδρομος για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος, ανεξαρτήτως εάν δεν έδωσε την συγκατάθεση του για την αίτηση, με την οποία μάλιστα εξέφρασε την διαφωνία του, τότε θα πρέπει να την εφαρμόσει και να διορίσει τον διάδοχο του Οδυσσέα Μιχαηλίδη.
Από την άλλη, στο ενδεχόμενο να απορριφθεί η αίτηση, τότε τα φώτα πέφτουν στα επόμενα βήματα του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, οι οποίοι, υπό το βάρος της αποτυχίας της προσφυγής τους, θα πρέπει να υποβάλουν τις παραιτήσεις τους. Σε διαφορετική περίπτωση, το μπαλάκι ενδεχομένως να πέσει στον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος θα κληθεί να πάρει αποφάσεις, αφού θεωρείται δεδομένο πως μετά και από αυτή την ενέργεια του Γενικού Εισαγγελέα, που έβαλε την σφραγίδα στην οριστική ρήξη, οι πρωταγωνιστές των δύο κορυφαίων θεσμών δεν θα μπορέσουν να συνεχίσουν, ωσάν να μην προηγήθηκε ποτέ η διαδικασία ενώπιον του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου.
Όποια και αν είναι η απόφαση και το λεκτικό της, η επόμενη μέρα θα κριθεί από το εάν μένει ή όχι ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης στην θέση του Γενικού Ελεγκτή και από εκεί και πέρα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, από απλός παρατηρητής των εξελίξεων, θα κληθεί να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, αφού θα είναι το πρόσωπο, που σε οποιοδήποτε σενάριο, θα γράψει το τέλος.
Παρά το όσα φημολογούνται και τα σενάρια που διατυπώνονται στο παρασκήνιο πριν καν την έναρξη της διαδικασίας, η απόφαση αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα χέρια των οκτώ δικαστών του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, το οποίο μετά τις τελικές αγορεύσεις, ανακοίνωσε πως δεν αναμένεται να επανέλθει πριν τον Σεπτέμβριο.
Κάτι, το οποίο θεωρείτο αναμενόμενο, αφού πέραν των καλοκαιρινών διακοπών, ενώπιον του Συμβουλίου κατατέθηκε ογκωδέστατο μαρτυρικό υλικό, με εκατοντάδες τεκμήρια, τα οποία κατά κύριο λόγο αφορούν επιστολές, ανακοινώσεις και δηλώσεις από τα δύο στρατόπεδα, τα οποία κατά την ακροαματική διαδικασία επέλεξαν την στρατηγική του man to man.
Αν και από κάθε πλευρά είχε διαμηνυθεί πως θα κληθούν διάφοροι μάρτυρες, εντούτοις στο δικαστικό ρινγκ μπήκαν ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Γενικός Ελεγκτής, με την πλευρά του τελευταίου να επιστρατεύει μόνο εκπρόσωπο του INTOSAI, η μαρτυρία του οποίου όμως δεν αφορούσε την ουσία των κατηγοριών, αλλά κατά κύριο λόγο εξήγησε τις εξουσίες και την ανεξαρτησία που θα πρέπει να έχει η Ελεγκτική Υπηρεσία.
Ως εκ τούτου, στην ουσία το παιχνίδι παίχτηκε μεταξύ Γιώργου Σαββίδη και Οδυσσέα Μιχαηλίδη, που αναμετρήθηκαν ενώπιον του Συμβουλίου, με τους δύο πρωταγωνιστές να έχουν εκ διαμέτρου αντίθετο αφήγημα, ενώ απόκλιση 180 μοιρών είχε και η οπτική τους γωνία, από την οποία ο κάθε ένας έβλεπε τα γεγονότα.
Σε γενικές γραμμές, τα γεγονότα ήταν τα επεισόδια στην κόντρα μεταξύ των δύο θεσμών που έβλεπαν κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας, με αφετηρία τα χρυσά διαβατήρια, περίοδος κατά την οποία είχαν αναλάβει τα ηνία Γιώργος Σαββίδης και Σάββας Αγγελίδης, ενώ αφορμή για την καταχώρηση της αίτησης, αποτέλεσαν οι καταγγελίες που διαβίβασε ο Γενικός Εισαγγελέας στην Αρχή κατά της Διαφθοράς, που αφορούσαν τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα και τον αστυνομικό Μιχάλη Κατσουνωτό.
Η μεν πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα, μεταξύ άλλων, θέλησε να αναδείξει πως πρόκειται για θεσμικό ζήτημα, αφού ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης κατά τις θέσεις του ξεπερνά τις γραμμές, ενώ αυτό που τονίστηκε σε διάφορες περιπτώσεις, είναι πως ο Γενικός Ελεγκτής αφήνει υπόνοιες πως Σαββίδης και Αγγελίδης συγκαλύπτουν ποινικά αδικήματα και είναι διεφθαρμένοι. Επίσης, αυτό που αναδείχθηκε είναι πως ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης αντιδρούσε στις αποφάσεις του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, με την πλευρά του τελευταίου να μην κρύβει την ενόχληση της στην κριτική και την περιρρέουσα που δημιουργήθηκε γύρω από τα ονόματα τους, καταλογίζοντας ευθύνες για αυτό, στον Γενικό Ελεγκτή.
Το στρατόπεδο του Εισαγγελέα, στην τελική του αγόρευση, σύγκρινε την ανάρμοστη συμπεριφορά του Οδυσσέα Μιχαηλίδη με αυτή του Ρίκκου Ερωτοκρίτου, λέγοντας μεταξύ άλλων, πως ο τότε Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας υπονόησε μόνο δύο φορές δεκασμό από τον Γενικό Εισαγγελέα, ενώ στη συγκεκριμένη υπόθεση, οι φορές που ο Γενικός Ελεγκτής υπονόησε ποινικά αδικήματα για τον Γενικό και Βοηθό Εισαγγελέα «ήταν πάμπολλες».
Στην αντίπερα όχθη, αυτό που αναδείχθηκε από την πλευρά του Γενικού Ελεγκτή, ήταν πως το ζήτημα δεν ήταν θεσμικό αλλά προσωπικό, με τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη να κάνει λόγο για μένος αλλά και αντίποινα, λόγω της καταγγελίας που διαβίβασε στην Αρχή κατά της Διαφθοράς, παραπέμποντας στο Συμβούλιο στις δηλώσεις του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, που όπως είπε, τον είχαν απειλήσει σε περίπτωση που δεν στοιχειοθετούν ποινικά αδικήματα.
Περαιτέρω, αυτό που θέλησε να τονιστεί σε διάφορες περιπτώσεις από το στρατόπεδο του Γενικού Ελεγκτή, είναι πως τα όλα ζητήματα προκύπτουν από τον διπλό ρόλο του Γενικού Εισαγγελέα, ο οποίος από την μια εξέδιδε γνωματεύσεις, μέσω των οποίων έμπαιναν εμπόδια στις έρευνες της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, και από την άλλη αποφάσιζε για τις ίδιες υποθέσεις, για τα ποινικά θέματα τα οποία υποδείκνυε η Ελεγκτική.
Επίσης, υποστήριξε έντονα το δικαίωμα του να διαφωνεί με την Εισαγγελία και να εκφράζει τις θέσεις του, ενώ κατά την τελική αγόρευση του ο δικηγόρος του, ανέφερε πως «δεν ζούμε σε δικτατορία δεν θα προσέχουμε όποια λέξη λέμε» επειδή οι άλλοι θα την παρερμηνεύσουν.
Σε ό,τι αφορά την υπόθεση Ερωτοκρίτου, η πλευρά του Οδυσσέα Μιχαηλίδη, υποστήριξε πως αυτή αποτελεί «ευαγγέλιο διεθνώς» και ουδεμία σχέση έχει με την συγκεκριμένη περίπτωση, ενώ υπέδειξε πως για να απολυθεί ένας αξιωματούχος, θα πρέπει με τη συμπεριφορά του να έχει θέσει το αξίωμά του σε ανυποληψία, κάτι που δεν συμβαίνει στην περίπτωση του Γενικού Ελεγκτή.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: «Λαϊκά δικαστήρια του τύπου κρεμμάστε τον, κρεμμάστε τον» Vs «Δεν ζούμε σε δικτατορία να προσέχουμε όποια λέξη λέμε»
Ότι είχαν να πουν οι δύο πλευρές ενώπιον του Συμβουλίου, το είπαν αυτούς τους τελευταίους μήνες, ενώ κατά τη διάρκεια της αντεξέτασης τους, είχαν την ευκαιρία να απαντήσουν ή να αποκρούσουν σε κατηγορίες της άλλης πλευράς. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια αυτής των αντεξετάσεων, επί της ουσίας επαναλήφθηκαν γεγονότα και θέσεις, όμως το Συμβούλιο είχε την ευκαιρία - ενδεχομένως - να κρίνει και την στάση αλλά και την συμπεριφορά των πρωταγωνιστών.
Ωστόσο το βάρος πέφτει κατά κύριο λόγο στο υπόλοιπο μαρτυρικό υλικό αλλά και τα τεκμήρια, με την μπάλα πλέον να βρίσκεται στο γήπεδο του Συμβουλίου, το οποίο θα κληθεί να πάρει μια από τις πιο ιστορικές αποφάσεις. Και αυτό διότι, η υπόθεση Ρίκκου Ερωτοκρίτου αφορούσε Γενικό Εισαγγελέα κατά υφιστάμενου του, ενώ σε αυτή την περίπτωση, για πρώτη φορά, θεσμός στρέφεται προς άλλο θεσμό.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: