Κηδεύτηκε 110 χρόνια μετά τη γέννησή του ο ήρωας Δημήτρης Τσαούσης-«Παρέμεινε αγέρωχος, περήφανος και ελεύθερος»
11:53 - 14 Ιουλίου 2024
Άλλο ένα θυσιασθέντα της τουρκικής εισβολής αποχαιρέτησε η Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς τελέστηκε η κηδεία του ήρωα του 1974 Δημήτρη Τσιαούση του Αντώνη από τον Ιερό Ναό Αγία Μαρίνας στη Μοσφιλωτή.
«Είναι με αισθήματα ευλάβειας, απέραντου σεβασμού και βαθιάς συγκίνησης που σήμερα αποχαιρετούμε άλλο ένα θυσιασθέντα της τουρκικής εισβολής. Άλλο έναν συμπατριώτη μας, που υπήρξε θύμα της τραγωδίας του 1974 και μαζί με τους υπόλοιπους αγνοούμενους μας, αποτέλεσαν την πιο οδυνηρή επίπτωση της τουρκικής θηριωδίας στον τόπο μας. Σήμερα βρισκόμαστε εδώ για να κλείσουμε τις πληγές σε ακόμα μια από τις εκατοντάδες οικογένειες που εδώ και μισό αιώνα, ζουν κουβαλώντας ένα τεράστιο βάρος που προκάλεσαν οι συνέπειες του καλοκαιριού του 1974», ανέφερε στον επικήδειο λόγο της η Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων, Άννα Αριστοτέλους.
Προσθέτοντας παράλληλα πως, «σήμερα απευθύνουμε το ύστατο χαίρε στον Δημήτριο Τσιαούση από την Αφάνεια, που δεν λογάριασε τον θάνατο και γράφτηκε στο πάνθεον των ηρώων της Κύπρου με τη θυσία του και τον άδικο χαμό του τον Αύγουστο του 1974, μετά τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής. Ο Δημήτρης Τσιαούσης του Αντώνη και της Παρασκευούς, πριν από την τουρκική εισβολή, διέμενε στην Αφάνεια μαζί με την οικογένειά του, τη σύζυγό του Αρτεμού και τα τρία του παιδιά, Τιμοθέα, Ανδρέα και Ελένη.
Γεννημένος το 1914, λίγες μέρες πριν βρει μαρτυρικό θάνατο στα χέρια των εισβολέων, ο Δημήτρης, θα συμπλήρωνε 60 χρόνια ζωής. Μέσα στις τραγικές συνθήκες της εισβολής, ο Τσιαούσης παρέμεινε με την οικογένεια του, στο χωριό τους, την Αφάνεια. Εκεί βίωσαν και την αβεβαιότητα που προκάλεσε η περίοδος μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης εισβολής στις 14 Αυγούστου».
Όπως είπε η κα Αριστοτέλους, «ανήμερα της δεύτερης φάσης της εισβολής, ο Δημήτρης, ενημερώθηκε για την κατάσταση στο μέτωπο του πολέμου. Όσο περνούσε η ώρα, τα δεδομένα άρχισαν να γίνονται πολύ πιο απειλητικά και τότε ο Δημήτρης Τσιαούσης με τη σύζυγο του Αρτεμού, παίρνουν την απόφαση να εγκαταλείψουν το χωριό τους και να αναζητήσουν καταφύγιο στην Άσσια, εκεί όπου όλο και περισσότεροι άμαχοι έσπευδαν για να σωθούν. Το χωριό της Άσσιας πλήρωσε βαρύτατο τίμημα εκείνο το μαύρο καλοκαίρι».
«Εκεί όμως που έμελλε να γραφτούν μερικές από τις πιο μαύρες σελίδες εκείνων των ημερών, αφού οι Τούρκοι δεν λογάριασαν, ούτε παιδιά, ούτε γυναίκες ούτε ηλικιωμένους. Ανήμερα της 14ης Αυγούστου, τα τουρκικά στρατεύματα αρχίζουν νέες επιθέσεις κατά θέσεων της Εθνικής Φρουράς σηματοδοτώντας την έναρξη της δεύτερης φάσης της εισβολής. Ανάμεσα στους στόχους των τουρκικών στρατευμάτων ήταν και η περιοχή Μιάς Μηλιάς - Κουτσοβέντη. Ένεκα της υπεροπλίας των εισβολέων, οι άνδρες της Εθνικής Φρουράς στην περιοχή Μιας Μηλιάς έλαβαν οδηγίες να απαγκιστρωθούν από την περιοχή και στη συνέχεια τα τουρκικά στρατεύματα κινήθηκαν και κατέλαβαν τα χωριά Τραχώνι Κυθρέας, Παλαίκυθρο και άλλα, ανάμεσα τους και η Άσσια», πρόσθεσε.
Όπως ανέφερε στον επικήδειο λόγο η Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων, «ο Τσιαούσης, όπως και άλλοι κάτοικοι των γειτονικών χωριών, εγκλωβίστηκαν, μαζί με τους κατοίκους της Άσσιας, εντός του χωριού. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ανθρώπων που εγκλωβίστηκαν στην Άσσια εκείνη τη μέρα, ανέρχεται σε χίλιους. Οι μέρες που θα ακολουθήσουν θα χαρακτηριστούν από μαζικές εκτελέσεις, δολοφονίες και βιαιοπραγίες εναντίον απλών πολιτών και άμαχων. Μετά από πέντε βασανιστικά μερόνυχτα, όπου οι Τούρκοι διέταξαν όλους τους εγκλωβισμένους εντός του χωριού να παραμείνουν εντός των οικιών τους, την ώρα που προέβαιναν σε άθλιες ενέργειες και βιαιοπραγίες».
Ακόμη είπε ότι, «την 21 Αυγούστου, οι Τούρκοι δίνουν νέα διαταγή στους εγκλωβισμένους κατοίκους, και χωρίζουν τους άνδρες από τις γυναίκες. Συγκεκριμένα διατάζουν τους άντρες να συγκεντρωθούν σε οικίες στην πλατεία του χωριού όπου βρισκόντουσαν τα καφενεία, ενώ τα γυναικόπαιδα εντός άλλων οικιών. Σε εκείνη την πλατεία, ήταν η τελευταία φορά που θεάθηκε ο Δημήτρης Τσιαούσης. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ο Τσιαούσης, συνελήφθη από ένοπλους Τουρκοκύπριους, οι οποίοι τον οδήγησαν με πολιτικό όχημα, μαζί με άλλους δύο Ελληνοκύπριους, τον Ανδρέα Διαρκού και τον Σωτήρη Θαλασσινό, προς άγνωστη κατεύθυνση.
Ο ομαδικός τάφος στον οποίο εντοπίστηκαν, βρίσκονταν και τα οστά του Θεοδουλου Σολωμού. Τα λείψανά τους ανευρέθηκαν στην περιοχή του Τουρκοκυπριακού χωριού Αγιά και η ταυτοποίηση τους έγινε στις 18 Δεκεμβρίου του 2023. Ο Δημήτρης ούτε τρόμαξε, ούτε φοβήθηκε. Παρέμεινε αγέρωχος, περήφανος και ελεύθερος, όπως όριζε ο δικός του αξιακός κώδικας και το πρωτόκολλο μιας άλλης εποχής. Ενός κώδικα που όριζε πως ο άνθρωπος δεν φοβάται, δεν λυγίζει και δεν εγκαταλείπει τη γη του. Παραμένει εκεί στη γη του, τιμώντας την με αποκλειστική προσήλωσή, με αληθινή αφοσίωσή, πίστη και δέσμευση προς αυτή μέχρι και την τελευταία του πνοή».
«Οι τραγικές μέρες του 1974 παραμένουν χαραγμένες με ανεξίτηλο μελάνι στη μνήμη του κάθε Κύπριου. Μια μέρα σαν και αυτή, λίγο πριν από την επέτειο των 50 χρόνων από την τουρκική εισβολή και κατοχή, τα λόγια αποδεικνύονται φτωχά, ανίκανα να περιγράψουν τον πόνο, ανίσχυρα μπροστά στα 50 χρόνια αγωνίας για τις τύχες των αγνοουμένων μας. Η θυσία των ανθρώπων όπως ο Δημήτρης, είναι υπόμνηση της ηθικής μας υποχρέωσης να αγωνιστούμε για την ελευθερία και την επανένωση της πληγωμένης μας πατρίδας. Να αγωνιστούμε για τα ιδανικά, για τα οποία θυσιάστηκαν οι νέοι της πατρίδας μας. Σήμερα γράφεται ο τελικός επίλογος της τραγικής ιστορίας του Δημήτρη, μα η πληγή δεν κλείνει, κανείς δεν ξεχνάει. Η πληγή των αγνοουμένων μας, παραμένει ανοιχτή πενήντα χρόνια μετά από την εισβολή. Τη σημερινή ημέρα, αφαιρούμε ακόμα ένα όνομα από τον μακρύ κατάλογο των αγνοουμένων μας και ταυτόχρονα δηλώνουμε την αποφασιστικότητα μας, να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, για να έρθει εκείνη η μέρα, που αυτή η πληγή θα κλείσει οριστικά, για να φέρει επιτέλους και την ανακούφιση των οικογενειώ», ανέφερε η κα Αριστοτέλους.
Όπως είπε, «ο Προέδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης έχει κατατάξει το ζήτημα των αγνοουμένων μας στις υψηλές προτεραιότητες, και ως Επικεφαλής της Υπηρεσίας εργαζόμαστε συστηματικά και υπεύθυνα με γνώμονα την εξακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων μας, την συγκέντρωση πρόσθετων πληροφοριών που θα επιτρέψουν σημαντικότερα βήματα προόδου προς αυτή την κατεύθυνση. Μεγάλος σύμμαχος μας σε αυτή την προσπάθεια, είναι αφενός η θέληση μας, οι οικογένειες των αγνοουμένων μας και τα όσα μέσα διαθέτουμε, ενώ μεγάλος αντίπαλος μας, παραμένει η τουρκική αδιαλλαξία που επιμένει να κλείνει τα μάτια μπροστά σε ένα αμιγώς ανθρωπιστικό ζήτημα και να κρατά ως επτασφράγιστο μυστικό, σημαντικά στοιχεία που θα άνοιγαν τον δρόμο για εντοπισμό και νέες ταυτοποιήσεις αγνοουμένων μας.
Το δικό μας καθήκον, είναι να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις για την διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων μας, αλλά και για τη μέρα της επιστροφής. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης στηρίζει εμπράκτως αυτή την προσπάθεια και είναι δίπλα στις οικογένειες των ηρώων και πεσόντων της πατρίδας μας. Η υπόσχεση μας, προς τον Δημήτριο Τσιαούση που αποχαιρετούμε σήμερα, είναι πως θα εργαστούμε μέχρι τη δικαίωση της θυσίας όλων των ηρώων, πεσόντων και μαρτύρων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και ταυτόχρονα να επουλώσουμε τις πληγές που τα γεγονότα του 1974 άφησαν στις επόμενες γενιές. Τις πληγές που καρτερικά κουβαλούν για πενήντα χρόνια τα παιδιά του Δημήτρη Τσιαούση, η Τιμοθέα, ο Ανδρέας και η Έλλη με τις οικογένειες τους».
«Ο άνθρωπος που παρέμεινε ριζωμένος και αφοσιωμένος στην αγαπημένη του γη, κηδεύεται σήμερα, 110 χρόνια μετά την γέννηση του το 1914. Αποχαιρετούμε σήμερα έναν ήρωα που δεν εγκατέλειψε ποτέ το χωριό και τις ρίζες του. Δεν φοβήθηκε, δεν λύγισε και δεν εγκατέλειψε τη γη του, αψηφώντας την ίδια του τη ζωή. Οφείλουμε να διατηρήσουμε άσβεστη τη μνήμη του και να μεταλαμπαδεύσουμε στη νέα γενιά την αγάπη και αφοσίωσή του για την πατρώα γη. Η παρακαταθήκη που άφησε ο Δημήτρης μας, που προτίμησε να παραμείνει λεύτερος στη γη που τον γέννησε, ακόμα και την υστάτη αποτελεί πρότυπο υπερηφάνειας, αρχών και αξιών, και δείχνει σε όλους εμάς το δρόμο της ευθύνης και του καθήκοντος, να συνεχίσουμε τον αγώνα για δικαίωση», πρόσθεσε.
«Κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ στη θυσία του Δημήτρη, αλλά και στο μαρτύριο της οικογένειάς του, οι οποίοι έχασαν σύζυγο και πατέρα. Αποχαιρετούμε σήμερα έναν ήρωα που δεν εγκατέλειψε ποτέ την πατρίδα του. Με αισθήματα σεβασμού, συγκίνησης και υπερηφάνειας, η κυπριακή γη, είναι έτοιμη να τον υποδεχθεί. Με καθυστέρηση πενήντα χρόνων, η ψυχή του Δημήτρη θα αναπαυθεί. Δημήτρη, σήμερα η πατρίδα σου σε αποχαιρετά, αποδίδοντάς σου τον ελάχιστο φόρο τιμής που σου αξίζει. Αιώνια και τιμημένη η μνήμη σου Δημήτρη του Αντώνη και της Παρασκευούς και ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκέπασε», ανέφερε η Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων.