Βάζει στη ζυγαριά το εκλογικό αποτέλεσμα η Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ
Μικαέλλα Λοΐζου 06:00 - 13 Ιουλίου 2024
Σε επίπεδο Κεντρικής Επιτροπής συζητά σήμερα το ΑΚΕΛ το αποτέλεσμα των διπλών εκλογών. Το κόμμα από την πρώτη στιγμή ξεκίνησε την αποτίμησή του σε άλλα συλλογικά όργανα, δημοσιοποιώντας μάλιστα τις πρώτες του διαπιστώσεις. Ως είθισται, όμως, η εις βάθος ανάλυση θα γίνει στην Κεντρική Επιτροπή, η οποία ενδεχομένως να λάβει και αποφάσεις σε ό,τι αφορά τα επόμενα βήματα, είτε ως προς τη συζήτηση, είτε ως προς διορθωτικές κινήσεις στις οποίες θα πρέπει να προβεί το κόμμα της Αριστεράς.
Υπενθυμίζεται ότι, ενώ το ΑΚΕΛ φλέρταρε δημοσκοπικά με την πρωτιά και υπήρχαν πολλές ενδείξεις πως θα είχε μια πολύ καλή βραδιά εκλογών, τελικά η αισιοδοξία επαληθεύτηκε μόνο σε ό,τι αφορά το σκέλος των εκλογών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στο οποίο μπορεί να θεωρηθεί νικητής των εκλογών σε ό,τι αφορά τα υψηλόβαθμα αξιώματα. Αντιθέτως, το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών όχι απλώς δεν επιβεβαίωσε τα θετικά μηνύματα που εισέπραττε το κόμμα, αλλά ήταν εξαιρετικά κακό.
Το ΑΚΕΛ ήρθε δεύτερο στις Ευρωεκλογές με ποσοστό 21,5%, κινήθηκε δηλαδή έξι ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από τις αντίστοιχες εκλογές του 2019, παρά την ελαφριά αύξηση ψήφων σε πραγματικούς αριθμούς. Ακόμη και αυτή η αύξηση, όμως, είναι προβληματική, καθώς δεν κατάφερε να απορροφήσει ουσιαστικά νούμερα από την αύξηση στην προσέλευση. Το ΑΚΕΛ βρέθηκε 3,3% πίσω από τον ΔΗΣΥ, μία ψαλίδα που είναι σχεδόν διπλάσια από την αντίστοιχη του 2019. Το πλέον ανησυχητικό για το κόμμα, όμως, είναι πως ενώ στις προηγούμενες Ευρωεκλογές προηγείτο σχεδόν 14 μονάδες από το τρίτο ΔΗΚΟ, το 2024 η διαφορά του από τον ανεξάρτητο υποψήφιο Φειδία Παναγιώτου, που κατέλαβε την τρίτη θέση χωρίς κανένα πολιτικό υπόβαθρο, περιορίστηκε στις 2,1 ποσοστιαίες μονάδες. Αν και το ΑΚΕΛ δεν πήρε τις βοήθειες που ανέμενε από την τ/κ κοινότητα, που είχε χαμηλότερη από την εκτιμώμενη προσέλευση, χωρίς τις τ/κ ψήφους το ΑΚΕΛ θα βρισκόταν πάρα πολύ κοντά στον νεαρό ευρωβουλευτή.
Αυτά τα στοιχεία δίνουν στο ΑΕΚΛ τις διαστάσεις τις οποίες θα πρέπει να διερευνήσει εις βάθος. Η πρώτη ήταν η αποτυχία του να πετύχει τον στόχο του στις Ευρωεκλογές, που ήταν να συντηρήσει τα ποσοστά του και να διατηρήσει τις δύο έδρες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η πρωτιά δεν ήταν διακηρυγμένος στόχος αλλά το κόμμα φλέρταρε με αυτήν, στη βάση των ενθαρρυντικών ενδείξεων που αποδείχθηκαν λανθασμένες. Έτσι, ενώ δεν επικρίνεται για την μη κατάληψη της πρωτιάς, προφανώς δεν αποτελεί τίποτε άλλο εκτός από αποτυχία η μη επίτευξη κανενός από τα δύο σκέλη του στόχου.
Θα πρέπει επίσης να διερευνηθεί γιατί το κόμμα διάβασε σωστά τις τοπικές κοινωνίες, δίνοντας τους τις κατάλληλες επιλογές για τα υψηλόβαθμα αξιώματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά δεν διάβασε εξίσου καλά το σύνολο του πληθυσμού, εκεί όπου η Κύπρος ήταν ενιαία εκλογική περιφέρεια. Ήδη έχει επισημανθεί το γεγονότος πως οι ίδιοι ψηφοφόροι που ψήφισαν ΑΚΕΛ στα τοπικά ψηφοδέλτια, δεν ψήφιζαν ΑΚΕΛ στις Ευρωεκλογές. Το κόμμα θα πρέπει να αποφασίσει κατά πόσον το πρόβλημα ήταν σε επίπεδο πολιτικής πρότασης ή προσώπων και να αξιολογήσει τον δημόσιο του λόγο. Για παράδειγμα αναλώθηκε πολύς χρόνος για πολεμική στο ΕΛΑΜ, ο οποίος ως επένδυση δεν απέδωσε, καθώς το ΕΛΑΜ είχε αύξηση ποσοστών και το ΑΚΕΛ μείωση. Μπορεί τέτοια ρητορική να έχει συσπειρωτικές ικανότητες στο κομματικό κοινό αλλά είναι με προτάσεις και όχι αντίδραση που το ΑΚΕΛ θα προσέλκυε ψηφοφόρους πέραν από τη βάση του και αυτή η γραμμή αφαιρούσε χρόνο από την ανάπτυξη των προτάσεών του, οι οποίες, ως πιο φιλολαϊκές, θα μπορούσαν να είχαν μεγαλύτερη απήχηση αν τις «πουλούσαν» καλύτερα.
Συναφές με αυτό είναι και το γεγονός πως οι Ευρωεκλογές λειτούργησαν ως ένα πρώτο τεστ για την Κοινωνική Συμμαχία. Η πλατφόρμα δεν έχει λάβει ακόμη την τελική της μορφή, κάτι που αναμενόταν μετεκλογικά, ωστόσο δύο από τους έξι υποψηφίους του ΑΚΕΛ προέρχονταν από τις τάξεις της. Αποτελεί ερώτημα αν οι άνθρωποι αυτοί κατάφεραν όντως να φέρουν και νέο αίμα ψηφοφόρων προς το κόμμα. Η δεύτερη θέση της Άννας Θεολόγου, με πέραν των 26,000 σταυρών είναι μια πολύ καλή επίδοση αλλά, αν αυτοί οι ψήφοι προέρχονταν κυρίως από ΑΚΕΛικούς, που θα ψήφιζαν το κόμμα έτσι κι αλλιώς, δεν ήταν μετρήσιμη η συνεισφορά της πλατφόρμας. Τα αποτελέσματα της κ. Θεολόγου, όπως και της Μέλανης Στέλιου, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στη διαδικασία μορφοποίησης της Κοινωνικής Συμμαχίας, εάν επιθυμούν να αποδώσει το πρότζεκτ στο μέλλον όχι μόνο στην κατεύθυνση της παραγωγής πολιτικής, αλλά και στην κατεύθυνση προσέλκυσης μη κομματικών ψηφοφόρων.
Ένα άλλο στοιχείο που αναμένεται το ΑΚΕΛ να μελετήσει διεξοδικά είναι, βεβαίως, η συλλογική ήττα του κομματικού συστήματος και τα μηνύματα που εξάγονται από την εκλογή Φειδία Παναγιώτου. Ενδεικτική της κατεύθυνσης ήταν η τοποθέτηση του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος επί του θέματος, μετά τη δική του, πρώτη αποτίμηση. «Χρήζει πολιτικής αλλά και κοινωνιολογικής ανάλυσης το αποτέλεσμα που κατέγραψε μια υποψηφιότητα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αλλά όχι προγραμματικές προτάσεις. Η δυσκολία στην αποκωδικοποίηση αυτών των εκλογικών συμπεριφορών έγκειται στο γεγονός ότι αφ’ ενός συγκλίνουν στη θέση της συλλήβδην απόρριψης όλων των κομμάτων και θεσμών του τόπου αλλά αφ’ ετέρου έχουν ανομοιογενείς ή και αντίθετες αφετηρίες και προσδοκίες», ανέφερε το Πολιτικό Γραφείο.
Το Πολιτικό Γραφείο υπογράμμισε, επίσης, ότι «το μόνο σίγουρο είναι ότι ως κόμμα δεν θα οδηγηθούμε σε απαξίωση τμημάτων της κοινωνίας λόγω της εκλογικής τους συμπεριφοράς, αλλά σε μια πιο συστηματική προσπάθεια κατανόησης και προσέγγισής τους». Πρόκειται για μια παγίδα που ξεκάθαρα θα πρέπει να αποφύγει το ΑΚΕΛ στην ανάλυσή του, ιδιαίτερα με την ψυχραιμία που προσφέρει η πάροδος ενός μήνα από την πραγματοποίηση των εκλογών.