Δικηγόρος καταγγέλλει αστυνομικό στην ΑΑΔΙΠΑ για απαγόρευση επίσκεψης με πελάτη του στα κρατητήρια
18:46 - 11 Ιουνίου 2024
Σε καταγγελία κατά αστυνομικού προέβη στην Αρχή Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας, δικηγόρος, του οποίου απαγορεύτηκε συνάντηση με πελάτη του, επειδή η δικηγορική του ταυτότητα ήταν ληγμένη, ανεξαρτήτως εάν κατέχει ανανεωμένη άδεια εξασκήσεως τους επαγγέλματος για το 2024.
Όπως καταγγέλλει ο δικηγόρος, το μεσημέρι της 5ης Ιουνίου, είχε μεταβεί στα κρατητήρια Λακατάμιας για να επισκεφθεί πελάτη του, με τον αστυνομικό να τον μεταφέρει στον χώρο επισκέψεων, όπου εκεί του ζήτησε την δικηγορική του ταυτότητα, με τον ίδιο να του απαντά πως δεν έχει, ωστόσο του έδωσε τον αριθμό μητρώου του, προκειμένου να προβεί στον σχετικό έλεγχο.
«Αφού ξεκίνησα να μιλώ με τον πελάτη μου ο ίδιος αστυνομικός επέστρεψε πίσω και με ρώτησε αν έχω δικηγορική ταυτότητα και του απάντησα ότι δεν έχω όμως του έδωσα τον αριθμό μητρώου μου για να μπορέσει να το ελέγξει στην ιστοσελίδα του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, που είναι δωρεάν και εύκολη προσβάσιμη σε όλους. Την ίδια στιγμή θυμήθηκα ότι είχα στη κατοχή μου προηγούμενη μου ταυτότητα για το έτος 2019 η οποία είχε λήξει την οποία του υπέδειξα. Αφού την κράτησε στη συνέχεια απομακρύνθηκε από το δωμάτιο επισκέψεων. Μετά την πάροδο 3-4 λεπτών και ενώ βρισκόμουν στο δωμάτιο επισκέψεων, επέστρεψε ο ίδιος αστυνομικός με ένα Λοχία. Ο οποίος Λοχίας με τη είσοδο του στο δωμάτιο και στην παρουσία του πελάτη με πληροφόρησε ότι η δικηγορική μου ταυτότητα ήταν ληγμένη».
Ακολούθως, σύμφωνα με την καταγγελία, ο λοχίας ρώτησε τον δικηγόρο γιατί το όνομα του βρίσκεται καταχωρημένο στο stop list, με τον δικηγόρο να εκφράζει έκπληξη και πως ενδεχομένως να πρόκειται για λάθος, ενώ στη συνέχεια ο αστυνομικός τον ρώτησε εάν έχασε το διαβατήριο ή την ταυτότητα του, με τον ίδιο να του απαντά πως «δεν θυμάται τέτοιο πράγμα». Τότε, ο λοχίας τον ενημέρωσε πως κάτω από αυτές τις συνθήκες η επίσκεψη δεν μπορεί να προχωρήσει, αφού η δικηγορική του ταυτότητα ήταν ληγμένη, με τον δικηγόρο να του εξηγεί ότι έχει ανανεωμένη άδεια εξάσκησης επαγγέλματος και πως μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να το ελέγξει.
Ωστόσο, ο λοχίας επέμενε πως δεν μπορεί να συνεχιστεί η επίσκεψη, με τον δικηγόρο να χαρακτηρίζει το γεγονός απαράδεκτο και να του εκφράζει την πρόθεση πως θα προβεί σε καταγγελία. Όταν ο δικηγόρος ξεκίνησε για να αποχωρήσει από τον χώρο, τότε ο λοχίας, όπως ισχυρίζεται, του πρότεινε να πραγματοποιήσει συνάντηση με τον πελάτη του, όχι όμως ως δικηγόρος αλλά ως πολίτης. Κάτι που συνεπάγεται με την παρουσία αστυνομικού κατά τη διάρκεια της επίσκεψης.
Είναι η θέση του δικηγόρου, όπως αναφέρει στην καταγγελία του, πως αφενός ο λοχίας ενήργησε με προσβλητικό τρόπο, αφού θα έπρεπε να του μιλήσει ιδιαιτέρως και όχι μπροστά στον πελάτη του, και αφετέρου, πως δεν θα έπρεπε να του απαγορευτεί η επίσκεψη επειδή δεν είχε ταυτότητα, αφού αυτό που χρειάζεται είναι η άδεια εξασκήσεως του επαγγέλματος.
«Η προκλητική αλλά και αγενής συμπεριφορά του Λοχία συνεχίστηκε. Με ρώτησε γιατί το όνομα μου ευρίσκεται στον κατάλογο ΣΤΟΠ ΛΙΣΤ. Η ερώτηση έγινε στη παρουσία του πελάτη μου και του άλλου αστυνομικού», αναφέρει στην καταγγελία του ο δικηγόρος, λέγοντας περαιτέρω πως αναφέρθηκε σε προσωπικά δεδομένα, προσβάλλοντας τον στα μάτια του πελάτη του.
«Το θέμα δεν σταμάτησε εκεί. Με έκπληξη ο Λοχίας με ενημέρωσε πως κάτω από αυτές τις συνθήκες η επίσκεψη δεν μπορεί να προχωρήσει αφού η δικηγορική μου ταυτότητα ήταν ληγμένη. Δηλαδή ο πελάτης άκουγε Λοχία της Αστυνομίας να λέει ότι ο δικηγόρος που το εκπροσωπεί έχει ληγμένη δικηγορική ταυτότητα. Ο πελάτης όμως δεν γνωρίζει τι σημαίνει να έχεις ληγμένη ταυτότητα, με αποτέλεσμα να συνεχίζει να με προσβάλει ως δικηγόρο και ως άτομο. Εξήγησα στον Λοχία ότι έχω ανανεωμένη άδεια εξάσκησης επαγγέλματος και πως μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να το ελέγξει. Δηλαδή ότι νόμιμα εκπροσωπώ τον πελάτη. Όμως ο Λοχίας με πληροφόρησε ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η επίσκεψη. Δηλαδή με αυτή του την απόφαση στερούσε τον πελάτη από την απόφαση του να τον εκπροσωπώ».
Στην καταγγελία του δικηγόρου, που ως παραπονούμενος εκπροσωπείται από τον νομικό Δημήτρη Απαισιώτη, μεταξύ άλλων εγείρεται ζήτημα για ανάρμοστη συμπεριφορά και παράνομη άσκηση εξουσίας.
Ο κ. Απαισιώτης αναφέρει από την πλευρά του, πως «η έκδοση δελτίων ταυτότητας διέπεται από τον περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμο του 2002 (Ν.141(I)/2002). Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, κάθε πρόσωπο που έχει την κυπριακή υπηκοότητα και έχει συμπληρώσει το δωδέκατο (12ο) έτος της ηλικίας του υποχρεούται να κατέχει δελτίο ταυτότητας και κάθε πρόσωπο ηλικίας κάτω των δώδεκα (12) ετών δύναται να αποκτήσει δελτίο ταυτότητας. Το επάγγελμα δεν αναγράφεται στο δελτίο ταυτότητας για προφανή λόγο. Είναι στοιχείο του κατόχου δελτίου ταυτότητας το οποίο μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να διαφοροποιηθεί, σε αντίθεση με το φύλο, ύψος, ημερομηνία γέννησης, κλπ».
Σε ότι αφορά όμως τις επαγγελματικές ταυτότητες, ο κ. Απαισιώτης υποδεικνύει πως στον περί δικηγόρων νόμο Κεφ.2, δεν υπάρχει οποιαδήποτε πρόνοια που να αναφέρεται σε αυτή, τονίζοντας πως νομική υποχρέωση του δικηγόρου είναι μόνο να κατέχει έγκυρη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος (άρθρο 11).
«Συνακόλουθα η δικηγορική ταυτότητα μέλους είναι αναγνωριστική της ιδιότητας του μέλους του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου. Τίποτα περισσότερο. Δεν παρέχει κάποιο προνόμιο όπως ισχύει π.χ. με το δελτίο ταυτότητας μέλος πολύτεκνης οικογένειας, όπου με την επίδειξη της μπορείς να έχεις ελεύθερη είσοδο στην γιορτή του κρασιού στην Λεμεσό, σε μουσεία κλπ. Δηλαδή στην περίπτωση που δικηγόρος έχει ανανεωμένη την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος για το έτος 2024, όπως στην προκειμένη περίπτωση, μπορεί με την επίδειξη της και την ταυτοποίηση των στοιχείων του που περιέχονται σε αυτή, μαζί με την πολιτική ταυτότητα του, να έχει ελεύθερη πρόσβαση και να επισκεφθεί πελάτη του είτε ο τελευταίος βρίσκεται υπό κράτηση στην Αστυνομία είτε είναι υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές».
Περαιτέρω, τονίζει πως «η εκπροσώπηση υπόπτου/κατηγορούμενου από δικηγόρο είναι Συνταγματικό δικαίωμα (Άρθρο 12§5(γ)) και οι οποιοιδήποτε περιορισμοί τίθενται ερμηνεύονται στενά, ώστε να μην θίγεται ο πυρήνας του δικαιώματος. Ως εκ τούτου όταν μέλος της Αστυνομίας είναι υπεύθυνος κελιού σε Αστυνομικό σταθμό ή κρατητηρίου, οφείλει να γνωρίζει ότι η «επίσκεψη» που γίνεται από δικηγόρο προς πελάτη, ο τελευταίος ενασκεί Συνταγματικό του δικαίωμα».
Καταληκτικά, ο κ. Απαισιώτης παραπέμπει στην αστυνομική διάταξη με τίτλο «Δικαιώματα και χειρισμός κρατουμένων - Πρωτόκολλο ενεργειών», όπου προνοεί: «Περαιτέρω, κάθε κρατούμενος δικαιούται να έχει για την υπεράσπισή του, εμπιστευτικές συνεντεύξεις με το δικηγόρο του στο κρατητήριο όπου κρατείται, σε ιδιαίτερο χώρο εκτός οπτικού και ακουστικού πεδίου οποιουδήποτε μέλους της Αστυνομίας και να του παραδίδει και να παραλαμβάνει από αυτόν εμπιστευτικές οδηγίες, γραπτές ή προφορικές. Το δικαίωμα αυτό, δύναται να ασκείται οποιαδήποτε μέρα και ώρα και κάθε υπεύθυνος του κρατητηρίου ή μέλος της Αστυνομίας έχει υποχρέωση να μη θέτει προσκόμματα ή κωλύματα ή να περιορίζει ή να παρεμποδίζει με οποιοδήποτε τρόπο την άσκηση του.»
«Ως εκ τούτου το μέλος της Αστυνομίας που ορίζεται ως εκάστοτε υπεύθυνος κελιού/κρατητηρίου, στα πλαίσια ενάσκησης των καθηκόντων του, οφείλει να έχει επαρκή γνώση των νομικών δικαιωμάτων του υπόπτου/υπόδικου», αναφέρει ο κ. Απαισιώτης, ο οποίος έχει αποστείλει στην σχετική καταγγελία στην Ανεξάρτητη Αρχή Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας.