Τα παραδοσιακά κόμματα συσπειρώνουν δυνάμεις γύρω από το ΕΛΑΜ με λογική «μπαμπούλα»
06:00 - 24 Μαΐου 2024
Σχεδόν μονοθεματική είναι τα τελευταία εικοσιτετράωρα η προεκλογική συζήτηση ή τουλάχιστον αυτή που κερδίζει την περισσότερη σημασία. Εκεί που αναμενόταν ότι τα κόμματα, στην τελική ευθεία, θα αύξαναν στροφές και θα έκαναν ουσιαστικό διάλογο επί των προεκλογικών ζητημάτων, κάτι που έχει γίνει ασυνήθιστα περιορισμένα το προηγούμενο διάστημα, μπήκαν στα βαθιά συζητώντας για το… ΕΛΑΜ.
Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποιο βαθμό αυτό αποτελεί στρατηγική επιλογή των παραδοσιακών κομμάτων και σε ποιο βαθμό το ένα έχει συμπαρασύρει το άλλο, μιας και τα διακυβεύματά τους σε σχέση με το ΕΛΑΜ διαφέρουν. Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι πως οι πολίτες, τις τελευταίες ημέρες, ακούν λιγότερο για τις προτάσεις του ΑΚΕΛ, του ΔΗΣΥ, του ΔΗΚΟ και της ΕΔΕΚ και περισσότερο για την απέχθειά τους για το ΕΛΑΜ.
Κάπως έτσι βρεθήκαμε με τον πρόεδρο του ΔΗΚΟ, Νικόλα Παπαδόπουλο, να κάνει τρία προσωπικά debates με τον πρόεδρο του ΕΛΑΜ, Χρίστο Χρίστου, μέσα σε μερικές μόνο ώρες, με βασικά θέματα συζήτησης το μεταναστευτικό και την μονή Αββακούμ. Είδαμε, επίσης, τον ΓΓ του ΑΚΕΛ και την πρόεδρο του ΔΗΣΥ να κάνουν διαγωνισμό επί ώρες μέσω ανακοινώσεων, προσπαθώντας να πείσουν ότι το κόμμα του άλλου ταυτίζεται περισσότερο με το ΕΛΑΜ. Στην εκπομπή του ΑΝΤ1, δε, όπου φιλοξενούμενοι ήταν οι αρχηγοί της ΕΔΕΚ, της ΔΗΠΑ, του ΕΛΑΜ και των Οικολόγων, το μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης αναλώθηκε σχεδόν αποκλειστικά μεταξύ του κ. Χρίστου και του κ. Σιζόπουλου με εκατέρωθεν κατηγορίες που εκτείνονταν από την Χρυσή Αυγή μέχρι τον Ιρακινό επενδυτή, τη φυγοστρατία, την χούντα, μια καταδίκη για κατοχή μαχαιριού και τον… τατά του προέδρου του ΕΛΑΜ. Ο Γιώργος Περδίκης προσπαθούσε να θίξει ζητήματα της πολιτικής επικαιρότητας και ο Μάριος Καρογιάν να τονίσει την ανάγκη για εθνική ενότητα, αλλά, επί της ουσίας, είχαν ρόλο παρατηρητή στην αντιπαράθεση Σιζόπουλου-Χρίστου.
Προφανώς και είναι θεμιτό τα άλλα κόμματα να θίγουν ζητήματα που αφορούν το ΕΛΑΜ, ιδιαίτερα από την στιγμή που το θεωρούν μη δημοκρατικό και ακραίο κόμμα και συνεπώς επικίνδυνο. Αναπόφευκτα, όμως, δημιουργεί προβληματισμό όταν τόσο μεγάλο κομμάτι της συζήτησης αναλώνεται σε αυτό και πολύ μικρότερο σε ζητήματα που ενδεχομένως να αφορούν τους πολίτες περισσότερο. Άλλωστε, εάν οι ψηφοφόροι υιοθετούν τα όσα καταλογίζουν στο ΕΛΑΜ τα άλλα κόμματα, προφανώς και δεν προτίθενται να το ψηφίσουν και δεν χρειάζονται να παίρνουν νέα δόση πρωί, μεσημέρι και βράδυ, λες και πρόκειται για αντιβίωση.
Η εντύπωση που δημιουργείται, όμως, είναι πως τα παραδοσιακά κόμματα δεν έχουν πραγματικά ως στόχο να ενημερώσουν την κοινή γνώμη για το πόσο επικίνδυνο κόμμα θεωρούν το ΕΛΑΜ. Οι πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες έχουν πρόσβαση σε πολύ περισσότερες διαχρονικές μετρήσεις από ό,τι οι πολίτες, γνωρίζουν ότι θα χρειαστεί να γίνει ανατροπή για να μην καταλάβει το ΕΛΑΜ μία από τις έξι έδρες στο Ευρωκοινοβούλιο. Οι δημοσκοπήσεις το παρουσιάζουν πολύ ψηλά εδώ και πάρα πολύ καιρό και θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο να ανατραπούν τόσο πολύ οι τάσεις μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, αν και τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο στην πολιτική.
Η αίσθηση που δημιουργείται είναι πως τα κόμματα έχουν κυρίως ως στόχο, μέσα από αυτό το ασφυκτικό pressing, να συσπειρώσουν τους δικούς τους ψηφοφόρους, ενεργοποιώντας ένστικτα κομματικού πατριωτισμού μπροστά σε έναν εχθρό. Είναι μια τακτική που επιστρατεύεται συχνά, σε διαφορετικά πλαίσια και έχει ως στόχο να δημιουργήσει διλλήματα του τύπου «ή εμείς ή αυτοί». Επειδή τα κόμματα δεν καταφέρνουν πάντα να κινητοποιήσουν τους ψηφοφόρους τους με τα δικά τους πολιτικά επιχειρήματα, αναζητούν «μπαμπούλες» -υπαρκτούς ή τεχνητούς- ώστε να προκαλούν συναισθηματική αντίδραση και, στον βαθμό που μπορούν, να παρουσιάζονται ως προστάτες. Τον ρόλο του «μπαμπούλα» διαδραματίζει σε αυτές τις εκλογές το ΕΛΑΜ.
Ως αποτέλεσμα αυτής της τακτικής, η κοινή γνώμη ασχολείται τις τελευταίες ημέρες με το ΕΛΑΜ περισσότερο από όσο υπό κανονικές συνθήκες του αναλογεί. Και δεν είναι σίγουρο ότι πείθονται όλοι από την επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται εναντίον του. Αντιθέτως, ενώ το ίδιο το κόμμα φαίνεται να κάνει συνεχώς κινήσεις για να εμπεδωθεί στο σύστημα, η περιθωριοποίηση που επιχειρούν τα άλλα κόμματα το καθιστά ξανά αντισυστημικό στα μάτια μερίδας των πολιτών, με αποτέλεσμα να ελλοχεύει ο κίνδυνος να διοχετεύεται προς την κατεύθυνσή του περισσότερη ψήφος διαμαρτυρίας από αυτήν που εισπράττει έτσι κι αλλιώς.
Το ΑΚΕΛ και η ΕΔΕΚ επιτίθενται στο ΕΛΑΜ επειδή γνωρίζουν ότι οι αναφορές στην ακροδεξιά αγγίζουν ευαίσθητα σημεία στα αριστερά κοινά. Επενδύουν, συνεπώς, στα αριστερά ένστικτα των ψηφοφόρων τους, δημιουργώντας ιδεολογικό δίλημμα. Η περίπτωση του ΔΗΣΥ και του ΔΗΚΟ, όμως, είναι διαφορετική και έχει καθαρά εκλογικό υπόβαθρο, παρά το γεγονός πως έχουν και αυτά τα κόμματα ιδεολογικές διαφορές με το ΕΛΑΜ.
Ο βασικότερος, ανοικτός λογαριασμός που έχει ο ΔΗΣΥ με το κόμμα είναι στη μοιρασιά των ψήφων. Τα τελευταία χρόνια και όχι μόνο πρόσφατα, το ΕΛΑΜ «κλέβει» συνεχώς ψηφοφόρους από τον ΔΗΣΥ, ενώ πλέον κατέστη προφανές ότι «κλέβει» και στελέχη. Ως εκ τούτου, η Αννίτα Δημητρίου με την ομάδα της, εξαπολύουν συνεχείς επιθέσεις στο κόμμα, σε μια προσπάθεια να σταματήσουν αυτή τη διαρροή. Η προσέγγιση που επέλεξαν ήταν να προσπαθούν να διασυνδέσουν την άνοδο του ΕΛΑΜ με κέρδος για το ΑΚΕΛ, χτυπώντας ταυτόχρονα σε δύο «μπαμπούλες» για τους Συναγερμικούς. Το ΔΗΚΟ, από την πλευρά του, αντιλαμβάνεται πως πλέον υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να απωλέσει την τρίτη θέση και να την καταλάβει το ΕΛΑΜ, κάτι που θα ήταν αδιανόητο μερικά χρόνια πριν και προσπαθεί μέσα από αυτές τις επιθέσεις να ενεργοποιήσει τους ΔΗΚΟϊκούς, ώστε να προστατέψουν τα κεκτημένα τους.
Σε λίγες ημέρες η κάλπη θα δείξει αν ήταν επιτυχημένες αυτές οι ταυτόχρονες επιθέσεις προς το ΕΛΑΜ, το οποίο προσπαθεί μέσα από τις αντεπιθέσεις του να απευθυνθεί στους δυσαρεστημένους με τα παραδοσιακά κόμματα ψηφοφόρους, ταυτόχρονα με τα πιο συντηρητικά και δεξιά κοινά. Στο μεσοδιάστημα θα πρέπει τα κόμματα, για να παραμείνουν εντός στόχων, να πείσουν τους ψηφοφόρους που καλούν να συμφωνήσουν μαζί τους για το ΕΛΑΜ ότι και αυτά συμφωνούν με τους πολίτες: Πως είναι μεγάλος εχθρός τα προβλήματα της καθημερινότητας, η ακρίβεια που γονατίζει, η ποιότητα ζωής που διολισθαίνει και το άγχος που καταβάλλει.