Οι Ευρωεκλογές ως σταθμός για τις Βουλευτικές και τα απώτερα στοιχήματα των κομμάτων
Μικαέλλα Λοΐζου 07:06 - 26 Μαΐου 2024
Πολλή συζήτηση αναλώνεται στα στοιχήματα των κομμάτων στις διπλές εκλογές, κυρίως σε ό,τι αφορά το σκέλος των Ευρωεκλογών, στις οποίες καταγράφονται κομματικά ποσοστά. Το μεγαλύτερο διακύβευμα, όμως, είναι ενδεχομένως αυτό που δεν συζητείται ευρέως. Ότι αυτές οι εκλογές αποτελούν τον τελευταίο σταθμό πριν τις Βουλευτικές Εκλογές, τις πλέον σημαντικές εκλογές για τα κόμματα, οι οποίες καθορίζουν τη θέση και τη δύναμή τους στον πολιτικό χάρτη του τόπου και θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως προάγγελός τους.
Τα τελευταία χρόνια συντελούνται μεγάλες αλλαγές σε αυτόν τον τομέα και αναμένεται τα επόμενα χρόνια να υπάρξουν ακόμη περισσότερες. Η εκλογή του Νίκου Χριστοδουλίδη στην Προεδρία της Δημοκρατίας χωρίς στήριξη από κάποιο από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα του τόπου είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική απόδειξη των διαφοροποιήσεων που παρατηρούνται στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών και έδειξε πως βρισκόμαστε σε μία τροχιά απώλειας κεκτημένων στο πολιτικό μας σύστημα.
Η τάση αποσυσπείρωσης των πολιτικών δυνάμεων παρατηρούνται πλέον σε μία σειρά από εκλογικές διαδικασίες και δεν προβλέπεται να σταματήσει ούτε τώρα στις Ευρωεκλογές, ούτε και στις Βουλευτικές του 2026. Τα παραδοσιακά κόμματα βλέπουν τις βάσεις τους, που αποτελούσαν διαχρονικά τα στερεά θεμέλιά τους, να διαβρώνονται χρόνο με τον χρόνο, είτε επειδή οι ψηφοφόροι τους δεν ανανεώνονται, είτε επειδή κάνουν την πολιτική τους επανάσταση και κινούνται προς άλλες επιλογές.
Σε αυτό το φαινόμενο έχουν συμβάλει πολλά, αν και ίσως οι κυριότεροι παράγοντες είναι η παρατεταμένη οικονομική αβεβαιότητα που υπάρχει στην Κύπρο από το 2013, η οποία στις νεότερες γενιές αποτελεί τη μόνη πραγματικότητα που γνωρίζουν ως ενήλικες, το τέλμα στο Κυπριακό τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να μην αναμένεται κάποια αλλαγή στο στάτους κβο και η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας σε ζητήματα διαφθοράς και απουσίας λογοδοσίας. Παρόλο που και για την οικονομική κατάσταση και για το Κυπριακό υπάρχουν εξωγενείς παράγοντες που δεν επιτρέπουν ή δεν βοηθούν τη βελτίωση των συνθηκών, ο κόσμος και κυρίως οι νεότεροι ψηφοφόροι εκλαμβάνουν αυτή την απουσία πολιτικών λύσεων ως αποτυχία του συστήματος στο σύνολό του, ακόμη και αν οι κυβερνόντες αλλάζουν. Όσο, δε, για τα ζητήματα διαφθοράς, η αδυναμία απόδοσης Δικαιοσύνης ερμηνεύεται συχνά ως προσπάθεια συγκάλυψης από μέρους των πολιτικών ελίτ.
Αυτοί οι παράγοντες δεν είναι μοναδικοί, ενώ η μετακίνηση ψηφοφόρων προς διαφορετικές κατευθύνσεις και σε αρκετές περιπτώσεις προς τον λαϊκισμό αποτελεί πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτικό φαινόμενο, του οποίου μέρος είναι και το νησί μας. Διάγουμε μια εποχή που συχνά χαρακτηρίζεται από απουσία ιδεολογίας ή από αδυναμία μετατροπής διαχρονικών αρχών σε πολιτικές με αισθητό αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου, οι ψηφοφόροι πολλές φορές αισθάνονται ότι ακούν μόνο λόγια και κούφιες υποσχέσεις και αναζητούν πράξεις και αποτελεσματικότητα αλλού.
Στην περίπτωση της Κύπρου, το «αλλού» διοχετεύεται προς δύο κατευθύνσεις: Είτε προς νέα κόμματα ή πολιτικούς σχηματισμούς, τα οποία προσφέρουν την ελπίδα που το σύστημα έχει στερήσει από τους ψηφοφόρους, είτε προς πιο εμπεδωμένες δυνάμεις, οι οποίες παρουσιάζονται ως αντισυστημικές ή ως «καθαρές» και εισπράττουν τη ψήφο διαμαρτυρίας. Υπάρχει, επίσης, και μια μερίδα που επιλέγει να τηρεί αποχή, έχοντας αποστασιοποιηθεί πλήρως από την πολιτική διαδικασία.
Πιο έντονο φαίνεται να είναι το φαινόμενο της αποσυσπείρωσης στην πρωτεύουσα, αφού τα κόμματα διατηρούν καλύτερα την σκληρή τους ψήφο στην περιφέρεια. Στις Βουλευτικές Εκλογές του 2021, παγκύπρια ο ΔΗΣΥ κατέγραψε 27,77%, το ΑΚΕΛ 22,34% και το ΔΗΚΟ 11,29%. Στη Λευκωσία, ωστόσο, ο ΔΗΣΥ κατέγραψε 25,47%, το ΑΚΕΛ 21,06% και το ΔΗΚΟ 10,99%. Αντιθέτως, το Κίνημα Οικολόγων, που θεωρείται το «παραδοσιακό» κόμμα διαμαρτυρίας της Κύπρου, στη Λευκωσία είχε 6,85%, έναντι του 4,41% παγκύπρια. Βεβαία, πλέον εμπεδώνεται ως τέτοιο και το ΕΛΑΜ, το οποίο ωστόσο παρουσιάζεται κυρίως ως αντισυστημική επιλογή, παρόλο που στην πράξη επιδιώκει την καλύτερη εμπέδωσή του στο σύστημα, και έχει καλύτερη διείσδυση γεωγραφικά στην περιφέρεια.
Στις προηγούμενες Ευρωεκλογές, ο ΔΗΣΥ κατέγραψε ποσοστό 29,02% και το ΑΚΕΛ 27,49%, ενώ σήμερα θεωρείται «ποσοστό ασφαλείας» οτιδήποτε ξεπερνά το 25%. Ο λόγος είναι πως θεωρείται το κατώτερο όριο για τη διατήρηση των δύο εδρών στο Ευρωκοινοβούλιο, αφού δεν εκτιμάται, με βάση τη δημοσκοπική εικόνα, ότι το κόμμα που θα τερματίσει πέμπτο θα επιτύχει ποσοστά μεγαλύτερα από το υπόλοιπο που θα αφήσει.
Με τους ψηφοφόρους να μην είναι πλέον δεδομένοι και τις διαχρονικές σχέσεις των πολιτών με τα κόμματα να αλλάζουν, οι Βουλευτικές Εκλογές προκαλούν αμηχανία στα κόμματα. ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ γνωρίζουν ότι θα πορευθούν σε αυτές ενώ βιώνουν μια άβολη συγκατοίκηση στην αντιπολίτευση, ενώ ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και ΔΗΠΑ αποτελούν την συμπολίτευση με την πιο παράξενη σχέση με την Κυβέρνηση που υπήρξε ποτέ στην Κύπρο. Την ίδια στιγμή, το ΕΛΑΜ θα δοκιμάζει μέχρι πού μπορεί να φτάσει, ενώ θα χτυπούν την πόρτα της Βουλής και άλλοι πολιτικοί σχηματισμοί.
Σε αυτά τα δεδομένα θα προστεθούν τα όποια αποτελέσματα των Ευρωεκλογών, τα οποία μπορεί να ενδυναμώσουν ή να αποδυναμώσουν περαιτέρω κάποια κόμματα. Όσο «σπινάρισμα» και αν ακολουθήσει, πιθανόν κανένας να μην έχει μεγαλύτερα κέρδη από το ΕΛΑΜ σε αυτές τις εκλογές. Όχι μόνο σε επίπεδο ποσοστών, η αύξηση των οποίων θεωρείται δεδομένη σε σχέση με το 6,78% των Βουλευτικών Εκλογών, αλλά και σε επίπεδο πολιτικής δύναμης. Το ΕΛΑΜ είχε παρουσία εδώ και χρόνια τόσο στη Βουλή όσο και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση (στην οποία επίσης αναμένεται να τα πάει καλύτερα από το παρελθόν στις διπλές εκλογές). Το Ευρωκοινοβούλιο είναι ο επόμενος του στόχος και η είσοδος σε αυτό θα το αφήσει εκτός μόνο από την εκτελεστική εξουσία.
Το κόμμα εδώ και καιρό προσπαθεί να αφήσει πίσω τις ημέρες των «ακραίων με τα μαύρα» και επιχειρεί να συστήνεται ως μια σοβαρή πολιτική δύναμη, την οποία οφείλουν και οι άλλοι να παίρνουν στα σοβαρά. Η κατάληψη έδρας στις Ευρωεκλογές προφανώς και θα ενισχύσει την προσπάθειά του να αποδείξει ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν από το υπόλοιπο σύστημα που το έχει στο περιθώριο. Έχοντας επιτύχει περαιτέρω εμπέδωση το 2024, θα πάει στο 2026 με ένα ακόμη πιο φιλόδοξο στόχο∙ να αποκτήσει ενισχυμένο ρυθμιστικό ρόλο στην κυπριακή πολιτική σκηνή. Εάν έρθει τελικά τρίτο στις Ευρωεκλογές, αναμένεται να διεκδικήσει την τρίτη θέση και στις Βουλευτικές Εκλογές αλλά, ακόμη και αν δεν το πετύχει αυτό, να αυξήσει τα ποσοστά του με τρόπο που θα διευρύνει την κοινοβουλευτική του παρουσία, συγκεντρώνοντας περισσότερες ψήφους και συνεπώς περισσότερη δύναμη στα χέρια του.
Πιθανή κατάληψη της τρίτης θέσης από το ΕΛΑΜ αποτελεί εφιάλτη για το ΔΗΚΟ, το οποίο την είχε «κοτσιανιασμένη» για όλη τη σύγχρονη ιστορία του και θα μετατρέψει τις Βουλευτικές Εκλογές σε ένα αγώνα δρόμου για αυτό, αφού θα απειληθεί ο παραδοσιακός του ρόλος ως ρυθμιστής του συστήματος. Ταυτόχρονα, η πιθανή απώλεια ενδέχεται να προκαλέσει εσωτερική μουρμούρα, η οποία θα μπορούσε να εξελιχθεί και σε πιθανή αμφισβήτηση της ηγεσίας.
Σε ό,τι αφορά την κορυφή του χάρτη, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ παλεύουν για την πρωτιά, ο μεν ΔΗΣΥ ανοιχτά και ενεργά, το δε ΑΚΕΛ εμμέσως. Για τον ΔΗΣΥ η πρωτιά είναι απαραίτητη για λόγους που σχετίζονται με την ευαίσθητη εσωκομματική του κατάσταση. Θα αποτελέσει την απαραίτητη επιστροφή στις νίκες μετά το χαστούκι των Προεδρικών Εκλογών και το πρώτο επιτυχημένο τεστ της νέας ηγεσίας, η οποία δέχεται αμφισβήτηση από συγκεκριμένα στρατόπεδα στο κόμμα. Εάν η παράταξη χάσει μια πρωτιά που έχει εδώ και είκοσι χρόνια, η αμφισβήτηση αυτή αναμένεται να πολλαπλασιαστεί και να υπάρξει νέος γύρος εσωστρέφειας, ο οποίος θα καθορίσει και την πορεία προς τις Βουλευτικές Εκλογές.
Στο ΑΚΕΛ αντιθέτως, αυτές οι εκλογές είναι σημαντικές γιατί είναι οι πρώτες που θα ακολουθήσουν την πορεία εσωτερικών μεταρρυθμίσεων του κόμματος. Σε συνδυασμό με τις εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση αναμένεται να θέσουν τις βάσεις για την κοινωνική συμμαχία που προσπαθεί να χτίσει, με στόχο να αποτελέσει τη γέφυρά του με την ευρύτερη κοινωνία και με νέες δεξαμενές ψηφοφόρων. Ακόμη και να μην έρθει πρώτο, κάτι που δεν αποτελεί αυτοσκοπό σε αυτό το στάδιο, επενδύει στην καλή παρουσία ως βάση για πιο φιλόδοξους στόχους, που θα ενισχύσουν τη θέση του ενόψει του 2026.
Σε ό,τι αφορά τα μικρότερα κόμματα, κατέρχονται στις Ευρωεκλογές γνωρίζοντας πως δύσκολα θα καταλάβουν έδρα και ακόμη και αν υπάρξουν οι κατάλληλες μαθηματικές συγκυρίες που το επιτρέπουν, μόνο ένα από αυτά θα την κερδίσει. Στοχεύουν, ωστόσο, στα καλά ποσοστά, το καθένα για τους δικούς του λόγους. ΕΔΕΚ και Οικολόγοι πέρασαν από περιόδους εσωκομματικής εσωστρέφειας το προηγούμενο διάστημα, με την ΕΔΕΚ ειδικά να έχει βασανιστεί πάρα πολύ. Οι Ευρωεκλογές προσφέρονται κυρίως σε σημειολογικό επίπεδο, για να πείσουν ότι τα δύο κόμματα βρίσκονται σε τροχιά επανόδου και ενδυνάμωσης, μετά τις απώλειες στελεχών που υπήρξαν και τα καλά αποτελέσματα θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως ψήφος εμπιστοσύνης στις ηγεσίες. Αντιθέτως, αναμένεται ότι πιθανά κακά αποτελέσματα θα οδηγήσουν σε έντονη αμφισβήτηση, ιδιαίτερα στην περίπτωση της ΕΔΕΚ, καθώς στους Οικολόγους έχει ήδη μεσολαβήσει αλλαγή σκυτάλης.
Η περίπτωση της ΔΗΠΑ είναι διαφορετική, καθώς ξεκινά την καταμέτρηση της 9ης Ιουνίου με δεδομένο ότι το ποσοστό της θα είναι πιο ψηλό από το 3,8% του 2019, όταν έκανε και το εκλογικό της ντεμπούτο. Έκτοτε η ΔΗΠΑ-Συνεργασία έχει μόνο ανοδική πορεία, την οποία θα ήθελε να συνεχίσει και σήμερα, σε μία προσπάθεια να θέσει ακόμη πιο γερές βάσεις για τις Βουλευτικές Εκλογές. Δημόσια δηλώνει πως θέλει να μετατρέψει το 6,1% των Βουλευτικών σε 7,5% σε αυτές τις εκλογές, θέτοντας τον πήχη ψηλά με προφανή στόχο σταδιακά να διευρύνει τον ρυθμιστικό της ρόλο.
Σε αυτά τα στοιχήματα έρχονται να προστεθούν και εκείνα κάποιων μικρότερων κομμάτων. Το νεοσύστατο Volt θα κάνει την παρθενική εκλογική του εμφάνιση στις Ευρωεκλογές, θέλοντας να αποτελέσει μια εναλλακτική επιλογή για τους ψηφοφόρους, καθώς έχει ως στόχο την επίσημη είσοδό του στο Κοινοβούλιο (σ.σ. η συμπρόεδρός του, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, αυτή τη στιγμή είναι ανεξάρτητη βουλεύτρια). Την ίδια στιγμή, με τα κοινοβουλευτικά έδρανα φλερτάρουν ήδη, από τις προηγούμενες εκλογές, και οι Κυνηγοί, που είχαν καταγράψει ποσοστό 3,27% το 2021. Η καλή παρουσία τους στις Ευρωεκλογές αναμένεται να τους βοηθήσει να γίνουν πιο γνωστοί και να αποτελέσει ένα καλό έναυσμα για την κούρσα των Βουλευτικών Εκλογών.