Οι δημοσκοπήσεις ως εργαλείο στον ΔΗΣΥ και ο ορατός κίνδυνος αποτυχίας
06:00 - 11 Νοεμβρίου 2023
Η σημερινή εικόνα που επικρατεί στον Δημοκρατικό Συναγερμό δεν είναι καινούρια. Η πληθώρα φιλόδοξων στελεχών σε συνδυασμό με την ιδιοσυγκρασία του ίδιου του κόμματος, κατά καιρούς δημιουργούσε ανάλογες συνθήκες εμφυλίου. Ποιος ξεχνά τις ομηρικές μάχες σε συγκεκριμένους μπλε δήμους, όπως για παράδειγμα στο Παραλίμνι τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά και αλλού με γαλάζια στελέχη να μονομαχούν για το χρίσμα και τελικά να τίθενται αντίπαλοι σε εκλογές.
Το πλέον αρνητικό σήμερα, είναι πως όλα αυτά, συμβαίνουν στο απόηχο ενός ιστορικού τραύματος. Αυτό των Προεδρικών του περασμένου Μαρτίου, που για πρώτη το κόμμα βρέθηκε εκτός δεύτερου γύρου, μετεκλογικά βίωσε μια τεράστια εσωτερική κρίση, άλλαξε ηγεσία εν ριπή οφθαλμού και κλήθηκε να γυρίσει σελίδα.
Τα σημερινά δεδομένα ωστόσο, όσο κι αν προσπαθεί η νέα ηγεσία να γυρίσει τη σελίδα, δεν της το επιτρέπουν, αφού είναι πολλοί αυτοί που ανατρέχουν στην προηγούμενη για να τη χρησιμοποιήσουν ως επιχείρημα στην προσπάθεια τους να βελτιώσουν τις πιθανότητες τους να λάβουν το κομματικό χρίσμα.
Η Αννίτα Δημητρίου και τα υπόλοιπα μέλη της ηγεσίας, αντιλήφθηκαν από νωρίς το πρόβλημα που θα έχουν να αντιμετωπίσουν και σε αυτό το πλαίσιο και εκπόνησαν ένα πλάνο, με το οποίο φιλοδοξούσαν ότι θα τους επιτρέψει να περάσουν τον σκόπελο των ανταρτών χωρίς προβλήματα. Αυτό το πλάνο προέβλεπε πως το ποιος θα είναι τελικά ο εκλεκτός του κόμματος, εκεί και όπου υπήρχαν πέραν του ενός ενδιαφερόμενοι, θα προκύψει μέσα από δημοσκοπήσεις ποιοτικών χαρακτηριστικών, όπως η αναγνωσιμότητα, το πολιτικό βάρος κτλ, σε κάθε δήμο.
Εξ αρχής το εν λόγω μέτρο ήταν αρκετοί που δεν το είδαν με θετικό μάτι, διότι αφενός για μια σειρά από λόγους, μια έρευνα κοινής γνώμης, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι θα βγάλει το σωστό αποτέλεσμα, αφετέρου σε καμία περίπτωση δεν περιλαμβάνει το πολιτικό κριτήριο που συνεχώς υποχωρεί τα τελευταία χρόνια και εις βάρος του λειτουργούν η εικόνα, οι εντυπώσεις και οι δημόσιες σχέσεις που έκαστος υποψήφιος διατηρεί.
Ο πιο βασικός λόγος, ωστόσο που η συγκεκριμένη τακτική, για πολλούς ήταν καταδικασμένη να αποτύχει, έχει να κάνει με το γεγονός ότι τίποτα και κανένας δεν διασφάλιζε ή διασφαλίζει, ότι ο υποψήφιος που θέλει να είναι υποψήφιος, θα το πράξει και απέναντι από το κόμμα του, όπως άλλωστε έπραξε ο Νίκος Χριστοδουλίδης. Θα πει κάποιος πως ο Νίκος Χριστοδουλίδης λειτούργησε εκτός κομματικού πλαισίου και αγνόησε πλήρως τα όργανα του ΔΗΣΥ. Το γεγονός όμως ότι και ο Νίκος Χριστοδουλίδης, αλλά και ο εν δυνάμει υποψήφιος δήμαρχος που δεν έλαβε το κομματικό χρίσμα, είναι αντάρτες και τίθενται απέναντι από το κόμμα.
Συνεπώς η ηγεσία του ΔΗΣΥ βρίσκεται ενώπιον μιας κατάστασης, ιδιαίτερα σύνθετης και εύθραυστης. Και πέραν από το προφανές, ότι δηλαδή θα υπάρξουν αντάρτες στις επικείμενες εκλογές, σχεδόν σε όλες τις Επαρχίες, το πλέον σημαντικό, είναι ότι κινδυνεύει να λάβει αρνητικό πρόσημο, σε μια από τις πρώτες σημαντικές πολιτικές αποφάσεις που κλήθηκε να αναλάβει.
Θα διερωτηθεί κάποιος, και δικαιολογημένα, αν θα μπορούσε να χειριστεί διαφορετικά την παρούσα κατάσταση. Η απάντηση δεν μπορεί να δοθεί με ένα «ναι» ή ένα «όχι», αλλά σίγουρα ο Συναγερμικός κόσμος, που παρά το γεγονός ότι ήταν πληγωμένος και εκνευρισμένος, την εμπιστεύτηκε για να οδηγήσει το κόμμα σε ήρεμες θάλασσες. Έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στη νέα ηγεσία, όχι για να καμουφλάρει τα προβλήματα με φύκια και μεταξωτές κορδέλες, αλλά για να οδηγήσει το κόμμα σε μια νέα εποχή και να επαναφέρει στον Συναγερμικό κόσμο την χαμένη περηφάνεια του, αλλά και να αποκαταστήσει την επικοινωνία και την εμπιστοσύνη μεταξύ βάσης και ηγεσίας.
Θα πει κάποιος πως η διεξαγωγή των δημοσκοπήσεων, αποτελεί ως ένα βαθμό πρόθεση της ηγεσίας να αφουγκραστεί τη βάση, ωστόσο και στην Ευρώπη υπάρχουν πολλά παραδείγματα, ότι στο τέλος, εκεί που υποχώρησε η πολιτική και μπήκαν άλλα κριτήρια για να ληφθεί μια απόφαση, η όποια επιτυχία ήταν πρόσκαιρη, ενώ οι συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης, ήταν σαφώς σοβαρότερες και δισεπίλυτες.