Οι ευκαιριακοί υποψήφιοι, οι καλοί λογαριασμοί και οι συνεργάτες που γίνονται εχθροί
Μικαέλλα Λοΐζου 06:00 - 29 Οκτωβρίου 2023
Λένε πως οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους. Σε βάθος χρόνου, όμως, έχει αποδειχθεί πολλές φορές πως τα κόμματα δεν κάνουν καλούς λογαριασμούς όταν κάνουν νέους φίλους, με αποτέλεσμα στο τέλος να μετατρέπονται σε εχθρούς. Αυτό συμβαίνει γιατί συχνά αυτές οι συμφωνίες είναι ευκαιριακού χαρακτήρα, χωρίς να υπάρχει κοινό ιδεολογικό υπόβαθρο μεταξύ κόμματος και υποψηφίου ή χωρίς να μπουν εξαρχής κάτω οι κανόνες που θα διέπουν τη μεταξύ τους σχέση και την ευρύτερη πολιτική συμπεριφορά του προσώπου που φιλοξενείται σε ένα ψηφοδέλτιο χωρίς να είναι στέλεχος.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι αυτό του Κινήματος Οικολόγων και της Αλεξάνδρας Ατταλίδου, που έγινε το τρίτο μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων που συνεχίζει την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο ως ανεξάρτητη. Πρώτος βουλευτής που άλλαξε έδρανο σε αυτή τη σύνθεση της Βουλής ήταν, ωστόσο, ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους, ο οποίος εξελέγη βουλευτής Λεμεσού με το ΕΛΑΜ. Πέντε μήνες αργότερα, ωστόσο, τέθηκε εκτός κόμματος, λόγω της συμπεριφοράς που επιδείκνυε εντός Κοινοβουλίου. Η απόφαση για το ΕΛΑΜ ήταν δύσκολη, υπό την έννοια ότι για πρώτη φορά εμφανιζόταν τόσο δυνατό στη Βουλή, με εκπροσώπηση από τέσσερις βουλευτές, σε τέσσερις διαφορετικές επαρχίες. Φάνηκε, ωστόσο, πως ζυγίζοντας τα δεδομένα, το εθνικιστικό κόμμα έκρινε πως μακροπρόθεσμα θα ήταν πιο ζημιογόνα η παρουσία του κ. Θεμιστοκλέους στα έδρανά του, παρά η απώλεια μέρους της κοινοβουλευτικής δύναμης του κόμματος.
Το ενδιαφέρον με την περίπτωση του Ανδρέα Θεμιστοκλέους και του ΕΛΑΜ είναι πως δεν είχαν σοβαρές ιδεολογικές αποκλίσεις. Εκεί που τα «τσούγκρισαν» είναι στο γεγονός πως το ΕΛΑΜ υιοθετεί μία συγκεκριμένη προσέγγιση εντός του Κοινοβουλίου, προσπαθώντας να προσελκύει τα βλέμματα σε επίπεδο παραγωγής πολιτικής και όχι συμπεριφοράς και έτσι συνήθως οι βουλευτές του εργάζονται σε πνεύμα συνεργασίας, χωρίς ιδιαίτερα συγκρουσιακή διάθεση, ακόμη κι αν λένε πράγματα με τα οποία η πλειοψηφία διαφωνεί. Ο κ. Θεμιστοκλέους, αντιθέτως, είναι έντονα συγκρουσιακός, πολύ συχνά προκλητικός και σε αρκετές περιπτώσεις τα όσα ανέφερε κρίνονταν προσβλητικά, κάτι που χαλούσε το image που έκτιζε το ΕΛΑΜ στη Βουλή. Μετά από απανωτά περιστατικά αποφασίστηκε η απομάκρυνσή του, αφού κρίθηκε πως προκαλούσε πολιτικό κόστος.
Το ερώτημα είναι, βέβαια, γιατί το ΕΛΑΜ δεν έκατσε να τα βρει με τον υποψήφιο τότε και μετέπειτα βουλευτή του, πριν εξελιχθούν τα πράγματα κατ’ αυτόν τον τρόπο. Και η απάντηση είναι πολύ απλή: Το κόμμα ουδέποτε πίστευε πως θα εκλεγόταν ο κ. Θεμιστοκλέους. Γνώριζε τη δύναμη και την εκλεξιμότητα που διέθετε στην επαρχία Λεμεσού, έξω από το αστικό κέντρο, γνώριζε ότι είχε προσωπικές ψήφους και γνώριζε ότι αναζητούσε πολιτική στέγη, έχοντας παραπλήσιες θέσεις μαζί του στα περισσότερα ζητήματα. Την ίδια στιγμή, το ΕΛΑΜ γνώριζε ή έτσι τουλάχιστον νόμιζε, ότι ο Πόλυς Ανωγυριάτης, γνωστός επιχειρηματίας της Λεμεσού, μέλος της Κεντρικής και Επαρχιακής Επιτροπής και ενεργό στέλεχος του κόμματος «δεν έχανε». Γι’ αυτό και δεν είχε λόγο να προνοήσει να ευθυγραμμίσει τον Ανδρέα Θεμιστοκλέους, ο οποίος ήταν προγραμματισμένο να έρθει δεύτερος.
Υπολόγιζαν ότι θα προσφέρουν πολιτική στέγη στον κ. Θεμιστοκλέους και ως αντάλλαγμα θα επωφελούνταν από τις προσωπικές του ψήφους, ώστε να εξασφαλίσουν την έδρα της Λεμεσού για το δικό τους στέλεχος και οργανωτικά φάνηκε ότι ήταν σχεδόν σωστός αυτός ο υπολογισμός. Όμως, με μόλις 28 σταυρούς περισσότερους, ο κ. Θεμιστοκλέους ξεπέρασε τον κ. Ανωγυριάτη και το ΕΛΑΜ βρέθηκε με τον αριστίνδην υποψήφιό του στη Βουλή, χωρίς, όπως φάνηκε από τα ίδια τα γεγονότα, να φροντίσει να προσαρμοστεί στην στάση του κόμματος. Λίγους μήνες μετά πέρασε στα έδρανα των ανεξάρτητων, όπου λίγο καιρό μετά θα βρισκόταν και ο Κωστής Ευσταθίου. Η δική του περίπτωση όμως είναι εντελώς διαφορετική και δεν εμπίπτει σε αυτό το πλαίσιο, γιατί ο κ. Ευσταθίου ήταν στέλεχος της ΕΔΕΚ, με μακρά προσωπική και οικογενειακή ιστορία στο κόμμα, που συγκρούστηκε εσωτερικά και όχι μια ευκαιριακή υποψηφιότητα για να γεμίσει το ψηφοδέλτιο και να αντλήσει η ΕΔΕΚ προσωπικές ψήφους. Ήταν, άλλωστε, ο βουλευτής Λευκωσίας του κόμματος και κατά την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, ενώ υπηρέτησε το κόμμα από πολλές θέσεις κατά τη διάρκεια του πολιτικού του βίου.
Η περίπτωση της Αλεξάνδρας Ατταλίδου, αντιθέτως, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται με δεδομένη τη μεταξύ τους ταραχώδη σχέση, μοιάζει πολύ περισσότερο με αυτήν του κ. Θεμιστοκλέους, καθώς εμπίπτει στην κατηγορία της απουσίας καλών λογαριασμών, που κατέστησαν δυσλειτουργικές τις φιλίες. Η κ. Ατταλίδου ήταν πάντοτε ενεργή πολίτης αλλά ποτέ στέλεχος των Οικολόγων. Βρέθηκε στο κόμμα στο πλαίσιο των ευρύτερων ανοιγμάτων που κάνει στην κοινωνία, με βάση τις προσωπικές φιλίες που είχε με κάποια στελέχη και το πολιτικά ανήσυχο της πνεύμα, διαφωνώντας ανοιχτά με τις θέσεις του κινήματος στο Κυπριακό. Όπως, μάλιστα, ισχυρίστηκε κατά την αποχώρησή της, της είχαν υποσχεθεί πως θα «επικαιροποιήσουν» τις θέσεις στο Κυπριακό, μια προσέγγιση που σε καμία περίπτωση δεν συμμερίζεται μια μεγάλη μερίδα στελεχών των Οικολόγων. Η διαφωνία της αυτή στο Κυπριακό ενδεχομένως να προσέφερε στο κόμμα ψήφους από δεξαμενές που δεν αντλούσε συνήθως και σε ψυχρούς αριθμούς αποτελούσε πλεονέκτημα, όμως στην πράξη αποτελούσε σημείο τριβής. Όπως, δε, αποδείχθηκε τις τελευταίες ημέρες, οι διαφορές δεν περιορίζονταν στο Κυπριακό, καθώς έκανε και διαφορετική ανάγνωση του Μανιφέστου και άλλων ιδεολογικών κατευθύνσεων των Πρασίνων.
Χωρίς, λοιπόν, επαρκές κοινό ιδεολογικό έδαφος, η κ. Ατταλίδου βρέθηκε στα βουλευτικά έδρανα των Οικολόγων, με την σχέση της με το κίνημα να είναι κατά καιρούς τεταμένη και να έρχεται σε μεγάλη ρήξη μαζί του στις Προεδρικές Εκλογές, όταν όχι απλώς στήριζε ανοιχτά αλλά εντάχθηκε στο επιτελείο του Ανδρέα Μαυρογιάννη -με τον οποίο ενδεχομένως να συμφωνούσε σε περισσότερα πράγματα από ό,τι με τους Οικολόγους- ενώ η επίσημη απόφαση του κόμματος ήταν να μην υποστηρίξει κανένα. Το γυαλί ράγισε τότε και έσπασε οριστικά πριν από μερικές ημέρες, με την Αλεξάνδρα Ατταλίδου να περνά στους ανεξάρτητους βουλευτές.
Οι Προεδρικές Εκλογές αποτέλεσαν, άλλωστε, σημείο τριβής και στο παρελθόν. Η Συμμαχία Πολιτών ξέμεινε από βουλευτές με αφορμή τις προηγούμενες Προεδρικές, όταν ο βουλευτής Παύλος Μυλωνάς αποχώρησε, επειδή διαφωνούσε με την υποψηφιότητα του προέδρου του κόμματος, Γιώργου Λιλλήκα, και υποστήριζε την υποψηφιότητα Νικόλα Παπαδόπουλου. Μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου, η Συμμαχία αποφάσισε ψήφο κατά συνείδηση, θέση με την οποία διαφώνησε η βουλεύτρια Άννα Θεολόγου, η οποία επίσης αποχώρησε από το κόμμα. Στις επόμενες Βουλευτικές Εκλογές συνεργάστηκε με την ΕΔΕΚ, η οποία τελικά την απορρόφησε. Θεωρητικά δεν μπορεί να καταλογιστεί ούτε στον κ. Μυλωνά ούτε στην κ. Θεολόγου έλλειψη ιδεολογικής συνάφειας με το κίνημα, επειδή η Συμμαχία Πολιτών δεν είχε ποτέ έντονο ιδεολογικό στίγμα. Όμως ακριβώς αυτή η έλλειψη ιδεολογικής συνοχής μεταξύ των εκπροσώπων της αποτέλεσε, ουσιαστικά, και τη χαριστική βολή για το κόμμα.
Αντίστοιχες περιπτώσεις υπήρχαν κι άλλες μέσα στον χρόνο, αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι περισσότερες αποχωρήσεις από τα κόμματα προέρχονταν από πρόσωπα που ήταν όντως κομματικά στελέχη και είχαν στην πορεία ιδεολογικές διαφορές (όπως στην περίπτωση του ΑΚΕΛ το 1990 και του ΔΗΣΥ το 2004) ή συγκρούστηκαν με την ηγεσία (όπως η περίπτωση Ζαχαρία Κουλία το 2011 στο ΔΗΚΟ ή πιο πρόσφατα η αποχώρηση Άγγελου Βότση, Γιώργου Προκοπίου και Μαρίνου Μουσιούττα από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος). Αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να προβλεφθεί. Η συμπερίληψη προσώπων στα ψηφοδέλτια με τα οποία υπάρχουν όμως ιδεολογικές διαφορές ή διαφορές σε ζητήματα φιλοσοφίας, είναι κάτι που ξεκάθαρα μπορούν οι πολιτικές δυνάμεις να αποφύγουν ή να προσπαθήσουν εγκαίρως να γεφυρώσουν, πριν επέλθει ρήξη. Και σε δύο από τις τρεις περιπτώσεις που αφορούν την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο δεν το έκαναν.
Διανύουμε μία χρονική περίοδο έντονης παρασκηνιακής κομματικής δραστηριότητας, καθώς οι πολιτικές δυνάμεις προσπαθούν να καταρτίσουν δεκάδες ψηφοδέλτια η κάθε μία, ενόψει των διπλών εκλογών για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που θα πραγματοποιηθούν τον Ιούνιο. Και πέραν από τα στελέχη τους, αναζητούν «κράχτες» και άτομα με προσωπικές ψήφους από την ευρύτερη κοινωνία, για να καταστήσουν τα ψηφοδέλτια αυτά πιο ισχυρά. Η αποχώρηση Ατταλίδου από τους Οικολόγους λειτουργεί ως υπενθύμιση για τους καλούς λογαριασμούς που χρειάζεται να κάνουν με τους ανθρώπους αυτούς εγκαίρως, για να μην βρεθούν προ δυσάρεστων εξελίξεων στο μέλλον. Οι ευκαιριακές συνεργασίες συχνά έχουν θετικά αποτελέσματα, τα οποία ωστόσο πάντοτε διατρέχουν τον κίνδυνο να είναι εξίσου ευκαιριακά. Γι’ αυτό, αν θέλουν να αποφύγουν ανάλογες περιπέτειες στο μέλλον και να απωλέσουν έδρες τις οποίες πάλεψαν για να κερδίσουν, θα πρέπει τα κόμματα να φροντίσουν να κάνουν τους φιλοξενούμενους στα ψηφοδέλτιά τους μέρος της οικογένειάς τους, με κοινές ιδέες, κοινές αξίες και κοινές προσεγγίσεις κι όχι να συνάπτουν εικονικούς γάμους, τις συνέπειες των οποίων θα κληθούν να διαχειριστούν στη συνέχεια.