Αποφάσισαν τη φύση των συμβάσεων για τους συνεργάτες-Εκκρεμούν ακόμη τα κριτήρια
06:00 - 15 Σεπτεμβρίου 2023
Στην κατ’ άρθρον συζήτηση του νομοσχεδίου που θα ρυθμίσει το ζήτημα των συνεργατών των μελών της Κυβέρνησης μπήκε η Επιτροπή Θεσμών της Βουλής, σε συνεδρία της το απόγευμα της Πέμπτης. Μετά τη γενική συζήτηση που προηγήθηκε, πριν από το καλοκαίρι, η Βουλή ξεκίνησε να μελετά τις λεπτομέρειες που αφορούν το νομοσχέδιο, ενώ παράλληλα γίνονται και κάποιες τοποθετήσεις που σχετίζονται με την πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ για το ίδιο θέμα, από την οποία ενδεχομένως να εμποτιστεί τελικά το νομοσχέδιο της Κυβέρνησης.
Παρούσα εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας ήταν η Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου, Πόλη Παπαβασιλείου, καθώς η Υφυπουργός παρά τω Προέδρω δεν μπορούσε να προσέλθει, ενώ τον λόγο έλαβαν επίσης ο Γενικός Ελεγκτής, εκπρόσωποι της Νομικής Υπηρεσίας, των Κοινωνικών Ασφαλίσεων και η Επίτροπος Νομοθεσίας, Λουΐζα Ζαννέτου, η οποία έγραψε το κείμενο του νομοσχεδίου.
Σε σχέση με την προηγούμενη συζήτηση σημειώθηκε πρόοδος, υπό την έννοια ότι αποφασίστηκε ποια θα είναι η φύση των συμβάσεων των συνεργατών. Υπερίσχυσε η άποψη της Κυβέρνησης, με τους δύο βουλευτές του ΑΚΕΛ, Γιώργο Λουκαϊδη και Ανδρέα Πασιουρτίδη, να υποδεικνύουν ότι θα αναλάβει και την ευθύνη. Επί της ουσίας, υπήρχε μία διαφορά φιλοσοφίας μεταξύ της πρότασης νόμου και του νομοσχεδίου. Αν και αμφότερα ήθελαν να διασφαλίσουν ότι αυτοί οι συνεργάτες δεν θα μπορούσαν να μετατραπούν σε αορίστου χρόνου και να μπαίνουν στη δημόσια υπηρεσία από την πίσω πόρτα, το μεν νομοσχέδιο πρότεινε όπως αυτό γίνει με αρκετά περιοριστικά συμβόλαια ιδιωτικού δικαίου και το ΑΚΕΛ με σύναψη σύμβασης παροχής υπηρεσιών.
Επί του θέματος έγινε αρκετή συζήτηση. Εξηγώντας το σκεπτικό του νομοσχεδίου, η κ. Ζαννέτου ανέφερε πως η οδός των συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου αναγνωρίζει την ανάγκη που εξυπηρετεί ο νόμος, ότι δηλαδή ο Πρόεδρος και τα μέλη της Κυβέρνησης θέλουν να έχουν άτομα της δικής τους εμπιστοσύνης και τις ιδιαιτερότητες του ρόλου και ταυτόχρονα διασφαλίζει την προσωρινότητα, επειδή η σχέση ιδιωτικού δικαίου έχει συγκεκριμένη προθεσμία και δεν υπάρχει διαδοχικότητα των συμβάσεων.
Από πλευράς ΑΚΕΛ εκφράστηκαν κάποιες ανησυχίες ότι αυτή η φύση των συμβάσεων μπορεί να δημιουργεί κινδύνους, με τη Νομική Υπηρεσία να εξηγεί πως τα άτομα αυτά, επί της ουσίας δεν είναι σύμβουλοι αλλά υπάλληλοι. Θα έχουν ωράριο και σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου. Άρα, με την αγορά υπηρεσιών, το εκάστοτε άτομο θα μπορούσε να αποταθεί εκ των υστέρων στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και να αποφανθούν ότι δεν ήταν στην πραγματικότητα αυτοεργοδοτούμενοι αλλά μισθωτοί και ακολούθως να απευθυνθούν στα δικαστήρια για μετατροπή τους σε αορίστου χρόνου. Ενώ τώρα θα πρόκειται για κλειστή σύμβαση ορισμένης διάρκειας, που δεν μπορεί εκ των υστέρων κάποιος να ισχυριστεί ότι καταπατούσε δικαιώματα.
Από την πλευρά του, ο Γενικός Ελεγκτής ανέφερε ότι ο λόγος που υποστηρίζεται η καθαρή λύση υπαλληλικής σχέσης είναι γιατί η παροχή υπηρεσιών βασίζεται σε ένα ανύπαρκτο και πλασματικό υπόβαθρο, ότι δεν είναι υπάλληλος αυτό το πρόσωπο, ενώ στην πραγματικότητα είναι. Συνεπώς, είναι καλύτερα να ξεκαθαρίζεται εκ των προτέρων η καθορισμένη διάρκεια και το πραγματικό καθεστώς.
Με την Επίτροπο και τον Ελεγκτή συμφώνησαν και οι εκπρόσωποι των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εξήγησαν το μέγεθος του προβλήματος που υπάρχει με αυτό το ζήτημα, καθώς κατακλύζονται από επιστολές που ζητούν έρευνα και ακολούθως χρησιμοποιούν αυτά τα δεδομένα για να πάνε στο Εργαστήριο Εργατικών Διαφορών για να γίνουν υπάλληλοι αορίστου χρόνου. Ανέφεραν χαρακτηριστικά ότι υπάρχουν πάρα πολλές αποφάσεις, σε ένα πολύ μεγάλο φάσμα επαγγελμάτων, από μουσικούς μέχρι δημόσιους κατήγορους, οι οποίοι ουσιαστικά χρησιμοποιούν την Υπηρεσία, ενώ στο νομοσχέδιο θα υπάρχει σχέση εργοδότη-εργοδοτουμένου και όχι αυτοτελώς εργαζόμενων.
Σε αυτή τη συζήτηση υπήρξε τελικά κατάληξη, καθώς υιοθετήθηκε η προσέγγιση της Κυβέρνησης ότι θα υπογράφεται κλειστή σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, με καθορισμένη διάρκεια μέχρι πέντε χρόνια, χωρίς δικαίωμα ανανέωσης. Επίσης η σύμβαση αυτή θα λήγει όταν ολοκληρώνεται η θητεία είτε της Κυβέρνησης είτε του συγκεκριμένου μέλους του οποίου τα πρόσωπα αυτά θα είναι συνεργάτες. Δεν δίνεται η δυνατότητα για ανανέωση διαδοχικών συμβάσεων, ακριβώς για να μην υπάρχει το περιθώριο να καταλήξουν αορίστου χρόνου μέσα από παρατάσεις. Επί του τελευταίου ακούστηκαν κάποιες ενστάσεις, καθώς θα απαγορεύεται σε ένα καλό και έμπειρο άτομο να συνεχίσει να προσφέρει τις υπηρεσίες του, ακόμη και αν το μέλος του Υπουργικού που τον εργοδότησε συνεχίσει για παράδειγμα τη θητεία του και σε μια νέα πενταετία. «Μπορεί να θέλει να τον προσλάβει αλλά δεν θα μπορεί», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Παπαβασιλείου. Ο Ανδρεας Πασιουρτίδης διερωτήθηκε αν παρεμβαίνει στο δικαίωμα στην εργασία αν ο νόμος απαγορεύει σε κάποιον να εργαστεί, με τη Νομική Υπηρεσία να απαντά ότι μπορεί να εργαστεί όπου αλλού θέλει.
Ακολούθως η συζήτηση επικεντρώθηκε στο κατά πόσον θα πρέπει να μπει στον νόμο πρόνοια για το πόσους συνεργάτες θα μπορεί να έχει το κάθε μέλος της Κυβέρνησης και το ανώτατο ποσό που θα έχει στη διάθεσή του. Η κ. Παπαβασιλείου τάχθηκε εναντίον, καθώς είπε πως αν μπει ένα σταθερό ποσό, κάθε φορά που για οποιονδήποτε λόγο πρέπει να αλλάζει, θα πρέπει να τροποποιείται ο νόμος, ενώ είναι πολύ πιο εύκολο να αλλάζει το κονδύλι. Με τη θέση αυτή συμφώνησαν και βουλευτές, με τον Μαρίνο Μουσιούττα της ΔΗΠΑ να αναφέρεται χαρακτηριστικά στις τιμαριθμικές προσαρμογές. Η τάση ήταν το ζήτημα αυτό να ρυθμίζεται κάθε χρόνο μέσα από τον προϋπολογισμό, αν και δεν ξεκαθαρίστηκε.
Παρά τη συζήτηση, δεν υπήρξε κατάληξη ούτε αναφορικά με τα κριτήρια που τίθενται. Το νομοσχέδιο προνοεί οι συνεργάτες να είναι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας ή κράτους μέλους της ΕΕ, να έχουν τη συνήθη και νόμιμη διαμονή τους στην Κύπρο, να έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας τους, να κατέχουν τίτλο πανεπιστημιακού επιπέδου αναγνωρισμένο από τη Δημοκρατία, λευκό ποινικό μητρώο, να έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να έχουν απαλλαγεί από αυτές και να μην έχουν συγγένεια εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τρίτου βαθμού με το μέλος της Κυβέρνησης με το οποίο θα υπογραφεί η σύμβαση.
Η βουλεύτρια των Οικολόγων, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, διαφώνησε έντονα με την ηλικία και διερωτήθηκε αν θα τους παίρνουμε από το πανεπιστήμιο να τους βάζουμε συμβούλους των Υπουργών, ενώ ο Παύλος Μυλωνάς του ΔΗΚΟ σημείωσε πως κάποιοι σε εκείνη την ηλικία μόλις που τελειώνουν τον στρατό. Απορία για το ζήτημα της εμπειρίας εξέφρασε και βουλευτής του ΔΗΣΥ Γιώργος Κάρουλλας και ακούστηκε η άποψη ότι ίσως πρέπει να απαιτείται κάποια εργασιακή πείρα. Ωστόσο ο Γενικός Ελεγκτής ανέφερε ότι καθίσταται πιο περίπλοκο εάν προστεθούν περισσότερες απαιτήσεις σε προσόντα και εμπειρία και εισηγήθηκε, αν υπάρχει ζήτημα με αυτό, να ρυθμιστεί μέσω της ηλικίας. Ο πρόεδρος της Επιτροπής, Δημήτρης Δημητρίου, εισηγήθηκε η ηλικία να ανεβεί στα 23 ή στα 24 χρόνια αλλά τελική απόφαση δεν υπήρξε.
Το άλλο ζήτημα για το οποίο υπήρξαν ενστάσεις ήταν η συγγένεια. Ο κ. Δημητρίου ανέφερε πως ενδεχομένως θα έπρεπε η απαγόρευση σε σχέση με τη συγγένεια να ισχύει για όλα τα μέλη της Κυβέρνησης και όχι μόνο για αυτό που προσλαμβάνει τον συνεργάτη. Ωστόσο η κ. Παπαβασιλείου ανέφερε πως για τους κοινοβουλευτικούς συνεργάτες ισχύει η απαγόρευση για συγγένεια πρώτου βαθμού με άλλο μέλος της Βουλής και θα ήταν άνιση μεταχείριση να ήταν μέχρι τρίτου βαθμού συγγένεια με άλλο μέλος της Κυβέρνησης. Στο τραπέζι έπεσε τότε η ιδέα να είναι μέχρι τρίτου βαθμού συγγένεια για το μέλος της Κυβέρνησης που προσλαμβάνει και μέχρι πρώτου για τα υπόλοιπα μέλη της Κυβέρνησης. Τόσο για το θέμα της ηλικίας, όσο και για τον βαθμό συγγένειας δεν υπήρξε κατάληξη, ενώ δεν φαίνεται να υπάρχουν ιδιαίτερες ενστάσεις για τα υπόλοιπα κριτήρια που τίθενται. Ωστόσο όλα αυτά αναμένεται να ξεκαθαρίσουν στην επόμενη συνεδρία της Επιτροπής Θεσμών για το θέμα, όπου θα συζητηθεί και το υπόλοιπο νομοσχέδιο.