Πολλαπλασιάστηκαν οι τουρίστες, μειώθηκαν όμως τα κέρδη-Η αποτίμηση των ξενοδόχων

Ούτε με θετικό, αλλά ούτε με αρνητικό μάτι βλέπουν τη φετινή καλοκαιρινή περίοδο που έφθασε στο τέλος της οι ειδικοί, καθώς από τη μια οι αριθμοί των τουριστικών αφίξεων αυξήθηκαν, ωστόσο από την άλλη, αρνητικό πρόσημο αποτελεί η μειωμένη κερδοφορία των επιχειρήσεων, μιας και τα αυξημένα κόστη της αγοράς, έσφιξαν το κλοιό, μη επιτρέποντας στις ξενοδοχειακές μονάδες να έχουν αυξημένο τζίρο.

Κάτι που επιβεβαιώνεται μέσα και από τα στοιχεία που παρέθεσε στον REPORTER ο γενικός διευθυντής του Παγκύπριου Συνδέσμου Ξενοδόχων, Φιλόκυπρος Ρουσουνίδης, ο οποίος ανέφερε πως η φετινή χρονιά ήταν σαφώς καλύτερη από τα πέρυσι. Όπως είπε, «φαίνεται ότι η χρονιά μέχρι στιγμής κυλάει σύμφωνα και με τις αρχικές μας εκτιμήσεις που έλεγαν ότι η ροή των κρατήσεων θα δημιουργούσε τις συνθήκες, ώστε να είχαμε καλύτερη χρονιά από πέρσι, λίγο πιο κάτω από αυτή του 2019. Επαληθευτήκαμε και έτσι θεωρούμε ότι τουλάχιστον όσον αφορά την τουριστική εισροή, είμαστε ικανοποιημένοι».

Ωστόσο, στη ξενοδοχειακή βιομηχανία, παραμένουν οι τεράστιες προκλήσεις, οι οποίες δεν είναι άλλες από την έλλειψη του εργατικού δυναμικού και τις στρεβλώσεις εισαγωγής ξένου εργατικού δυναμικού από τρίτες χώρες, το κόστος της ενέργειας, το κόστος των πρώτων υλών, ο πληθωρισμός, αλλά και τα πολύ ψηλά επιτόκια τα οποία, όπως υπέδειξε ο κ. Ρουσουνίδης, «δημιουργούν μια εικόνα που είναι με καλύτερους τουριστικούς αριθμούς από πέρσι, αλλά τα οικονομικά δεδομένα των τουριστικών επιχειρήσεων, θα είναι πολύ χειρότερα από πέρσι, με ιδιαίτερα μειωμένη κερδοφορία».

Η εξήγηση πίσω από τη μειωμένη κερδοφορία, έγκειται στο γεγονός ότι τα κόστη έχουν διπλασιαστεί, με 50-60% αύξηση. Για παράδειγμα, εξήγησε ο κ. Ρουσουνίδης, «μια επιχείρηση που είχε κέρδος ένα εκατομμύριο ευρώ τον χρόνο, όταν έχει διπλασιασμό του ρεύματος, αύξηση του εργατικού κόστους, αύξηση των πρώτων υλών και με τα δεδομένα που υπάρχουν σήμερα, το κέρδος ίσως να είναι και 400.000 ευρώ. Οπόταν, η κερδοφορία είναι ιδιαίτερα μειωμένη φέτος, ακόμη και εάν σε τουριστικά νούμερα, είμαστε καλύτεροι. Πρέπει να σημειώσουμε επίσης, ότι το αυξημένο κόστος, δεν μπορείς να το μετακυλήσεις τον καταναλωτή».

Χαρακτηριστικό μάλιστα, αποτελεί το παράδειγμα του κ. Ρουσουνίδη, όπου μια επιχείρηση, δεν μπορεί να ανεβάσει την τιμή ενός δωματίου από τα 100 ευρώ, στα 200 ευρώ, καθώς βγαίνει εκτός ανταγωνισμού και θα υπάρξει μείωση στις πωλήσεις. «Οπόταν, σε αυτή τη βιομηχανία, τα αυξημένα κόστη δεν μπορείς να μετακυλήσεις στον πελάτη, διότι υπάρχει και η παράμετρος της ανταγωνιστικότητας. Έτσι, οι πλείστοι επιχειρηματίες, απορρόφησαν τα αυξημένα κόστη, όπως τον πληθωρισμό, τα επιτόκια, το εργατικό δυναμικό, με αποτέλεσμα να μειώνεται η κερδοφορία».

Αναμφισβήτητα, λόγω της μειωμένης κερδοφορίας, υπάρχουν σημαντικές επιπτώσεις, με τις προκλήσεις να είναι τεράστιες για τις ξενοδοχειακές μονάδες, καθώς σύμφωνα με τον κ. Ρουσουνίδη, «οι τουριστικές επιχειρήσεις, ανά τακτά χρονικά διαστήματα προχωρούν σε αναβαθμίσεις, βελτιώσεις, ανακαινίσεις, κάτι που κοστίζει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, ίσως και εκατομμύρια. Έτσι, με τη μειωμένη κερδοφορία, είναι πολύ πιο λίγη η δυνατότητα ρευστότητας που έχει μια μονάδα, οπόταν θα πρέπει να εξεύρει τρόπους για να προχωρεί σε αναβαθμίσεις που χρειάζεται κάθε χρόνο».

Όσον αφορά τα προβλήματα που ταλανίζουν τις ξενοδοχειακές μονάδες και τα πρόσωπα από τρίτες χώρες, τα οποία χαρακτηρίζονται ως η φθηνή λύση, ο κ. Ρουσουνίδης, ήταν ιδιαίτερα έντονος, υποδεικνύοντας πως η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική.

Όπως είπε, «είναι πλασματικό το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι από τρίτες χώρες είναι η φθηνή λύση, αλλά αντιθέτως, πρέπει να τονίσουμε, ότι λόγω των προϋποθέσεων εισαγωγής αυτών των ανθρώπων, όπου αναγκαζόμαστε να τους φέρνουμε με τους όρους συλλογικής σύμβασης, στοιχίζουν πολύ περισσότερο από τους Κύπριους. Αυτό είναι κάτι οξύμωρο και είναι μια στρέβλωση που πρέπει να αλλάξει. Το ότι υπάρχει έλλειψη εργατικού δυναμικού, είναι ένα φαινόμενο που υπάρχει ανά το παγκόσμιο και στην Ευρώπη και δεν είναι πρόβλημα της Κύπρου».

Πάντως, άποψη του κ. Ρουσουνίδη, είναι ότι πρέπει να υπάρξει άμεσα πολιτική βούληση. «Θεωρώ ότι ο ίδιος ο Υπουργός Εργασίας, αφουγκράζεται τις ανησυχίες μας και αναγνωρίζει το μέγεθος του προβλήματος. Λόγω του ότι έχει ψηλώσει πάρα πολύ το κόστος ζωής και το λειτουργικό κόστος των τουριστικών επιχειρήσεων, είναι πολύ δύσκολο να ανταγωνιστούμε γειτνιάζουσες χώρες, όσον αφορά την τιμολογιακή μας πολιτική στην τιμή. Έτσι, πρέπει να ανεβάσουμε τον πήχη των προσφερόμενων υπηρεσιών, ούτως ώστε να υπερτερούμε σε αυτό το κομμάτι».

Δειτε Επισης

Πολύπλευρο το πρόβλημα της υπογεννητικότητας-Αγκάθι το κόστος ζωής και οι χαμηλοί μισθοί
Μηνύματα κατά της μισαλλοδοξίας και του αντισημτισμού από την Ολομέλεια της Βουλής
Η πτώση της τιμής των πετρελαιοειδών μείωσε τον πληθωρισμό-Αυξήσεις σε ψωμί, πατάτες και λαχανικά
Πέρασε εν μέσω αντιδράσεων ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός ΟΑΥ-Πώς θα κατανεμηθούν τα 94 εκατομμύρια
Ανησυχία στα κατεχόμενα για την επιδημία της «γαλάζιας γλώσσας»-Πραγματοποιήθηκε ενημερωτική συνάντηση
Θέματα στρατηγικής συνεργασίας και περιβαλλοντικές προκλήσεις συζήτησαν Παναγιώτου-Σκυλακάκης
Βελτιωμένη η κατάσταση με τον «Ιππόδαμο»-Εγκρίθηκε ο προϋπολογισμός του ΕΟΑ Λάρνακας
Συζήτησαν για κινητά, κλιματιστικά και κανονισμούς σχολείων Μιχαηλίδου και ΠΣΕΜ
Διαβεβαιώσεις Παναγιώτου για τη δημογραφική ανάκαμψη-«Γίνονται βήματα και θα γίνουν πολύ περισσότερα»
Άγγιξαν τα δύο εκατομμύρια οι τουρίστες στα κατεχόμενα το 2024-Αύξηση και στις αναχωρήσεις