Η έφεση για τον συζυγοκτόνο, οι δολοφόνοι του Θανάση και οι αναπόφευκτες απορίες
06:00 - 20 Αυγούστου 2023
Η απόφαση της Νομικής Υπηρεσίας να ασκήσει έφεση στην υπόθεση του Βρετανού David Hunter αναπόφευκτα ξενίζει. Όχι απλώς επειδή φαίνεται πως το κράτος εξαντλεί την αυστηρότητά του σε έναν ηλικιωμένο, ο οποίος σκότωσε τη σύζυγό του υπό ιδιάζουσες συνθήκες και εξέτισε την ποινή που του επέβαλε το Δικαστήριο, αλλά κυρίως επειδή δεν έχει δείξει την ανάλογη ευαισθησία σε άλλες υποθέσεις.
Η σύγκριση είναι αναπόφευκτη. Στην υπόθεση Θανάση κυκλοφορούν δολοφόνοι ελεύθεροι σχεδόν είκοσι χρόνια και έχουν εντοπιστεί σοβαρές αμέλειες από αρμοδίους στη διερεύνηση και η Νομική Υπηρεσία αποφάσισε να μην διώξει απολύτως κανένα. Αντιθέτως, άναψε το πράσινο φως στην οικογένεια για να προχωρήσει σε ιδιωτικές ποινικές διώξεις, αναγνωρίζοντας, προφανώς, πως υπάρχει έδαφος για ποινική δίωξη συγκεκριμένων ατόμων, ωστόσο το κράτος, που έχει την κύρια ευθύνη για να διώκει ποινικά αδικήματα, ένιψε τας χείρας του και έριξε την ευθύνη σε ιδιώτες. Σε μια οικογένεια που με τη δική της επιμονή ξετύλιξε το κουβάρι της δολοφονίας του Θανάση Νικολάου, όταν όλοι ήταν πεπεισμένοι, ως αποτέλεσμα της κακής διερεύνησης, πως επρόκειτο για αυτοχειρία. Και για άλλη μία φορά καλείται τώρα να επιδιώξει από μόνη της την απόδοση Δικαιοσύνης, επειδή, για λόγους που δεν εξηγήθηκαν ποτέ, η Νομική Υπηρεσία δεν θεωρεί πως το κράτος πρέπει να το πράξει.
Αντιθέτως, αναλώνονται με εφέσεις στην υπόθεση του συζυγοκτόνου από τη Βρετανία, ενός ανθρώπου που ναι μεν διέπραξε μια σοβαρή ποινική πράξη, αλλά το έκανε υπό πρωτοφανείς, για τα κυπριακά δεδομένα, συνθήκες, καθώς ήταν απότοκο έκκλησης από το θύμα, που ζούσε σε μία Κύπρο που ακόμα δεν δίνει την επιλογή της ευθανασίας σε ανθρώπους που υποφέρουν. Το Δικαστήριο επέβαλε ποινή στον David Hunter, ωστόσο με βάση το χρονικό διάστημα που πέρασε ως υπόδικος θεωρείται ότι την εξέτισε. Πρόθεση της Νομικής Υπηρεσίας, η οποία στην πραγματικότητα κέρδισε αυτή την υπόθεση, ως Κατηγορούσα Αρχή, από τη στιγμή που ο κατηγορούμενος, παρά τα όποια ελαφρυντικά, βρέθηκε ένοχος και του επιβλήθηκε ποινή, είναι να εφεσιβάλει την εν λόγω ποινή, την ίδια στιγμή που οι δολοφόνοι του Θανάση, που είχαν οποιοδήποτε άλλο κίνητρο εκτός από την αγάπη και τη λύτρωσή του, επί δεκαοκτώ χρόνια παραμένουν ελεύθεροι, χωρίς καμία απολύτως ποινή.
Είναι πραγματικά άξια απορίας για τον μέσο πολίτη η ιεράρχηση που γίνεται, κυρίως επειδή σχεδόν ποτέ δεν δικαιολογεί επαρκώς (ή και καθόλου) τις αποφάσεις της η Νομική Υπηρεσία, ενώ δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός ελέγχου της ορθότητάς τους. Ως αποτέλεσμα, ποινικά αδικήματα δεν διώκονται για αόριστους λόγους «δημοσίου δικαίου» αλλά βρέθηκε ενώπιον Δικαστηρίου μια έφηβη από τη Βρετανία, επειδή, μέσα από κάκιστη αστυνομική πρακτική, την οποία ξεγύμνωσε το Ανώτατο Δικαστήριο, οι Αρχές έφτασαν στο συμπέρασμα ότι κατήγγειλε ψευδώς τον βιασμό της. Ακόμη κι αν η νεαρή αυτή γυναίκα έλεγε ψέματα, θέση που ανατράπηκε ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου, γιατί κρίθηκε πιο σημαντικό να τιμωρηθεί αυτή, από ότι άνθρωποι που επέδειξαν αμέλεια, με αποτέλεσμα να μένει ανεξιχνίαστη μία δολοφονία εδώ και δεκαοκτώ χρόνια;
Είναι ξεκάθαρο πως, στην απουσία ελέγχου της ορθότητας των αποφάσεων της Νομικής Υπηρεσίας, θα συνεχίσουν να δημιουργούνται αυτές οι απορίες στο κοινό και θα συνεχίσουν να πραγματοποιούνται έξω από τα γραφεία της κάποιες από τις πιο ογκώδεις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Η Βουλή γνωρίζει και αναγνωρίζει το πρόβλημα και παρουσιάζεται αποφασισμένη να βρει τρόπους να το επιλύσει. Από τον Σεπτέμβριο η Επιτροπή Θεσμών θα σηκώσει μανίκια και το ζήτημα του ανέλεγκτου των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα, σε συνδυασμό με την επίσης καταγεγραμμένη ανάγκη του διαχωρισμού των αρμοδιοτήτων του Νομικού Συμβούλου του κράτους από τον Δημόσιο Κατήγορο, αναμένεται ότι θα απασχολήσει σε μεγάλο βαθμό τους επόμενους μήνες. Παρά τις νομικές προκλήσεις που δημιουργούνται, καθώς απαιτείται συνταγματική τροποποίηση, η Βουλή αναμένεται να αναζητήσει τη φόρμουλα εκείνη που θα ενισχύσει τη διαφάνεια στον κρίσιμο τομέα της Δικαιοσύνης.
Ενόσω θεωρείται πιο σημαντικό να συνεχίσει να τραβά μια υπόθεση ανθρωποκτονίας που έγινε από οίκτο, αλλά να μετατοπίζεται σε ιδιώτες η ευθύνη για διώξεις σε μία υπόθεση δολοφονίας που επί δύο δεκαετίες αφήνει ανεπανόρθωτα εκτεθειμένο το κράτος, θα δημιουργούνται απορίες. Και κάποτε κάποιος πρέπει να τις απαντήσει.