Νεκρή η Λαϊκή αγορά του «ΟΧΙ» το καλοκαίρι-Τους έταξαν στέγαστρα, αλλά στέγαστρα δεν βλέπουν
06:00 - 04 Αυγούστου 2023
Μπορεί να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές και πιο φρέσκα προϊόντα, εντούτοις οι υψηλές θερμοκρασίες και η απουσία ικανοποιητικού αριθμού στεγάστρων, φαίνεται να αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για τους πολίτες που θα ήθελαν να μεταβούν στη Λαϊκή αγορά του «ΌΧΙ», στην πρωτεύουσα, για να ψωνίσουν.
Μπορεί ο χώρος στάθμευσης που μετατρέπεται σε αγορά, κάθε Τετάρτη και Σάββατο, να διαθέτει κάποια στέγαστρα, ωστόσο φαίνεται να μην είναι ικανοποιητικά, όχι μόνο για να καλύψει τις ανάγκες των παραγωγών, αλλά και των πολιτών, οι οποίοι τους καλοκαιρινούς μήνες προτιμούν να ψωνίζουν σε υπεραγορές, όπου υπάρχει κλιματιστικό.
Βέβαια, υπάρχουν και αυτοί που παραμένουν πιστοί στα φρέσκα προϊόντα των παραγωγών, τα οποία έχουν εμπιστευτεί εδώ και χρόνια, όμως εν καιρώ καύσωνα, επιλέγουν να μεταβαίνουν στην Λαϊκή αγορά νωρίς το πρωί, με αποτέλεσμα μέχρι τις δώδεκα το μεσημέρι, ο χώρος να αδειάζει και να αποχωρούν ακόμη και οι παραγωγοί, ώστε να μην χαλάσει η πραμάτεια τους από τον καύσωνα.
Όλα αυτά, όπως ανέφεραν παραγωγοί μιλώντας στον REPORTER, συμβαίνουν λόγω της απουσίας των κατάλληλων υποδομών που θα προσφέρεται στο κοινό - έστω για λίγο – δροσερό περιβάλλον, ενώ οι ίδιοι βρίσκουν προσωρινές λύσεις με επιπλέον ομπρέλες και σεντόνια, προκειμένου να δημιουργήσουν σκιά γύρω από τους πάγκους τους. Μετά τις δώδεκα το μεσημέρι, το σκηνικό αλλάζει και η λαϊκή αγορά σχεδόν αδειάζει από κόσμο.
«Ο κόσμος που συνηθίζει να ψωνίζει συνεχίζει να έρχεται στη λαϊκή ακόμη και τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά πιο νωρίς το πρωί. Μετά το μεσημέρι, εδώ είναι νέκρα λόγω των θερμοκρασιών. Οι περισσότεροι θα επιλέξουν να πάνε στην υπεραγορά επειδή διαθέτει κλιματιστικό και δεν τους αδικώ καθόλου», σχολίασε ο νεαρός παραγωγός, Χαράλαμπος Παπαγεωργίου.
Ο Χαράλαμπος ανέφερε επίσης πως προσπαθούν με δικά τους μέσα (πχ. ομπρέλες) να προστατεύσουν τα προϊόντα τους από τον ήλιο, ιδιαίτερα εκείνα που είναι πιο ευαίσθητα όταν βρεθούν εκτεθειμένα στις υψηλές θερμοκρασίες, όπως για παράδειγμα τα σταφύλια ή τα σύκα. «Φροντίζουμε βέβαια να φέρουμε μικρότερη ποσότητα ώστε να μην επηρεαστούν πολύ και να προλάβουμε να τα πωλήσουμε πριν εκτεθούν περισσότερες ώρες στον ήλιο».
Σε αντίθεση με τη Λεμεσό που διαθέτει μεγάλο υπόστεγο για τη λαϊκή αγορά, στον χώρο στάθμευσης του «ΟΧΙ» τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα για τους παραγωγούς και τον κόσμο. «Έτσι όπως είναι τα δεδομένα εδώ, αποτρέπουν τον κόσμο να μας τιμήσει με την παρουσία του γιατί θα αναγκαστεί να εκτεθεί πολλές ώρες στον ήλιο», σχολίασε ο Χαράλαμπος.
Το ίδιο πιστεύει και ο κος Ανδρέας Κωνσταντίνου, ο οποίος θεωρεί πως όταν το περιβάλλον δεν είναι ελάχιστα δροσερό, δεν μπορείς να ψωνίσεις. «.Δεν μπορείς να ψωνίζεις και να ζεσταίνεσαι ή να είσαι κάτω από τον ήλιο. Μπορεί να βρεις φθηνά προϊόντα, αλλά θα ζεσταθείς γιατί δεν έχει στέγαστρο και για αυτό δεν έρχεται ο κόσμος το καλοκαίρι. Μέχρι τις έντεκα ο κόσμος εξαφανίζεται».
Από την άλλη, η κα Γιώτα Σάββα, θεωρεί πως αυτές τις ημέρες είναι λογικό ο κόσμος να προτιμάει τις υπεραγορές της πρωτεύουσας, ενώ θεωρεί πως οι λαϊκές αγορές έχουν παραγκωνιστεί από την πολιτεία, αφού τους έταξαν νέα στέγαστρα εδώ και χρόνια. «Ο κόσμος προτιμάει τις υπεραγορές επειδή είναι πιο δροσερά, παρόλο που οι τιμές εδώ είναι πιο χαμηλές. Έχει τόσα χρόνια που μας υπόσχονται ότι θα μας βάλουν στέγαστρα αλλά ακόμη τίποτα. Δεν έχουμε πρόβλημα μόνο το καλοκαίρι, αλλά και τον χειμώνα με την βροχή. Μας τρώει η ζέστη και η βροχή. Βάζουμε μόνοι μας επιπλέον ομπρέλες για να προστατεύσουμε τα προϊόντα μας. Ότι πουλήσουμε το πρωί και μετά φεύγουμε για να μην καταστραφεί η σοδιά μας».
Ο κος Γιάννης, θεωρεί πως κατά τους μήνες του καλοκαιριού η λαϊκή αγορά χάνει ακόμη και από τους σταθερούς πελάτες της. Σημαντικό παράγοντα διαδραματίζουν οι καιρικές συνθήκες, αλλά και το ότι ο κόσμος βρίσκεται σε διακοπές. «Δυστυχώς λόγω του καύσωνα δεν έχουμε αρκετή δουλειά. Τα περισσότερα προϊόντα μας κάηκαν λόγω του καύσωνα και ερχόμαστε εδώ και δεν μπορούμε να τα πωλήσουμε επειδή δεν έρχεται αρκετός κόσμος».
Πιο αισιόδοξος ο κος Σοφρώνης, ο οποίος θεωρεί πως σύντομα ο Δήμος θα προνοήσει για την κατασκευή των στεγάστρων, κάτι που θα φέρει περισσότερο κόσμο στην Λαϊκή αγορά. «Η κίνηση έπεσε γιατί ο κόσμος πάει στα παραθαλάσσια, όμως τα καλά προϊόντα πωλούνται. Ο κόσμος επιλέγει τα πρωινά και η δουλειά αυξήθηκε μεταξύ 5:30 – 8:00 το πρωί. Πρέπει να γίνουν υπόστεγα για να μπορεί ο κόσμος να έρχεται και να είναι κάτω από την σκιά».
Ο κος Γιάννος Κωνσταντίνου, σταμάτησε να έχει ελπίδες ότι θα κατασκευαστούν τα στέγαστρα που τους υποσχέθηκαν, αφού βρίσκονται στο περίμενε εδώ και χρόνια. Αποτέλεσμα της καθυστέρησης είναι και η συνεχής μείωση της δουλειάς τους. «Οι περισσότεροι δεν έρχονται εδώ λόγω της ζέστης. Δεν μπορούν να έρχονται και να περπατούν κάτω από τον ήλιο. Φτιάχνουμε αυτοσχέδια στέγαστρα για να μπορούμε να προστατεύσουμε και τα προϊόντα, αλλά και τον κόσμο από τον ήλιο. Τα φέρνουμε οι ίδιοι».
«Πρέπει να μας φτιάξουν σύγχρονα στέγαστρα, όπως έγινε και στον Στρόβολο. Στη Δερύνεια που έχουν πιο μικρή λαϊκή αγορά, έχουν πιο σύγχρονες εγκαταστάσεις. Έχουν και ηλεκτρικό ρεύμα κοντά και μπορούν να τοποθετήσουν αεριστήρες. Εδώ, ούτε το οδόστρωμα δεν μπορούν να το καθαρίσουν. Οι λειτουργοί προσπαθούν να κάνουν ότι μπορούν, αλλά άλλοι κωφεύουν και εμείς φωνάζουμε», είπε.
Παράλληλα ανέφερε πως οι παραγωγοί βρίσκονται όλη μέρα στον ήλιο και πηγαίνουν στη λαϊκή αγορά και είναι ακόμη χειρότερα. «Προσπαθούν να κάνουν τον κόσμο να μην έρχεται με αυτά τα δεδομένα. Φαίνεται πως δεν θέλουν τις λαϊκές αγορές. Ακόμη και αυτά τα πλαστικά πρόχειρα υπόστεγα που μας έχουν δεν περιορίζουν τον ήλιο».
«Η δουλειά μας επηρεάζεται, αλλά προσπαθούμε να επιβιώσουμε και εμείς με αυτές τις καιρικές συνθήκες. Με την θερμοκρασία, επηρεάζονται οι τιμές των φθαρτών. Η δουλειά μας έπεσε αλλά αναμένουμε ότι θα επανέλθει», σχολίασε ο κος Γιώργος.
Απογοήτευση εξέφρασε και ο κος Γιαννάκης, αφού με τις συνθήκες αυτές ο κόσμος θα βρει εναλλακτικές. «Ο μισός κόσμος έρχεται πλέον. Μέχρι τις δώδεκα ο κόσμος φεύγει και μετά αποχωρούμε και εμείς. Εμείς συνηθίσαμε τόσα χρόνια, αλλά ο κόσμος έχει άλλες επιλογές».