«Να τερματιστεί το ''εσείς τους εφέρετε'' ή ''εκάμαμεν τζι εμείς πολλά'', το εκμεταλλεύεται η Τουρκία»

Τα ιστορικά γεγονότα που αφορούν την Αντίσταση όχι μόνο κατά τη διάρκεια του Πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974, αλλά κυρίως πριν και μετά από αυτό, τους πρωταγωνιστές, τα λάθη και τις παραλείψεις επιχειρεί να καταγράψει στο τελευταίο του βιβλίο με τίτλο "1974. Το Χρονικό της Αντίστασης", ο συγγραφέας Χρύσανθο Χρυσάνθου.

Με αφορμή της πρόσφατη παρουσίαση του βιβλίου του σε εκδήλωση στη Λευκωσία, ο κ. Χρυσάνθου έδωσε συνέντευξη στο ΚΥΠΕ.

Σε ερώτηση αν είχε κάποια προσωπική εμπλοκή με την Αντίσταση ή τα γεγονότα του Ιούλη του 1974 και τα όσα ακολούθησαν, ανέφερε ότι καθώς ήταν μικρός σε ηλικία δεν είχε συμμετοχή, ενώ στο γιατί αποφάσισε να γράψει για την Αντίσταση, τα γεγονότα του 1974 και την περίοδο που προηγήθηκε του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής ανέφερε τα εξής:

«Αρχικά να πω ότι ήταν μια επώδυνη διαδικασία καθ’ όλη τη διάρκειά της. Πολλές φορές κουβεντιάσαμε με ανθρώπους, που βούρκωναν και κόμπιαζαν από συγκίνηση, παρόλο που πέρασαν ήδη σχεδόν πενήντα χρόνια. Φαίνεται ότι ο πόνος παραμένει έντονος στις ψυχές. Επιδίωξα και είχα την ευκαιρία να καταγράψω τις μαρτυρίες και να πάρω συνεντεύξεις από ανθρώπους, που έζησαν τα γεγονότα από πρώτο χέρι, είτε στα πεδία των μαχών -αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και απλούς στρατιώτες, έφεδρους και κληρωτούς- είτε στα μετόπισθεν -γιατρούς και νοσηλευτές-  είτε σε άλλους τομείς της δημόσιας ζωής -πολιτικούς, δημοσιογράφους, εκπαιδευτικούς, γενικότερα πολίτες-. Προσπάθησα να συνθέσω το παζλ των γεγονότων για να απαντήσω στα ερωτήματα «πότε», «πού» και «πώς», αλλά κυρίως «γιατί». Άρα το γιατί που με ρώτησες απαντάται με ένα άλλο «γιατί». Γιατί να γίνουν όλα αυτά, γιατί να βιώσει ο λαός μας αυτή την τραγωδία, τα αποτελέσματα της οποίας συνεχίζουν να μας βασανίζουν μέχρι σήμερα;»

Σε ερώτηση αν το «Χρονικό της Αντίστασης» είναι ιστορικό βιβλίο ή πολιτικό, ο κ. Χρυσάνθου να σημείωσε πως είναι αυτό που λέει στον τίτλο του, δηλαδή χρονικό γεγονότων, με έμφαση στα πιο καθοριστικά για τις μετέπειτα εξελίξεις, προσθέτοντας ότι τα γεγονότα και οι πρωταγωνιστές τους παρουσιάζονται στις σελίδες του βιβλίου χωρίς χαρακτηρισμούς και λεκτικές υπερβολές, εννοείται και χωρίς πολιτικές σκοπιμότητες. «Ιστορικό ή πολιτικό; Και τα δυο. Η Αντίσταση και η προάσπιση της Δημοκρατίας ήταν πολιτικές πράξεις. Ως εκ τούτου εξ ορισμού το βιβλίο είναι πολιτικό. Όμως την ίδια ώρα είναι και ιστορικό. Αφενός επειδή οι πολιτικές πράξεις καθορίζουν τη συνέχεια της ιστορίας και αφετέρου καθώς στο βιβλίο καταγράφονται ιστορικά γεγονότα, καταστάσεις και συμπεριφορές, που συνέβαλαν στη  διαμόρφωση της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου» συμπλήρωσε.

Η ιστορική έρευνα αποδομεί την παραπληροφόρηση και την άγνοια

Ερωτηθείς αν κατάφερε να φτάσει σε κάποια συμπεράσματα, ο κ. Χρυσάνθου απάντησε πως εν πολλοίς ναι και πως ήταν σημαντική η συμβολή πολλών ερευνητών και συγγραφέων, καθώς επίσης συνδέσμων, επιτροπών και αυτοπτών μαρτύρων. Πρόσθεσε ωστόσο πως ο ίδιος διαπιστώνει ότι πολλές φορές ίσως αποπροσανατολίζει η επιδίωξη του όποιου ερευνητή, δημοσιογράφου ή συγγραφέα να αναδείξει τη «συνταρακτική αποκάλυψη» ή την «αποκαλυπτική συνέντευξη», έστω κι αν είναι αβάσιμη, μόνο και μόνο γιατί έτσι θα προσελκύσει την προσοχή και θα συζητηθεί. Κατά την άποψή του, όπως συμπλήρωσε, η καταγραφή της μαρτυρίας οποιουδήποτε αυτόπτη μάρτυρα δεν είναι χαμένος κόπος, έστω κι αν απλώς επιβεβαιώνει γνωστά γεγονότα. «Αντιθέτως συμβάλλει, προσθέτει αν προτιμάς, στην κατάκτηση της γνώσης για την ιστορική αλήθεια».

Σε ερώτηση αν σκέφτηκε ότι μπορεί να «αναμασήσει» το ίδιο φαγητό με δεδομένο ότι  τόσα χρόνια είναι γνωστά τα γεγονότα πάνω-κάτω, ο κ. Χρυσάνθου ανέφερε πως παρόλο που σε ορισμένους είναι γνωστά τα γεγονότα, σε πολλούς δεν είναι και ότι ο ίδιος θεώρησε ότι το «Χρονικό» είναι αναγκαίο στις μέρες μας, σκεπτόμενος ότι καθώς τα χρόνια έχουν περάσει, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σήμερα δεν έχει ζήσει τα γεγονότα που σχετίζονται με την τραγωδία της Κύπρου. «Ακούν ή διαβάζουν σκόρπιες αναφορές, πολλές φορές αβάσιμες, παντελώς εκτός πραγματικότητας. Άλλες φορές διαδίδονται εικασίες ή σκόπιμες διαστρεβλώσεις, οι οποίες όσο πιο εξωφρενικές είναι, τόσο πιο πιστευτές γίνονται. Όλοι μας όμως χρειαζόμαστε πρώτα τη γνώση, προτού προχωρήσουμε στο να αξιολογήσουμε τα γεγονότα, να κρίνουμε τους πρωταγωνιστές τους και να σχηματίσουμε άποψη. Το βιβλίο αυτό συμβάλλει επίσης στο να μην αφεθεί η σκόνη του χρόνου να καλύψει τη μνήμη εκείνων που θυσίασαν τη ζωή τους για τη Δημοκρατία, που δολοφονήθηκαν από την ΕΟΚΑ Β', που έπεσαν σε μάχες κατά το πραξικόπημα ή που υπήρξαν αθώα θύματα των πραξικοπηματιών το 1974» πρόσθεσε.

Απαντώντας στο ποια ήταν τα σημαντικότερα εμπόδια στην αναζήτηση της ιστορικής γνώσης για τα γεγονότα του 1974, ο συγγραφέας του Χρονικού της Αντίστασης είπε ότι αυτά είχαν να κάνουν με τις αφοριστικές προσεγγίσεις, την ισοπέδωση των πάντων και τις απόλυτες απόψεις που τορπιλίζουν την όποια προσπάθεια για νηφάλια επανεξέταση και βαθύτερο αναστοχασμό της κυπριακής τραγωδίας του 1974. Πρόσθεσε πως είναι απολύτως αναγκαίο, βεβαίως, να τεθούν ερωτήματα, να αμφισβητηθούν διαδεδομένες αντιλήψεις, ειδικά υπό το φως νέων μαρτυριών και ντοκουμέντων συμπληρώνοντας  ωστόσο ότι όλο και πιο συχνά παρουσιάζονται τα γεγονότα από την ανάποδη, μετατρέπεται το άσπρο σε μαύρο, και το αντίστροφο. Για παράδειγμα, όπως είπε, έγινε της μόδας για πολλούς να επιρρίπτουν όλες τις ευθύνες στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, παρουσιάζοντάς τον ως να έκανε συνεχώς λάθη, από το πρωί που ξυπνούσε μέχρι το βράδυ, ακόμη και την ώρα που κοιμόταν! «Θα μου πεις, μα δεν έκανε λάθη ο Μακάριος; Προφανώς και έκανε. Δεν αποτελούν θέσφατο οι πολιτικές επιλογές, οι πράξεις ή παραλείψεις του. Όμως δεν γίνεται να λοιδωρείται επί παντός επιστητού, και μάλιστα ατεκμηρίωτα, με αντιφατικές προσεγγίσεις και υβριστικούς χαρακτηρισμούς» συμπλήρωσε.

Απαντώντας στο κατά πόσο πενήντα σχεδόν χρόνια μετά τα γεγονότα του 1974, έχουμε καταλήξει στο τι ορίζουμε ως Αντίσταση, ο Χρύσανθος Χρυσάνθου είπε ότι ασφαλώς, είναι η προάσπιση της Δημοκρατίας στον τόπο μας αλλά και ότι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνά όποιος ασχολείται με το θέμα αυτό, είναι ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεχόταν τρικλοποδιές από την πρώτη στιγμή της ανακήρυξής της το 1960, κι ακόμη πιο πριν. «Δεν πρόλαβε καν να ολοκληρωθεί η σύσταση και λειτουργία της ως δημοκρατικού, ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους και αμέσως βρέθηκε στη δίνη ταραχών και κλυδωνισμών, λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης στην Ανατολική Μεσόγειο» συμπήρωσε, εξηγώντας πως «Αντίσταση, λοιπόν, είναι όχι μόνο οι μάχες, που διεξήχθησαν στις 15 - 16  Ιουλίου 1974 σε Προεδρικό μέγαρο, Μετόχι του Κύκκου, Αρχιεπισκοπή, Αρχηγείο Αστυνομίας, Στρατόπεδο Εφεδρικού Σώματος στη Λευκωσία, Αστυνομικούς Σταθμούς, Δημόσιο Κήπο στη Λεμεσό, η ανατίναξη του ξυλογέφυρου στον Κύκκο, η κατάληψη των στρατοπέδων στην Πάφο, η οργάνωση του πειρατικού ραδιοσταθμού στην Πάφο και η μετάδοση του διαγγέλματος του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και η αυτοκινητοπομπή εκατοντάδων δημοκρατικών ανθρώπων από την Πάφο που έπεσαν σε αιματηρή ενέδρα στο Κολόσσι» και πως «υπάρχουν πολλές εκφάνσεις της Αντίστασης, όπως για παράδειγμα οι διαδηλώσεις υπέρ του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, η αρθρογραφία στον Τύπο, οι συγκεντρώσεις, οι απεργίες διαμαρτυρίας για τις δολοφονίες της ΕΟΚΑ Β' κλπ».

Σημείωσε ακόμη ότι η Αντίσταση μπορεί να οριοθετηθεί χρονικά από τη μέρα της κατάληψης της εξουσίας στην Ελλάδα από τη χούντα το 1967, γεγονός που είχε επιπτώσεις και στην Κύπρο. «Φυσικά σημαντικό σταθμό αποτέλεσε η μυστική άφιξη του Γεώργιου Γρίβα στην Κύπρο το 1971, όταν άρχισε να συγκροτεί την ΕΟΚΑ Β'. Έκτοτε, κατά τα επόμενα τρία χρόνια, αποτράπηκαν σχέδια πραξικοπήματος (όπως για παράδειγμα τον Φεβρουάριο του 1972 με μαζικό συλλαλητήριο στην Αρχιεπισκοπή) και αποτράπηκαν ή απέτυχαν σχέδια δολοφονίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου κ.λπ» πρόσθεσε.

Ερωτηθείς αν είχε πρόσωπο η Αντίσταση και ποιες οι σχετικές διαπιστώσεις μέσα και από την έρευνα ο κ Χρυσάνθου είπε ότι ήταν πολλοί οι φορείς της Αντίστασης στην τρομοκρατική δράση της χούντας και της ΕΟΚΑ Β' την περίοδο 1972-1974. Όπως ανέφερε μέλη της ΕΟΚΑ Β', με τη στήριξη της χούντας, προέβαιναν τότε σε δολοφονίες, ανατινάξεις αστυνομικών σταθμών, κλοπές οπλισμού από στρατόπεδα της Εθνικής Φρουράς, που προορίζονταν για την άμυνα της Κύπρου. Για να προσθέσει ότι η ΕΟΚΑ Β' υπονόμευε τη Δημοκρατία, με τη συνέργεια της χούντας, επιχειρώντας την εξόντωση του Μακαρίου, είτε με τον πολιτικό παραμερισμό του είτε με τον φυσικό αφανισμό του και τη δολοφονία του. Κατά τον συγγραφέα, φορείς της Αντίστασης ήταν πολιτικές δυνάμεις και προσωπικότητες από τη Δεξιά και την Κεντροδεξιά, το Κέντρο και την Κεντροαριστερά μέχρι την Αριστερά, κόμματα, κυρίως το ΑΚΕΛ και η ΕΔΕΚ, βουλευτές, υπουργοί, κρατικοί αξιωματούχοι, δημοσιογράφοι και άλλα δημόσια πρόσωπα, νομιμόφρονα μέλη της Εθνικής Φρουράς, του Εφεδρικού Σώματος και της Αστυνομίας, καθώς επίσης πολίτες, που συγκρότησαν ομάδες αντιστασιακών. Τέτοιες πρωτοβουλίες, όπως εξήγησε, πήραν οι Σταύρος Κορνήλιος, Μίκης Τεμπριώτης, Μενέλαος Κανάκης, Πάμπος Κουκουλαρίδης κ.ά, ενώ ομάδες διατηρούσε και η ΕΔΕΚ, υπό την ηγεσία του Βάσου Λυσσαρίδη. «Η σύσταση τέτοιων ομάδων, τα μέλη των οποίων είχαν ταυτότητες ειδικού αστυνομικού, ώστε να καλύπτονταν από νομιμότητα υπό τον έλεγχο αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών, οφειλόταν στο ότι η Εθνική Φρουρά τελούσε υπό τον έλεγχο της χούντας, ενώ η Αστυνομία είχε διαβρωθεί σε μεγάλο βαθμό από την ΕΟΚΑ Β'. Προωθούνταν η σύσταση λαϊκής πολιτοφυλακής, ώστε να είναι πιο οργανωμένες και συντονισμένες αυτές οι ομάδες. Μάλιστα το ΑΚΕΛ είχε δώσει στην κυβέρνηση κατάλογο από δύο χιλιάδες στελέχη του για να ενταχθούν σε υπό σύσταση λαϊκή πολιτοφυλακή. Τελικά αυτή δεν πρόλαβε να συγκροτηθεί» συμπλήρωσε.

Σε ερώτηση αν θεωρεί ότι η περίοδος αυτή ήταν μια περίοδος διχασμού του λαού ο κ. Χρυσάνθου επεσήμανε πως πολλές φορές αναφέρεται ως τέτοια, ωστόσο δεν είναι απολύτως ακριβής αυτή η εκτίμηση και ότι σε γενικές γραμμές, χωρίς να παραβλέπουμε τις όποιες ανεπίτρεπτες παρεκτροπές, η εικόνα είναι σαφής. «Από τη μια ήταν εκείνοι, που επιχειρούσαν να καταλάβουν πραξικοπηματικά την εξουσία, για να επιβάλουν τη δική τους πολιτική γραμμή στο Κυπριακό, κατηγορώντας όλους τους άλλους ως δήθεν ‘προδότες’ του οράματος της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Αυτοί αποτελούσαν μια μικρή μειοψηφία, κυρίως φανατικών ενωτικών. Συντάσσονταν με τη χούντα. Ισχυρίζονταν ότι ο Μακάριος, και κατ' επέκταση η Κύπρος, έπρεπε να υποτάσσεται στο ‘εθνικό κέντρο’, δηλαδή τη χούντα, η οποία δήλωνε ότι επιδίωκε δήθεν ‘φιλικό διακανονισμό’ του Κυπριακού με την Τουρκία στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ» και «από την άλλη ήταν οι υποστηρικτές του νόμιμα εκλεγμένου Προέδρου της Δημοκρατίας, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, που έχαιρε της λαϊκής νομιμοποίησης, όπως εκδηλωνόταν μέσα από τις εκλογικές κάλπες και τα παλλαϊκά συλλαλητήρια» ανέφερε τονίζοντας ότι ο Μακάριος είχε την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού.

Να τερματιστεί το «εσείς τους εφέρετε» ή «εκάμαμεν τζι εμείς πολλά»

Ερωτηθείς κατά πόσο απομεινάρια της τότε αντιπαράθεσης ανιχνεύονται ακόμη και στις μέρες μας ο κ. Χρυσάνθου είπε ότι όχι μόνο ανιχνεύονται, αλλά είναι και ιδιαίτερα αισθητά εξηγώντας ότι ορισμένες φορές έρχονται στην επιφάνεια, λόγω του ότι ο κυπριακός λαός συνεχίζει να βιώνει τις καταστροφικές συνέπειες της δράσης της ΕΟΚΑ Β' και της χούντας, με τη συνέχιση της τουρκικής κατοχής, ενώ άλλες φορές αναμοχλεύονται σκόπιμα, με στόχο την πόλωση. «Πενήντα χρόνια μετά, είναι καιρός να τεθεί τέρμα σε αυτά τα φαινόμενα. Αναμένεται από όσους είχαν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ανάμειξη στο πραξικόπημα να παραδεχτούν τις ευθύνες τους για το κακό που προξένησαν στην Κύπρο με τη δράση τους» είπε.

Ερωτηθείς τέλος αν είναι αρκετό αυτό, ο κ Χρυσάνθου είπε πως εφόσον γίνει αυτό, αναμένεται από τους δε να τερματίσουν τη ρητορική του «εσείς τους εφέρετε» ή «εκάμαμεν τζι εμείς πολλά», την οποία εκμεταλλεύεται η Τουρκία και την προβάλλει ως «άλλοθι» για να καλύψει το έγκλημά της, τον βίαιο, με τη χρήση των όπλων, διαμελισμό του λαού μας. Πρόσθεσε ότι κοινός στόχος όλων των Κυπρίων, που αγαπούν αυτό τον τόπο, συμπεριλαμβανομένων και των Τουρκοκυπρίων, των Αρμενίων, των Μαρωνιτών, των Λατίνων, και όλων των άλλων συμπολιτών μας κάθε εθνικότητας, που ρίζωσαν εδώ, δεν μπορεί να είναι άλλος παρά η απαλλαγή από την τουρκική κατοχή, η απελευθέρωση και η επανένωση.

«Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από αυτόν, για ειρήνη, δικαιοσύνη και κοινωνική πρόοδο σε αυτό το δύσμοιρο νησί» συμπλήρωσε καταληκτικά.

Στις σελίδες του βιβλίου «1974. Το χρονικό της Αντίστασης» ο αναγνώστης θα ανακαλύψει και θα γίνει γνώστης πολύ περισσότερων σε ό,τι αφορά την Αντίσταση. Το βιβλίο αποτελεί έκδοση του Συνδέσμου Δημοκρατικών Αντιστασιακών Λευκωσίας με τη στήριξη του Mητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας, Νικηφόρου.

Ο Χρύσανθος Χρυσάνθου είναι συγγραφέας πέραν των πενήντα βιβλίων. Εργάστηκε για πολλά χρόνια ως δημοσιογράφος και ως υπεύθυνος ειδικών εκδόσεων στον δημοσιογραφικό οργανισμό «Ο Φιλελεύθερος». Είναι κάτοχος διπλώματος Μ.Α. in Journalism από τη Σχολή Δημοσιογραφίας του Κρατικού Πανεπιστημίου Λένινγκραντ (Αγίας Πετρούπολης), καθώς και διδακτορικού τίτλου (PhD) του Τμήματος Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου. Δίδαξε και έδωσε διαλέξεις στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου (ΑΠΚΥ). Το πρόσφατο βιβλίο του «1974. Το Χρονικό της Αντίστασης» αποτελεί έκδοση του Συνδέσμου Δημοκρατικών Αντιστασιακών Λευκωσίας. Προηγήθηκαν τα βιβλία «Κύπρος 1972-1974. Με αίμα στέριωσε η Δημοκρατία» και «Αντίσταση. Έτσι υπερασπιστήκαμε τη Δημοκρατία» (Επιτροπή Καταρτισμού και Τήρησης Μητρώου Μαχητών της Αντίστασης). Είναι επίσης συγγραφέας των βιβλίων «Ο άλλος πόλεμος των γιατρών το 1974», «Απεσοβήθη τελικώς ο κίνδυνος. Λευκωσία, 16 Αυγούστου 1974, ώρα 18:00», «Αιχμαλωσία: Έγκλημα διαρκείας. Από την εμπειρία των αιχμαλώτων του 1974» κ.ά. Συμμετείχε ακόμη ως ερευνητής στην ταινία - ντοκιμαντέρ «Αιχμάλωτοι μιας προδοσίας».

Δειτε Επισης

«Υπαρξιακό ζήτημα» το Κυπριακό-Προϋπόθεση το πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών
Στο στόχαστρο μπήκαν τα ταξίδια χωρίς νόημα του Τατάρ-Υποστηρίζει πως έχει... πολλά καθήκοντα
Επιμένει πως δεν ήταν προσωπικό το ζήτημα του Πόθεν Έσχες ο Σαββίδης μετά την απόφαση του Ανωτάτου
Επιμένει στην «κυριαρχική ισότητα» ο Φιντάν-Πρωτοβουλίες για τα τρία άλφα
Τις προκλήσεις και προοπτικές επανέναρξης διαπραγματεύσεων ανέλυσαν πολιτικοί αρχηγοί
Σήκωσαν το γάντι οι «11» και απαντούν σε Δήμαρχο Δρομολαξιάς-Τον καλούν να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του
Στα άκρα οι σχέσεις δημάρχου και συμβούλων του δήμου Δρομολαξιάς και Μενεού-Μαίνεται για μήνες ο πόλεμος
Οι παρεμβάσεις της Άγκυρας στα κατεχόμενα, οι υποψίες για deal και η αντίδραση Τατάρ
Η Κύπρος έχει τη δυνατότητα να απορροφήσει συνολικά κονδύλια ύψους €3,193 δισ.
Για ηλεκτρονική διακυβέρνηση συζήτησαν αξιωματούχοι της Τουρκίας στα κατεχόμενα