Στα... φόρτε της η εγκληματικότητα, τρέχει από πίσω η Αστυνομία-Ζήτησε πλάνο δράσης ο Πρόεδρος
06:00 - 18 Ιουλίου 2023
Δολοφονίες, απόπειρες δολοφονίας, μαχαιρώματα, εμπρησμοί, διαρρήξεις, κλοπές, επεισόδια, σκηνές βίας και ναρκωτικά, συνθέτουν το σκηνικό τους τελευταίους μήνες, με την εγκληματικότητα από τη μια να βρίσκεται στα φόρτε της και από την άλλη, η Αστυνομία να τρέχει πίσω από κάθε υπόθεση, αφού φαίνεται να παρουσιάζει αδυναμίες σε ότι αφορά την πρόληψη. Και όπως είπε κάποτε ο Ρωμαίος πολιτικός και ρήτορας, Σενέκας, όποιος δεν προλαβαίνει ένα έγκλημα όταν μπορεί να το κάνει, ενθαρρύνει τη διάπραξή του.
Αναμφίβολα η Αστυνομία ενδεχομένως να διανύει μια από τις μεγαλύτερες κρίσης της, εξού και θα έλεγε κανείς πως χρειάζονται τέτοιες ριζικές αλλαγές, σε διάφορα επίπεδα, ώστε να καταφέρει να επανακτήσει από τη μια το χαμένο της κύρος που έχει πληγεί ανεπανόρθωτα για μια σειρά από λόγους και από την άλλη να καταφέρει να κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη των πολιτών, αφού πλέον το αίσθημα της αμφισβήτησης φαίνεται να κυριαρχεί.
Και αυτό διότι, μετά την υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου, το 2019, όπου η Αστυνομία δέχθηκε ανεπανόρθωτο χτύπημα, ακολούθησαν άλλες υποθέσεις, με διαφορετικά συστατικά, οι οποίες όμως προκάλεσαν τέτοιους τριγμούς στο Σώμα, που όχι μόνο δεν το οδήγησαν σε μία νέα εποχή, αντιθέτως το έριξαν ακόμη πιο κάτω στα μάτια των πολιτών, που η «ανάκαμψη» πλέον συνεπάγεται με πολιτική βούληση, επενδύοντας στην ουσία των ζητημάτων και όχι στα επικοινωνιακά τεχνάσματα, ωραιοποιώντας καταστάσεις. Σε διαφορετική περίπτωση, τα προβλήματα θα συντηρούνται αντί να επιλύονται και με την πρώτη ευκαιρία θα βγαίνουν πάνω από το χάλι.
Οι χειρισμοί της Αστυνομίας σε διάφορες πολύκροτες υποθέσεις, που κινούνταν με ρυθμούς χελώνας σε αντίθεση με άλλες υποθέσεις (σ.σ ενδεικτική η υπόθεση Γιαννάκη που διερευνάτο για ένα χρόνο), το σκάνδαλο διαφθοράς με την εμπλοκή του Μιχάλη Κατσουνωτού που συνομιλούσε παράνομα με βαρυποινίτη που καταδικάστηκε για εμπορία ναρκωτικών και, σύμφωνα με τον ποινικό ανακριτή, ενεργούσε ως «ράμπο», η υπόθεση του κατασκοπευτικού βαν, οι πειθαρχικές σε βάρος αστυνομικών που αγνοείται η τύχη τους, οι σοβαρές υποθέσεις ναρκωτικών που κατέρρευσαν, με το Ανώτατο μάλιστα σε μια περίπτωση να μιλά μέχρι και για άνιση μεταχείριση των εμπόρων, η υπόθεση του θανατηφόρου δυστυχήματος του 2012 που οι συγκυρίες το οδήγησαν στα συρτάρια των ανεξιχνίαστων υποθέσεων, αλλά και η υπόθεση της δολοφονίας του Θανάση, που ξεγύμνωσε την Αστυνομία που για 17 ολόκληρα χρόνια επέμενε πως αυτοκτόνησε, οδήγησαν τη Δύναμη σε αδιέξοδο, χωρίς να καταφέρει μέχρι στιγμής να εξέλθει, αφού η ηγεσία ουδέποτε εμφανίστηκε έτοιμη να αναλάβει τις ευθύνες της και να λειτουργήσει με τρόπο, ώστε να καταφέρει να ανατρέψει τα σε βάρος της δεδομένα.
Αντιθέτως, ακόμα και στην περίπτωση της δολοφονίας του Θανάση, όπου το πόρισμα έβρισκε ποινικές ευθύνες σε τρία πρώην στελέχη της, ο Αρχηγός αρκέστηκε στο να πει, «δεν μπορώ να πιστέψω ότι οι αστυνομικοί εκείνης της εποχής ανακάλυψαν φόνο και δεν το είπαν». Αντιθέτως, ακόμη και σε άλλες περιπτώσεις όπου αστυνομικοί κατηγορούνται για σοβαρές υποθέσεις, ουδέποτε βγήκε μπροστά και έστω για τους τύπους, να αναφέρει πως τα σάπια μήλα που πλήττουν ολόκληρο το οικοδόμημα της Αστυνομίας, θα πρέπει να εντοπιστούν και να εκδιωχθούν. Αντιθέτως, ακόμα και στα απανωτά επεισόδια στα γήπεδα, η ηγεσία θεωρούσε ορθούς τους χειρισμούς, μέχρι που παρενέβη ο Πρόεδρος.
Και σε όλο αυτό το κλίμα που επικρατεί εδώ και αρκετό καιρό, το οποίο θα έλεγε κανείς πως αδικεί τα μέλη που εργάζονται με επαγγελματισμό και ζήλο, και καταστρέφει οποιαδήποτε προσπάθεια, κυρίως λόγω της αδράνειας, ήρθαν να προστεθούν οι διαδοχικές υποθέσεις σε βάρος αστυνομικών, είτε για σεξουαλικής φύσεως αδικήματα είτε για βία κτλ, αλλά και η αύξηση της εγκληματικότητας.
Όσο και αν επιχειρείται σε επικοινωνιακό επίπεδο να ελεγχθεί εν μέρη η κατάσταση, μη δημοσιοποιώντας κάποιες υποθέσεις (σ.σ ενδεικτική η περίπτωση προ ημερών όπου κάηκαν μετά από εμπρησμό πέντε οχήματα, χωρίς όμως να εκδοθεί ανακοίνωση, ενώ την ίδια ημέρα σημειώθηκαν μαχαιρώματα στην περιοχή Σταυρού στη Λευκωσία, τα οποία επίσης δεν ανακοινώθηκαν), εντούτοις, τα απανωτά περιστατικά που βγαίνουν στο φως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δείχνουν μια αύξηση της εγκληματικότητας, αφού η κατάσταση φαίνεται να μην ελέγχεται από την Αστυνομία.
Είναι για αυτό το λόγο, που ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, βλέποντας τις απανωτές υποθέσεις, ζήτησε πλάνο δράσης από την υπουργό Δικαιοσύνης, η οποία με την σειρά της, πραγματοποίησε ευρεία σύσκεψη με την ηγεσία της Δύναμης και τους Αστυνομικούς Διευθυντές, ώστε να καταρτιστεί σχέδιο αντίδρασης, που κατά κύριο λόγο θα στοχεύει στην πρόληψη.
Κάτι που ενδεχομένως να έπρεπε να πράξει η ίδια η ηγεσία της Αστυνομίας μετά τις απανωτές δολοφονίες, εμπρησμούς, βομβιστικές επιθέσεις, κτλ, αφού η κατάσταση φαίνεται να ξέφυγε από τον έλεγχο της, κάτι συνεπάγεται με έλλειψη εμπιστοσύνης από πλευράς πολιτών, οι οποίοι είδαμε πρόσφατα να παίρνουν το νόμο στα χέρια τους, για να προστατευτούν και από θύματα να μετατρέπονται σε θύτες. Όπως ήταν η περίπτωση του 82χρονου στη Λεμεσό, που έπεφτε θύμα διάρρηξης, μέχρι που πυροβόλησε τον δράστη.
Όλα αυτά τα επεισόδια των τελευταίων μηνών, σύμφωνα με κυβερνητική πηγή, προκάλεσαν ανησυχία και δημιούργησαν μεγάλη ανασφάλεια στους πολίτες, εξού και ο Νίκος Χριστοδουλίδης, στα πλαίσια της εβδομαδιαίας επικοινωνίας που έχει με τον κάθε υπουργό, ανέφερε στην Άννα Προκοπίου πως θα πρέπει να ληφθούν μέτρα και να καταρτιστεί σχέδιο δράσης, το οποίο θα παραδοθεί στον Πρόεδρο τις επόμενες μέρες.
Κοινωνιολόγοι και εγκληματολόγοι, ανέλυσαν τις προηγούμενες ημέρες στον REPORTER, πως η αύξηση της εγκληματικότητας, ειδικότερα των υποθέσεων βίας, είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με τα φαινόμενα διαφθοράς, αφού πρόκειται για «μέτρο αντίδρασης» έναντι της εξουσίας. Ωστόσο, από την άλλη, τα χαμηλά ποσοστά εξιχνίασης σε κάποιες υποθέσεις, ενθαρρύνουν την διάπραξη αδικημάτων, ειδικότερα από το οργανωμένο έγκλημα που έδειξε εδώ και πάρα πολλά χρόνια πως προηγείται της Αστυνομίας.
Ένα συμπέρασμα που εξάγεται μέσα από τα στατιστικά στοιχεία που καταγράφονται την τελευταία τριετία. Πιο συγκεκριμένα, για τα αδικήματα εμπρησμού και απόπειρας, για το 2020 υπήρξαν συγκεκριμένα 172 καταχωρημένες υποθέσεις, εκ των οποίων εξιχνιάσθηκαν οι 26. Για το 2021, σημειώθηκαν 172 εμπρησμοί και εξιχνιάσθηκαν οι 32, ενώ το 2022 έφθασαν τους 180 οι εμπρησμοί και εξιχνιάσθηκαν οι 48.
Ιδιαίτερη εντύπωση ωστόσο, προκαλεί το γεγονός πως για την καταστροφή περιουσίας με εκρηκτικές ύλες, καταγράφηκαν το 2020 συνολικά 33 υποθέσεις, από τις οποίες εξιχνιάσθηκαν οι 5, το 2021 σημειώθηκαν 21 περιστατικά, εκ των οποίων είχαν αίσια κατάληξη μόνο οι τρεις υποθέσεις, ενώ για το 2022 καταγράφηκαν 19 υποθέσεις και εξιχνιάσθηκε μόλις η... μια.
Για τις ίδιες χρονιές, σημαντική αύξηση παρουσιάζουν τόσο οι διαρρήξεις, όσο και οι κλοπές, καθώς για το 2020 υπήρξαν συνολικά 842 περιστατικά διαρρήξεων και 513 υποθέσεις κλοπών, εκ των οποίων εξιχνιάσθηκαν οι 438 και 228 αντίστοιχα. Για την επόμενη χρονιά, σημειώθηκαν 840 διαρρήξεις και 527 κλοπές και εξιχνιάσθηκαν οι 454 και 241 αντίστοιχα. Ενώ, για το 2022, οι διαρρήξεις έφθασαν τις 1.103 και οι κλοπές τις 613. Από αυτές τις υποθέσεις πάντως, εξιχνιάσθηκαν οι μισές, αφού για τις διαρρήξεις το ποσοστό εξιχνίασης ήταν 59.5%, δηλαδή 656 εξιχνιάσθηκαν και για τις κλοπές ήταν 50.4%, δηλαδή 309.
Πάντως, η αδυναμία που παρατηρείται στην εξιχνίαση υποθέσεων αλλά και σε ότι αφορά την πρόληψη, πολλές φορές αστυνομικοί μέσω των συντεχνιών τους, είχαν αναφέρει πως αυτό συνεπάγεται και με την υποστελέχωση της πρώτης γραμμής, αφού σοβαρά Τμήματα, όπως είναι τα ΤΑΕ, αλλά και οι Αστυνομικοί Σταθμοί, υπολειτουργούν.